Ιανουάριος 2025
Κ Δ Τ Τ Π Π Σ
 1234
567891011
12131415161718
19202122232425
262728293031  

Ὅσιοι

Ὁ ἅγιος της παρρησίας καὶ τῆς ἑνότητας

π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης

04α) Ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος Πηλουσιώτης, ποὺ τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὶς 4 Φεβρουαρίου, διακρίθηκε ὡς σπουδαῖος ἐπιστολογράφος. Διέθετε σπάνια παρρησία καὶ διακρινόταν γιὰ τὸ ἀκέραιο ἦθος καὶ τὴν ὀρθότητα τῆς πίστης.

Σώζονται χιλιάδες ἐπιστολές του πρὸς κληρικούς, σοφιστές, γραμματικούς, ἰατροὺς ἀλλὰ καὶ ἰδιῶτες. Χωρὶς νὰ ὑπολογίζει τὴ δύναμη τῆς κρατικῆς ἐξουσίας, λειτουργώντας πέρα ἀπὸ ἐγκόσμιες σκοπιμότητες, ἤλεγχε ἀκόμη καὶ κοσμικοὺς ἄρχοντες καθὼς καὶ αὐτὸν ἀκόμη τὸν αὐτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄ (408-450).

β) Πολλὲς ἀπὸ τὶς ἐπιστολὲς τοῦ ἁγίου Ἰσιδώρου ἀπευθύνονται σὲ ἐπισκόπους, πρεσβυτέρους, διακόνους καὶ μοναχούς, στοὺς ὁποίους ὑπενθυμίζει τὸ ὕψος τῆς ἱεροσύνης καὶ τοῦ μοναχικοῦ βίου καθὼς καὶ τὴν πνευματικὴ βαρύτητα τῆς κλήσης τους. Σχετικὰ μὲ τὴν ὑψηλὴ ἀποστολὴ τῆς ἱεροσύνης ἀκολουθεῖ τὸν ἅγιο Γρηγόριο Θεολόγο καὶ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο. Ἡ ἱεροσύνη εἶναι «θεῖο πράγμα», «θεία τελετὴ ἡ ὁποία ἀνοίγει τοὺς οὐρανοὺς σὲ ὅσους μυήθηκαν» στὴ χριστιανικὴ πίστη ἀλλὰ καὶ «πράγμα οὐράνιο».

γ) Ὑπενθυμίζει ἀκόμη ὁ Ὅσιος τὴ βαριὰ εὐθύνη ποὺ ἔχει ὁ ἐπίσκοπος, ὅταν χειροτονεῖ ἀναξίους κληρικούς. Εἶναι σὰν νὰ παραδίδει τὰ πρόβατα σὲ λύκους γιὰ νὰ τὰ κατασπαράξουν καὶ σὲ ἀλεποῦδες γιὰ νὰ τὰ ἀφανίσουν μὲ δόλο. Σὲ μία ἐπιστολὴ θέτει τὰ ἑξῆς ἐρωτήματα: Τί φταίει ἡ Ἐκκλησία, ἂν ὁρισμένοι κατέχουν τὸ ἀξίωμα τοῦ κληρικοῦ, ἐνῶ δὲν εἶναι ἄξιοι νὰ προσμετροῦνται οὔτε καν στὰ λαϊκὰ μέλη της; Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, γιατί νὰ μὴν ἐγκωμιάζεται ἡ Ἐκκλησία γιὰ τοὺς ἀξίους διακόνους τῆς ἀλλὰ νὰ διασύρεται μόνο γιὰ τοὺς ἀναξίους;

δ) Σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Ἅγιο Κύριλλο, ὁ ὁποῖος ἀρχικὰ ἦταν ἐναντίον τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, τοῦ συνιστᾶ νὰ μὴ δίνει ἰδιαίτερη σημασία στὶς φῆμες καὶ τὶς προκαταλήψεις, προκειμένου νὰ κρίνει σωστὰ τὴν κατάσταση. Ἂν ὁ Θεὸς δὲν κρίνει βιαστικά, ἀλλὰ περιμένει τὴ μετάνοια τῶν ἀνθρώπων, πολὺ περισσότερο ἰσχύει αὐτὸ γιὰ τὶς ἀνθρώπινες κρίσεις. Ἡ σύσταση καὶ ἡ παραίνεση τοῦ Ἁγίου Ἰσιδώρου εἶχε ἄμεσο ἀποτέλεσμα, ἀφοῦ ὁ ἅγιος Κύριλλος ἀποκατέστησε τὸ ὄνομα τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου στὰ δίπτυχα καὶ ἔγινε ἔκτοτε ἔνθερμος ὑποστηρικτής του.

Συνέχεια

Ὅσιος Συμεὼν ὁ Στυλίτης

 Ἰ.Μ. Φουντούλη

abbasὉ ὅσιος πατὴρ ἡμῶν Συμεὼν ὁ Στυλίτης εἶναι ἀναμφιβόλως μιὰ μεγάλη καὶ ἰδιόρρυθμη ἐκκλησιαστικὴ προσωπικότητα. Τὰ δυὸ αὐτὰ χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του, ἡ μεγαλοσύνη καὶ ἡ ἰδιορρυθμία, ἔφεραν σὲ δυσχερή θέση τοὺς κατὰ καιροὺς βιογράφους του καὶ τοὺς ἐγκωμιαστές του. Καὶ τοῦτο, πρῶτο, γιατὶ ἦταν καὶ εἶναι στοὺς πολλοὺς ἀπίστευτα τὰ ἀσκητικά του κατορθώματα καί, δεύτερο, γιατὶ εἶναι δύσκολος ὁ τρόπος τῆς ἀντιμετωπίσεως τοῦ μεγάλου θέματος τῆς προβολῆς του ὡς παραδείγματος πρὸς μίμηση στὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Πράγματι ἡ ἀσκητικὴ πολιτεία τοῦ Συμεὼν ξεπερνᾶ κάθε μέτρο ὄχι μόνο της κοινῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ἀλλὰ καὶ τοῦ πιὸ ἀπολύτου τρόπου ἀρνήσεως τοῦ κόσμου καὶ τῶν ἀγαθῶν του γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Παρὰ ταῦτα, ἢ ἀκριβῶς γι᾿ αὐτά, ἡ Ἐκκλησία ποτὲ δὲν ἔπαψε νὰ προβάλλει τὸ παράδειγμα του, τοποθετώντας μάλιστα τὴ μνήμη του στὴν ἀρχή, στὴν πρώτη ἡμέρα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους σὰν ἀφετηρία καὶ ὑψηλὸ δείκτη τῆς κατὰ Χριστὸν πολιτείας, ποὺ μπορεῖ μὲ ἐπιτυχία νὰ συναγωνισθεῖ μὲ τὴν ἀγγελικὴ τελειότητα.

