Σεπτέμβριος 2024
Κ Δ Τ Τ Π Π Σ
1234567
891011121314
15161718192021
22232425262728
2930  

Ἀπόστολοι

Ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας

Στυλιανὸς Παπαδόπουλος,

Untitled-1Ἡ Ἐκκλησία, ἐφόσον εἶναι σῶμα Χριστοῦ, ποὺ σκοπὸ ἔχει τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, δὲν κινδυνεύει νὰ ἀφανιστεῖ, νὰ καταποντιστεῖ (PG 52,429), νὰ χαθεῖ. Ἄρχοντες θρησκευτικοί, λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ἄλλοτε καὶ τώρα, φορεῖς τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας, αἱρετικοὶ καὶ οἱ ἴδιοι οἱ δαίμονες «ἐπολέμησαν τὴν Ἐκκλησίαν», ἡ ὁποία ὄχι μόνο δὲν νικήθηκε ἀλλ’ «ὑπὲρ τοὺς οὐρανοὺς ἀναβέβηκε» (PG 52, 397-8).

Παρὰ ταῦτα κινδυνεύει συνεχῶς ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ τὸ γεγονὸς τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἐκκλησία δηλαδή, σημαίνει καὶ ἀποτελεῖ ἑνότητα πραγματική, «… Ἐκκλησίαν δὲ Θεοῦ καλεῖ (= ὁ Παῦλος), δεικνὺς ὅτι ἡνῶσθαι αὐτὴν χρῆ. Εἰ γὰρ Θεοῦ ἐστιν, ἥνωται καὶ μία ἐστιν, οὐκ ἐν Κορίνθῳ μόνον ἀλλὰ καὶ ἐν πάςῃ τῇ οἰκουμένη. Τὸ γὰρ τῆς Ἐκκλησίας ὄνομα οὐ χωρισμοῦ, ἀλλὰ ἑνώσεώς ἐστι, καὶ συμφωνίας ὄνομα. …Εἰ δὲ ὁ τόπος χωρίζει (=τοὺς πιστούς), ἀλλ’ ὁ Κύριος αὐτοὺς συνάπτει κοινὸς ὤν» (Εἰς Α΄ Κορ., Ὁμιλ. Α΄ 1: PG 61,13), ποὺ συντελεῖται μὲ τὴν συμμετοχὴ τελικὰ ὅλων στὴν ἴδια θεία Εὐχαριστία, στὸ γεγονὸς δηλαδὴ ὅτι, μετέχοντες στὸν ἴδιο «ἄρτο», «ἑνούμεθα» ὅλοι σ’ ἕνα σῶμα, τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ (PG 61,200). Ἐνῶ πρέπει ὅλα τὰ μέλη τῶν κατὰ τόπους Ἐκκλησιῶν, ἀπὸ τὶς Ἰνδίες π.χ. μέχρι τὴν Ρώμη (PG 59, 361-2), νὰ αἰσθάνονται «ἐν σῶμα καὶ πνεῦμα» καὶ ὅτι ἔχουν τὴν ἴδια πίστη, συχνὰ ἐμφανίζονται διαιρέσεις καὶ κακοδοξίες, ποὺ διασποῦν τὴν ἀληθινὴ ἑνότητα. Ἡ θεία χάρη ὑπάρχει μόνον ὅταν καὶ ὅπου ὅλοι στηρίζονται στὸ αὐτὸ «θεμέλιο», στὴν αὐτὴ πίστη (PG 61,72), ὅταν «δειχθῶμεν πάντες μίαν πίστιν ἔχοντες» (PG 62,83).

Ἡ ἐμπειρία τῶν σχισμάτων καὶ τῶν κακοδοξιῶν τοῦ Χρυσοστόμου ἦταν τόσο πικρή, ὥστε νὰ ὑποστηρίζει ὅτι ἡ διαίρεση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τόσο μεγάλη ἁμαρτία, ποὺ δὲν μπορεῖ οὔτε «μαρτυρίου αἷμα» νὰ ἐξαλείψει (PG 62,85). Συνέχεια

Ἡ καινούργια κτίση

Metr.Anthony Bloom

Τιμοῦμε 07Thomas[1] τὴ μνήμη τοῦ Ἀποστόλου Θωμᾶ. Ὅλοι τὸν θυμοῦνται σὰν τὸ πρόσωπο τὸ ὁποῖο ἀμφισβήτησε τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ὅταν τοῦ μίλησαν γι’ αὐτὴν οἱ ἄλλοι μαθητὲς σπάνια ὅμως ρωτοῦμε τοὺς ἑαυτοὺς μας τί ἄνθρωπος ἦταν καὶ ποιοὶ λόγοι τὸν ἔκαναν νὰ ἀμφιβάλλει.

