Abba Dorotheos’ Ascetic Works
Series: “Holy Fathers’ Solace”
Introduction-Text-Translation
Commentary-Tables
A replete text; a compass for our
return route to the Holy Fathers’
Orthodox Tradition.
Dogmatically complete and rich in living experience‚
it is offered to us like “solid” food‚ which
warms up and strengthens
all lost souls in the land of sluggishness
and lack of volition.
It opens up new horizons in the “self-suffiency”
of the knowledge of the spiritual people
of our generation. Συνέχεια
Ἀββάς Δωρόθεος – Ἔργα Ἀσκητικά
Ἕνα μεστό κείμενο-πυξίδα γιά τήν πορεία τῆς ἐπιστροφῆς μας, στήν ἁγιοπατερική Ὀρθόδοξη Παράδοση. Ὁλοκληρωμένο δογματικά καί πλούσιο σέ βιωματική ἐμπειρία, προσφέρεται σάν στερεά τροφή, πού θερμαίνει καί τονώνει τίς χαμένες, στή χώρα τῆς νωθρότητας καί ἀβουλίας, ψυχές. Ἀνοίγει νέους ὁρίζοντες στήν αὐτάρκεια τῆς γνώσης τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων τῆς γενιᾶς μας. Συνέχεια
Κατηχήσεις Ἁγίου Κυρίλλου
Ἕνας κώδικας πίστεως, ἕνας ἀσφαλής ὁδηγός, στό χῶρο τοῦ αὐθεντικά ὀρθόδοξου δόγματος, πού προσφέρεται στό σύγχρονο ἄνθρωπο ὄχι ὡς κτῆμα διανοητικό ἤ κοσμοθεωρία, ἀλλά ὡς γνώση καί βίωμα, ὡς πίστη καί πράξη, ὡς δόγμα καί ζωή. Μελετώντας τίς ΚΑΤΗΧΗΣΕΙΣ τοῦ Ἁγ. Κυρίλλου, ὄχι μόνον ἀξιωνόμαστε νά γνωρίσουμε μιά γνήσια καί μεγάλη Πατερική προσωπικότητα, ἀλλά διδασκόμαστε καί πῶς νά κάνουμε διάλογο μέ ὅσους- διαφόρους τόσους- θεληματικά ἤ ἀθέλητα, βρίσκονται ἔξω ἤ μακριά ἀπό τόν Χριστό, ἀλλά καί τόσο κοντά μας.
Βαρσανούφιου καί Ἰωάννου τόμος Γ
Ἕνα Πατερικό κείμενο μεστό ἀπό πνευματικές ἐμπειρίες, πυξίδα ἀπλανής γιά τήν πορεία πού ἔχει νά διανύσει ὁ ἄνθρωπος, ἕως ὅτου γίνει «κατά Χάριν θεάνθρωπος». Οἱ Ὅσιοι Πατέρες μας Βαρσανούφιος καί Ἰωάννης οἱ διακριτικοί αὐτοί καί στοργικοί Πατέρες, μέ ἐπιστολές τους πρός τά πνευματικά τους τέκνα, μᾶς χειραγωγοῦν πρός τήν εὐρύτητα τοῦ ἀληθινά ὀρθοδόξου φρονήματος, πρός τήν ἔμπρακτη ταπείνωση, τή φιλάνθρωπη καί φιλόθεη διάκριση, στό νόημα τοῦ προσωπικοῦ μας σταυροῦ, στά μυστήρια τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Βαρσανούφιου καί Ἰωάννου τόμος Β
Ἕνα Πατερικό κείμενο μεστό ἀπό πνευματικές ἐμπειρίες, πυξίδα ἀπλανής γιά τήν πορεία πού ἔχει νά διανύσει ὁ ἄνθρωπος, ἕως ὅτου γίνει «κατά Χάριν θεάνθρωπος». Οἱ Ὅσιοι Πατέρες μας Βαρσανούφιος καί Ἰωάννης οἱ διακριτικοί αὐτοί καί στοργικοί Πατέρες, μέ ἐπιστολές τους πρός τά πνευματικά τους τέκνα, μᾶς χειραγωγοῦν πρός τήν εὐρύτητα τοῦ ἀληθινά ὀρθοδόξου φρονήματος, πρός τήν ἔμπρακτη ταπείνωση, τή φιλάνθρωπη καί φιλόθεη διάκριση, στό νόημα τοῦ προσωπικοῦ μας σταυροῦ, στά μυστήρια τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Βαρσανούφιου καί Ἰωάννου τόμος Α
Ἕνα Πατερικό κείμενο μεστό ἀπό πνευματικές ἐμπειρίες, πυξίδα ἀπλανής γιά τήν πορεία πού ἔχει νά διανύσει ὁ ἄνθρωπος, ἕως ὅτου γίνει «κατά Χάριν θεάνθρωπος». Οἱ Ὅσιοι Πατέρες μας Βαρσανούφιος καί Ἰωάννης οἱ διακριτικοί αὐτοί καί στοργικοί Πατέρες, μέ ἐπιστολές τους πρός τά πνευματικά τους τέκνα, μᾶς χειραγωγοῦν πρός τήν εὐρύτητα τοῦ ἀληθινά ὀρθοδόξου φρονήματος, πρός τήν ἔμπρακτη ταπείνωση, τή φιλάνθρωπη καί φιλόθεη διάκριση, στό νόημα τοῦ προσωπικοῦ μας σταυροῦ, στά μυστήρια τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Συνέχεια
«Ὁ πανάγαθος Θεός τόν Σταυρόν μᾶς ἐχάρισεν…»
Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ
Ὁ πανάγαθος Θεός τόν Σταυρόν μᾶς ἐχάρισεν. Μέ τόν Σταυρόν νά εὐλογοῦμεν καί τά Ἄχραντα Μυστήρια, μέ τόν Σταυρόν νά ἀνοίγωμεν καί τόν Παράδεισον, μέ τόν Σταυρόν νά κατακαίωμεν καί τούς δαίμονας, Πρῶτα ὅμωςκαί ἐμεῖς νά ἔχωμεν τό χέρι μας καθαρόν ἀπό ἁμαρτίες καί ἀμόλυντο. Καί τότε, ὡσάν κάνωμεν τόν σταυρόν, κατα καίεται ὁ διάβολος καί φεύγει. Εἰδέ καί εἴμασθε μεμολυσμένοι μέ ἁμαρτίες, δέν πιάνεται ὁ σταυρός ὁπού κάνομεν. Ὅθεν ἀδελφοί μου, ἤ τρῶτε ἤ πίνετε κρασί ἤ νερόν ἤ περιπατεῖτε ἤ δουλεύετε νά μή σᾶς λείπει αὐτός ὁ λόγος ἀπό τό στόμα σας καί ὁ σταυρός ἀπό τό χέρι σας. Καί ἄν ἠμπορῆτε τό ἡμερόνυκτο νά κάμετε καί πενῆντα καί ἑκατό κομποσχοίνια, καλόν καί ἅγιον εἶναι ἔργον. Καί νά προσεύχεσθε πάντο τε τήν αὐγήν καί τό βράδυ καί μάλιστα τό μεσονύκτιον ὅλον ὁπού εἶναι ἡσυχία. Συνέχεια
Εἰς τήν ῞Υψωσιν τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ
ΦΙΛΟΘΕΟΥ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
α´ ᾿Επειδή ἀπεκόπημεν ἀπό τήν πρώτη καί θεία καί μακαρία ζωή λόγῳ τῆς παραβάσεως τοῦ προπάτορος, καί μακρυνθέντες ἀπό τόν Θεόν, ἐγίναμε ἐξόριστοι τοῦ Παραδείσου, καί ξεπέσαμε εἰς μία πολύ ἁμαρτωλή ζωή, καί κατεκρίθημεν εἰς τό νά ἀποθάνωμε, καί κατατεμαχισθήκαμε σέ ἀναρίθμητες γνῶμες, καί πλάνες καί ἀσέβειες, ὡς δοῦλοι τοῦ ἐχθροῦ διαβόλου μέ τίς φιληδονίες καί τά πάθη τῆς σαρκός, καί διά τοῦτο εἴχαμε ἀνάγκη νά σαρκωθῇ ὁ Θεός, ὁ ῾Οποῖος δέν ὑπέφερε τήν ζημία τοῦ πλάσματός Του, οὔτε ἤθελε νά τό ἀφήσῃ νά καταστραφῇ· προκειμένου ἀπό Αὐτόν πού ἐπλάσθημεν, ἀπό Αὐτόν καί νά ἀναπλασθῶμεν, δι᾿ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγον, ὁ μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Λόγος, ὁ ῾Οποῖος ἀπ᾿ αἰῶνος ὑπάρχει μαζί μέ τόν Πατέρα, ἄχρονος ὤν, εὐσπλαγχνισθείς τήν φύσιν μας, ἡ ὁποία ἐγλίστρησε καί ἀπεμακρύνθη ἀπό τό καλό, καί ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας ἔφθασε εἰς τά βάθη τοῦ ᾅδου· εὐδόκησε καί ἠθέλησε νά γίνῃ ἄνθρωπος σέ μία ὡρισμένη στιγμή, καί νά εἰσέλθῃ μέσα εἰς τόν χρόνον, καί νά γίνῃ ὅμοιος κατά πάντα μέ ἡμᾶς, πλήν τῆς ἁμαρτίας. Διά τοῦτο ὁ ᾿Αχώρητος χωρεῖται μέσα σέ Παρθενικά σπλάγχνα, καί περιγράφεται κατά τήν σάρκα ὁ ᾿Απερίγραπτος, καί διά τῆς κοινωνίας αὐτῆς θεώνει τό πρόσλημμα, καί γίνεται ἀληθινός καί τέλειος ἄνθρωπος, Αὐτός πού πάντοτε ἦτο τέλειος Θεός.
