Α΄καί Β΄ εὕρεση τῆς Κεφαλῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου
Ὅταν τό συμπόσιο τοῦ Ἡρώδη ποτίστηκε μέ τό αἷμα τοῦ μεγίστου τῶν Προφητῶν καί Προδρόμου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, οἱ μαθητές τοῦ Ἰωάννη πῆγαν νά ἐνταφιάσουν τό σῶμα του (Ματθ. 14, 11), ἐνῶ ἡ δόλια Ἡρωδιάς, ἀφοῦ πῆρε τήν αἱμάσσουσα κεφαλή πού τῆς εἶχαν φέρει «ἐπί πινάκι», διέταξε νά τήν θάψουν βαθιά σέ ἀνάξιο τόπο κοντά στό παλάτι τοῦ Ἡρώδη στήν Μαχαιρούντα.
Πολύ καιρό ἀργότερα, δύο μοναχοί ἀπό τήν Ἀνατολή ἔφθασαν στήν Παλαιστίνη γιά προσκύνημα στούς Ἁγίους Τόπους. Ὁ Τίμιος Πρόδρομος φανερώθηκε σ’ αὐτούς τήν νύχτα, χωριστά στόν καθένα, καί τούς εἶπε: «Πηγαίνετε στό παλάτι τοῦ Ἡρώδη καί θά βρεῖτε ἐκεῖ τήν κεφαλή μου κάτω ἀπό τήν γῆ». Ὁδηγημένοι ἀπό τήν θεία Χάρη, δέν δυσκολεύτηκαν νά βροῦν τό μέρος ὅπου εἶχε θαφτεῖ τό τίμιο λείψανο καί εὐχαριστώντας τόν Θεό τό ἔβαλαν σέ ἕναν σάκκο καί πῆραν τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς.
Στόν δρόμο συνάντησαν ἕναν κεραμέα ἀπό τήν Ἔμεσα πού ἔχοντας πέσει σέ μεγάλη ἔνδεια εἶχε ἀφήσει τήν πατρίδα του ἀναζητώντας καλύτερη τύχη. Μετά ἀπό νέα ἐμφάνιση τοῦ Προδρόμου, ὁ κεραμέας πῆρε τήν τίμια Κάρα καί ἐπέστρεψε στήν Ἔμεσα, ὅπου ἔκτοτε γνώρισε μεγάλη προκοπή καί εὐημερία.
Ὅταν ὁ κεραμέας ἑτοιμαζόταν νά ἀφήσει τήν ζωή αὐτή, ἔβαλε τόν ἀνεκτίμητο θησαυρό σέ ἕνα σεντούκι καί τό ἄφησε κληρονομιά στήν ἀδελφή του, συμβουλεύοντάς την νά μήν τό ἀνοίξει δίχως τήν ἐντολή αὐτοῦ πού κρυβόταν ἐκεῖ μέσα κι ὅταν θά ἐρχόταν ἡ ὥρα νά τό παραδώσει σέ κάποιον ἄνθρωπο εὐσεβῆ καί φιλόθεο. Συνέχεια
ΕΙΣ ΤΟ ΓΕΝΕΣΙΟΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
Νικηφόρου Θεοτόκη
«Καί πολλοί ἐπί τῇ γεννήσει αὐτοῦ χαρήσονται».(Λουκ. Α‘ 14).
