Ἡ εἰρήνη
OΛΟΙ ἐπιθυμοῦν τὴν εἰρήνη, ἀλλὰ δὲν γνωρίζουν πῶς νὰ τὴν ἀποκτήσουν. ῾Ο Μέγας Παΐσιος κυριεύθηκε ἀπὸ θυμὸ καὶ παρακάλεσε τὸν Κύριο νὰ τὸν ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸ πάθος αὐτό. ῾Ο Κύριος ἐμφανίστηκε σὲ αὐτὸν καὶ τοῦ εἶπε· «Παΐσιε, ἂν θέλεις νὰ μὴν ὀργίζεσαι, μὴν ἐπιθυμεῖς τίποτε, μὴν κρίνεις καὶ μὴ μισήσεις κανένα καὶ θὰ ἔχεις τὴν εἰρήνη». ῎Ετσι κάθε ἄνθρωπος ποὺ κόβει τὸ θέλημά του μπροστὰ στὸν Θεό καὶ τοὺς ἀνθρώπους, θὰ εἶναι πάντα εἰρηνικὸς στὴν ψυχή. ῞Οποιος ὅμως ἀγαπᾶ νὰ κάνει τὸ θέλημά του, αὐτὸς δὲν θὰ ἔχει εἰρήνη. Συνέχεια
Tήν Ἁγία ἡμέρα τῶν Φώτων
Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ
Ὅπου περιλαμβάνεται καὶ παρουσίασις τοῦ μυστηρίου τοῦ βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ.
Χθὲς συνεκκλησιάζοντας καὶ συνεορτάζοντας μὲ σᾶς ποὺ προεωρτάζατε τὴν ἡμέρα τῶν Φώτων σᾶς ἀνέπτυξα τὰ ἀπαραίτητα λέγοντας πρὸς τὴν ἀγάπη σας τὰ σχετικὰ μὲ τὸ βάπτισμα κατὰ Χριστόν, τὸ ὁποῖο ἀξιωθήκαμε ἐμεῖς· ὅτι δηλαδὴ εἶναι ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ καὶ ὑπόσχεσις πρὸς τὸν Θεό· πίστις μὲν καὶ ἐπίγνωσις τῆς ἐν Θεῷ ἀλήθειας, συμφωνία δὲ καὶ ὑπόσχεσις ἔργων καὶ λόγων καὶ τρόπων ἀρεστῶν στὸν Θεὸ ποὺ τελοῦνται διὰ τῶν ἱερῶν συμβόλων. Ἀλλά διδάσκοντας προσθέσαμε καὶ τοῦτο, ὅτι ἂν δὲν μετατρέψωμε σὲ ἔργο τὶς ὑποσχέσεις ἐκεῖνες, τὰ ἱερὰ ἐκεῖνα σύμβολα καὶ οἱ δι’ αὐτῶν καὶ μαζὶ μὲ αὐτά διὰ λόγου ὑποσχέσεις πρὸς τὸν Θεό, ὄχι μόνο δὲν ὠφελοῦν τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ καί δικαίως τὸν ὑποβάλλουν σὲ καταδίκη.