Τὸν βίο, τὴν πολιτεία καὶ τὴν ὑπὲρ φύσιν ἄσκηση τοῦ ὁσίου Συμεών μᾶς διηγοῦνται ὄχι μόνο μεταγενέστερες πηγὲς καὶ συναξάρια, ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ὑποθέσει κανεὶς ὅτι ἡ χρονικὴ ἀπόσταση καὶ ἡ φήμη εὐνόησαν τὴν ἀλλοίωση τῆς ἱστορικῆς πραγματικότητας καὶ μεγαλοποίησαν τὰ γεγονότα, ἀλλὰ καὶ ἀπόλυτα ἀξιόπιστες πηγές, ποὺ γράφηκαν ὅταν ἀκόμα ζοῦσε ὁ ἅγιος ἢ ἀμέσως μετὰ τὸ θάνατό του. Συγγραφεῖς τους εἶναι σοβαροὶ αὐτόπτες καὶ αὐτήκοοι μάρτυρες, ὁ ἐπίσκοπος Κύρου Θεοδώρητος καὶ ὁ μαθητὴς τοῦ ὁσίου Συμεὼν μοναχὸς Ἀντώνιος. Ὁ πρῶτος τοῦ ἀφιερώνει εἰδικὸ κεφάλαιο στὴν «Φιλόθεο Ἱστορία» του, πρὶν ἀκόμα κοιμηθεῖ ὁ Συμεών, καὶ ὁ δεύτερος, ἔγραψε τὸ Βίο του λίγο μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ὁσίου. Οἱ πληροφορίες καὶ τῶν δυὸ συμπίπτουν ἀπόλυτα. Εἶδαν μὲ τὰ ἴδια τους τὰ μάτια τὸν ὅσιο, ἔζησαν μαζί του, ἄκουσαν τὴ διδασκαλία του, μίλησαν μαζί του, γνώρισαν τὰ ἀσκητικά του παλαίσματα καὶ χρημάτισαν αὐτόπτες μάρτυρες τῶν πολλῶν θαυμάτων ποὺ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ τελοῦσε. Ἂν ὅλα αὐτὰ φαινόταν τότε καὶ φαίνονται καὶ σήμερα ἀπίστευτα καὶ ὑπεράνθρωπα, ἡ ἱστορία, βασισμένη στὴν αὐτοψία τῶν μαρτύρων, βεβαιώνει πὼς εἶναι ἀληθινά. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἀμφισβητήσει τὴν ἱστορικότητά τους. Τὸ παράδοξο στὴν περίπτωση τοῦ Συμεὼν εἶναι αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Συμεών, ὁ «οὐράνιος ἄνθρωπος» καὶ ὁ «ἐπίγειος ἄγγελος» (αὐτόμελο στιχηρὸ τοῦ ἑσπερινοῦ της 1ης Σεπτεμβρίου), ὁ ἀσώματος ἄνθρωπος καὶ ὁ ἔνσαρκος ἄγγελος.

Συνέχεια

Ο ΑΓΙΟΣ ΣΙΛΟΥΑΝΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ

π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης

img034α) Ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ γιὰ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα ἀποκαλύπτεται πάντοτε, ἔστω κι ἂν αὐτὸ ἀμφισβητεῖται καὶ δὲν γίνεται εὔκολα ἀντιληπτό.

Οἱ Πατέρες διδάσκουν ὅτι ἡ δημιουργική, προνοητικὴ καὶ συνεκτικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἐξακτινώνεται σὲ ὅλο τὸν κόσμο καὶ τὴν κτίση. Ἐνῶ ἡ ἁγιαστικὴ καὶ θεοποιὸς θεία ἐνέργεια ἐκχέεται ἁπλόχερα στὴν Ἐκκλησία διὰ τῶν μυστηρίων. Ἔτσι, κάθε μέλος της δὲν ἐγκαταλείπεται μόνο καὶ ἀπαράκλητο. Ἐνθαρρύνεται καὶ ἐμπνέεται στὴ ζωὴ τοῦ Πνεύματος μὲ διάφορους τρόπους.

β) Στὶς μέρες μας, παρὰ τὴ γιγάντωση τοῦ κοινωνικοῦ κακοῦ καὶ τὴν ἀλλοτρίωση, ἀναδεικνύονται νέοι ἅγιοι, φανερώνονται χαρισματικοὶ γέροντες καὶ δίδονται εὐκαιρίες ἐπανευαγγελισμοῦ καὶ ἀναζωπύρωσης τῶν θείων χαρισμάτων. Κατὰ τὸν εἰκοστὸ αἰώνα ἐντάχθηκαν στὸ ἁγιολόγιο τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πολλοὶ ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι διὰ τοῦ παραδείγματος καὶ τῶν συγγραφῶν τους συνέβαλαν στὴν ἀναγέννηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Μεταξὺ αὐτῶν συναριθμεῖται καὶ ὁ Ἅγιος Σιλουανὸς Ἀθωνίτης, ρῶσος τὴν καταγωγή, ποὺ τιμᾶται στὶς 24 Σεπτεμβρίου.

γ) Πρόκειται γιὰ μία ξεχωριστὴ προσωπικότητα, ποὺ δόθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὴν ἐμπειρικὴ ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ. Σὲ ἡλικία τεσσάρων ἐτῶν ἐμφυτεύθηκε στὴν καρδιά του ἡ ἀμφιβολία γιὰ τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ ἀπὸ κάποιον πλανόδιο βιβλιοπώλη, ποὺ φιλοξένησε στὸ σπίτι τοὺς ὁ πατέρας του. Ἐκείνη τὴν ὥρα σκέφθηκε: «Ὅταν μεγαλώσω θὰ περιέλθω ὅλην τὴν γῆν πρὸς ἀναζήτησιν τοῦ Θεοῦ» (βλ. Ἀρχιμ. Σωφρονίου, «Ὁ Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης», Ἔσεξ Ἀγγλίας 1995).