«Δίκαιος ὁ Κύριος καί δικαιοσύνας ἠγάπησεν». Τοῦτο ἁρμόζει νά εἰποῦμεν εἰς τήν ὑπέρλαμπρον καί ἐνδοξοτάτην ἑορτήν, ὅπου τήν σήμερον ἡμέραν ὅλοι οἱ εὐσεβεῖς πανηγυρίζομεν. Δίκαιος εἶναι ὁ Κύριος, καί τάς δικαιοσύνας ἀγαπᾶ, διά τοῦτο μέ τόσα πολλά μεγαλεῖα, καί μέ τόσας μεγάλας δόξας, ἠθέλησε νά μεγαλύνη τό γενέσιον τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Ὁ Ἰωάννης ὑπερβαίνει ὅλους τούς Ἁγίους εἰς τήν ἁγιότητα· δέν ἐγεννήθη εἰς τόν κόσμον ἄλλος ἄνθρωπος μεγαλύτερος ἀπό αὐτόν εἰς τήν χάριν, ἐξαιρετικώτερος εἰς τήν ἀρετήν, περισσότερος εἰς τήν τελειότητα. Τοῦτο, ὅπου λέγω, δέν εἶναι ὑπερβολή, οὐδέ φοβοῦμαι τίποτε, μήν τύχη καί λανθασθῶ, ὅταν τόν ἀνεβάζω εἰς ἕνα τοιοῦτον ὑψηλότατον ὕψος ἡ ἄπειρος καί ἀλάνθαστος σοφία τοῦ πανσόψου καί ὑπερτελείου Θεοῦ, ὅπου καλά ἐγνώρισε τήν ἀρετήν του, αὐτή τόν ἀνέβασε τόσον ὑψηλά, δίδοντάς του τά πρωτεῖα ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους. «Οὐκ ἐγήγερται ἐν γέννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ». Τοῦ Ἰωάννου ἡ ζωή ἔχει περισσοτέραν ἁγιότητα ἀπό τήν πολιτείαν τῶν ἄλλων Ἁγίων τό γενέσιον τοῦ Ἰωάννου πρέπει νά ἔχη περισσότερην χάριν καί δόξαν ἀπό τῶν ἄλλων Ἁγίων τά γενέσια. Συνέχεια
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος
Φώτη Κόντογλου
Σήμερα πού γράφω, 29 Αὐγούστου, εἶναι ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Χθές τό βράδυ ψάλαμε τόν Ἑσπερινό κατανυκτικά σ’ ἕνα παρεκκλήσι, κ’ ἤτανε μοναχά λίγες γυναῖκες καί δύο-τρεῖς ἄνδρες.
Σήμερα τό πρωί ψάλαμε τή λειτουργία του πάλι μέ λίγους προσκυνητές. Τά μαγαζιά ἤτανε ἀνοιχτά, ὅλοι δουλεύανε σάν νά μήν ἤτανε ἡ γιορτή τοῦ πιό μεγάλου ἁγίου τῆς θρησκείας μας. Ἀληθινά λέγει τό τροπάρι του «Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων, σοί δέ ἀρκέσει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου, Πρόδρομε».
Μέ ἐγκώμια καί μέ εὐλάβεια γιορτάζανε ἄλλη φορά οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί τόν Πρόδρομο, ἀλλά τώρα τοῦ φτάνει ἡ μαρτυρία τοῦ Κυρίου.
Αὐτή ἡ μαρτυρία θ’ ἀπομείνει στόν αἰώνα, εἴτε τόν γιορτάζουνε εἴτε δέν τόν γιορτάζουνε οἱ ἄνθρωποι, εἴτε τόν θυμοῦνται εἴτε τόν ξεχάσουνε. Κ’ ἡ μαρτυρία εἶναι τούτη: πώς ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος εἶναι «ὁ ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων» δηλ. «ὁ πιό μεγάλος ἀπ’ ὅσους γεννηθήκανε ἀπό γυναίκα» κατά τά λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό κ’ ἡ Ἐκκλησία μᾶς ὥρισε νά μπαίνει τό εἰκόνισμά του πλάγι στήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, στό εἰκονοστάσιο τῆς κάθε ὀρθόδοξης ἐκκλησιᾶς.
Ὁ ἱερός Λουκᾶς ἀρχίζει τό Εὐαγγέλιό του μέ τήν ἱστορία τοῦ Προδρόμου καί λέγει «Ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Ἡρώδου τοῦ βασιλέως τῆς Ἰουδαίας, ἱερεύς τις ὀνόματι Ζαχαρίας ἐξ ἐφημερίας Ἀβιᾶ»: «Στίς μέρες τοῦ Ἡρώδη τοῦ βασιλιᾶ τῆς Ἰουδαίας ἤτανε ἕνας ἱερέας Ζαχαρίας ἀπό τήν ἐφημερία τοῦ Ἀβιᾶ, κι’ ἡ γυναίκα του ἤτανε ἀπό τίς θυγατέρες τοῦ Ἀαρών, καί τή λέγανε Ἐλισσάβετ κ’ ἤτανε δίκαιοι κ’ οἱ δύο ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, γιατί πορευόνταν μέ ὅλες τίς ἐντολές καί μέ τά δικαιώματα τοῦ Κυρίου, ἀψεγάδιαστοι. Καί δέν εἴχανε παιδί, γιατί ἡ Ἐλισσάβετ ἤτανε στείρα, κι’ ἤτανε κι’ οἱ δύο περασμένοι στήν ἡλικία. Καί ᾽κεῖ πού λειτουργοῦσε τή μέρα πού ἤτανε ἡ σειρά του νά λειτουργήσει ὁ Ζαχαρίας, μπῆκε στό ἱερό νά θυμιάσει, κι’ ὁ κόσμος προσευχότανε ἔξω κατά τήν ὥρα πού θυμίαζε.