Ἔπειτα ἐξηγήσαμε τὴν πρὸς τοὺς ὄχλους διδασκαλία Ἰωάννη τοῦ Προφήτη καὶ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ, ἡ ὁποία διαλαμβάνει καί αὐτή περὶ τοῦ ἰδίου βαπτίσματος· διότι τό μὲν βάπτισμα εἶναι ἐπίγνωσις τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἴπαμε, ὁ δὲ πρόδρομος καὶ βαπτιστὴς τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ μᾶς ὁδηγεῖ διὰ τῆς διδασκαλίας του στὴν ἐπίγνωσι αὐτοῦ, ἀποδεικνύοντας τὸν προαιώνιο καὶ δεσπότη τοῦ παντός, κριτὴ ζωντανῶν καὶ νεκρῶν, ποὺ κατὰ τὴν ἐξουσία του τοὺς μὲν ἄξιους εἰσάγει στὶς ἀΐδιες μονές, τοὺς δὲ κατακρίτους ρίπτει στὴ γέεννα τοῦ πυρός· ἐνῶ μαρτυρεῖ ὅτι αὐτός εἶναι κύριος καί τῶν ἀγγέλων, τὸν ἑαυτό του τὸν συντάσσει στοὺς ἔσχατους δούλους. Συνέχεια
Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής καί πρόδρομος τοῦ Κυρίου
Γεωργίου Π. Πατρώνου,
1. Σκιαγράφηση τῆς προσωπικότητας τοῦ Βαπτιστῆ
Οἱ Εὐαγγελιστὲς Μᾶρκος καὶ Ἰωάννης, ἐκφραστὲς δύο διαφορετικῶν παραδόσεων, τῆς συνοπτικῆς καὶ τῆς ἰωάννειας, προτάσσουν στά Εὐαγγέλια καὶ τὶς διηγήσεις τους γιά τὴν ἱστορία τῆς ζωῆς καὶ τῆς δημόσιας δράσης τοῦ Ἰησοῦ, τή συνάντησή του μὲ τὸν Ἰωάννη τὸν Βαπτιστή (Μάρκ. 1,2-6· Ἰωάν. 1,19-23). Ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλοι δύο Εὐαγγελιστές, Ματθαῖος καὶ Λουκᾶς, ἀναφέρονται μὲ ἔμφαση στό πρόσωπο τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ καὶ τὸν τοποθετοῦν ὡς γέφυρα γιά τή μετάβαση ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία τοῦ Ἰησοῦ στή δημόσια δράση του, ὕστερα ἀπὸ τή γνωστή συνάντηση τῶν δύο ἀνδρῶν καὶ τὴν πραγματοποίηση τῆς βάπτισης στά νερὰ τοῦ Ἰορδάνη (Ματθ. 3,1-6· Λουκ. 3,1-6).
Εἶναι ἐνδεικτικό, ἐπίσης, ὅτι γιά τὴν κατανόηση τοῦ προσώπου τοῦ Ἰωάννη καὶ τή σημασία τοῦ ῥόλου του στήν ὅλη ὑπόθεση τῆς προπαρασκευῆς γιά τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία Χριστοῦ, οἱ τέσσερις Εὐαγγελιστὲς ἀναφέρουν πολλὰ στοιχεῖα ὄχι μόνο γιά τή συνάντηση Ἰησοῦ καὶ Ἰωάννη, ἀλλὰ καὶ γιά τή θαυμαστή γέννηση τοῦ δευτέρου, τὸν ἀσκητικὸ τρόπο ζωῆς του, τὸ μεσσιανικὸ κήρυγμά του, τὸ μαρτυρικὸ θάνατο καὶ τὴν ἐν γένει προσωπικότητά του. Ὁ Ἰωάννης ἦταν, πράγματι, μία ἡγετικὴ φυσιογνωμία μὲ τεράστια πνευματικὴ ἀπήχηση στούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του.