β´ ᾿Αφοῦ λοιπόν συνανεστράφη καί ἔζησε μέσα εἰς τόν κόσμον, ἔδωσε ἐντολάς δικαιοσύνης καί ἀρετῆς, καί ἔδειξε τήν ἐπίγνωσι τῆς ἀληθείας, ἐδίδαξε τά ὠφέλιμα καί σωτηριώδη, ἔκαμε θαύματα ὑπερφυσικά, μεγάλα καί θαυμαστά. ῞Υστερα παραδίδεται ἑκουσίως εἰς χεῖρας ἀνθρώπων ἁμαρτωλῶν καί ἀδίκων, καί κατακρίνεται, καί καταδικάζεται, καί πάσχει, καί ὑπομένει τά φρικτά Πάθη, φέροντας ᾿Εκεῖνος ἀντί γιά μᾶς τούς ἁμαρτωλούς, τήν σωτήριον τιμωρίαν, καί ὀδύνην, καί κάκωσιν σύμφωνα μέ ἐκεῖνο πού ἔχει γραφῇ· «Οὗτος τάς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καί περί ἡμῶν ὀδυνᾶται· Αὐτός τάς ἀσθενείας ἡμῶν ἔλαβε καί τάς νόσους ἐβάστασεν». Συνέχεια
Σταυρός καί ἐλευθερία στή ζωή τοῦ Χριστιανοῦ
Ἀρχιμ. Ἀντώνιος Ρωμαῖος
Στόν σύγχρονο κόσμο ἡ ἐλευθερία δέν εἶναι μόνο ἀναζήτηση καί ἐπιδίωξη. Εἶναι κοινωνικοπολιτικό σύνθημα. Γίνεται ἀντικείμενο φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ. Προβάλλει σάν ὑπαρξιακή ἀνάγκη. Χαρακτηρίζει ὁρισμένα οἰκονομικά συστήματα. Γιά πολλούς εἶναι χαμένος θησαυρός. Γιά ἄλλους ἀνεπίτρεπτη οὐτοπία. Μερικοί τή νομίζουν σάν τό ὕψιστο ἀγαθό καί ἄλλοι τή λατρεύουν σάν θεό ἤ σάν ἡμίθεο.
Ἡ ἐλευθερία τροφοδοτεῖ τίς ἐπαναστάσεις καί τρέφεται ἀπ᾽ αὐτές. Συνέχεια
Ὁ Σταυρός μᾶς κάνει αἰσθητή τήν ἐξάρτηση τοῦ κόσμου ἀπό τόν Θεό.
π. Δημητρίου Στανιλοάε
᾿Αναμφίβολα κάθε ὀδύνη καί κάθε θάνατος δέν καθιστοῦν διάφανο τόν Δωρητή τοῦ κόσμου, ὡς πρόσωπο ἄπειρης ζωῆς καί ἄπειρης ἀγάπης, γεγονός πού θά ἔδινε ἄλλη ἀξία καί στόν κόσμο. Γιατί ὅταν ὁ ἄνθρωπος σκέφτεται πώς πέρα ἀπ᾿ αὐτό τόν κόσμο δέν ὑπάρχει καμμιά ἄλλη πραγματικότητα, ἡ ὀδύνη καί ὁ θάνατος πού συνδέονται μέ κάθε περίσταση τοῦ κόσμου, τόν ὁδηγοῦν στήν ἀπελπισία ἤ σέ μιά θλιβερή ὑποταγή. Σέ μιά τέτοια περίπτωση, ὁ κόσμος καί ἡ ὕπαρξη μέσα σ᾿ αὐτόν φαίνεται νά ἔχουν μέσα στήν ἴδια τήν οὐσία τους τό μή-νόημα.
Μόνο λοιπόν ἡ ὀδύνη καί ὁ θάνατος, πού καθιστοῦν τόν Θεό διάφανο μέσα ἀπό τόν κόσμο, ἔχουν μιά θετική σημασία καί γιά τόν κόσμο καί γιά μᾶς τούς ἴδιους. Καί εἶναι αὐτή ἡ ὀδύνη καί αὐτός ὁ θάνατος πού ὀνομάζουμε κατά λέξη σταυρό. Καί σταυρός, μ᾿ αὐτό τό νόημα, εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, καθώς καί ἐκεῖνος (ὁ σταυρός) πού συνδέεται μέ τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Αὐτός ὁ σταυρός, ἀντί νά ἀντιπροσωπεύει ἕνα μή-νόημα τῆς ὕπαρξης πού ἀπορρέει ἀπό τίς ὀδύνες καί τό θάνατο αὐτῆς τῆς ὕπαρξης, δίνει ἀντίθετα ἕνα νόημα σ᾿ αὐτό τόν κόσμο, γιατί δίνει νόημα στήν ὀδύνη καί στόν ἴδιο τό θάνατο, πού συνδέεται μέ τόν κόσμο. Αὐτός ὁ σταυρός συμπληρώνει τό ἀποσπασματικό νόημα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, χάρη στό γεγονός πώς ἀποκαλύπτει τήν πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ ὡς ἀπέραντου φωτός, πού διαχέει τό πλῆρες νόημα, τόσο στόν κόσμο ὅσο καί στήν ὕπαρξη πού ζεῖ μέσα σ᾿ αὐτόν. Αὐτός ὁ σταυρός, λοιπόν, περικλείει ἕνα παράδοξο· ἀπό τή μιά καθιστᾶ ὁλοφάνερη τήν πλήρη ἀνεπάρκεια τοῦ κόσμου· ἀπό τήν ἄλλη, ἀκριβῶς μ᾿ αὐτό τόν τρόπο, δείχνει πώς ὁ κόσμος ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ὁλική πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ, πού δίνει ἐπίσης ἕνα νόημα στόν κόσμο. Συνέχεια
Ὁ Σταυρός ὡς μέσον ἁγιασμοῦ καί μεταμόρφωσης τοῦ κόσμου
π. Δημητρίου Στανιλοάε
Διά τοῦ σταυροῦ ὁ Χριστός ἁγίασε τό σῶμα του-κρίκο σύνδεσης μέ τόν κόσμο. ᾿Απέκρουσε τούς πειρασμούς πού τοῦ ἔστελνε ὁ κόσμος, νά γευθεῖ δηλαδή τίς ἡδονές, ἱκανοποιώντας ὑπέρμετρα τίς ἀνάγκες του ἤ ἀποφεύγοντας τόν πόνο καί τό θάνατο.
῎Αν, κατά τόν ἴδιο τρόπο, ἀπωθήσουμε τούς πειρασμούς τῆς ἁμαρτίας καί ὑπομείνουμε καρτερικά τίς ὀδύνες τοῦ θανάτου, ἡ ἁγιότητα μπορεῖ νά ἁπλωθεῖ ἀπό τό σῶμα Του σέ ὅλα τά σώματα καί σέ ὅλο τόν κόσμο.
῾Η Ὀρθόδοξη ᾿Εκκλησία δέν λέει πώς διά τοῦ σταυροῦ ὁ Χριστός ἐξῆλθε τῆς δημιουργίας, ἀλλά ὅτι τήν ἀποκατέστησε σέ παράδεισο· παράδεισο ἀρετῆς γι᾿ αὐτούς πού, ἀπό ἀγάπη σέ Ἐκεῖνον, ἀποδέχονται τό σταυρό Του. Συνεπῶς ὁ σταυρός εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ, πού, ἄν τήν προσλάβουμε, μπορεῖ νά ὁδηγήσει τόν κόσμο στόν παράδεισο.
Γι᾿ αὐτό τό σκοπό ὁ Χριστός μένει μέσα μας ἕως τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. Χωρίς ἀμφιβολία, ὁ πλήρης παράδεισος θά πραγματωθεῖ μόνο μετά τήν παγκόσμια ἀνάσταση.
῾Η δημιουργία μεταβλήθηκε σέ πεδίο μάχης ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, ἐξαιτίας τῆς ἀπληστίας καί τῶν ἐγωϊστικῶν παθῶν γενικά. Μπορεῖ ὅμως νά ἀποκατασταθεῖ στήν παραδεισιακή κατάσταση διά τοῦ σταυροῦ. ῾Η Ὀρθόδοξη ᾿Εκκλησία στή γιορτή τῆς ῾Υψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, στίς 14 Σεπτεμβρίου, ψάλλει·
«᾿Εν Παραδείσῳ με τό πρίν ξύλον ἐγύμνωσεν, οὗπερ τῇ γεύσει ὁ ἐχθρός εἰσφέρει νέκρωσιν· τοῦ Σταυροῦ δέ τό ξύλον, τῆς ζωῆς τό ἔνδυμα ἀνθρώποις φέρον, ἐπάγη ἐπί τῆς γῆς καί κόσμος ὅλος ἐπλήσθη πάσης χαρᾶς» (Κάθισμα ἑορτῆς).
Δι᾿ αὐτοῦ ὁ παράδεισος ἀνοίχτηκε ξανά, γιατί ἡ «στρεφομένη ρομφαία» (Γεν. 3, 24), πού ἐμπόδιζε τήν εἴσοδο σ᾿ αὐτόν, ἐξαιτίας τῆς ἀνθρώπινης ἀπληστίας, δέν μποροῦσε πιά νά τόν κρατήσει κλειστό. Γιατί τώρα ὁ Χριστός εἰσῆλθε στόν παράδεισο, ἀφοῦ τόν ἄνοιξε, φέρνοντας ὡς ἕνας ἄνθρωπος τό ξύλο τοῦ Σταυροῦ, διά τοῦ ὁποίου κατανίκησε τήν ἀπληστία καί προτίμησε τήν ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ Του. Καί θά εἰσέλθουν στόν Παράδεισο ὅλοι ὅσοι θά πράξουν τό ἴδιο.
Σίγουρα ὑπάρχει ἕνας παράδεισος, στόν ὁποῖο εἰσέρχονται οἱ ψυχές τῶν πιστῶν μετά το θάνατο. ᾿Αλλά μπορεῖ νά ὑπάρχει ἕνας ἐν ἐξελίξει παράδεισος καί ἐδῶ στή γῆ, ἀπακατάσταση τοῦ ἀρχικοῦ παραδείσου. Μπορεῖ νά ἐξελιχθεῖ διά τοῦ σταυροῦ, πού ὑψώνεται στό μέσο τῆς γῆς καί πού οἱ ἄνθρωποι τόν ἀποδέχονται ὡς κανόνα τῆς ζωῆς τους. ῾Ο μετά θάνατον παράδεισος τῶν ψυχῶν τῶν πιστῶν, ὑπάρχει ἤδη χάρη στήν ἐπίγεια ζωή τους, πού ἀκολουθεῖ τό πνεῦμα τοῦ σταυροῦ. Τελικά ὁ ἐν ἐξελίξει ἐπίγειος παράδεισος, θά γίνει μετά τήν ἀνάσταση τῶν σωμάτων, ὁ τέλειος καί αἰώνιος παράδεισος. Συνέχεια
Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ καί ὁ Σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου
Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσιανίνωφ
Κύριος εἶπε στούς μαθητές Του: «Εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολου θείτω μοι» (Ματθ. ιστ’ 24).
Τί σημαίνει «ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώ που»; Καί γιατί αὐτός «ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου», δηλαδή ὁ ἰδιαίτερος σταυρός τοῦ καθενός μας, ὀνομάζεται συνάμα καί «Σταυ ρός τοῦ Χριστοῦ»;
«Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου» εἶναι οἱ θλίψεις καί τά βάσανα τῆς γήινης ζωῆς, πού γιά τόν καθένα μας εἶναι δικά του.