δ) Σὲ ἡλικία δεκαεννέα ἐτῶν, ἐνῶ ἐργαζόταν σὲ συνεργεῖο ὡς ξυλουργός, ἔλαβε τὴν ἀπάντηση ποὺ ζητοῦσε. Ἡ οἰκονόμος τοῦ συνεργείου, ἐπιστρέφοντας ἀπὸ προσκύνημα στὸν τάφο τοῦ ἐγκλείστου Ἰωάννου Σεζένωφ, διηγοῦνταν στοὺς ἐργάτες τὰ θαύματά του. Ὁρισμένοι ἀπὸ αὐτοὺς ἐπιβεβαίωσαν τὰ λεγόμενα τῆς οἰκονόμου. Ὅταν τὰ ἄκουσε αὐτὰ ὁ Συμεὼν (δὲν εἶχε λάβει ἀκόμη τὸ ὄνομα Σιλουανός), σκέφθηκε: «Ἐὰν οὗτος εἶναι ἅγιος, ἄρα ὁ Θεὸς εἶναι μεθ’ ἡμῶν, καὶ δὲν εἶναι ἀναγκαῖο νὰ περιοδεύσω ὅλον τὸν κόσμον πρὸς ἀναζήτησιν αὐτοῦ».

ε) Μὲ τὴ σκέψη αὐτὴ ἡ καρδιὰ του πυρώθηκε ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἡ χαρά του ποὺ ξαναβρῆκε τὴν πίστη ἦταν μεγάλη, ἀφοῦ γιὰ δεκαπέντε χρόνια ἀμφέβαλλε. Τὸν ἐντυπωσίαζαν οἱ βίοι τῶν ἁγίων, ἀλλὰ ζοῦσε ἀκόμη κοσμικὴ ζωή. Τελικὰ τὸ ἀνήσυχο πνεῦμα του τὸν ὁδήγησε στὸ Ἅγιον Ὅρος, ὅπου ἐπιδόθηκε μὲ ἔνταση στὴν ἄσκηση καὶ τὴν καρδιακὴ προσευχή. Πάλευε κυριολεκτικὰ μὲ τοὺς πειρασμούς, ἀλλὰ μὲ τὴν ἐπίσκεψη τῆς χάριτος καὶ τὴν ἐμπειρία τοῦ θείου φωτὸς ἀναδεικνυόταν νικητής. Βίωνε τὴν ὀδύνη τῆς ἀπουσίας τῆς χάριτος ἀλλὰ καὶ τὴ γλυκύτητα τῆς θείας ἐπίσκεψης.

Συνέχεια

Ἡ Ὁσία Μαρία καὶ ἡ ἀπάθεια

π. Βασίλειος Καλλιακμάνης

mary_of_egypt2[1]α) Τὴν Ε΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν τιμᾶται ἡ Ὁσία Μαρία Αἰγυπτία, ἡ ὁποία κοιμήθηκε εἰρηνικὰ τὴν 1η Ἀπριλίου.

Τὸ διδακτικότατο καὶ θαυμαστὸ βίο της, ποὺ ἔγινε προσφιλὲς ἀνάγνωσμα ὄχι μόνο τῶν μοναχῶν ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν χριστιανῶν, διέσωσε ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων. Καὶ προβάλλεται ἡ ὁσία Μαρία ὡς πρότυπο ἀλλὰ καὶ ἔμπρακτος καρπὸς ἀσκήσεως.

Ἐκεῖνος ποὺ εἰσέρχεται στὸ στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα μὲ φιλοτιμία, ἰσχυρὴ βούληση καὶ εἰλικρινῆ μετάνοια γιὰ τὸν πρότερο ἔκλυτο καὶ βορβορώδη βίο δέχεται πλούσια τὴ θεία χάρη. Φθάνει στὴ χαρισματικὴ ἀπάθεια.

β) Γράφεται στὸ Συναξαριστή: «Ἡ Ὁσία Μαρία ἦταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον, ζήσασα δὲ πρότερον μὲ ἀκολασίαν, χρόνους δεκαεπτά, ὕστερον ἔδωκε τὸν ἑαυτόν της ἡ μακαρία εἰς ἄσκησιν καὶ ἀρετήν… Καὶ τόσον πολλὰ ὑψώθη διὰ μέσου της ἀπαθείας, ὥστε ὁπού ἐπεριπάτει ἐπάνω εἰς τὰ νερὰ καὶ τοὺς ποταμούς, χωρὶς νὰ καταβυθίζεται…

Εἰς τὴν ἔρημον ἔζησεν ἡ τρισολβία χρόνους τεσσαρακονταεπτά, χωρὶς νὰ ἰδῆ ἄνθρωπον, μόνον δὲ τὸν Θεὸν εἶχε θεατήν της. Καὶ τόσον ἠγωνίσθη, ὥστε… ἀπόκτησε μίαν ζωὴν ἐπὶ γῆς, ἀγγελικὴν τε καὶ ὑπὲρ ἄνθρωπον».

γ) Ἡ ἀπάθεια στὴν ὁποία ἔφθασε ἡ Ὁσία Μαρία εἶναι φυσικὸς καρπὸς νήψης καὶ ἄσκησης. Ὁ ἀπαθὴς βιώνει τὴν κατὰ Θεὸν νηπιότητα· καθίσταται ἀτάραχος καὶ ἄφοβος, ἀφοῦ ἐνδυναμώνεται ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.

Συχνὰ δὲν αἰσθάνεται τὴν πείνα, τὴ δίψα, τὸν πόνο ἢ τὴν ἀνάπαυση. Ὁ νοῦς του εἶναι στραμμένος στὸν Θεὸ (Ὅσιος Πέτρος Δαμασκηνός). Ὁ ἀπαθὴς δουλαγωγεῖ τὸ σῶμα μὲ τὴν ἄσκηση, ἐνῶ ταυτόχρονα κόπτει τὸ «ἴδιον θέλημα» καὶ ἐγκολπώνεται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

δ) Γιὰ τοὺς ἁγίους Πατέρες ἡ ἀπάθεια δὲ νοεῖται ὡς ἀπόλυτη ψυχικὴ ἀταραξία, ὅπως ὑποστήριζαν οἱ ἀρχαῖοι Στωικοί, οὔτε ὡς νέκρωση τοῦ παθητικοῦ μέρους τῆς ψυχῆς. Ἀπάθεια εἶναι ἡ εἰρηνικὴ κατάσταση τῆς ψυχῆς, κατὰ τὴν ὁποία αὐτὴ γίνεται δυσκίνητη πρὸς τὴν κακία, διδάσκει ὁ Ἅγιος Μάξιμος Ὁμολογητής. Ὅμως ἀνάλογα μὲ τὴν πνευματικὴ ὡριμότητα τοῦ Χριστιανοῦ παρουσιάζει ὁρισμένες διαβαθμίσεις.