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς ὁμιλεῖ, ἀκόμη, γιά τὴν «προκαθορισμένη» μορφὴ τῆς ἀποστολῆς τοῦ Ἰωάννη «ἐκ κοιλίας μητρὸς» καὶ γιά τὰ χρόνια τῆς προετοιμασίας καὶ προπαρασκευῆς του πρὸς ἐπίτευξη αὐτοῦ τοῦ σκοποῦ, ὅπως ἀναδειχθεῖ ἕνας ἀληθινὸς «πρόδρομος» τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸν εἶχε προαναγγείλει ὁ Ἄγγελος πρὶν τή γεννήσή του, ὅτι «ἔσται μέγας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου» (Λουκ. 1,15). Ὁ ἴδιος δέ, ὅπως ὑπονοεῖται στά κείμενα, ἀπὸ μικρὸ παιδὶ εἶχε ὁδηγηθεῖ «ἐν ταῖς ἐρήμοις» καὶ ἐκεῖ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου «ηὔξανε καὶ ἐκραταιοῦτο πνεύματι» (Λουκ. 1,80). Στήν ἔρημο ὁ Ἰωάννης ἔμεινε «ἕως ἡμέρας ἀναδείξεως αὐτοῦ πρὸς τὸν Ἰσραὴλ» (Λουκ. 1,80) καὶ μετὰ ἐξῆλθε ὡς «προφήτης Ὑψίστου» στήν περιοχὴ τοῦ Ἰορδάνη, μὲ σκοπὸ νά κηρύξει μετάνοια καὶ «ἑτοιμᾶσαι ὁδοὺς Κυρίου» (Λουκ. 1,76). Θαυμάσια, ἑπομένως, γεγονότα συνόδευσαν τὸν Ἰωάννη ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς σύλληψης καὶ γεννήσής του ὡς τὴν τελευταία τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου του, ὅπως θὰ δοῦμε καὶ πιὸ κάτω. Συνέχεια
Θεοφάνεια
Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο «ΛΟΓΙΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ» Ι. Μ. ΦΟΥΝΤΟΥΛΗ
Τήν 6η Ἰανουαρίου ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας τήν μεγάλη δεσποτική ἑορτή τῶν «Θεοφανείων» ἤ «Ἐπιφανείων» ἤ «τά ἅγια Φῶτα». Τά προεόρτιά της ἄρχιζουν τήν ἑπομένη τῆς πρωτοχρονιᾶς, τήν 2α Ἰανουαρίου. Μέσα στήν προπαρασκευαστική αὐτή περίοδο εὑρίσκεται καί ἡ «Κυριακή πρό τῶν φώτων». Καί αὐτή ἐντάσσεται μέσα στή προεόρτιο λειτουργική ἑτοιμασία. Στά ἀναγνώσματα τῆς θείας λειτουργίας τῆς Κυριακῆς αὐτῆς ἀκοῦμε τήν «Ἀρχή τοῦ Εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ,Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ» ἀπό τόν πρόλογο τοῦ Κατά Μάρκον Εὐαγγελίου, πού ἀφηγεῖται τήν ἐμφάνισι τοῦ Προδρόμου στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου, τό κήρυγμά του καί τήν προφητεία του περί τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἰωάννης ἐβάπτισεν «ἐν ὕδατι», ὁ «ἰσχυρότερός» του ὅμως, πού ἔρχεται «ὀπίσω» του, θά βαπτίσῃ τόν λαό «ἐν Πνεύματι ἁγίῳ» (Μάρκ. 1, 1-8). Συνέχεια
Θεοφάνεια. Κάθοδος Ἁγίου Πνεύματος
Γεωργίου Π. Πατρώνου,
Ἡ χρονικὴ «στιγμὴ» τῆς θεοφάνειας
Οἱ Εὐαγγελιστὲς Ματθαῖος καὶ Μᾶρκος τοποθετοῦν «χρονικὰ» τὴν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀμέσως μετὰ τὴν ἔξοδο τοῦ Ἰησοῦ ἀπὸ τὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη καὶ σὲ ἄμεση σχέση μὲ τή βάπτιση. Ὁ Λουκᾶς διαφοροποιεῖται κάπως στό σημεῖο αὐτὸ καὶ τοποθετεῖ τὸ «ἀνεωχθῆναι τὸν οὐρανὸν καὶ καταβῆναι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον… ἐπ’ αὐτὸν» (Λουκ. 3, 21-22) «λίγο ἀργότερα» καὶ μετὰ τὸ πέρας τῆς βάπτισης. Βέβαια, δέν φαίνεται νά τὸ θεωρεῖ σὰν ξεχωριστὸ γεγονός, ὅπως ἰσχυρίζονται πολλοί, γιά νά τονισθεῖ δῆθεν κάποια διάρκεια μεταξὺ βαπτίσματος καὶ «χρίσματος».