Ἂν ἐξαιρέσουμε τὴν ἐκλογή του σὲ ἀπόστολο ἀπὸ τὸν Χριστό, ὁ Ἅγιος Θωμᾶς ἀναφέρεται μόνο δύο φορὲς στὰ Εὐαγγέλια. Ἡ πρώτη ἀναφορὰ εἶναι πολὺ σημαντικὴ (Ἰω. 11. 7- 16): Ὅταν ὁ Χριστὸς λέει στοὺς μαθητές Του ὅτι πρέπει νὰ ἐπιστρέψει στὴν Ἰουδαία γιὰ νὰ ἀναστήσει τὸ φίλο Του Λάζαρο ἀπὸ τοὺς νεκροὺς ἐκεῖνοι προσπαθοῦν νὰ Τὸν πείσουν νὰ μείνει μακριὰ ἀπὸ τὴν ἐπικίνδυνη καὶ φονικὴ Ἱερουσαλὴμ καὶ μόνο ὁ Θωμᾶς λέει: «ἄγωμεν καὶ ἡμεῖς ἵνα ἀποθάνωμεν μετ’ αὐτοῦ». Ἦταν διατεθειμένος, πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὅταν οἱ μαθητὲς ἔβλεπαν στὸν Κύριο ἁπλῶς ἕνα δάσκαλο, νὰ πεθάνει μαζί Του ἀπὸ ἀγάπη καὶ ἀφοσίωση. Ἦταν ἕτοιμος ἁπλῶς νὰ πεθάνει, ὄχι νὰ ἐπιδιώξει ὁ,τιδήποτε, μόνο νὰ μοιραστεῖ τὸ ριζικό Του.

Αὐτὸς λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἦταν ἕτοιμος μὲ τόση ἀφοσίωση νὰ μοιραστεῖ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὸ θάνατο ρωτᾶ τοὺς ἄλλους μαθητὲς λέγοντας: «Εἶναι δυνατό;» Λένε στὸ Θωμᾶ πὼς ἔχουν δεῖ τὸν ἀναστημένο Χριστὸ κι ἐκεῖνος δὲν μπορεῖ νὰ τὸ πιστέψει. Γιὰ ποιὸ λόγο; Μήπως γιὰ τὸ λόγο ὅτι πρὶν ἀπὸ τὴν Πεντηκοστή, πρὶν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατέβει στοὺς Ἀποστόλους ἐκεῖνοι παρέμεναν οἱ ἴδιοι δειλοὶ ἄνθρωποι, συχνὰ ἀνίκανοι νὰ κατανοήσουν, συχνὰ ἀμφιρρεπεῖς, ὅπως ὑπῆρξαν καὶ στὸ παρελθόν; Πῶς μποροῦσε νὰ πιστέψει ὅταν ἡ μόνη ἔνδειξη γιὰ τὴν Ἀνάσταση ἦταν τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι χαιρόντουσαν χωρὶς νὰ ἔχουν γίνει καθόλου διαφορετικοὶ ἀπ’ αὐτὸ ποὺ πάντοτε ὑπῆρξαν; Γιὰ νὰ μπορέσει νὰ δεχτεῖ τὰ νέα τῆς Ἀνάστασης χρειαζόταν μία ἀπόδειξη πέρα ἀπὸ τὰ χαρούμενα λόγια τῶν ἀποστόλων διότι καταλάβαινε ὅτι ἂν ὁ Χριστὸς εἶχε ἀναστηθεῖ τότε τὸ κάθε τι στὸν κόσμο εἶχε ἀλλάξει, ὅτι δὲν ἦταν ὁ θάνατος ἀλλὰ ἡ ζωὴ ποὺ εἶχε τὸν τελευταῖο λόγο, ὅτι ἡ τελικὴ νίκη δὲν ἀνῆκε στὸν ἄνθρωπο ἀλλὰ στὸν Θεό, ὅτι εἶχε ὑπερισχύσει ἡ ἀγάπη, ὄχι τὸ μίσος. Καταλάβαινε ὅτι ὁ κόσμος θὰ ‘πρεπε νὰ εἶχε γίνει καινούριος ἐφ’ ὅσον ὁ Θεὸς τὸν εἶχε ἐπισκεφθεῖ καὶ μεταμορφώσει ἀπὸ κόσμο ἄσκοπης, κάποτε πολύχρονης μὰ παροδικῆς ζωῆς σὲ κόσμο αἰωνιότητας. Συνέχεια