Καί φανερώθηκε στόν Ζαχαρία ἕνας ἄγγελος Κυρίου καί στεκότανε δεξιά ἀπό τό θυσιαστήριο.
Καί ταράχθηκε ὁ Ζαχαρίας σάν τόν εἶδε, κι’ ἔπεσε φόβος ἀπάνω του. Καί τοῦ εἶπε ὁ Ἄγγελος: Μή φοβᾶσαι, Ζαχαρία, γιατί ἀκούσθηκε ἡ δέησή σου, κι’ ἡ γυναίκα σου θά γεννήσει γυιό καί θά βγάλεις τόνομά του Ἰωάννη, καί θά ᾽ναι γιά σένα χαρά κι’ ἀγαλλίαση, καί πολλοί θά χαροῦνε γιά τή γέννησή του, γιατί θά ᾽ναι μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου. Συνέχεια
Εἰς τό Γενέθλιόν του Τιμίου, Ἐνδόξου, Προφήτου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου
Ἁγ.Λουκᾶ Κριμαίας
Στήν ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ὑπάρχουν μόνο δύο σημαντικά γεγονότα, τά ὁποῖα ὁ Θεός τά ἀναγγέλλει μέσω τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ. Καί αὐτά εἶναι ἡ Γέννηση τοῦ Προαιώνιου Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ κατά σάρκα καί ἡ γέννηση τοῦ Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ τοῦ Ἰωάννου, τοῦ μείζονος «ἐν γεννητοῖς γυναικῶν» (Ματθ. 11, 11), σύμφωνα μέ τό λόγο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τήν γέννηση τοῦ Προδρόμου ἀκολουθεῖ καί τό θαῦμα τῆς λύσεως τῆς γλώσσας τοῦ πατέρα του Ζαχαρία, τήν ὁποία ἔδεσε ὁ Ἀρχάγγελος γιατί δέν πίστεψε στά λόγια του.
Ἡ γέννησή του δοξάστηκε μέ τόν προφητικό λόγο τοῦ Ζαχαρία, ὁ ὁποῖος εἶπε: «Καὶ σύ, παιδίον, προφήτης ὑψίστου κληθήσῃ·προπορεύσῃ γὰρ πρὸ προσώπου Κυρίου ἑτοιμάσαι ὁδοὺς αὐτοῦ, τοῦ δοῦναι γνῶσιν σωτηρίας τῷ λαῷ αὐτοῦ, ἐν ἀφέσει ἁμαρτιῶν αὐτῶν διὰ σπλάγχνα ἐλέους Θεοῦ ἡμῶν, ἐν οἷς ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἀνατολὴ ἐξ ὕψους ἐπιφᾶναι τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου καθημένοις, τοῦ κατευθῦναι τοὺς πόδας ἡμῶν εἰς ὁδὸν εἰρήνης» (Λουκ. 1, 76-79).
Ὅλη ἡ ζωή τοῦ Προδρόμου ἦταν μία ζωή ἀσυνήθιστη. Γιά τά παιδικά του χρόνια γνωρίζουμε μόνο αὐτό, τό ὁποῖο μᾶς λέει ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, ὅτι δηλαδή, «ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι, καὶ ἦν ἐν ταῖς ἐρήμοις ἕως ἡμέρας ἀναδείξεως αὐτοῦ πρὸς τὸν ᾿Ισραήλ» (Λουκ. 1, 80). Πῶς καί πότε βρέθηκε τό παιδί στήν ἔρημο δέν τό γνωρίζουμε ἀκριβῶς. Κατά τήν παράδοση, ὁ βασιλιᾶς Ἡρώδης μετά τήν σφαγή τῶν νηπίων στή Βηθλεέμ ἤθελε νά σκοτώσει καί τόν Ἰωάννη, δέν μπόρεσε ὅμως νά τόν βρεῖ. Τό γεγονός αὐτό τόν ἐξόργισε πολύ καί γι’ αὐτό διέταξε νά σκοτώσουν τόν πατέρα του, τόν Ζαχαρία. Ἡ μητέρα του, ἀφοῦ ἔμαθε ὅτι οἱ στρατιῶτες ψάχνουν τό παιδί, τό πῆρε καί πῆγε μαζί του σέ μία ἔρημη ὀρεινή περιοχή. Ἀφοῦ ἔζησαν λίγο καιρό ἐκεῖ ἡ μητέρα του πέθανε καί ὁ μικρός Ἰωάννης ἔμεινε μόνος του στήν ἔρημο. Συνέχεια
Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς καὶ Πρόδρομος τοῦ Κυρίου
Γεωργίου Π. Πατρώνου,
- Σκιαγράφηση τῆς προσωπικότητας τοῦ Βαπτιστῆ
Οἱ Εὐαγγελιστὲς Μάρκος καὶ Ἰωάννης, ἐκφραστὲς δύο διαφορετικῶν παραδόσεων, τῆς συνοπτικῆς καὶ τῆς ’Iωάννειας, προτάσσουν στὰ Εὐαγγέλια καὶ τὶς διηγήσεις τους γιὰ τὴν ἱστορία τῆς ζωῆς καὶ τῆς δημόσιας δράσης τοῦ Ἰησοῦ, τὴ συνάντησή του μὲ τὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστὴ (Μάρκ.1, 2-6· Ἰωάν.1,19-23). Ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλοι δύο Εὐαγγελιστές, Ματθαῖος καὶ Λουκᾶς, ἀναφέρονται μὲ ἔμφαση στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ καὶ τὸν τοποθετοῦν ὡς γέφυρα γιὰ τὴ μετάβαση ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία τοῦ Ἰησοῦ στὴ δημόσια δράση του, ὕστερα ἀπὸ τὴ γνωστὴ συνάντηση τῶν δύο ἀνδρῶν καὶ τὴν πραγματοποίηση τῆς βάπτισης στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη (Ματθ.3,1-6, Λουκ.3,1-6).