Μᾶς λέει συγκεκριμένα, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀμέσως μετὰ τή βάπτιση, ἢ καὶ κατὰ τή βάπτιση ἄρχισε νά προσεύχεται, καὶ τότε ἀκριβῶς συνέβη ἡ «κάθοδος» τοῦ Πνεύματος (Λουκ. 3,21). Κατὰ τὸν Λουκᾶ, ἑπομένως, ἔχουμε τὸ μεγάλο ἀποκαλυπτικὸ γεγονὸς καὶ τὴν πρώτη θεοφάνεια τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἀμέσως μετὰ τή βάπτιση καὶ σὲ σχέση πάντοτε μὲ τή βάπτιση, καὶ μάλιστα σὲ ὥρα «προσευχῆς». Τότε ἔρχεται καὶ ἡ οὐράνια ἐπιβεβαιώση, ὅτι «οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς ὁ ἀγαπητὸς» (Ματθ. 3,17· Μάρκ. 1.11· Λουκ. 3,22) καὶ «ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάν. 1,34).
Ἡ ἐκδοχὴ γιά κάποια «διακρίση» τῶν γεγονότων στόν Λουκᾶ, θεωρεῖται ὡς ἡ πιθανότερη στούς περισσοτέρους μελετητές, ἰδιαίτερα σ’ ἐκείνους πού πιστεύουν ὅτι τὸ συγκεκριμένο γεγονὸς τῆς θεοφάνειας πρέπει νά ἔγινε ἀντιληπτὸ μόνο ἀπὸ τοὺς δύο πρωταγωνιστὲς τῆς ἱστορίας αὐτῆς, τὸν Ἰησοῦ καὶ τὸν Ἰωάννη, καὶ ὄχι ἀπὸ ὅλον τὸν παρευρισκόμενο τὴν ὥρα ἐκείνη λαό. Τὸ ὅτι καὶ ὁ Βαπτιστὴς ἀντελήφθη τὸ γεγονὸς αὐτὸ δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία. Τὸ μαρτυρεῖ ὁ ἴδιος προσωπικὰ καὶ μᾶς τὸ βεβαιώνει καὶ τὸ Δ΄ Εὐαγγέλιο: «Καὶ ἐμαρτύρησεν Ἰωάννης λέγων· ὅτι τεθέαμαι τὸ Πνεῦμα καταβαῖνον ὡς περιστερὰν ἐξ οὐρανοῦ, καὶ ἔμεινεν ἐπ’ αὐτὸν» (Ἰωάν. 1,32). Βέβαια, σχετικὰ μὲ τὸ ἂν εἶδε ὁ παρευρισκόμενος λαὸς ὅλα αὐτὰ τὰ συμβαίνοντα θαυμαστὰ γεγονότα ἢ ἂν ἔμειναν ἐντελῶς ἀμέτοχοι οἱ πιὸ πολλοί, οἱ ἀπόψεις πολλῶν συγχρόνων ἑρμηνευτῶν διίστανται. Συνέχεια
Ἑρμηνεία εἰς τόν κανόνα τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων
Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
Τροπάριον.
Τόν ρύπον ὁ σμήχων τῶν ἀνθρώπων, τούτοις καθαρθείς ἐν Ἰορδάνῃ, οἷς θελήσας ὡμοτώθη ὅ ἦν μείνας, τούς ἐν σκότει φωτίζει Κύριος· ὅτι δεδόξασται.
Ἑρμηνεία.