«Ὁ σταυρός τοῦ κάθε ἀνθρώπου» εἶναι ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καί ἄλλα εὐλαβῆ κατορθώματα, μέ τά ὁποῖα ταπεινώνεται ἡ σάρκα καί ὑποτάσσεται στό πνεῦμα. Τά κατορθώματα αὐτά πρέπει νά εἶναι ἀνάλογα μέ τίς δυνάμεις τοῦ καθενός καί στόν κάθε ἄνθρωπο εἶναι δικά του. Συνέχεια
Λόγος εἰς τήν ὕψωσιν τοῦ τιμίου Σταυροῦ καί εἰς τήν Ἁγίαν Ἀνάστασιν
ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ
Σταυρού πανήγυρης και ποίος να μην σκιρτήσει; Αναστάσεως διακήρυξις και ποίος χαρούμενα να μην γελάση; Ναι, ανασκίρτησις δια τον Σταυρόν: Διότι όταν αυτός ενεπήχθη εις τον τόπον του Κρανίου έχοντας καρφωμένο επάνω του τον Δεσπότην της κτίσεως, Εσχισε το εις βάρος μας χρεωστικόν έγγραφον, το όποιον είχεν υπογράψει ό προπάτωρ μας ό Αδάμ, όταν παρέβη τάς εντολές του Θεού. Οΰτως ό Σταυρός μας ελευθέρωσε από τα δεσμά της αμαρτίας κάμνοντας μας να αναπηδούμε με εύθυμα σκιρτήματα σαν μικροί μόσχοι πού έχουν λυθεί από κάποια δεσμά. Διότι όπου ή αμαρτία πλεόνασε, εκεί περίσσευσε ή χάρις του Θεού.
Δια δε την Ανάστασιν γέλως χαράς: Διότι αυτή εξόρισε την φθοράν του θανάτου και εξεδίωξε το ζοφερόν σκότος του Άδου και ανέστησε τους νεκρούς από τους τάφους. Εξήλειψε το δάκρυον από κάθε πρόσωπον, όπως λέγει ό προφήτης, και άντ’ αυτού χάρισε την πραγματικός ατελείωτον χαράν εις κάθε άνθρωπον. Και αληθώς, το δώρημα της Αναστάσεως δεν είναι μόνον δια μερικούς ούτε το κατόρθωμα της επραγματοποιήθη προς χάριν κάποιων ολίγων. Διότι κατ’ αυτήν εκείνος ό όποιος πραγματοποίησε με ανθρώπινη σάρκα την ταφήν, μάλλον δε την Ανάστασιν, δεν ήτο άλλος από τον Θεόν ολοκλήρου της κτίσεως, ό όποιος ποτέ δεν χορηγεί χαρίσματα εις μερικούς μόνον ούτε υπάρχει εις Αυτόν καμία προσωποληψία. Αποδεικνύοντας λοιπόν τον εαυτόν του αληθή Θεόν των όλων, απλώνει την δωρεάν της σωτηρίας εις όλους τους ανθρώπους, ευσπλαχνιζόμενος την δική του εικόνα και ανακαινίζοντας την εξ ολοκλήρου· διότι κατ’ εικόνα Θεού έχει πλασθή κάθε άνθρωπος επί της γης.
Του Σταυρού ή επέτειος πρόβαλε και ποίος άνθρωπος να μην σταύρωση τον εαυτόν του; Διότι ό Σταυρός γνωρίζει ως απολύτως γνήσιον προσκυνητήν του, μόνον εκείνον ό όποιος σταύρωσε τον εαυτόν του ως προς τον κόσμον και απέδειξε έτσι εμπράκτως δια τον εαυτόν του, ότι είναι απροκαλύπτως γνήσιος φίλος του Σταυρού. Συνέχεια
Λόγος Εἰς τόν Τίμιον καί Ζωοποιόν Σταυρόν
ΙΩΣΗΦ Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης
Α` Σήμερα εἶναι ἡ ἑορτή τοῦ Σταυροῦ, γι᾽ αὐτό ἄς χαίρεται ὁ χορός τῶν Ἀγγέλων. Ἐμφανίζεται ὁ Σταυρός ἄς τόν προσκυνήσῃ ὅλο τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Ὑψώνεται ἡ θεία δύναμις τοῦ Σταυροῦ· ἄς τραπῇ εἰς φυγήν τό πλῆθος τῶν δαιμόνων. Ἀλλά, ὦ θεῖε Σταυρέ, τό ἀνέκφραστο θέαμα τῶν Ἀγγέλων, τό καύχημα τῶν πιστῶν, ἡ Βασιλική ῥάβδος, -σοῦ ὁμιλῶ σάν νά εἶσαι ἔμψυχος- σύ βεβαίως φέρεις εἰς ἡμᾶς τά χαρμόσυνα μηνύματα τῆς σωτηρίας. Διά σοῦ, αἱ κλεισθεῖσαι πύλαι τοῦ Παραδείσου, πάλιν ἀνοίγονται. Διά σοῦ κατηργήθη τό κράτος καί ἡ δύναμις τοῦ θανάτου· διά σοῦ, ὁ ᾅδης ἀπεγυμνώθη· διά σοῦ, οἱ νεκροί ἀνέζησαν· διά σοῦ, ὁ Λῃστής χαίρει καί ἀγάλεται μέσα εἰς τόν Παράδεισον· διά σοῦ, ἡνώθησαν τά ἐπίγεια μέ τά Οὐράνια· διά σοῦ, ἐγνωρίσαμε τήν Ἀλήθειαν· διά σοῦ, μᾶς ἐδωρήθη τό Βάπτισμα τῆς ἀναγεννήσεως· διά σοῦ, ἐχαρίσθη εἰς τούς ἀνθρώπους ἄφεσις ἁμαρτιῶν· διά σοῦ, ἐλάβαμε τήν Δωρεάν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· διά σοῦ, οἱ ἐκκλησίες σημειοῦνται, καί ἔτσι γίνονται Ναοί Θεοῦ. Διά σοῦ ἀπολαμβάνομε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ· διά σοῦ, καταξιούμεθα καί γινόμεθα υἱοί τοῦ Θεοῦ καί κληρονόμοι τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Διά σοῦ, αἱ ἱεραί Πανηγύρεις καί αἱ ἑορταί γεμίζουν ἀπό θεία χαρά καί θεϊκό φῶς. Καί ποία γλῶσσα θά μποροῦσε νά μᾶς περιγράψῃ ἀκριβῶς πόσα καί ποῖα εἶναι τά καλά ἐκεῖνα, πού ἐδώρησε ὁ Χριστός ὁ ἀληθινός Θεός, διά σοῦ, εἰς τό γένος τῶν ἀνθρώπων;
Β`Ἐπειδή λοιπόν, ἀγαπητοί καί φιλέορτοι Χριστιανοί, ἐγνωρίσαμε διά τοῦ λόγου αὐτά, ἄς ἐναγκαλισθῶμεν μέ ἁγνές καρδιές καί καθαρά στόματα, τό σεβάσμιον καί Ζωοποιόν Ξύλον, ἐπάνω εἰς τό ὁποῖον ἀνυψώθη ὁ Χριστός, ὁ Θεός μας, καί ἐκαρφώθησαν τά θεῖά Του χέρια· ἐπάνω εἰς τό ὁποῖον οἱ σταυρωταί τοῦ Κυρίου ἐτρύπησαν μέ τήν λόγχην τήν Πλευράν Του, καί Τόν ἐπότισαν ξύδι ἀνακατεμένο μέ χολήν! Ἐπερνοῦσαν δέ ἀπό κοντά κινοῦντες τάς κεφαλάς των, καί ἔλεγον μέ χλευασμό: «Οὐά, ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτόν οὐ δύναται σῶσαι· εἰ Υἱός ἐστι τοῦ Θεοῦ, καταβάτω νῦν ἀπό τοῦ σταυροῦ, καί πιστεύσομεν αὐτῷ».
Γ`Αὐτά λοιπόν ἔκαμεν ὁ λαός τῶν Ἑβραίων, ὁ ἀγνώμων καί πεπωρωμένος, μολονότι ἀπήλαυσε τάς εὐεργεσίας τῶν θείων θαυμάτων. Ἐμεῖς ὅμως, ἄς προσκυνήσωμε μέ θερμή πίστιν τά ζωοποιά Πάθη τοῦ Χριστοῦ: τήν Σταύρωσιν, τήν Ταφήν, τήν ἐκ νεκρῶν τριήμερον Ἀνάστασιν, διά νά ἀναστηθῶμεν καί δοξασθῶμεν μαζί Του· «εἴπερ συμπάσχομεν ἵνα καί συνδοξασθῶμεν», ὅπως εἶπε ὁ θεῖος Παῦλος, τό «σκεῦος τῆς ἐκλογῆς». Συνέχεια
Καταβασίες τῆς Ὑψώσεων τοῦ Τιμίου Σταυροῦ
᾿Ωδή α´. ῏Ηχος πλ. δ´
«Σταυρόν χαράξας Μωσῆς, ἐπ᾿ εὐθείας ῥάβδῳ, τήν ᾿Ερυθράν διέτεμε, τῷ ᾿Ισραήλ πεζεύσαντι· τήν δέ ἐπιστρεπτικῶς, Φαραώ τοῖς ἅρμασι, κροτήσας ἥνωσεν· ἐπ᾿ εὔρους διαγράψας, τό ἀήττητον ὅπλον· διό Χριστῷ ᾄσωμεν, τῷ Θεῷ ἡμῶν· ὅτι δεδόξασται».
῾Ο Μωυσῆς, ἀφοῦ χάραξε σέ εὐθεία γραμμή στό νερό μέ τή ράβδο του τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, χώρισε στά δύο τήν ᾿Ερυθρά θάλασσα, γιά νά περάσει πεζῆ ὁ ᾿Ισραηλιτικός λαός. Τήν ἴδια δέ (τή θάλασσα), ὅταν γύρισαν μέ ἅρματα τοῦ Φαραώ καταδιώκοντας τό λαό, ἀφοῦ τήν χτύπησε πλαγίως, τήν ἕνωσε πάλι (γιά νά πνίξει τούς διῶκτες), ἀφοῦ σχημάτισε στό πλάτος τῆς θάλασσας τό ἀήττητο ὅπλο τοῦ σταυροῦ. Γιαυτό ἄς ἀνυμνοῦμε τό Θεό μας, γιατί μέ ὅ,τι ἔκανε δοξάσθηκε ἡ δύναμή του.
῾Η ὑπόθεση τῆς ὠδῆς ἀναφέρεται στή θαυμαστή διάσωση τῶν ῾Εβραίων ἀπό τό διωκτικό μένος καί τήν κακότητα τοῦ Φαραώ, ἡγεμόνα τῶν Αἰγυπτίων. Τά γεγονότα εἶναι γνωστά. Οἱ ῾Εβραῖοι στενάζουν κάτω ἀπό τόν ἐπαχθή ζυγό τῶν Αἰγυπτίων. Μέ τήν παρέμβαση τοῦ Μωυσῆ, ὁ Φαραώ, μή ἀντέχοντας τά θαυμαστά σημεῖα καί τίς φοβερές πληγές πού ἐπέφερε ὁ Θεός διά μέσου τοῦ ἀπεσταλμένου ὑπηρέτη του, ἄφησε ἐλεύθερο τόν ᾿Ισραήλ νά γυρίσει πίσω στή χώρα τῶν πατέρων του. ᾿Αφοῦ ὅμως ἀναχώρησε ὁ λαός, ὁ μιαιφόνος ἄρχοντας μετάνιωσε. Θέλησε νά γυρίσει πίσω τούς ἐλευθερωθέντας σκλάβους.