Λόγος εἰς τὸν Ἀπόστολο καὶ Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη

 Ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς

Γίνεται λόγος καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον

hristo10Σήμερα τελοῦμε τὴν ἑορτὴ ἑνὸς ἀπὸ τοὺς προκρίτους Ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐπευφημοῦμε αὐτὸν ὡς πατέρα ὅλων ἐκείνων πού φέρουν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἢ καλύτερα ὡς πατριάρχη ἐκείνων «πού γεννήθηκαν ὄχι ἀπὸ αἵματα οὔτε ἀπὸ θέλημα σαρκικό, οὔτε ἀπὸ θέλημα ἄνδρα, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Θεό».

Γιατί, ὅπως ὁ Ἰακὼβ προέβαλε δώδεκα πατριάρχες κατὰ σάρκα, ἀπὸ τοὺς ὁποίους προῆλθαν οἱ δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραήλ, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς προέβαλε πνευματικά τούς δώδεκα μύστες· γιατί τὸν ἀριθμὸ ἐκείνου πού ἐλεεινὰ ἐξέπεσε τὸν συμπλήρωσε ὁ Παῦλος, πρὸς τὸν ὁποῖο ἔσκυψε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ὁ Χριστός. Ἂν ὅμως δὲν ὑπάρχουν καὶ ἐδῶ φανερὰ φυλὲς ἰσάριθμες δὲν εἶναι καθόλου ἀξιοθαύμαστο· γιατί τὰ πνευματικὰ διαιροῦνται ἀδιαίρετα· γι’ αὐτὸ καί, ἐνῶ οἱ φαινόμενες σωματικὲς αἰσθήσεις εἶναι πέντε, μία εἶναι ἡ αἴσθηση τῆς ψυχῆς διαιρούμενη ἀδιαίρετα. Ἀλλὰ καὶ οἱ δώδεκα πηγὲς τῶν ὑδάτων, στὶς ὁποῖες στρατοπέδευσαν οἱ Ἰσραηλίτες κάτω ἀπὸ τὴν ἀρχηγία τοῦ Μωυσῆ καὶ ἔσβησαν τὴν ἀπὸ τὴν ὁδοιπορία στὴν ἔρημο δίψα, αὐτοὺς τοὺς δώδεκα προτύπωναν. Γιατί αὐτοὶ εἶναι ἐκεῖνοι πού μὲ τὰ πνευματικὰ ποτίσματα ἀπάλλαξαν τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὸν καύσωνα τῆς εἰδωλομανίας, τὸ ὁποῖο προηγουμένως πορευόταν μέσω τῶν ἀδιάβατων ἐρήμων τῆς ἀθεΐας. Ἐπίσης καὶ οἱ δώδεκα λίθοι, τοὺς ὁποίους ἔστησε σὰν σημάδι στὰ Γάλγαλα ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, ἀφοῦ πέρασαν κατὰ τρόπο παράδοξο πεζοὶ τὸν Ἰορδάνη, αὐτοὺς τοὺς δώδεκα προτύπωναν. Γιατί αὐτοὶ εἶναι γιὰ μᾶς σὰν αἰώνιο σημάδι, ὅτι ὁ ἀληθινὸς Ἰησοῦς ἀνεχαίτισε τὸ ποτάμι τῆς ἁμαρτίας πού κατέκλυζε τὴν οἰκουμένη καὶ ἔδωσε στοὺς πιστούς του τὴ δυνατότητα νὰ διαβαίνουν ἀναμάρτητοι τὴν ὁδὸ τοῦ βίου, ὅπως κατέστησε τότε δυνατὸ στοὺς Ἰσραηλίτες νὰ περάσουν χωρὶς νὰ βραχοῦν τὸν Ἰορδάνη. Συνέχεια