Ὁ Κύριος, λέγει, ὁ ὁποῖος καθαρίζει καί ἀποπλύνει τόν μολυσμόν τῆς ἁμαρτίας τῶν ἀνθρώπων, αὐτός σήμερον ἐκαθαρίσθη εἰς τόν Ἰορδάνην ποταμόν διά τοῦ Βαπτίσματος. Τίνος χάριν; Διά τούτους τούς ἀνθρώπους, μέ τούς ὁποίους θεληματικῶς ὡμοιώθη κατά φύσιν γενόμενος ἄνθρωπος, μή τραπείς κατά τήν Θεότητα, ἀλλά μείνας ἐκεῖνο ὅπου ἦτον: ἤτοι τέλειος Θεός· ὅθεν εἶπεν ὁ Θεολόγος Γρηγόριος· «Ὁ μέν γάρ (Χριστός) αὐτοκάθαρσις ἦν, καί οὐκ ἐδεῖτο καθάρσεως, ἀλλά σοί (διά σέ) καθαίρεται, ὥσπερ καί σαρκοφορεῖ, ἄσαρκος ὤν» (Λόγος εἰς τό Βάπτισμα). Οὐ μόνον δέ σμήχει ὁ Χριστός καί καθαρίζει, ἀλλά καί φωτίζει· καθαρίζει μέν γάρ, τό θεῖον προβαλλόμενος ὕσσωπον, καί ὑπέρ χιόνα λευκαίνων τούς τό θεῖον λαμβάνοντας Βάπτισμα· περί ὧν καί ὁ Δαβίδ παρεκάλει πρότερον λέγων· «Ραντιεῖς με ὑσσώπω, καί καθαρισθήσομαι· πλυνεῖς με, καί ὑπέρ χιόνα λευκανθήσομαι» (Ψαλ. ν´ 9). Ὅθεν ὁ Θεολόγος Γρηγόριος λουτρόν ὀνομάζει τό Βάπτισμα, ὡς ἔκπλυσιν (Λόγος περί Βαπτίσματος).
Φωτίζει δέ πάλιν ὁ Χριστός, διότι αὐτός κατά τόν Ἰωάννην (α´ 9) εἶναι τό φῶς τό ἀληθινόν, τό ὁποῖον φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν Κόσμον, ὄχι εἰς τόν αἰσθητόν καί ὑλικόν κόσμον, ἀλλ᾿ εἰς τόν νοητόν ἐκεῖνον τῶν ἀρετῶν· διά τοῦτο πάλιν ὁ Θεολόγος Γρηγόριος φώτισμα ὀνομάζει τό Βάπτισμα (Λόγος περί Βαπτίσματος).
Ὅρα ὅμως, ἀγαπητέ, ὅτι πρῶτον καθαρίζει ὁ Κύριος, καί δεύτερον φωτίζει· καθαρίζει γάρ πρῶτον τόν ἄνθρωπον ἀπό τά πάθη διά τῆς ἐργασίας τῶν ἐντολῶν, καί δεύτερον φωτίζει τόν κεκαθαρμένον διά τῆς ἐλλάμψεως καί τοῦ φωτισμοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί καθώς οἱ γανόνοντες τά χάλκινα ἀγγεῖα, πρῶτον καθαρίζουσιν αὐτά ἀπό τόν μολυσμόν ὅπου ἔχουσιν, ἔπειτα λαμπρύνουσιν αὐτά μέ τό γάνωμα· οὕτω καί ὁ Θεός, πρῶτον καθαρίζει τήν καρδίαν καί τόν νοῦν, καί ἔπειτα λαμπρύνει αὐτά μέ τό φῶς τῆς θείας του χάριτος. Ὥστε ὅποιος ἀγαπᾷ νά φωτισθῇ ἐκ Θεοῦ, πρῶτον πρέπει νά καθαρισθῇ ἀπό τά πάθη διά τῶν θεουργῶν ἐντολῶν «Οὗ γάρ κάθαρσις, ἐκεῖ ἔλλαμψις· (λέγει ὁ Θεολόγος Γρηγόριος Λόγος εἰς τά Φῶτα) ἄνευ γάρ τοῦ πρώτου τό δεύτερον οὐ δίδοται» εἰ δέ πρό τοῦ νά καθαρισθῇ τινάς ζητεῖ νά φωτισθῇ, μάτην καί ἀνωφελῶς κοπιάζει.