῎
Εστειλε, λοιπόν, τούς ἁρματηλάτες του γιά νά ἐκπληρώσουν τήν προσταγή του. ῾Ο λαός εἶχε ἤδη φθάσει μπροστά στήν ᾿Ερυθρά θάλασσα. Πῶς ὅμως θά μποροῦσε νά διαπλεύσει τό ὑγρό στοιχεῖο, μή διαθέτοντας μέσα πλωτά; Στήν ἀμηχανία του αὐτή προστέθηκε καί ὁ φόβος, γιατί εἶδε ξαφνικά τό πλῆθος τῶν ἁρμάτων τῶν Αἰγυπτίων νά τούς καταδιώκει καί νά ἀπειλεῖ τήν μόλις ἀποκτηθείσα ἐλευθερία τους καί τή ζωή τους. ῾Η θέση τους ἦταν ἀπελπιστική. Παρέλυσαν ἀπό φόβο ἡ καρδιά καί τά γόνατά τους. ῎Αρχισαν νά φωνάζουν καί νά κλαῖνε. Τότε παρενέβη ὁ ἐλευθερωτής. Μέ ὑπόδειξη τοῦ Θεοῦ ὁ Μωυσῆς, πού ἡγεῖτο τοῦ λαοῦ, χάραξε μέ τή ράβδο του σταυροειδῶς τή θάλασσα, ἡ ὁποία χωρίστηκε στά δύο, τά νερά ὀρθώθηκαν ἔνθεν καί ἔνθεν, καί ἄφησαν νά φανεῖ ὁ πυθμένας τῆς θάλασσας σάν χέρσα γῆ. Τότε ὅρμησε ὁ λαός καί διόδευσε πεζῆ τό ἀναφανέν χώρισμα.
Τό ἴδιο ἔκανε καί τό στράτευμα τοῦ Φαραώ. Οἱ στρατιῶτες ὅρμησαν καί αὐτοί μέ τά ἅρματά τους στό χώρισμα τῆς θάλασσας, καταδιώκοντας τόν ἄμαχο λαό. ῞Οταν ὅμως εἶχαν περάσει οἱ ῾Εβραῖοι στήν ἀντίπερα ὄχθη καί ἐνόσω οἱ διῶκτες διέτρεχαν ἀκόμη μέ ὁρμή τό θαλάσσιο βυθό, ὁ Μωυσῆς χτύπησε καί πάλι σταυροειδῶς τά θαλάσσια νερά, τά ὁποῖα ἑνώθηκαν γιά νά πνίξουν πανστρατιά ἵππους καί ἀναβάτες.
῾
Η σκηνή ἦταν πράγματι φριχτή καί μεγαλειώδης. ᾿Από τή μιά ἔβλεπες ἕναν ἄνθρωπο θηριώδη καί πωρωμένο, ὁ ὁποῖος, ἄν καί εἶχε ἀναγνωρίσει τήν ἀνωτερότητα τοῦ Θεοῦ τῶν ῾Εβραίων, πεισθείς ἀπό τά γεγονότα πού ξετυλίχθηκαν μπροστά του, ἐν τούτοις, σκοτισμένος ἀπό τό πάθος τῆς ἀλαζονείας καί πνιγόμενος ἀπό τό μίσος κατά τοῦ λαοῦ πού τόσα χρόνια βασάνιζε, τά ἔβαλε πάλι μέ τόν ἀληθινό Θεό! Θέλησε νά ἀναμετρηθεῖ μαζί του, πιστεύοντας στά ἅρματα καί τήν πολεμική του μηχανή.
Μέ τόν τρόπο αὐτόν ὁ Φαραώ χαράκτηκε στήν ἱστορία ὡς τό κλασικότερο παράδειγμα κουφότητος καί ἀλαζονείας, μοχθηρίας καί κακότητος, πωρώσεως πνευματικῆς καί ἔσχατης ἠθικῆς ἐξαθλιώσεως!
Καί ἀπό τήν ἄλλη ἔβλεπες ἕνα λαό δειλό καί ἀδύναμο, πού ἔτρεμε μπροστά στή μιαιφόνο ἀπειλή τοῦ στυγεροῦ ἄρχοντα, ἕνα λαό πού συγκλονιζόταν κυριολεκτικά μπροστά στή διαγραφόμενη ἀπειλή. ῎Εβλεπες ἐπίσης καί ἕναν ἄξιο ὑπηρέτη, ὁ ὁποῖος στεκόταν σάν βράχος στήν ἀποστολή πού ἔλαβε ἀπό τό Θεό, ἕναν ἄξιο ἡγέτη ἑνός λαοῦ ἀνίσχυρου καί φοβισμένου. Καί τέλος ἔβλεπες ἕνα Θεό παντοδύναμο, ὁ ὁποῖος πάταξε ἀμείλικτα τή σκληρότητα τοῦ ἀνόητου ἡγεμόνα.
῎Εβλεπες θαύματα πολλά. Μιά θάλασσα νά χωρίζεται, ἕνα βυθό νά διαφαίνεται, ἕνα λαό νά πεζοπορεῖ, βλέποντας ἑκατέρωθεν τά κύματα νά ὑψώνονται σάν τείχη στερεά, ἕνα στράτευμα νά ὁδεύει ὑπνωτισμένο τό ὑγρό στοιχεῖο καί νά καταποντίζεται στ᾿ ἀγριεμένα κύματα τῆς θάλασσας! Γι᾿ αὐτό κι ὁ λαός μετά τή διάσωσή του δόξασε μέ χορούς καί τύμπανα καί ἄσματα τό Θεό τῶν πατέρων του γιά τή θαυμαστή του διάσωση καί τά ἄπειρα μεγαλεῖα Του.
῾
Η διάσωση ὅμως αὐτή ἔχει καί τυπολογική σημασία. ῾Η χάραξη τῆς θάλασσας μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, τό χώρισμα τῶν ὑδάτων, ἡ διέλευση τοῦ λαοῦ καί ὁ πνιγμός τῶν Αἰγυπτίων, προτύπωναν τόν Τίμιο Σταυρό, στόν ὁποῖον πέθανε ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου, τό ὅπλο τό κραταιό καί τό ἀήττητο. Μέ τό σταυρικό του θάνατο ὁ Κύριος δάμασε τή θάλασσα τῆς ἁμαρτίας, ἔστρωσε δρόμο στέρεο καί ἀσφαλή γιά νά περάσει ὁ ἄνθρωπος ἀπό τή χώρα τῆς δουλείας τῆς ἁμαρτίας στή γῆ τῆς ἐπουράνιας θείας Βασιλείας, δημιουργώντας τό Πάσχα τῆς ζωῆς καί πνίγοντας στά νερά τῆς θείας του δυνάμεως τά στίφη τῶν εἰδεχθῶν δαιμόνων, τῶν ἐχθρῶν τοῦ Θεοῦ.
Παράλληλα ἡ διάσωση ἐκφράζει τυπολογικά καί τό θαῦμα τῆς Παρθένου. ῞Οπως δηλαδή τά νερά διαχωρίστηκαν προσωρινά γιά νά περάσει ὁ λαός τοῦ ᾿Ισραήλ καί μετά τή διέλευση ἑνώθηκαν καί πάλι, ἔτσι καί ἡ πάναγνη μήτρα τῆς Παρθένου, ἡ πύλη ἡ κλειστή ἀπό τήν ὁποία κανένας δέν πέρασε ποτέ, ἄνοιξε προσωρινά γιά νά περάσει δι᾿ αὐτῆς καί νά ἔλθει στόν κόσμο ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, γιά νά κλείσει καί πάλι καί νά μείνει ἀδιόδευτη μετά τή γέννηση τοῦ ᾿Εμμανουήλ. ᾿Εκφράζεται μέ ἄλλα λόγια ὁ ἄφθορος τόκος τῆς Πανάγνου.
῾Η ὠδή αὐτή εἶναι πραγματικά μεγαλειώδης. Θά τή συναντήσουμε καί σέ πολλές ἄλλες ὠδές τῶν Καταβασιῶν, ἀλλά καί σέ ὁλόκληρη τήν ῾Υμνολογία τῆς ᾿Εκκλησίας μας, ὡς τό μεγάλο θαῦμα τοῦ Θεοῦ, ἡ δίκαιη ἀπάντησή του στήν κακότητα τῆς ἱστορίας τῶν ἀνθρώπων καί τήν ἰταμή πρόκληση τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους καί τῆς ἁμαρτίας.
᾿Ωδή γ´.
«῾Ράβδος εἰς τύπον τοῦ Μυστηρίου παραλαμβάνεται· τῷ βλαστῷ γάρ προκρίνει τόν ἱερέα· τῇ στειρευούση δέ πρῴην, ᾿Εκκλησίᾳ νῦν, ἐξήνθησε, ξύλον Σταυροῦ, εἰς κράτος καί στερέωμα».
῾Η ράβδος (τοῦ ᾿Ααρών ἡ βλαστήσασα) χρησιμεύει σάν προτύπωση τοῦ μυστηρίου (τοῦ σταυροῦ καί τῆς ᾿Εκκλησίας)· διότι μέ τό βλαστό πού ἔβγαλε, κρίνει ποιός θά ὁριστεῖ ἱερέας. Τώρα (στή νέα οἰκονομία τοῦ Θεοῦ) στήν πρώην ᾿Εκκλησία (τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης) πού ἦταν στείρα, βλάστησε τό ξύλο τοῦ Σταυροῦ, πού τήν ἔκανε στέρεη καί δυνατή.
Μετά τήν ἀπελευθέρωση τοῦ λαοῦ, τήν περιπλάνησή του στήν ἔρημο καί τήν ἐγκατάστασή του στή γῆ τῶν πατέρων του, δημιουργήθηκε ζήτημα ἀπό ποιά πατριά ἐκ τῶν δώδεκα καί ἀπό ποιόν οἶκο θά λαμβανόταν τό ἱερατεῖο τοῦ λαοῦ. Μέ ὑπόδειξη τοῦ Θεοῦ πάρθηκαν δώδεκα ράβδοι ξηρές, μιά ἀπό κάθε οἶκο πατριᾶς, οἱ ὁποῖες τοποθετήθηκαν στήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης στή Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου. ῞Οποια ράβδος θά ἔβγαζε βλαστό, ἦταν σημεῖο ὅτι ἀπό τήν ἀντίστοιχη πατριά της ἔπρεπε, κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, νά λαμβάνεται τό ἱερατεῖο. Βλάστησε δέ ἡ ράβδος πού ἀνῆκε στήν πατριά τοῦ Λευΐ, ἐπί τῆς ὁποίας ἦταν γραμμένο τό ὄνομα τοῦ ᾿Ααρών.