Ἐγκώμιον εἰς τὸν Ἅγιον Ἀπόστολον Παῦλον

  Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου

Λόγος β´

OLYMPUS DIGITAL CAMERA1.-. Τί τέλος πάντων εἶναι ὁ ἄνθρωπος καὶ πόση εἶναι ἡ εὐγένεια τῆς δικῆς μας φύσης καὶ πόσο ἱκανὸ στὴν ἀρετὴ εἶναι αὐτὸ τὸ ὄν, μᾶς τὸ ἔδειξε περισσότερο ἀπ᾿ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ὁ Παῦλος. Καὶ τώρα σηκώνεται, ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ἔχει φθάσει, καὶ μὲ καθαρὴ φωνὴ πρὸς ὅλους ἐκείνους ποὺ κατηγοροῦν τὴ φύση μας ἀπολογεῖται γιὰ χάρη τοῦ Κυρίου, προτρέπει γιὰ ἀρετή, κλείνει τὰ ἀναίσχυντα στόματα τῶν βλάσφημων καὶ ἀποδεικνύει ὅτι δὲν εἶναι μεγάλη ἡ διαφορὰ ἀνάμεσα στοὺς ἀγγέλους καὶ στοὺς ἀνθρώπους, ἂν θέλουμε νὰ προσέχουμε τὸν ἑαυτό μας. Γιατὶ χωρὶς νὰ ἔχει ἄλλη φύση, οὔτε νὰ ἔχει λάβει ἄλλη ψυχή, οὔτε νὰ κατοίκησε σ᾿ ἄλλο κόσμο, ἀλλὰ ἂν καὶ ἀνατράφηκε στὴν ἴδια γῆ καὶ τόπο καὶ μὲ τοὺς ἴδιους νόμους καὶ συνήθειες, ξεπέρασε ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν ἀπὸ τότε ποὺ ἔγιναν οἱ ἄνθρωποι.

Ποῦ εἶναι λοιπὸν ἐκεῖνοι ποὺ λέγουν, ὅτι εἶναι δύσκολο πράγμα ἡ ἀρετὴ καὶ εὔκολο ἡ κακία; Γιατὶ ὁ Παῦλος τοὺς ἀντικρούει λέγοντας· «Οἱ θλίψεις μας ποὺ γρήγορα περνοῦν, προετοιμάζουν σ᾿ ἐμᾶς σὲ ὑπερβολικὰ μεγάλο βαθμὸ αἰώνιο βάρος δόξας» (Β´ Κορ. 4, 17). Ἐὰν ὅμως τέτοιες θλίψεις περνοῦν εὔκολα, πολὺ περισσότερο οἱ φυσικὲς ἡδονές…

 Καὶ δὲν εἶναι μόνο αὐτὸ τὸ θαυμαστό του, ὅτι δηλαδὴ ἀπὸ πολλὴ προθυμία δὲν αἰσθανόταν τοὺς κόπους του γιὰ τὴν ἀρετή, ἀλλ᾿ ὅτι ἀσκοῦσε αὐτὴν χωρὶς ἀμοιβή. Ἐμεῖς βέβαια δὲν ὑπομένουμε κόπους γι᾿ αὐτὴν ἂν καὶ ὑπάρχουν ἀμοιβές. Ἐκεῖνος ὅμως καὶ χωρὶς τὰ ἔπαθλα τὴν ἐπιζητοῦσε καὶ τὴν ἀγαποῦσε, καὶ ἐκεῖνα ποὺ θεωροῦνταν ὅτι εἶναι ἐμπόδιά της τὰ ξεπερνοῦσε μὲ κάθε εὐκολία. Καὶ δὲν ἐπικαλέσθηκε οὔτε τὴν ἀδυναμία τοῦ σώματος, οὔτε τὴν τυραννίδα τῆς φύσης, οὔτε τίποτε ἄλλο. Ἂν καὶ εἶχε ἀναλάβει μεγαλύτερη φροντίδα ἀπὸ τοὺς στρατηγοὺς καὶ ὅλους τοὺς βασιλεῖς τῆς γῆς, ἀλλ᾿ ὅμως κάθε ἡμέρα ἦταν ἀκμαῖος, καὶ ἐνῶ οἱ κίνδυνοί του ἐπαυξάνονταν, διέθετε νεανικὴ προθυμία. Γιὰ νὰ δείξει αὐτὸ ἀκριβῶς ἔλεγε, «Ξεχνώντας τὰ ὅσα ἔγιναν στὸ παρελθὸν καὶ φροντίζοντας γιὰ ἐκεῖνα ποὺ εἶναι μπροστά μου» (Φιλιπ. 3, 14). Συνέχεια