Ἀπόσπασμα ὁμιλίας εἰς τά Ἅγια Φῶτα
Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου
Μέ τήν γέννησιν λοιπόν ἔχομεν προεορτάσει τά πρέποντα καί ἐγώ ὁ ὁποῖος προεξάρχω εἰς τήν ἑορτήν καί σεῖς καί ὅλα τά ἐγκόσμια καί τά ὑπερκόσμια ὄντα. Ἔχομεν τρέξει μαζί μέ τόν ἀστέρα καί ἔχομεν προσκυνήσει μαζί μέ τούς μάγους, (Ματθ. 2, 10), ἔχομεν φωτισθῆ μαζί μέ τούς ποιμένας (Λουκ. 2, 7) καί ἔχομεν δοξάσει μαζί μέ τούς ἀγγέλους, τόν ἔχομεν δεχθῆ εἰς τάς ἀγκάλας μας μαζί μέ τόν Συμεών (Λουκ. 2, 13 ἑ). Καί τόν ἔχομεν δοξολογήσει μαζί μέ τήν ἀξιοσέβαστον καί σώφρονα ἐκείνην Ἄννα (Λουκᾶ. 2, 36 ἑ ). Καί ὀφείλεται εὐγνωμοσύνη εἰς ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἦλθε κατά τρόπον ξένον πρός τήν φύσιν του εἰς τόν ἰδικόν του τόπον, διότι ἐδόξασε τόν ξένον. Τώρα δέ πρόκειται δι᾿ ἄλλην πρᾶξιν τοῦ Χριστοῦ καί δι᾿ ἄλλο μυστήριον.
Δέν ἠμπορῶ νά συγκρατήσω τήν χαράν μου. Νιώθω νά γεμίζω ἀπό Θεόν. Λίγο ἀκόμη καί θά ἀρχίσω νά κηρύσσω τήν εὐχάριστον ἀγγελίαν, ὅπως ὁ Ἰωάννης, ἔστω καί ἄν δέν εἶμαι πρόδρομος, πάντως θά τό κάμω ἀπό τήν ἐρημίαν. Ὁ Χριστός φωτίζεται, ἄς φωτισθῶμεν μαζί του.
Ὁ Χριστός βαπτίζεται, ἄς κατέβωμεν μαζί του (εἰς τόν ποταμόν) διά νά ἀνέβωμεν καί μαζί του. Ὁ Ἰησοῦς βαπτίζεται. Θά πρέπει νά προσέξωμεν μόνον τό βάπτισμα ἤ καί ὅλα τά ἄλλα; Δηλαδή ποῖος ἦτο, ἀπό ποῖον ἐβαπτίσθη καί πότε ἐβαπτίσθη; Ὅτι ἦτο καθαρός, ὅτι ἐβαπτίσθη ἀπό τόν Ἰωάννην καί ὅτι μετά ἤρχισε τά θαύματα; Διά νά μάθωμεν τί καί διά νά διαπαιδαγωγηθῶμεν εἰς τί; Ὅτι α) πρέπει νά καθαριζώμεθα προηγουμένως, β) νά εἴμεθα ταπεινόφρονες καί γ) νά κηρύσσωμεν μόνον ὅταν εἴμεθα ὁλοκληρωμένοι κατά τήν πνευματικήν καί σωματικήν ἡλικίαν. Τό πρῶτον (πρέπει νά τό εἴπωμεν) πρός ἐκείνους οἱ ὁποῖοι σκοπεύουν νά βαπτισθοῦν, ἐνῶ δέν ἔχουν προηγουμένως προετοιμασθῆ καί ἐνῶ δέν παρέχουν ἐγγυήσεις μέ τήν συνήθειάν των νά πράττουν τό καλόν, ὅτι ἡ λύτρωσίς των θά παραμείνῃ σταθερά. Διότι ἐάν τό χάρισμα (διότι πράγματι