῞Ο,τι συνέβη τότε προτυπώνει τό μυστήριο τοῦ τιμίου Σταυροῦ καί τῆς χριστιανικῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Η παλαιά ᾿Εκκλησία (ἡ Συναγωγή) ἦταν στείρα καί ἄγονη. ᾿Ανῆκε στήν πρώτη οἰκονομία τοῦ Θεοῦ. ᾿Απ᾿ αὐτήν ἔλειπαν τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ πλήρης ἐνέργεια τοῦ παναγίου Πνεύματος, τό πλήρωμα τῆς λυτρωτικῆς του χάριτος. ῏Ηταν γηρασμένη καί ἀδύναμη.
Μέ τό λυτρωτικό ὅμως πάθος τοῦ Χριστοῦ πού ἔγινε ἐπάνω στό σταυρό, τόν ὁποῖο προτύπωνε ἡ παλαιά ἐκείνη ράβδος πού ἐξήνθησε, βλάστησε ἡ νέα ζωή τοῦ Θεοῦ, τό σφρίγος τῆς νέας λυτρωτικῆς οἰκονομίας, γράφτηκε ἡ Νέα Διαθήκη στό αἷμα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί ἡ παλαιά ᾿Εκκλησία ἀναζωογονήθηκε στή νέα ᾿Εκκλησία, «ἥν περιεποιήσατο ὁ Κύριος διά τοῦ ἰδίου αἵματος». Μέ τόν τίμιο Σταυρό κραταιώθηκε τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ, στερεώθηκε ἡ ᾿Εκκλησία του στόν κόσμο καί δοξάστηκε τό ἅγιο ῎Ονομά του στά πέρατα τῆς γῆς.
᾿Ωδή ε´
«῎Ω τρισμακάριστον Ξύλον! ἐν ᾧ ἐτάθη Χριστός, ὁ Βασιλεύς καί Κύριος· δι᾿ οὗ πέπτωκεν ὁ ξύλῳ ἀπατήσας, τῷ ἐν σοί δελεασθείς, Θεῷ τῷ προσπαγέντι σαρκί, τῷ παρέχοντι, τήν εἰρήνην ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν».
῎Ω ξύλο τρισμακάριστο! πάνω στό ὁποῖο ἅπλωσε τό σῶμα του (σταυρώθηκε) ὁ Βασιλεύς καί Κύριος· διά τοῦ ὁποίου ἔπεσε (ἡττήθηκε) αὐτός (ὁ διάβολος), ὁ ὁποῖος, διά τοῦ ξύλου (τοῦ δέντρου τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ) ἐξαπάτησε (τόν ἄνθρωπο στήν ᾿Εδέμ διά τῆς βρώσεως τοῦ ἀπαγορευμένου καρποῦ), ἀφοῦ δελεάστηκε ἀπό τό Θεό πού καρφώθηκε ἐπάνω σου, κατά τή σάρκα του (τήν ἀνθρώπινη φύση του), καί ὁ ὁποῖος παρέχει εἰρήνη στίς ψυχές μας.
Τό ξύλο τοῦ Σταυροῦ εἶναι πραγματικά τρισμακάριστο. Ξύλο ἅγιο καί τιμημένο. Πάνω του πέθανε ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Πέθανε τό σῶμα Του φυσικά, τό ὁποῖο προσέλαβε ἀπό τήν ἄχραντη Μητέρα του. Δέν πέθανε ἡ θεότητα, ἡ ὁποία, ὡς πνεῦμα ἄπειρο, αἰώνιο καί ἀναλλοίωτο, εἶναι ἀπαθής, βρίσκεται πέρα ἀπό παθήματα ἁρμόζοντα στήν κτιστή καί πεπερασμένη φύση τῶν ἀνθρώπων. Μιά τέτοια φύση ἦταν καί αὐτή μέ τήν ὁποία ἑνώθηκε ἡ φύση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, φύση κτιστή, δυνάμενη νά πάθει καί νά ἀποθάνει.
᾿Αλλιώτικα, πῶς θά ἔσωζε μέ τό πάθος της τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἁμαρτία καί τόν αἰώνιο πνευματικό θάνατο;
Στό Σταυρό ἅπλωσε τό πανακήρατο σῶμα του ὁ Κύριος. Καρφώθηκε σ᾿ αὐτόν σάν ἐπονείδιστος κακοῦργος. Τόν ἔβαψε μέ τό πανάσπιλο αἷμα του, μέ τό ὁποῖο ξέπλυνε τίς ἁμαρτίες ὅλου τοῦ κόσμου, ἀφάνισε τίς ἐνοχές τῆς ἁμαρτίας, καθάρισε τή φύση ἀπό τούς σπίλους τῆς φθορᾶς, τήν ἀφθαρτοποίησε καί τή θέωσε. Στό Σταυρό ὁ Θεός πάτησε μέ τό θάνατό Του τό θάνατο· «θανάτῳ θάνατον πατήσας», ψάλλει πανηγυρικά ἡ ᾿Εκκλησία μας. Νίκησε τό μεγάλο ἐχθρό, πού ἔπνιγε ἀσφυκτικά τόν κόσμο.
Στό Σταυρό ὁ Χριστός διαπόμπευσε τίς ἀρχές τοῦ σκότους καί τῆς ἀνομίας, τό διάβολο, πίσω ἀπό τόν ὁποῖο βρισκόταν τό τραγικό δράμα τῶν ἀνθρώπων. Αὐτός κατόρθωσε μέ τήν πανουργία του νά παραπλανήσει καί νά παρεμποδίσει τόν πρωτόπλαστο, νά τόν ρίξει στό χάος τῆς παρακοῆς καί τῆς ἀποστασίας. Μέ τή σειρά του ὅμως δελεάστηκε κι αὐτός ἀπό τήν ἀπειρόσοφη βουλή τοῦ Θεοῦ, μή γνωρίζοντας τό θεῖο λυτρωτικό μυστήριο. Συνήργησε νά σταυρωθεῖ ὁ Χριστός, τόν ὁποῖο θανάσιμα μισοῦσε καί ζήλευε, μή ἔχοντας ὅμως συναίσθηση ὅτι ὁ θάνατος ἐκεῖνος δέν ἦταν θάνατος ἑνός δίκαιου καί ἀνεπίληπτου ἀνθρώπου, ἀλλά ὁ θάνατος τοῦ Θεοῦ, πού ἦταν ἑνωμένος μαζί του. ῎Ετσι πλανήθηκε ὁ πλάνος, «πεπλάνηται ὁ πλάνος», ὅπως ψάλλει θρηνωδούσα ἡ ᾿Εκκλησία τόν Κυριό της.
Στό Σταυρό ὁ Χριστός ἔδησε τόν δυνατό (τό διάβολο) καί διήρπασε τά σκεύη του, καταργήσας τό κράτος καί τή δύναμή του. Στό τίμιο ξύλο δόθηκε ἡ μεγάλη μάχη καί κερδίθηκε ἡ παμμέγιστη νίκη, ἡ νίκη τοῦ Θεοῦ, τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἀνθρώπων· ἡ νίκη τῆς θείας Βασιλείας.
Στό Σταυρό ἔγινε ἡ εἰρήνευση Θεοῦ καί ἀνθρώπων. Καταργήθηκε τό μεσότοιχο τῆς ἔχθρας πού χώριζε τόν Πλάστη ἀπό τά πλάσματά του, ἐπῆλθε ἡ συμφιλίωση, ἑνώθηκαν τά «τό πρίν διεστῶτα». Οἱ ἄνθρωποι βρῆκαν παρρησία πρός τό Δημιουργό τους, ξαναβρῆκαν τό δρόμο πού ὁδηγεῖ πίσω στόν Πατέρα. ῎Εγιναν τέκνα Θεοῦ καί «θεοί».
῞
Ολα αὐτά προσδίδουν τεράστια αἴγλη στό τίμιο καί τρισμακάριστο ξύλο. ῾Ο Σταυρός πάλλει τήν ψυχή τῆς ᾿Ορθοδοξίας. ῾Η αἴγλη του λαμπρύνει τίς ὀρθόδοξες καρδιές. Εἶναι ὁ φωτεινός στύλος καί τό κρηπίδωμα τῆς ᾿Ορθόδοξης Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, ἡ ὁποία τόν τιμᾶ ὡς σύμβολο τῆς κραταιᾶς νίκης στό σημεῖο τοῦ πάθους, τῶν ἀγώνων καί τῆς αὐταπαρνήσεως τῶν μαχητῶν τῆς Βασιλείας καί τῶν ἐργατῶν τῆς ἀρετῆς καί τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Οἱ πιστοί τόν φέρνουν ὡς φυλακτήριο κατά τῶν δαιμόνων, ὡς καύχημα καί σέμνωμά τους, τόν τιμοῦν ὑπερβαλλόντως καί μέ εὐλάβεια τόν προσκυνοῦν.
᾿Ωδή στ´
«Νοτίου θηρός ἐν σπλάχνοις, παλάμας ᾿Ιωνᾶς, σταυροειδῶς διεκπετάσας, τό σωτήριον πάθος προδιετύπου σαφῶς· ὅθεν τριήμερος ἐκδύς, τήν ὑπερκόσμιον ᾿Ανάστασιν ὑπεζωγράφησε, τοῦ σαρκί προσπαγέντος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καί τριημέρῳ ἐγέρσει, τόν κόσμον φωτίσαντος».
Στά σπλάχνα τοῦ θαλάσσιου θηρός (τοῦ θεριοῦ, τοῦ κήτους), ἁπλώσας τίς παλάμες του σέ σχῆμα σταυροῦ ὁ ᾿Ιωνᾶς, προδιατύπωνε μέ σαφήνεια τό σωτήριο πάθος (τοῦ Χριστοῦ)· ἀπό τό ὁποῖο (κῆτος), ἀφοῦ βγῆκε τήν τρίτη ἡμέρα, περιέγραψε μέ χρώματα ζωντανά τήν ὑπερκόσμια ᾿Ανάσταση Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, πού καρφώθηκε (στό Σταυρό) καί μέ τήν τριήμερη ἔγερσή του (ἐκ τῶν νεκρῶν), φώτισε τόν κόσμο.