ε) Διακρίνονται τέσσερα εἴδη ἀπάθειας: Ἡ πρώτη βιώνεται ἀπὸ τοὺς ἀρχάριους ὡς τέλεια ἀποχὴ ἀπὸ ἐμπαθεῖς πράξεις. Ἡ δεύτερη ὡς ὁλοκληρωτικὴ ἀποβολὴ τῶν πονηρῶν λογισμῶν ἀπὸ τὴ διάνοια. Τὸ τρίτο εἶδος ἀφορᾶ τὴν παντελῆ ἀκινησία τῆς ἐπιθυμίας πρὸς τὰ πάθη. Τέλος ὅσοι μὲ τὴ γνώση καὶ τὴ θεωρία κατέστησαν τὸν ἑαυτὸν τους διαφανῆ καθρέπτη τοῦ Θεοῦ ἔχουν ἀμόλυντο νοῦ καὶ ἀπὸ τὴν ψιλὴ φαντασία τῶν παθῶν.

στ) Τὰ παραπάνω στάδια φαίνεται ὅτι πέρασε καὶ ἡ ὁσία Μαρία, ἡ ὁποία, ὅταν δέχθηκε τὴν κοινωνία τῶν ἀχράντων μυστηρίων ἀπὸ τὸν Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, πλήρης χάριτος ἄφησε τὸν ἐπίγειο βίο καὶ εἰσῆλθε στὰ σκηνώματα τῆς ἄρρητης δόξας τοῦ Θεοῦ. Τὸ εὔλογο ἐρώτημα ὅμως ποὺ προκύπτει εἶναι: Μήπως ὁ «ἀναχωρητικὸς» τρόπος τῆς χριστιανικῆς ζωῆς δημιουργεῖ ἀδρανεῖς καὶ ἄνευρες προσωπικότητες, πού δὲ βοηθοῦν στὴν πρόοδο τῆς κοινωνίας; Ἔστω κι ἂν ἀπαντήσει κάποιος ὅτι ὁ δρόμος τῆς ἀσκητικῆς ποὺ ἀκολούθησε ἡ Ὁσία Μαρία δὲν ἀφορᾶ ὅλους τούς χριστιανοὺς ἀλλὰ ἐλάχιστους, τὸ ἐρώτημα παραμένει.

ζ) Τὴν ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα αὐτὸ μπορεῖ νὰ δώσει ἡ μακραίωνη ἐκκλησιαστικὴ παράδοση. Ἡ ἐσωτερικὴ ἡσυχία, ἡ νήψη, ἡ προσευχὴ καὶ ἡ ἄσκηση δὲν ἀπομακρύνουν τοπικὰ ἀλλὰ τροπικὰ τὸ χριστιανὸ ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει καταδαμάσει τὰ ἐνστικτώδη πάθη, ἔχει ἐλέγξει τὸ θυμικό του καὶ διαθέτει καθαρὴ καρδιὰ μπορεῖ πιὸ ἄνετα νὰ ἐπωμισθεῖ θεσμικὲς εὐθύνες καὶ νὰ προσφέρει σημαντικὸ ἔργο στὴν κοινωνία. Αὐτὸ φαίνεται καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι πολλοὶ ἱεράρχες καὶ πατριάρχες ἔχοντας φθάσει στὴν νηπτικὴ ἀπάθεια ἀσκοῦσαν ἐπιτυχῶς σπουδαῖο ποιμαντικὸ καὶ κοινωνικὸ ἔργο. Ἔτσι τιμήθηκαν ὡς ἅγιοι, προηγούμενοι στὴ μνημόνευση ἄλλων ἁγίων καὶ ἀσκητῶν τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ ἅγιος τῆς χαρᾶς

π. Βασίλειος I. Καλλιακμάνης

0102-Serafim (2)α) “Χαρά μου, ἀπόκτησε πνεῦμα εἰρήνης καὶ τότε χιλιάδες ψυχὲς θὰ σωθοῦν κοντὰ σου”.

Ἡ διδαχὴ αὐτὴ τοῦ Ὁσίου Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ, ποὺ τιμᾶται στὶς 2 Ἰανουαρίου, γίνεται λίαν ἐπίκαιρη στὴ σύγχρονη ἐποχή, ἀφοῦ ὅλα τὰ πράγματα μετροῦνται μὲ ἐπίκεντρο τὰ οἰκονομικὰ μεγέθη καὶ εἶναι διάχυτες ἡ ἀνασφάλεια, ἡ διαρκὴς ταραχὴ καὶ ἡ σύγχυση.

Προφανῶς δὲν ὑπάρχει παραμικρὴ ὑποψία γιὰ τὶς κρυμμένες ἐσωτερικὲς δυνάμεις ποὺ βρίσκονται σὲ ὕπνωση, ἀλλὰ φανερώνονται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀξιοποιοῦν τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ. Καὶ οἱ δυνάμεις αὐτὲς σχετίζονται μὲ πνευματικὰ μεγέθη καὶ τὴν ποικιλία τῶν θείων χαρισμάτων,

β) Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ ἦταν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ καὶ μέσα ἀπὸ δύσκολες συνθῆκες ἀνέδειξε τὰ δῶρα καὶ τὰ χαρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα τὸν προίκισε ὁ Θεός.

Στὴν ἐρώτηση τοῦ πλούσιου γαιοκτήμονα Μοτοβίλωφ, ποὺ εἶχε θεραπευθεῖ ἀπὸ τὸν ὅσιο καὶ ἔγινε στὴ συνέχεια πιστὸς μαθητής του, “ποιὸς εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς χριστιανικῆς ζωῆς;” ἐκεῖνος ἀπάντησε: “Εἶναι ἡ ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ποὺ λαμβάνουμε μὲ ὅσα μᾶς συνιστᾶ ἡ Ἐκκλησία καὶ προπαντὸς μὲ τὴν προσευχή”.