Εἶναι ἐνδεικτικό, ἐπίσης, ὅτι γιὰ τὴν κατανόηση τοῦ προσώπου τοῦ Ἰωάννη καὶ τὴ σημασία τοῦ ρόλου του στὴν ὅλη ὑπόθεση τῆς προπαρασκευῆς γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία Χριστοῦ, οἱ τέσσερις Εὐαγγελιστὲς ἀναφέρουν πολλὰ στοιχεῖα ὄχι μόνο γιὰ τὴ συνάντηση Ἰησοῦ καὶ Ἰωάννη, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ θαυμαστὴ γέννηση τοῦ δευτέρου, τὸν ἀσκητικὸ τρόπο ζωῆς του, τὸ μεσσιανικὸ κήρυγμά του, τὸ μαρτυρικὸ θάνατο καὶ τὴν ἐν γένει προσωπικότητά του. Ὁ Ἰωάννης ἦταν, πράγματι, μία ἡγετικὴ φυσιογνωμία μὲ τεράστια πνευματικὴ ἀπήχηση στοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του.
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς ὁμιλεῖ, ἀκόμη, γιὰ τὴν «προκαθορισμένη» μορφὴ τῆς ἀποστολῆς τοῦ Ἰωάννη «ἐκ κοιλίας μητρὸς» καὶ γιὰ τὰ χρόνια της προετοιμασίας καὶ προπαρασκευῆς του πρὸς ἐπίτευξη αὐτοῦ τοῦ σκοποῦ, ὅπως ἀναδειχθεῖ ἕνας ἀληθινὸς «πρόδρομος» τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸν εἶχε προαναγγείλει ὁ Ἄγγελος πρὶν τὴ γέννησή του, ὅτι «ἔσται μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου» (Λουκ.1,15). Ὁ ἴδιος δέ, ὅπως ὑπονοεῖται στὰ κείμενα, ἀπὸ μικρὸ παιδὶ εἶχε ὁδηγηθεῖ «ἐν ταῖς ἐρήμοις» καὶ ἐκεῖ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου «ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι» (Λουκ.1, 80). Στὴν ἔρημο ὁ Ἰωάννης ἔμεινε «ἕως ἡμέρας ἀναδείξεως αὐτοῦ πρὸς τὸν Ἰσραὴλ» (Λουκ.1,80) καὶ μετὰ ἐξῆλθε ὡς «προφήτης Ὑψίστου» στὴν περιοχὴ τοῦ Ἰορδάνη, μὲ σκοπὸ νὰ κηρύξει μετάνοια καὶ «ἐτοιμᾶσαι ὁδοὺς Κυρίου» (Λουκ.1,76). Θαυμάσια, ἑπομένως, γεγονότα συνόδευσαν τὸν Ἰωάννη ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς σύλληψης καὶ γέννησής του ὡς τὴν τελευταία του μαρτυρικοῦ θανάτου του, ὅπως θὰ δοῦμε καὶ πιὸ κάτω.