῾Η ὠδή αὐτή ἱστορεῖ τήν ὑπόθεση τοῦ ᾿Ιωνᾶ· μιά ἱστορία πολύ παράδοξη καί ἰδιότυπη, τοῦ ἀνθρώπου νά παλεύει μέ τό Θεό. ῾Ο ᾿Ιωνᾶς ἦταν προφήτης. ᾿Ανῆκε στό Θεό, ἐνταγμένος στήν ὑπηρεσία του καί ἀφοσιωμένος δοῦλος του. Κάποια μέρα ὁ Θεός τοῦ ἀνέθεσε μιά ἀποστολή, νά κηρύξει μετάνοια στούς κατοίκους τῆς πόλεως Νινευή, τούς ὁποίους βάραιναν ἁμαρτίες καί κρίματα πολλά. ῾Ο ᾿Ιωνᾶς ὅμως ἀντέδρασε ἀρνητικά στό πρόσταγμα τοῦ Θεοῦ. Δέ θέλησε νά ἀναλάβει τήν ἐκτέλεση τῆς προφητικῆς του ἀποστολῆς. Θά εἶχε βέβαια τούς λόγους του. ῎Ισως νά εἶχε ἀποκάμει ἀπό τόν ἁμαρτωλό ἐκεῖνο λαό. Σκέφτηκε νά φύγει ἀπό τό μέρος του, νά πάει μακριά, ἐλπίζοντας ὅτι ὁ Θεός θά τόν ἔχανε.
᾿Αφελεῖς οἱ σκέψεις τοῦ πλάσματος. Γιατί ποιός μπορεῖ νά ἀποφύγει τήν παρουσία τοῦ παντεπόπτη Θεοῦ; ῾Ο ἄνθρωπος ὅμως, ἔστω κι ἄν εἶναι προφήτης, δέν παύει νά ἔχει τίς ὅποιες στιγμές καί ἰδιοτροπίες του. ᾿Επιβιβάστηκε, λοιπόν σέ πλοῖο γιά νά πάει στήν πόλη Θαρσίς, νά εἶναι μακριά ἀπό τό Θεό καί νά ἡσυχάσει ὁριστικά μέ τό πρόβλημα πού τόν ἀπασχολοῦσε.
Κατά τόν πλοῦν ὅμως ὁ Θεός ἄδραξε τό δραπέτη. Σηκώθηκε τρικυμία καί τό πλοῖο κινδύνευε νά καταποντισθεῖ. Φάνηκε, ὅτι κάποιος ἀπό τούς ταξιδιῶτες ἦταν ὁ αἴτιος τοῦ κακοῦ. Γιά νά βρεθεῖ δέ ποιός ἦταν ἔβαλαν κλήρους. ῾Ο κλῆρος σημάδεψε τόν ᾿Ιωνᾶ, τόν παράδοξο ταξιδιώτη. Μέ ὑπόδειξή του τόν ἔριξαν στή θάλασσα, ἡ ὁποία ἀμέσως γαλήνεψε. ῾Ο ᾿Ιωνᾶς ὅμως δέν πνίγηκε. Κατά προσταγή τοῦ Θεοῦ, ἕνα τεράστιο θαλάσσιο κῆτος κατάπιε τόν προφήτη, ὁ ὁποῖος ἔμεινε στήν κοιλιά του τρεῖς μέρες καί τρεῖς νύχτες. ᾿
Εκεῖ ὁ προφήτης μεταμελήθηκε γιά τήν ἀπείθειά του, κατάλαβε πόσο μάταιο ἦταν νά μάχεται κανείς τόν παντοδύναμο καί μεγαλοδύναμο Θεό. Προσευχήθηκε μέ κατάνυξη, ὑμνολογώντας τό ἅγιο ῎Ονομά του. Τήν τρίτη ἡμέρα τό κῆτος τόν ἐξήμεσε στή στεριά, αὐτός τότε μέ συντριβή καρδιᾶς ἐκπλήρωσε τήν προφητική του ἀποστολή. ῾Ο Θεός νίκησε, ἀλλά καί ὁ ἄνθρωπος «νίκησε» στήν τόσο παράδοξη ἥττα του. ῾Η βουλή τοῦ Θεοῦ ἐκπληρώθηκε. ῾Ο ᾿Ιωνᾶς ἀποκαταστάθηκε στό προφητικό του ἀξίωμα.
Τό πάθημα τοῦ ᾿Ιωνᾶ ἔχει μεγάλη τυπολογική σημασία. Στό κῆτος ὁ ᾿Ιωνᾶς παρέμεινε προσευχόμενος μέ τά χέρια του σέ σχῆμα σταυροῦ. Μέ τή στάση του αὐτή προτύπωνε τό σωτήριο πάθος τοῦ Χριστοῦ, τό σῶμα τοῦ ὁποίου ἁπλώθηκε στό Σταυρό, γιά νά σώσει τόν κόσμο ἀπό τήν ἁμαρτία.
῾Η τριήμερη παραμονή του στήν κοιλιά τοῦ κήτους ὑποδήλωνε τήν ἰσόχρονη παραμονή τοῦ νεκρωμένου σώματος τοῦ Κυρίου στόν τάφο· ἐνῶ ἡ κατά τήν τρίτη ἡμέρα ἔκβρασή του στή στεριά, περιέγραφε σαφῶς τήν τριήμερη ἀνάσταση τοῦ Σωτῆρος ἐκ τῶν νεκρῶν, ἡ ὁποία μέ τό πασχαλινό της φῶς καταλάμπρυνε τόν κόσμο, ντύνοντας τή φύση μέ τή φωτεινή στολή τῆς πνευματικῆς ἀνακαινίσεως καί ἀφθαρσίας.
᾿Ωδή θ´
«Μυστικός εἶ Θεοτόκε Παράδεισος, ἀγεωργήτως βλαστήσασα Χριστόν, ὑφ᾿ οὗ τό τοῦ Σταυροῦ ζωηφόρον ἐν γῇ, πεφυτούργηται δένδρον· δι᾿ οὗ νῦν ὑψουμένου, προσκυνοῦντες αὐτόν, σέ μεγαλύνομεν».
Θεοτόκε, σύ εἶσαι Παράδεισος μυστικός, διότι χωρίς ἀνθρώπινο γεωργό (ἀνθρώπινη συνεργία) βλάστησες τό Χριστό, ἀπό τόν ὁποῖο φυτεύτηκε στή γῆ τό ζωηφόρο δέντρο τοῦ Σταυροῦ. Διά τοῦ ὁποίου τώρα ὑψουμένου (κατά τήν ὕψωση τοῦ τιμίου Σταυροῦ) προσκυνοῦντες τό Θεό (πού σταυρώθηκε σ᾿ αὐτό), μεγαλύνουμε σέ, τήν ἄχραντη Μητέρα Του.
Μετά τόν Τριαδικό Θεό, ἡ ἀνύμνηση τῆς ᾿Εκκλησίας διαβαίνει στό ἄχραντο πρόσωπο τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου. Τά δύο μυστήρια εἶναι ἀλληλένδετα. Τό χριστολογικό δόγμα ἐκβάλλει φυσιολογικά στό θεομητορικό. ῾Η Μητέρα δέν μπορεῖ νά νοηθεῖ χωρίς τόν Υἱόν. ῞Οπου ᾿Εκεῖνος, ἐκεῖ καί αὐτή. Στόν ἄχραντο Υἱό ὑπάρχουν τό σῶμα καί τό αἷμα τῆς πάναγνης Μητέρας. Τό φοβερό δίδυμο τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ, πού δυναμίτισε τό κράτος τῆς φθορᾶς καί ἐκτίναξε τό κράτος τοῦ θανάτου!
῾Η ὠδή χαρακτηρίζει τή Θεοτόκο σάν παράδεισο μυστικό. ῾Η σύγκριση γίνεται μέ τόν πρῶτο παράδεισο στήν ᾿Εδέμ, στόν ὁποῖο τοποθετήθηκε ὁ ᾿Αδάμ νά ζεῖ μετά τή δημιουργία του. Στόν παράδεισο ἐκεῖνο ὑπῆρχε τό ξύλο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, καθώς καί τό δέντρο τῆς ζωῆς. ᾿Από τό πρῶτο ἐκεῖνο ξύλο βλάστησε, διά τῆς παρακοῆς, ἡ ἀποστασία ἀπό τό Θεό καί ὁ θάνατος. ῾
Η Θεοτόκος εἶναι ἕνας νέος μυστικός Παράδεισος. Σ᾿ αὐτόν φυτεύτηκε, χωρίς ἀνθρώπινη συνεργία, ὁ Χριστός, τό δένδρο τῆς νέας πνευματικῆς ζωῆς καί ἀφθαρσίας. ῾Ο Χριστός μέ τή σειρά του ἀνύψωσε στή γῆ (στό Γολγοθᾶ), τό ζωηφόρο ξύλο τοῦ Σταυροῦ, στό ὁποῖο, προσπαγείς, «ἀθανασίαν ἐπήγασεν ἀνθρώποις».
Κατά τήν ῞Υψωση τοῦ τιμίου Σταυροῦ, οἱ πιστοί, προσκυνοῦντες τό σταυρωθέντα Κύριο τῆς δόξης, μεγαλύνουν τήν ᾿Αειπάρθενο Μητέρα του, ἡ ὁποία συνήργησε, κατά τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, στό ἄρρητο θεῖο μυστήριο.
Ἡ Ὕψωσις τοῦ Τιμίου Σταυροῦ
Ἡ 14η Σεπτεμβρίου εἶναι γνωστή εἰς τούς Χριστιανούς ὡς ἡμέρα «τῆς παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Εἶναι ἡμέρα ἀργίας καί νηστείας, διά νά δυνηθοῦν οἱ πιστοί νά προσκυνήσουν «τό ζωομύριστον ξύλον» καί τόν «θαυμάτων θησαυρόν», τόν «συνθετοτρισόλβιον» Σταυρόν καί «χαρίτων παροχέα» (α’ Οἶκος εἰς τόν τίμιον Σταυρόν).
Πρίν προχωρήσωμεν εἰς τήν περιγραφήν τῆς εἰκόνος τῆς Ὑψώσεως, εἶναι ἀνάγκη νά ἴδωμεν τό ἱστορικόν τῆς ἑορτῆς καί τήν θεολογικήν της σημασίαν.
Διά τήν θέσπισιν τῆς ἑορτῆς αὐτῆς ὁ Καθηγητής Ἰ. Φουντούλης γράφει: «Οἱ ἱστορικές ἀρχές τῆς ἑορτῆς χάνονται μέσα στήν πολιά ἀρχαιότητα. Στίς 13 Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 335 ἔγιναν τά ἐγκαίνια τοῦ μεγάλου ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, πού ἔκτισε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος στόν τόπο τῆς ταφῆς τοῦ Κυρίου. Ἔκτοτε κατά τήν ἐπέτειο τῶν ἐγκαινίων μεγάλη πανήγυρις ἐγίνετο στά Ἱεροσόλυμα.