γ) Ὅταν στὴ συνέχεια, μετὰ ἀπὸ θερμὴ προσευχὴ τοῦ ὁσίου ὁ Μοτοβίλωφ δέχθηκε ἁγιοπνευματικὴ ἐμπειρία καὶ ρωτήθηκε ἀπὸ αὐτὸν τί αἰσθάνεται, ἀπάντησε: “Ἡσυχία, καὶ εἰρήνη ἀνέκφραστη. Ἡ καρδιά μου κατακλύζεται ἀπὸ ἄρρητη χαρά. Κι ἀκόμη, μία ἀνείπωτη θερμότητα καὶ εὐωδία, ποὺ δὲν ἔχω αἰσθανθεῖ ποτέ”. Αὐτὴ ἡ εὐωδία εἶναι τοῦ ἁγίου Πνεύματος καὶ ἡ θερμότητα εἶναι ἐσωτερική, ἀπάντησε ὁ ὅσιος. Θερμαινόμενοι ἀπὸ αὐτὴ οἱ ἐρημίτες δὲν φοβοῦνταν τὸ χειμώνα, διότι ἦσαν ἐνδεδυμένοι τὸ χιτώνα τῆς χάριτος, ποὺ ἀντικαθιστοῦσε τὸ ἔνδυμα,

δ) Ὅπως γράφει ὁ Φώτης Κόντογλου; “Μέσα στὰ δάση τοῦ Σάρωφ ὑπήρχανε κι’ ἄλλοι ἀσκητάδες, ὁ ἕνας μακριὰ ἀπὸ τὸν ἄλλον ὡς δύο-τρία βέρστια. Πολλοὶ ἀπ’ αὐτοὺς γνωρίζανε τὸν πάτερ Σεραφείμ, ἐπειδὴ ἤτανε κι’ αὐτοὶ ἀπὸ τὸ Κούρσκ. Ἡ δική του καλύβα βρισκότανε σ’ ἕνα χαμοβούνι μὲ πυκνὰ δέντρα. Στὸ νοῦ του ὁλοένα εἶχε τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ, μέρα-νύχια συλλογιζότανε τὰ διάφορα ἱστορικά τοῦ Κυρίου, μὲ θεϊκὸν ἔρωτα. Κι’ ἐπειδὴ βρισκότανε μακριὰ ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη, γιὰ νὰ θαρρῆ πὼς ζεῖ ἐκεῖ ποὺ ἔζησε σὰν ἄνθρωπος ὁ Χριστός, ἔδωσε διάφορα ὀνόματα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο στὰ μέρη ποὺ ἔκανε τὴν προσευχὴ του”. Συνέχεια

«Ἡ Φιλοκαλικὴ Ἀναγέννησι τοῦ XVIII καὶ XIX αἰ.

Μητρ. Μαυροβουνίου κ. Ἀμφιλοχίου (Ράντοβιτς)

 img050=Τὸ κέρδος τοῦ χρόνου καὶ ἡ ἀπώλεια τοῦ νοήματος

Τὸ φιλοκαλικὸ κίνημα, γνωστὸ ὡς «τὸ κίνημα τῶν Κολλυβάδων», εἶναι ἀπὸ τὰ πιὸ ἀξιόλογα πνευματικὰ φαινόμενα καὶ ἀπὸ τὶς πιὸ γόνιμες πνευματικὲς κινήσεις μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ὀρθοδοξίας τὴν ἐποχὴ τῆς Τουρκοκρατίας.

Σὲ ὅλους εἶναι γνωστὸ τὸ ρῆγμα ποὺ ἄνοιξε στὴν ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ τῶν ὀρθόδοξων λαῶν ἡ κατάκτησι τῶν χωρῶν τους ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανοὺς κατὰ τὸν ΙΔ΄ καὶ IE΄ αἰ. Ἐκεῖνο ποὺ διέσωσε τὴν αὐτοσυνειδησία τους καὶ τὴν ἱερὴ ἀνάμνησι ὅτι ἀποτελοῦν ἕνα περιούσιο Λαὸ τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ Ἐκκλησία ποὺ ἀνανεώθηκε ἀπὸ τὸν ἡσυχασμὸ στὴν ἀρχὴ ἀκριβῶς αὐτῆς τῆς κρίσιμης ἐποχῆς γιὰ τὴν ὀρθόδοξη Ἀνατολή.

Ἡ ἐξασθένησι τῆς ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ἡ ἀνάπτυξι τῶν ἄλλων βαλκανικῶν ὀρθόδοξων κρατῶν καὶ τῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, οἱ συγκρούσεις μεταξὺ τῶν χωρῶν αὐτῶν καὶ οἱ ἐσωτερικές τους ἀκαταστασίες κ.λπ. εἶχαν κατὰ τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ἤδη προκαλέσει ὄχι μόνο μιὰ κρίσι κοινωνικῶν δομῶν ἀλλὰ καὶ μιὰ βαθύτερη πνευματικὴ κρίσι, ἡ ὁποία κατὰ κανόνα προηγεῖται ὅλων τῶν ἄλλων. Ἡ κρίσι αὐτὴ ἦταν μιὰ σοβαρὴ πρόκλησι, ποὺ βρῆκε ἀπάντησι καὶ λύσι στὸν ἡσυχασμό.

Ὁ ἡσυχασμός, μὲ τὴ βαθιὰ πνευματικὴ ἐμπειρία του καὶ μὲ τὴ στηριγμένη σ’ αὐτὴ ἐξ ἴσου βαθιὰ πίστι στὴν πραγματικὴ παρουσία τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν ἱστορία καὶ σ’ ὅλα τὰ ἱστορικὰ γεγονότα, στερέωσε τὴν κλονιζόμενη ἑνότητα τῶν ὀρθοδόξων καὶ ἀνανέωσε τὴ μοναδικὴ καὶ ἀσάλευτη ἐλπίδα καὶ ἐμπιστοσύνη τους στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἡσυχασμός, λοιπόν, δὲν ἦταν μόνο ὀρθόδοξη θεωρητικὴ ἀπάντησι στὸ σύγχρονό του φιλοσοφικὸ καὶ θεολογικὸ προβληματισμὸ τῆς Δύσεως ἢ τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς σκέψεως. Ταυτόχρονα εἶχε καὶ συγκεκριμένη ἱστορικὴ ἀποτελεσματικότητα, πολύτιμη γιὰ τὴν ἐπιβίωση τῶν ὀρθοδόξων λαῶν καὶ τὴ διατήρησι τῆς καθολικῆς αὐτοσυνειδησίας τῆς Ἐκκλησίας στοὺς καιροὺς τῶν δεινῶν τῆς τουρκοκρατίας. Συνέχεια

Περὶ τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου

 

Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Untitled-1Ὅταν κάποιος ἐπισκεφθῆ τὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ δεῖ τοὺς ταπεινοὺς καλογήρους, μπορεῖ νὰ συλλογισθῆ καὶ νὰ σκεφθῆ ὅτι αὐτοὶ ζοῦν τεμπέλικη ζωὴ καὶ χωρὶς σκοπό. Αὐτὸ φαίνεται ἔτσι, ὅταν κάποιος βλέπει τὰ πράγματα ἐξωτερικά. Γιατί λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ καταλάβουν τὸ φοβερὸ καὶ χωρὶς διακοπή πόλεμο ποὺ γίνεται μέσα στὶς ψυχὲς τῶν μοναχῶν.

