Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου
Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου
…Ὅταν ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐκθρονίστηκε καὶ στάλθηκε ἐξόριστος στήν Κουκουσό, Ἀραβισσὸ καὶ Πιτιούντα ὅλη ἡ Ἐκκλησία τῶν ὀρθοδόξων ἐπένθισε. Μὲ δάκρυα ἔλεγαν τὰ πλήθη τῶν πιστῶν καὶ μοναχῶν: «Συνέφερεν, ἵνα ὁ ἥλιος συσταλῇ ἢ ἵνα τὸ στόμα Ἰωάννου σιωπήσῃ».
Ἔκλαυσε ὅλη ἡ οἰκουμένη, διότι ἔμέινε σὰν πλοῖο χωρὶς κυβερνήτη, σὰν ποίμνιο χωρὶς ποιμένα· σὰν στρατόπεδο χωρὶς ἀρχιστράτηγο καὶ σὰν κόσμος σκοτεινὸς χωρὶς ἥλιο. Ἔκλαιαν οἱ ὀρφανοὶ τὸν πατέρα τους. Θρηνοῦσαν οἱ μαθηταὶ τὸν διδάσκαλό τους, ὠδύρονταν οἱ πτωχοὶ τὸν προστάτη τους. Λυπόνταν οἱ ἁμαρτωλοὶ τὴν ἐλπίδα τους, οἱ θλιμμένοι τὴν παρηγορία τους, οἱ ἄρρωστοι τὴν ἐπισκέψή τους καὶ οἱ διψασμένοι ἀπὸ λόγο Θεοῦ, διότι στερήθηκαν τὰ γλυκύτατα καὶ πάγχρυσα λόγια τῆς διδασκαλίας του. Κοινὴ ἦταν ἡ συμφορά, παγκόσμιο τὸ κακό, οἰκουμενικὴ ἡ δυστυχία.
Ὁ ἅγιος Ἰννοκέντιος ὁ Πάπας, γράφοντας γιά τὸν Χρυσόστομο πρὸς τὸν βασιλέα Ἀρκάδιο, λέγει: «Ὄχι μόνο ἡ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ζημιώθηκε τῆς καλλιρρύτου ἐκείνου γλώσσας, ἀλλὰ καὶ ὅλη ἡ ὑφήλιος ἐχήρευσε, ἀπολέσασα τέτοιον ἔνθεον ἄνδρα».
Ἔμεινε στήν χηρεία αὐτὴ καὶ ἀπαρηγόρητη λύπη ὅλη ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τριαντατρία ὁλόκληρα χρόνια.
Τὸ 440 γίνεται ἡ ἀνακομιδὴ καὶ μετακομίζεται ἀπὸ τὰ Κόμανα τοῦ Πόντου στήν βασιλεύουσα μέ τέτοια τιμή, ἡ ὁποία δέν ἔγινε ποτέ ἀπὸ τοῦ αἰῶνος σὲ ἄλλον, οὔτε πατριάρχη, οὔτε βασιλέα.
Ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία στολισαμένη, ὑποδέχεται σήμερα ἀπὸ τὴν ἐξορία τὸ ζωομύριστο καὶ θαυματουργικώτατο σῶμα τοῦ φωστῆρος της Χρυσοστόμου καὶ ἑορτάζει χαρμόσυνα τὴν ἔνδοξη ἀνάκομιδὴ καὶ μετακομιδὴ καὶ ὑποδοχὴ τοῦ λειψάνου τοῦ διδασκάλου τῆς οἰκουμένης.
Καὶ αὐτό μέ κάθε δίκαιο, γιατί, πῶς δέν ἔπρεπε νά χαρῇ, σήμερα, ὅλη ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ σὲ ἕνα καιρό, ὅπου βλέπει ὅτι στό λείψανο τοῦ Χρυσοστόμου μεταβλήθηκαν ὅλοι οἱ νόμοι τῆς φύσεως καὶ ἐνεργήθηκαν μόνον οἱ νόμοι τῆς Χάριτος; Ὅτι σῶμα νεκρόν, ὅταν θέλῃ, κινεῖται, καί, ὅταν θέλῃ, μένει ἀκίνητον; Ὅτι σῶμα, ἐνταφιασμένο πρὶν 33 χρόνια, ἀνακομίζεται σῶο καὶ ἀδιάλυτο μέ τὴν ὁλοκληρία ὅλων τῶν μελῶν καὶ μερῶν του;… Πῶς δέν ἔπρεπε νά χαρῇ, σήμερα, ὅταν εἶδε τὸ σῶμα τοῦ Χρυσορρήμονος νά εὑρίσκεται μὲν στήν γῆ σὲ διάστημα τόσων χρόνων, ἔπειτα νά ἀνακομίζεται λαμπρὸ καὶ κροκοειδὲς στό χρῶμα; Εὐωδέστατο στήν ὀσμή, ὑπερνικῶν ὅλα τὰ ἀρώματα τῆς γῆς; Καὶ ἔχων ὅλα τὰ ἄλλα οὐσιώδη καὶ συστατικὰ γνωρίσματα τῆς ἁγιότητας; Πῶς δέν ἔπρεπε νά χαρῇ, ὅταν εἶδε τὸ λείψανον τοῦ Ἰωάννου, νά γιατρεύη κουτσούς, νά ἀνορθώνη παραλυτικούς, νά φωτίζη τυφλούς;…. Πῶς δέν ἦταν δίκαιο νά χαρῇ ὅλος ὁ κόσμος, βλέποντας ἕνα νεκρὸ σῶμα νά ἔχῃ ἐξουσία κατὰ τῶν στοιχείων; κατὰ γῆς καὶ θαλάσσης καὶ τοῦ ἀέρος; Νά σηκώνη ἀνέμους ἀπὸ τὴν θάλασσα, νά σχίζῃ σὲ ῥήγματα τὴν γῆ, νά κάμνῃ τὰ πλοῖα νά κλινοῦν ἀπὸ μόνα τους, σὰν νά ἦταν λογικὰ καὶ ἔμψυχα, γιά νά τὸν ὑποδεχθοῦν; Καί, ἔπειτα, νά τὰ διευθύνη αὐτὰ σὲ ὅποιο τόπο θέλει; Καὶ γιά νά πῶ τὸ μεγαλύτερο καὶ θαυμαστότερο, πῶς δέν ἔπρεπε νά χαρῇ σήμερα ὅλη ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὅταν εἶδε νά ἀνοίξουν ἐκεῖνα τὰ ἄψυχα χείλη; Καὶ ὅταν ἄκουσε νά βγαίνη φωνὴ ζωντανὴ καὶ ἔναρθρος ἀπὸ τὸ πρὸ 33 χρόνων νενεκρωμένο στόμα τοῦ Χρυσοστόμου; Καὶ νά πεῖ «εἰρήνη πᾶσιν;». Ὄντως «Τίς Θεὸς μέγας ὡς ὁ Θεὸς ἡμῶν; Σύ εἶ ὁ Θεός, ὁ ποιών θαυμάσια μόνος» (Ψαλμ. 76, 13)…. Συνέχεια