Καί στά σημερινά μας λειτουργικά βιβλία τήν ἰδία ἡμέρα ἀναγράφεται ἡ «μνήμη τῶν ἐγκαινίων τῆς ἁγίας Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν Ἀναστάσεως» καί ἡ Ἀκολουθία τῆς ἡμέρας ἀναφέρεται στά ἐγκαίνια τοῦ ναοῦ ἐκείνου. Ἡ ἑορτή διαρκοῦσε ὀκτώ ἡμέρες. Τήν δευτέρα ἡμέρα τῆς ἑορτῆς, τήν 14 Σεπτεμβρίου, κατά τήν μαρτυρίαν ἀρμενικοῦ λειτουργικοῦ κειμένου τοῦ Ε’ αἰῶνος, ἐγίνετο σύναξις εἰς τόν Γολγοθᾶ «καί ἔδειχναν τόν τίμιο Σταυρό σ᾽ ὅλο τό ἐκκλησίασμα».
Ὁ τίμιος Σταυρός τοῦ Χριστοῦ ἦταν τό σεβασμιώτερο κειμήλιο τοῦ ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως καί ἦταν ἑπόμενο εἰδική πανήγυρις νά καθιερωθῇ γι᾽ αὐτόν ἐπί τῇ εὐκαιρίᾳ τῆς συρροῆς τοῦ λαοῦ γιά τόν ἑορτασμό τῶν ἐγκαινίων».
Ὁ Σταυρός αὐτός, πού ὕψωνε τόσον πανηγυρικά ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων, ἦτο ὁ ἀληθής Σταυρός, πού ἀνεῦρεν ἡ Ἁγία Ἑλένη, ἡ μητέρα τοῦ Μ. Κωνσταντίνου. Ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς τοῦ 4ου καί 5ου μ. Χ αἰῶνος ὁμιλοῦν διά τήν θαυματουργικήν ἀνεύρεσιν τοῦ τιμίου Σταυροῦ τοῦ Κυρίου. Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος π.χ., τό 395, ἀναφέρει ὅτι εἰς τόν Γολγοθᾶν ἀνευρέθησαν τρεῖς σταυροί, μεταξύ τῶν ὁποίων ἀνεγνωρίσθη ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου, πού ἦτο εἰς τό μέσον τῶν δύο ἄλλων καί εἶχε καί τήν γνωστήν ἐπιγραφήν (Εἰς Ἰωάν. ὁμιλία 85, 1).
Ἄλλοι συγγραφεῖς ὁμιλοῦν διά ἐπιτελεσθέντα θαύματα, τά ὁποῖα ἔγιναν αἰτία νά ἀναγνωρισθῇ ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου. Ἕνα τέτοιο θαῦμα ἀναφέρει καί τό Συναξάριον τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως: «Διαπορούσης δέ τῆς Βασιλίσσης (τῆς Ἁγίας Ἑλένης), τίς ἄν εἴη ὁ τοῦ Κυρίου Σταυρός, διά τῆς εἰς θανοῦσαν γυναῖκα χῆραν θαυματουργίας δείκνυται· ἥ καί ἀνέστη τῇ τούτου προσψαύσει· τῶν δέ λοιπῶν δύο σταυρῶν τῶν Λῃστῶν μηδέν εἰς τοῦτο ἐνδειξαμένων εἰς θαυματοποιΐας ὑπόδειγμα. Ὅν δῆτα τίμιον Σταυρόν προσεκύνησεν ἡ Βασίλισσα, καί ἠσπάσατο μετά τῆς Συγκλήτου ἁπάσης».
Τήν ἀμηχανίαν δηλαδή τῆς Ἁγίας Ἑλένης διά τό ποῖος ἦτο ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου ἔλυσε τό θαῦμα, πού ἔγινεν εἰς μίαν πεθαμένην χήραν γυναῖκα, ἡ ὁποία ἀνέστη ὅταν τήν ἤγγισεν ὁ Σταυρός. Τό θαῦμα αὐτό δέν ἔκαμαν οἱ δύο σταυροί τῶν ληστῶν. Ἔτσι ἡ Βασίλισσα μαζί μέ ὅλην τήν Σύγκλητον προσεκύνησε καί ἠσπάσθη τόν τίμιον Σταυρόν.
Αἱ νῖκαι τοῦ αὐτοράτορος Ἡρακλείου (610-641) κατά τῶν Περσῶν, ἡ ἁρπαγή ὑπ᾽ αὐτῶν τοῦ τιμίου Σταυροῦ καί ἡ ἐπανάκτησίς του ὑπό εὐσεβοῦς Στρατηλάτου ἔδωκαν νέαν αἴγλην εἰς τήν ἑορτήν τοῦ Σταυροῦ. Ὁ ζωοποιός Σταυρός ὑψώθη καί πάλιν εἰς τά Ἱεροσόλυμα (τόν Μάρτιον τοῦ 630). Δικαιολογημένως ψάλλει ἔκτοτε ἡ Ἐκκλησία μας: «Σῶσον, Κύριε, τόν λαόν σου καί εὐλόγησον τήν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς βασιλεῦσι κατά βαρβάρων δωρούμενος καί τό σόν φυλάττων διά τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα» (Ἀπολυτίκιον).
Ἀπό τό 614 ἡ τελετή τῆς Ὑψώσεως ἐγίνετο καί εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν διά νά διαδοθῇ ἐν συνεχείᾳ καί εἰς ἄλλα χριστιανικά κέντρα. Ἔτσι ἡ ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ ἐπεσκίασε τήν ἑορτήν τῶν Ἐγκαινίων. Ἀκόμη ἀπέβαλε τόν τοπικόν της χαρακτῆρα καί ἔγινεν οἰκουμενική ἑορτή, δόξα καί καύχημα ὁλοκλήρου τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Σταυρός πλέον ὑμνεῖται ὡς «οἰκουμένης φύλαξ» καί ὡς «ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας».
Ἡ σημερινή τελετή τῆς Ὑψώσεως εἶναι σχεδόν ἀπομίμησις τῆς τελετῆς, πού ἔγινεν εἰς τά Ἱεροσόλυμα μετά τήν ἀνεύρεσιν τοῦ τιμίου ξύλου. «Ζητῶν δέ καί ὁ κοινός λαός προσκυνῆσαι, οὐκ ἠδύνατο καί ᾐτήσατο κἄν ἰδεῖν αὐτόν. Τότε ἀνῆλθεν ὁ Μακάριος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων καί ὕψωσεν ἐπί τοῦ ἄμβωνος τόν τίμιον Σταυρόν· καί ἰδόντες, ἤρξατο ὁ λαός κράζειν τό «Κύριε ἐλέησον». Καί ἔκτοτε ἐπεκράτησεν ἡ τιμία Ἑορτή τῆς Ὑψώσεως». (Ἀπό τό Συναξάριον τῆς ἡμέρας). Αὐτήν ἀκριβῶς τήν κατανυκτικήν σκηνήν ἀπαθανατίζει καί ἡ βυζαντινή εἰκών τῆς Ὑψώσεως.
Τήν θεολογικήν σημασίαν τῆς ἑορτῆς εὑρίσκομεν εἰς τά τροπάρια τῆς ἡμέρας. Ἀπό αὐτά ἐκεῖνα τοῦ Ἑσπερινοῦ καί τῶν Αἴνων εἶναι τά πιό μεστά εἰς νοήματα καί τά πλουσιώτερα εἰς ποιητικάς ἐξάρσεις.
Ὁ Σταυρός, πού ὑψοῦται εἰς προσκύνησιν ὑπό τῶν πιστῶν, εἶναι τό τρόπαιον, τό ὁποῖον ἔστησεν ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἰς τόν πόλεμόν της κατά τοῦ Σατανᾶ. Ὁ Σταυρός ἤνοιξε τήν κλεισμένην θύραν τοῦ Παραδείσου, ἀφοῦ κατήργησε τήν δύναμιν τοῦ θανάτου καί ὕψωσε τούς πιστούς ἀπό τήν γῆν εἰς τόν οὐρανόν. Τό ἀκαταμάχητον ὅπλον τοῦ Σταυροῦ ἀσφαλίζει τούς πιστούς κάθε ἐποχῆς, πού ἀντιπαλαίουν μέ τόν Σατανᾶ καί γίνεται δόξα καί στολίδι τῶν Μαρτύρων καί τῶν Ὁσίων τῆς Ἐκκλησίας.
Τά θεολογικά αὐτά νοήματα συμπυκνώνει εἰς τούς στίχους του τό πρῶτον ἀπόστιχον τοῦ Ἑσπερινοῦ τοῦ πλ. α’ ἤχου:
«Χαίροις ὁ ζωηφόρος Σταυρός, τῆς εὐσεβείας τό ἀήττητον τρόπαιον, ἡ θύρα τοῦ Παραδείσου, ὁ τῶν πιστῶν στηριγμός, τό τῆς Ἐκκλησίας περιτείχισμα· δι᾽ οὗ ἐξηφάνισται ἡ φθορά καί κατήργηται καί κατεπόθη τοῦ θανάτου ἡ δύναμις καί ὑψώθημεν ἀπό γῆς πρός οὐράνια. Ὅπλον ἀκαταμάχητον, δαιμόνων ἀντίπαλε, δόξα Μαρτύρων Ὁσίων, ὡς ἀληθῶς ἐγκαλώπισμα, λιμήν σωτηρίας, ὁ δωρούμενος τῷ κόσμῳ τό μέγα ἔλεος».
Εἰς τά τροπάρια τῆς Ὑψώσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ κυριαρχεῖ τό αἴσθημα τῆς χαρᾶς διά τήν ἀνεύρεσιν καί τήν θαυματουργόν δύναμιν τοῦ Σταυροῦ. Οἱ ὕμνογράφοι ὅμως δέν ξεχνοῦν ὅτι ἐπάνω εἰς τό εὐλογημένον αὐτό ξύλον ἐκαρφώθη ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός.
Ἔτσι οἱ πιστοί καλοῦνται νά ἀσπασθοῦν τόν Σταυρόν «τῇ χαρᾷ καί τῷ φόβῳ· φόβῳ διά τήν ἁμαρτίαν, ὡς ἀνάξιοι ὄντες· χαρᾷ δέ διά τήν σωτηρίαν, ἥν παρέχει τῷ κόσμῳ ὁ ἐν αὐτῷ προσπαγείς (=καρφωθείς) Χριστός ὁ Κύριος, ὁ ἔχων τό μέγα ἔλεος» (Δοξαστικόν τῶν Αἴνων). Ἐπί πλέον κατά τήν ἡμέραν αὐτήν νηστεύομεν, διότι ἡ ἑορτή τῆς Ὑψώσεως φέρει «τά ἴσα τῆς ἁγίας καί Μ. Παρασκευῆς».
***
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΣ (Τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ)
Τό κέντρον τῆς εἰκόνας καταλαμβάνει ὁ ἄμβων, ἐπάνω εἰς τόν ὁποῖον ὁ Ἅγιος Μακάριος (314-333) ὕψωσε τόν τίμιον Σταυρόν. Ἕνα σκοτεινόν ἄνοιγμα εἰς τήν βάσιν τοῦ ἄμβωνος δείχνει τό μέρος τῆς ἀνευρέσεως.