Αὐτὸς ὁ πόλεμος εἶναι σχεδὸν ὑπερφυσικός, ἀόρατος καὶ (διεξάγεται) ὄχι μόνο ἐναντίον τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων τῶν ἀρχόντων τοῦ σκότους, ἀλλὰ γιὰ τοὺς ἀρχάριους καὶ ἐναντίον τῆς σαρκός, δηλαδὴ κατὰ τῆς σαρκικῆς ἐπιθυμίας καὶ τῶν παθῶν.

Στὰ γραπτά του ὁ πατὴρ Σιλουανὸς περιγράφει πὼς αὐτὸς ὁ πόλεμος τὸν ἔφερε στὴν ἀπόγνωση καὶ σχεδὸν μέχρι τὴν αὐτοκτονία. Ἡ Παναγία Θεοτόκος φανερώθηκε σ’ αὐτὸν ὅταν περνοῦσε τὸ δυσκολότερο πόλεμο κατὰ τῶν παθῶν καὶ τὸν ἀπεκάθηρε ἀπὸ τὶς ἀκαθαρσίες, τὶς σαρκικὲς ἐπιθυμίες καὶ τοὺς λογισμούς. Ὁ Χριστὸς φανερώθηκε σ’ αὐτὸν καὶ τὸν ἐνδυνάμωσε, ὥστε νὰ νικήση καὶ νὰ βασιλεύση ἐπάνω στοὺς γήινους λογισμοὺς καὶ τὰ πονηρὰ πνεύματα. Καὶ ἔτσι ἀφοῦ πέρασε ἕνα τέταρτο αἰῶνος μὲ δυνατὸ καὶ κοπιαστικὸ πόλεμο, ἔφθασε στὴ νίκη. Ἐνῶ μέχρι τότε ἀναζητοῦσε τὸν Θεό, ἔφθασε στὴν θεογνωσία, καὶ ἀπὸ μαθητής, ἔγινε δάσκαλος.

Ο Γέροντας Σιλουανὸς ἦταν καὶ δικός μου δάσκαλος. Μία φορὰ τὸν ρώτησα: «Πάτερ Σιλουανέ, μήπως αὐτὸς ὁ πολὺς κόσμος φέρνει ταραχὴ στὸν νοῦ σας καὶ στὴν προσευχή σας; Δὲν θὰ ἦταν καλύτερα γιὰ σᾶς νὰ πάτε σ’ ἕνα ἀσκητήριο στὰ Καρούλια καὶ ἐκεῖ νὰ ζῆτε μέσα στὴν εἰρήνη, ὅπως ὁ π. Ἀρτέμιος, ὁ π. Δωρόθεος καὶ ὁ π. Καλλίνικος; Εἴτε νὰ ζῆτε σ’ ἕνα ἀπομονωμένο σπήλαιο, ὅπως ὁ π. Γοργόνιος;». «Ἐγὼ ζῶ στὸ σπήλαιο», μοῦ ἀπάντησε ὁ π. Σιλουανός. «Τὸ σῶμα μου εἶναι τὸ σπήλαιο τῆς ψυχῆς μου. Καὶ ἡ ψυχή μου εἶναι σπήλαιο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καὶ ἐγὼ ἀγαπῶ τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν διακονῶ, χωρὶς νὰ βγαίνω ἀπὸ τὸ σπήλαιό μου».

Παρὰ τὴ προθυμία του νὰ διακονῆ τὸν καθένα καὶ τὴν θαυμαστὴ μετριοφροσύνη καὶ τὴν πρόθυμη φιλοστοργία του, μιλοῦσε γιὰ τὸν Θεὸ μὲ ἐξαίρετο ἐνθουσιασμὸ καὶ μὲ τὴν παρρησία ποὺ θὰ μιλοῦσε κάποιος γιὰ ἕνα φίλο του: «Ἐγὼ γνωρίζω τὸν Θεό. Αὐτὸς εἶναι φιλόστοργος, ἀγαθός, ταχὺς εἰς βοήθειαν». Ὅταν τὰ ἔλεγε αὐτὰ ὁ Γέροντας, κάποιος μοναχός, ὁ π. Θεοφάνης, τὰ ἄκουγε μὲ φόβο καὶ σκεπτόταν ὅτι ὁ Σιλουανὸς εἶχε χάσει τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ. Ἀργότερα ὅμως, ὅταν διάβασε τὰ συγγράμματα τοῦ π. Σιλουανοῦ, ὁ π. Θεοφάνης ἄλλαξε γνώμη καὶ εἶπε: «Ὁ π. Σιλουανὸς προχώρησε καὶ ἔφθασε στὰ μέτρα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας».

Ἐγὼ νομίζω ὅτι τὰ κείμενα τοῦ πατρὸς Σιλουανοῦ θὰ ἔπρεπε νὰ πάρουν θέση ἀνάμεσα στὰ βιβλία τῆς ψυχολογίας. Ἂν καὶ γιὰ κανένα ἄλλο λόγο, τουλάχιστον γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσουν ὅτι (ὁ συγγραφέας τους) ἦταν ἕνας πνευματικὸς πολεμιστὴς τοῦ 20ου αἰῶνος καὶ γιὰ νὰ ἐπικυρώσουν ὅσα ἐδίδαξαν καὶ ἔγραψαν δοξασμένοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Συνέχεια

Παῦλος ὁ ἁπλοῦς

π. Βασίλειος Καλλιακμάνης

α) «Οὗτος ὁ ἐν ἁγίοις πατὴρ Παῦλος ὁ ὀνομασθείς ἁπλοῦς, ἦτο μὲν γεωργὸς καὶ ἀγροῖκος καθ’ ὑπερβολήν, ἄκακος δὲ καὶ ἄπλαστος κατὰ τὴν γνώμην, ὡς ἄλλος οὐδείς.

Εἶχε δὲ καὶ γυναίκα κακότροπον καὶ μοιχαλίδα, ἡ ὁποία μοιχευομένη εἰς πολὺν καιρόν, ἐκρύπτετο ἀπὸ τὸν Ὅσιον». Ἔτσι ἀρχίζει ὁ Ὅσιος Νικόδημος Ἁγιορείτης τὸ Συναξάρι τοῦ Ὁσίου Παύλου τοῦ Ἁπλοῦ, ποὺ ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ στὶς 7 Μαρτίου.