Ἡ μητέρα τοῦ Ἰωάννη, ἡ Ἐλισάβετ, ποὺ ἦταν καὶ συγγενής τῆς Παρθένου Μαρίας, ὅπως εἴδαμε στὸ πέμπτο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου αὐτοῦ, «συνείληφεν υἱὸν ἐν γήρει αὐτῆς» κατὰ θαυμαστὸ τρόπο (Λουκ.1, 36). Κατὰ τὴ συνάντηση δὲ ἐκείνη τῶν δύο ἐγκύων γυναικῶν, ὅπως γράφει τὸ κείμενο, «ἐσκίρτησεν ἐν ἀγαλλιάσει τὸ βρέφος ἐν τὴ κοιλία αὐτῆς» καὶ ἡ Ἐλισάβετ «ἐπλήσθη Πνεύματος ἁγίου» καὶ ἀπεκάλυψε μετὰ τὸν ἀσπασμό, ὅτι ἡ Μαρία θὰ γίνει μὲ τὴν κύηση καὶ γέννηση «ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου» (Λουκ.1, 43-44). Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρὰ ὁ πατέρας τοῦ Ἰωάννη, ὁ Ζαχαρίας, ἱερέας τοῦ Ναοῦ τὴν περίοδο ἐκείνη, βεβαιώνεται ὕστερα ἀπὸ ὁραματικὴ ἐμπειρία, ὅτι ἡ γέννηση τοῦ υἱοῦ του θὰ πραγματοποιηθεῖ κάτω ἀπὸ θαυμαστὲς συνθῆκες καὶ «χεὶρ Κυρίου» θὰ τὸν συνοδεύει συνεχῶς γιὰ νὰ φέρει σὲ πέρας τὴν ὑψηλὴ ἀποστολή του. Τὸ ὄνομα δὲ Ἰωάννης ποὺ θὰ πάρει, καὶ ἡ ὅλη μετέπειτα ζωή του θὰ εἶναι μία ἀληθινὴ μαρτυρία αὐτῆς ἀκριβῶς τῆς θαυμαστῆς κλήσης τοῦ (Λουκ.1, 60 ἐξ.).
Αὐτός, λοιπόν, ὁ Ἰωάννης, ἡ μετέπειτα «φωνὴ βοῶντος ἐν τὴ ἐρήμω», σύντομα θὰ ἀναδειχθεῖ ἕνα εἶδος «ἐνσάρκου Ἀγγέλου» καὶ προδρόμου γιὰ νὰ ἑτοιμάσει «τὴν ὁδὸν Κυρίου» (πρβλ. Ἠσ.40, 3) καὶ «ἵνα μαρτυρήση περὶ τοῦ φωτὸς» (Ἰωάν.1,7). Χαρακτηριστικό τῆς «προδρομικότητάς» του αὐτῆς θὰ εἶναι τὸ κήρυγμα μετανοίας καὶ τὸ βάπτισμα ὕδατος «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν», σύμφωνα καὶ μὲ πρόρρηση τοῦ Ἠσαΐα, ποὺ λέει «φωνὴ βοῶντος ἐν τὴ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ» (Λουκ.3, 3-4· Ἠσ.40, 3-5). Μὲ ἀποκορύφωση στὸ τέλος τὴν ἴδια τὴ βάπτιση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Βαπτιστῆ ἦταν ἀσκητικὴ καὶ ἡ ζωὴ τοῦ ἐντελῶς λιτή, ἀφοῦ, «τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ ἀπὸ τριχῶν καμήλου καὶ ζώνην δερματίνην περὶ τὴν ὀσφὺν αὐτοῦ· ἡ δὲ τροφὴ αὐτοῦ ἦν ἀκρίδες καὶ μέλι ἄγριον» (Ματθ.3,4). Ἐπὶ πλέον διέθετε τεράστια πνευματικὴ αἴγλη καὶ ἐπιρροή, καθ’ ὅσον «ἐξεπορεύετο πρὸς αὐτὸν πᾶσα ἡ Ἰουδαία χώρα καὶ οἱ Ἱεροσολυμῖται πάντες ἐβαπτίζοντο ἐν τῷ Ἰορδάνῃ ποταμῷ ὑπ’ αὐτοῦ ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν» (Μάρκ.1, 5). Ὅλα αὐτά, καθὼς καὶ ἡ γενικότερη χαρισματική του φύση, κατέστησαν τὸν Ἰωάννη τὴ μεγαλύτερη θρησκευτικὴ καὶ πνευματικὴ προσωπικότητα τῆς ἐποχῆς του. Αὐτὸν τὸν εἰδικὰ ἀπεσταλμένο ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ σεβάστηκαν βαθύτατα οἱ δίκαιοι καὶ οἱ ταπεινοί τοῦ Ἰσραήλ, ταυτόχρονα ὅμως ἡ παρουσία τοῦ προκαλοῦσε φόβο καὶ τρόμο στοὺς ἄδικους καὶ μοιχούς. Συνέχεια