Τό δεύτερον μετά τόν Πατριάρχην πρόσωπον, πού κυριαρχεῖ εἰς τήν εἰκόνα εἶναι ἡ Ἁγία Ἑλένη ἐνδεδυμένη τήν βασιλικήν της στολήν καί συνοδευομένη ὑπό δύο εὐλαβῶν γυναικῶν. Τόν Πατριάρχην κυκλώνουν κληρικοί καί λαϊκοί, πού παρακολουθοῦν μέ ἱερόν δέος τήν τελετήν.
Τό δέος αὐτό προκαλεῖ ἀφ᾽ ἑνός ἡ θέα τοῦ Σταυροῦ καί ἀφ᾽ ἑτέρου τά θαύματα πού ἔγιναν κατά τήν ἀνεύρεσίν του. Νομίζει κανείς, καθώς παρατηρεῖ τά βυθισμένα εἰς σκέψεις πρόσωπα τῆς εἰκόνος, ὅτι ὅλοι των ἀνακαλοῦν εἰς τήν μνήμην των τά γεγονότα τῆς Σταυρώσεως, τά πρίν καί τά μετά ἀπό αὐτήν.
Ἔτσι καί ὁ θεατής ἀναπολεῖ τά σωτήρια περιστατικά συμφώνως πρός τήν εὐχήν τῆς Ἐκκλησίας: «Μεμνημένοι τοίνυν τῆς σωτηρίου ταύτης ἐντολῆς καί πάντων τῶν ὑπέρ ἡμῶν γεγενημένων, τοῦ σταυροῦ, τοῦ τάφου, τῆς τριημέρου ἀναστάσεως, τῆς εἰς οὐρανούς ἀναβάσεως, τῆς ἐκ δεξιῶν καθέδρας, τῆς δευτέρας καί ἐνδόξου πάλιν παρουσίας…» (Ἀπό τήν εὐχήν τῆς ἀναφορᾶς τῆς Λειτουργίας τοῦ Χρυσοστόμου).
Ἡ σκηνή μᾶς μεταφέρει εἰς τά τελούμενα σήμερον εἰς τήν Ἐκκλησίαν κατά τήν 14ην Σεπτεμβρίου διά νά ἀκουσθῇ ἀπό ὅλα τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας «ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ» ὁ νικητήριος παιάν:
«Τόν Σταυρόν σου προσκυνοῦμεν, Δέσποτα,
καί τήν ἁγίαν σου ἀνάστασιν δοξάζομεν».
Γιά τό Σταυρό, καί ἀκόμη γιά τήν πίστη
Ἁγίου Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ
«Ὁ λόγος γιά τὸ σταυρὸ ἀποτελεῖ ἀνοησία γι’ αὐτούς πού εἶναι νά χαθοῦν, ἐνῶ γιά ὅσους πρόκειται νά σωθοῦν εἶναι δύναμη τοῦ Θεοῦ. «Διότι ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει Πνεῦμα Θεοῦ τὰ ἐξετάζει ὅλα, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος τῆς λογικῆς δὲν δέχεται τὰ πνευματικά». Ἀποτελεῖ δηλαδὴ ἀνοησία γιά ὅσους δέν τὸν δέχονται μὲ πίστη καὶ δέν ὑπολογίζουν τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἐξετάζουν τὰ Θεῖα μὲ ἀνθρώπινους καὶ φυσικοὺς λογισμούς• διότι ὅλα τὰ Θεῖα ξεπερνοῦν τή φύση, τή λογική καὶ τή σκέψη. Ἐὰν δηλαδὴ κανεὶς σκεφτεῖ, πῶς ὁ Θεὸς τὰ δημιούργησε ὅλα καί τά ἔφερε ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία στήν ὕπαρξη καὶ γιά ποία αἰτία, καὶ ἐάν θελήσει νά τὰ συλλάβει μὲ τή λογική τῆς φύσεώς του, δέν θὰ τὰ καταφέρει• διότι αὐτή ἡ γνώση εἶναι ψυχικὴ καὶ διαβολική. Ἐὰν ὅμως κάποιος, μὲ ὁδηγὸ τὴν πίστη, σκεφτεῖ ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγαθός, παντοδύναμος, ἀληθινός, σοφὸς καὶ δίκαιος, τότε θὰ διαπιστώσει ὅτι ὅλα εἶναι ὁμαλὰ καὶ κανονικὰ καὶ ὁ δρόμος εὐθύς. Συνέχεια
Ὁμιλία Στόν Τίμιο καί Ζωοποιό Σταυρό
Τοῦ Ἁγίου ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ τοῦ Παλαμᾶ
(…) Ὁ Παῦλος καυχᾶται γιά τόν Σταυρό καί λέει, ὅτι δέν γνωρίζει τίποτε ἐκτός ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, καί Αὐτόν ἐσταυρωμένον. Τί λέει λοιπόν; Σταυρός εἶναι τό νά σταυρώσωμε τήν σάρκα μαζί μέ τά πάθη καί τίς ἐπιθυμίες (Γαλ. 5, 24). Νομίζετε ὅτι εἶπε τοῦτο μόνο γιά τήν τρυφή καί τά ὑπογάστρια; Πῶς τότε γράφει στούς Κορινθίους ὅτι, «ἐπειδή ὑπάρχουν ἔριδες ἀνάμεσά σας, εἶσθε ἀκόμη σαρκικοί καί περιπατεῖτε κατά τό ἀνθρώπινο φρόνημα» (Α’ Κορ. 3, 3); Ὥστε καί αὐτός πού ἀγαπᾶ δόξα ἤ χρήματα, ἤ ἁπλῶς θέλει νά ἐπιβάλη τό θέλημά του καί προσπαθεῖ ἔτσι νά νικήση, εἶναι σαρκικός καί περιπατεῖ κατά τήν σάρκα. Γι᾽ αὐτά ἀκριβῶς δημιουργοῦνται καί οἱ ἔριδες, ὅπως λέγει καί ὁ Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος• «ἀπό ποῦ προέρχονται οἱ μεταξύ σας πόλεμοι καί μάχες; Δέν προέρχονται ἀπό ἐδῶ, δηλαδή ἀπό τίς ἡδονές σας πού παλεύουν μέσα στά μέλη σας; Συνέχεια
Λόγος εἰς τήν Ὕψωσιν τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ
ΑΝΔΡΕΟΥ Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης
Ἑορτάζομε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὅλο τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας καταφωτίζεται. Ἑορτάζομε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὅλη ἡ οἰκουμένη φωταγωγεῖται καί γεμίζει μέ ἀκτῖνες θεϊκῆς χαρᾶς. Ἑορτάζομε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, διά τοῦ ὁποίου τό σκοτάδι (τῆς ἁμαρτίας) ἐδιώχθη, καί ἦλθε τό φῶς (τῆς ἀρετῆς). Ἑορτάζομε τήν πανήγυρι τοῦ Σταυροῦ, καί ὑψούμεθα πνευματικῶς μαζί μέ τόν Σταυρωθέντα Σωτῆρα μας, ἀφήνοντας κάτω τήν γῆ μέ τήν ἁμαρτία, διά νά κερδίσωμε τά ἄνω ἀγαθά. Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ὑψώνει μαζί του τήν ἀνθρωπότητα, πού λόγῳ τῆς ἁμαρτίας της, ἦταν πεσμένη κάτω. Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί ταπεινώνει τήν αὐθάδη ἔπαρσι τῶν δαιμόνων. Ὑψοῦται ὁ Σταυρός, καί ἡ ἐναντία δύναμις τοῦ Πονηροῦ ὑποχωρεῖ καί ταπεινοῦται. Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί συναθροίζεται τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας. Ὑψώνεται ὁ Σταυρός, καί αἱ πόλεις ἑορτάζουν πανηγυρικῶς· οἱ δέ λαοί προσφέρουν χαρούμενοι τάς ἀναιμάκτους θυσίας εἰς τόν Θεόν. Διότι καί μόνη ἡ μνήμη τοῦ Σταυροῦ εἶναι ὑπόθεσις μεγάλης χαρᾶς, καί ἀποδίωξις τῆς λύπης.
Ἀλλά καί τό νά βλέπῃ κανείς τό τύπον τοῦ Σταυροῦ, πόσον μεγάλο πρᾶγμα εἶναι! Διότι ἐκεῖνος πού βλέπει τόν Σταυρόν, γεμίζει ἀνδρείαν καί διώχνει τήν δειλίαν. Τόσο μεγάλο πρᾶγμα εἶναι ὁ Σταυρός! Καί αὐτός πού τόν κάνῃ κτῆμα του, θά ἔχῃ ἀποκτήσει ἕνα θησαυρόν. Ἴσως νά νομίζετε ὅτι ὀνομάζω θησαυρό τόν χρυσόν, ἤ τά μαργαριτάρια, τούς βαρύτιμους Ἰνδικούς λίθους, διά τά ὁποῖα χαίρουν οἱ σαρκικοί ἄνθρωποι, ἀσχολούμενοι μέ τά μικρά καί ἀνάξια λόγου πράγματα. Ἐγώ ὅμως ὀνομάζω θησαυρόν –καί δικαίως- ἐκεῖνο τό ὡραιότατο καί πολύτιμο πρᾶγμα καί ὄνομα ἐπάνω στό ὁποῖο καί διά τοῦ ὁποίου, ἐπετεύχθη ὅλη ἡ ὑπόθεσις τῆς σωτηρίας μας. Διότι ἐάν δέν ὑπῆρχε ὁ Σταυρός, ὁ Χριστός δέν θά ἐσταυρώνετο. Ἐάν δέν ὑπῆρχε ὁ Σταυρός, ὁ Χριστός -ἡ ἀληθινή ζωή –δέν θά ἐκαρφώνετο ἐπάνω εἰς τό Ξύλον αὐτό· καί ἐάν δέν ἐκαρφώνετο δέν θά ἀνέβλυζον ἀπό τήν Πλευράν οἱ βρύσες τῆς ἀφθαρσίας «αἷμα καί ὕδωρ», τά ὁποῖα ἐστάθησαν καθάρσια ὅλου τοῦ κόσμου. Δέν θά ἐσχίζετο τό χειρόγραφο τῆς ἁμαρτίας· δέν θά εἴχαμε τήν πνευματική ἐλευθερία μας· οὔτε θά ἀπελαμβάναμε τό «ξύλον τῆς ζωῆς»· ὁ Παράδεισος δέν θά ἀνοιγόταν· ἡ «στρεφομένη φλογίνη ῥομφαία» δέν θά ἄφηνε ἐλεύθερη τήν εἴσοδο πρός τήν Ἐδέμ· οὔτε ὁ Λῃστής θά εἰσήρχετο εἰς τόν Παράδεισον. Συνέχεια