β) Σὲ αὐτὸ ἀναφέρεται ὅτι ὁ Παῦλος μία μέρα, ἐπιστρέφοντας ὄχι τὴ συνηθισμένη ὥρα ἀπὸ τοὺς ἀγρούς, βρῆκε τὴ σύζυγό του νὰ μοιχεύει. Τότε γέλασε καὶ μὲ σεμνότητα εἶπε: Καλὰ καλὰ δὲν πειράζει, δὲν τὴ δέχομαι πιά. Καὶ ἀπευθυνόμενος στὸν μοιχό, τοῦ λέει: Κράτησέ την μαζὶ μὲ τὰ παιδιά μας, ἐγὼ θὰ ἀναχωρήσω στὴν ἔρημο καὶ θὰ γίνω καλόγηρος. Ἔτσι ἔφθασε στὸ κελὶ τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου καὶ ζήτησε νὰ μονάσει.

γ) Ὅμως, ὁ καθηγητὴς τῆς ἐρήμου τὸν ἀποθάρρυνε, λέγοντάς του ὅτι εἶναι γέρος καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἀντέξει τὴν αὐστηρὴ μοναχικὴ ἄσκηση. Τοῦ σύστησε νὰ μεταβεῖ σὲ κάποιο κοινόβιο, ὅπου οἱ ἀδελφοὶ θὰ μποροῦσαν νὰ τὸν βοηθήσουν. Μετὰ ἀπὸ αὐτά, ὁ Μέγας Ἀντώνιος δὲν ἔδωσε σημεῖα ζωῆς γιὰ τρεῖς μέρες. Ὁ Παῦλος ὅμως δὲν ἔφυγε, ἀλλὰ περίμενε ἐκεῖ νηστικός. Βλέποντας ὁ Ἀντώνιος τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν ὑπομονή του, ἄρχισε νὰ τὸν δοκιμάζει.

δ) Στὴν ἀρχὴ τοῦ ἔδωσε βρεγμένα φύλλα φοινικιᾶς καὶ τοῦ ζήτησε νὰ πλέξει σχοινί. Κατὰ τὴν ἐνάτη ὥρα τῆς ἡμέρας, κι ἐνῶ ὁ Παῦλος εἶχε παιδευτεῖ πολύ, ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος προσποιήθηκε ὅτι τὸ ἀποτέλεσμα δὲν ἦταν ἱκανοποιητικό. Γι’ αὐτὸ τὸν πρόσταξε νὰ ξεπλέξει τὸ ἐργόχειρο καὶ νὰ τὸ κάνει καλύτερο. Ἐκεῖνος χωρὶς τὴν παραμικρὴ ἐνόχληση ἄρχισε ξανὰ νὰ πλέκει.

ε) Ὅταν βράδιασε, ἔπειτα ἀπὸ ἀσιτία τεσσάρων ἡμερῶν, ὁ Παῦλος ἀκολούθησε αὐστηρὰ τὴν ἄσκηση τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, τρώγοντας λίγο ἄρτο καὶ συμμετέχοντας πρόθυμα στὸν κανόνα τῆς προσευχῆς. Μετὰ τὴν ἐπιτυχῆ δοκιμασία καὶ τὴν ἀπόλυτη ὑπακοὴ τοῦ Παύλου στοὺς κανόνες τοῦ μοναχικοῦ βίου, ὁ ἀββὰς Ἀντώνιος τὸν δέχθηκε ὡς συνασκητή του. Ζώντας μὲ ἡσυχία, ἄσκηση καὶ προσευχή, ὁ Παῦλος ἀξιώθηκε νὰ διώκει τοὺς δαίμονες. Χαρακτηρίσθηκε ἀπὸ τοὺς πατέρες τῆς Σκήτης ἁπλός, ἀλλὰ κοντὰ στὴν ἁπλότητα καλλιεργοῦσε κι ὅλες τὶς ἄλλες ἀρετές. Συνέχεια

«Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: ἡ ζωὴ καὶ ἡ διδασκαλία του»

 

Ἀρχιμ. Γεωργίου Καψάνη

imagesCANL9XHUὉ ἅγιος Νικόδημος ὑπῆρξε πρὸ πάντων ἕνας ταπεινός, γνήσιος, ἀληθινός, ἅγιος μοναχός. Πίστευε βαθιὰ στὴν ἀξία τῆς μοναχικῆς ζωῆς καὶ τὴν ἔζησε, ἀφ’ ἧς ἦλθε στὸ ‘Ἅγιον Ὅρος μέχρι τὴν μακαρία τελευτή του, μὲ ἀδιάκοπο ζῆλο καὶ συνέπεια.

Ἔφθανε τὸ παράδειγμα τῆς ἁγίας μοναχικῆς του ζωῆς, γιὰ νὰ εἶναι ὑποτύπωσης καὶ στηλογραφία κάθε ὀρθοδόξου μοναχοῦ. Ὅμως, ἐπειδὴ ἔλαβε πλούσια τὴ δωρεὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, «ἔρρευσαν ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ποταμοὶ ὕδατος ζῶντος» (πρβλ. Ἰω. ζ’, 38) καὶ «ἐξηρεύξατο ἡ καρδία του λόγους ἀγαθοὺς» (πρβλ. Ψαλμ. 44) περὶ τῆς εἰς Χριστὸν πίστεως, τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καὶ τῆς μοναχικῆς πολιτείας.

Ἂς ἀντλήσουμε καὶ ἐμεῖς, Πατέρες καὶ ἀδελφοί, ἀπὸ τοὺς λόγους αὐτοὺς νάματα καθαρά, τὰ ὁποῖα εἴθε δι’ εὐχῶν τοῦ Ἁγίου καὶ δι’ εὐχῶν Σας νὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ κατανοήσουμε βαθύτερα καὶ νὰ βιώσουμε τὴν χριστιανικὴ καὶ μοναχική μας πολιτεία.

Α’.

Ὁ ἅγιος Νικόδημος θαυμαστής, ἐραστὴς καὶ διαπρύσιος κῆρυξ τῆς μοναχικῆς πολιτείας.

Ἀφ’ ὅτου ὡς νέος γνώρισε τοὺς ὁσίους Γέροντες Σίλβεστρο, Ἀρσένιο, Γρηγόριο καὶ Νήφωνα, ὁ θεῖος πόθος πυρπόλησε τὴν καρδιά του γιὰ τὴν ἰσάγγελον ζωὴ τῶν μοναχῶν. Τόσος ἦταν ὁ ἔνθεος ζῆλος του, ὥστε τοῦ ἦταν ἀδύνατον νὰ παραμείνη καὶ μία ἀκόμη στιγμὴ στὸν κόσμο, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὸ περιστατικὸ πού ἔλαβε χώρα στὸ λιμάνι τῆς Νάξου τὴν ἡμέρα τῆς ἀναχωρήσεώς του γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος.

Ὅταν γράφη γιὰ τὸ κάλλος τῆς παρθενίας καὶ τῆς μοναχικῆς ζωῆς, δὲν φείδεται λέξεων καὶ ἐκφράσεων γιὰ νὰ τὸ περιγράψει:

«Τί ἄλλο ποθεινότερο, ὡσὰν τὸ νὰ μιμεῖταί τινας ἐπὶ γῆς τῶν Ἀγγέλων τὴν πολιτείαν; Τί ἄλλο ἐρασμιώτερο ἡ μακαριστώτερο, ὡσὰν τὸ νὰ εἶναί τινας ἑνωμένος μὲ τὸν ἀγαπητόν του Θεὸν διὰ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἀδιάλειπτου ἐν καρδία προσευχῆς, ἥτις ξεύρει νὰ ἀποκτᾶται διὰ μέσου τῆς ἡσυχίας; Καὶ ποτὲ μὲν νὰ φωνάζει μὲ τὸν Παῦλον: «τὶς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ…» καὶ τὰ ἑξῆς· ποτὲ δὲ μὲ τὸν θεοφόρο Ἰγνάτιο “ὁ ἐμὸς ἔρως ἐσταύρωται…”;». Συνέχεια

Εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεὸν B΄

 Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου

symeon_neos_theologos_3[1]Σ’ εὐχαριστῶ, Δέσποτα, Κύριέ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς πού μὲ τὴν προαιώνια βουλή σου εὐδόκησες νὰ ἔλθω ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία στὴν ὕπαρξη. Σ’ εὐχαριστῶ γιατί, πρὶν φθάσει ἡ ἡμέρα καὶ ἡ ὥρα, τῆς γέννησής μου, Ἐσὺ ὁ Μόνος ἀθάνατος, ὁ Μόνος παντοδύναμος, ὁ Μόνος ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος, ταπεινώθηκες καὶ ἔγινες ἄνθρωπος, καὶ –χωρὶς νὰ ἀπομακρυνθεῖς ἀπὸ τοὺς κόλπους τοῦ Θεοῦ-Πατρός– προσέλαβες σάρκα καὶ γεννήθηκες ἀπὸ τὴν Ἁγία Παρθένο Μαρία. Καὶ ἔτσι μὲ ἀνέπλασες, μὲ ζωοποίησες καὶ μὲ ἐλευθέρωσες ἀπὸ τὴν προπατορικὴ πτώση, ἀνοίγοντάς μου τὸ δρόμο πρὸς τοὺς οὐρανοὺς

Ἔπειτα, ἀφοῦ γεννήθηκα καὶ ἀναπτύχθηκα λίγο, Ἐσὺ μὲ ἀνακαίνισες μὲ τὸ ἅγιό της ἀναπλάσεως βάπτισμα καὶ μὲ κατεκόσμησας μὲ τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐσύ μοῦ χάρισες φύλακα Ἄγγελο φωτεινὸ καὶ μὲ διαφύλαξες ἄτρωτο ἀπὸ τὰ ἔργα καὶ τὶς παγίδες τοῦ πονηροῦ, μέχρι πού μεγάλωσα καὶ ὡρίμασα. Ἐπειδὴ δὲ ἔκρινες ὅτι δὲν εἶναι σωστὸ καὶ πρέπον νὰ ὁδηγούμαστε μὲ τὴ βία στὴ σωτηρία, ἀλλὰ ἐλεύθερα μὲ τὴ δική μας προαίρεση, θέλησες νὰ τιμηθῶ κι ἐγὼ μὲ τὸ αὐτεξούσιο καί, διὰ τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν Σου, νὰ ἐκφράζω τὴν πηγαία καὶ αὐτοπροαίρετη πρὸς Σὲ ἀγάπη μου. Ἀλλὰ ἐγὼ ὁ ἀχάριστος καὶ καταφρονητὴς τῆς Χάρης Σου, δὲν λογάριασα τὴν ἀξία τῆς δωρεᾶς τοῦ αὐτεξουσίου καὶ σὰν ἄλογο πού λύθηκε ἀπὸ τὰ δεσμά, αὐτονομήθηκα καὶ ἔτσι κατέπεσα στὸ γκρεμό. Κι ἐνῶ κοιτόμουν ἐκεῖ ὁ ἀναίσθητος καὶ κυλιόμουν καὶ συντριβόμουν ὁλοένα καὶ περισσότερο, Ἐσὺ δὲν μὲ ἀποστράφηκες καὶ δὲν μὲ ἐγκατέλειψες νὰ μολύνομαι πεσμένος στὸ βόρβορο. Ἀλλὰ μὲ εὐσπλαχνίσθηκες, καὶ μὲ ἔβγαλες ἀπὸ ἐκεῖ, μὲ τίμησες λαμπρότερα καὶ μὲ λύτρωσες, κατὰ τὸ ἔλεός Σου, ἀπὸ βασιλεῖς καὶ ἄρχοντες, πού ἤθελαν νὰ μὲ ἐξουδενώσουν καὶ νὰ μὲ χρησιμοποιήσουν σὰν εὐτελὲς σκεῦος στὴν ὑπηρεσία τῶν θελημάτων τους. Ἐσὺ Κύριε, ἂν καὶ ἤμουν φιλάργυρος, δὲν ἐπέτρεψες νὰ δεχθῶ δῶρα χρυσὰ καὶ ἀργυρά. Ἀλλά μοῦ ἔδωσες τὴ δύναμη καὶ τὸ φωτισμὸ νὰ θεωρῶ ὡς βδέλυγμα τὴ δόξα καὶ τὶς τιμὲς τοῦ κόσμου, ὅσα προκλητικά μου πρόσφεραν, γιὰ νὰ δραπετεύσω, ὡς προδότης, ἀπὸ τὴν κλήση καὶ τὴ ζωὴ τοῦ ἁγιασμοῦ πού Ἐσὺ χαρίζεις. Συνέχεια