εἶναι χάρισμα) παρέχει ἄφεσιν τῶν παρελθόντων, τότε εἶναι περισσότερον ταιριαστόν πρός τήν εὐσέβειαν τό νά μήν ξαναγυρίσωμεν εἰς ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔχομεν ἐμέσει. Τό δεύτερον ἀναφέρεται εἰς εκείνους οἱ ὁποῖοι ὑπερηφανεύονται ἔναντι τῶν ἱερέων, ἄν εἶναι κάπως ἀνώτεροι ἀπό αὐτούς. Τό τρίτον δέ πρός ἐκείνους οἱ ὁποῖοι βασίζονται εἰς τόν νεανικόν των ἐνθουσιασμόν καί νομίζουν ὅτι ἡ κάθε περίστασις εἶναι κατάλληλος διά διδασκαλίαν ἤ κατάληψιν τῆς πρωτοκαθεδρίας. Συνέχεια
Ἐπιστολή 269 Πρός τήν σύζυγον τοῦ Ἀρινθαίου γιά νά τήν παρηγορήσει γιά τό θάνατό του.
Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου
1 Ἐκεῖνο πού θά ἔπρεπε νά εἶχα κάνει γιά τήν κατάστασή σου αὐτή, θά ἦταν νά ᾽χα ᾽ρθεῖ καί νά παραβρισκόμουνα στήν περίσταση πού σέ βρῆκε, ἔτσι καί ἐγώ θά εἶχα παρηγορηθεῖ καί τό καθῆκον μου ἀπέναντι στή εὐγενιά σου θά εἶχα ξεπληρώσει. Ἐπειδή ὅμως τό σῶμα μου δέν μπορεῖ πλέον νά μετακινηθεῖ μακριά, κατέφυγα στή γραπτή ἐπικοινωνία, γιά νά μή φανῶ ὅτι εἶμαι τελείως ἀδιάφορος πρός τά συμβάντα.
Ποιός δέν ἐστέναξε διά τόν ἄνδρα ἐκεῖνο; Καί ποιός ἔχει τόσο λίθινη καρδιά, ὥστε νά μή χύσει γιά αὐτόν θερμά δάκρυα; Ἐμένα βάρυνε περισσότερο ἡ ψυχή μου καί πόνεσα καθώς θυμήθηκα τήν ἰδιαίτερη τιμή πού δέχτηκα ἀπό αὐτόν τόν ἄνθρωπο καί τήν προστασία πού ἔχει μέ χίλιους δυό τρόπους προσφέρει στήν Ἐκκλησία. Ἀλλ᾽ ὅμως σκέφθηκα ὅτι, ἀφοῦ εἶναι καί αὐτός ἄνθρωπος καί ξεπλήρωσε τά καθήκοντα πού εἶχε σ᾽ αὐτή τή ζωή τόν πῆρε πίσω πάλι τήν κατάλληλη ὥρα, ὁ προνοητής Θεός, πού κατευθύνει τή ζωή μας.
Αὐτά εἶναι πού παρακαλῶ τή φρόνησή σου νά θυμᾶται, ὥστε νά διατηρήσει τή γαλήνη της καί, κατά τό δυνατόν, νά βαστάσει μέ ψυχραιμία τή συμφορά. Βεβαίως ὁ χρόνος εἶναι ἱκανός νά μαλάξει τήν καρδιά σου καί νά ἐπιτρέψει τήν ἐπικράτηση τῆς λογικῆς. Ἀλλ᾽ ἡ ὑπερβολική ἀγάπη σου πρός τόν ἄνδρα σου, καί ἡ πρός ὅλους καλωσύνη σου ἄλλωστε, μᾶς βάζει στήν ὑποψία μήπως παραδοθεῖς στήν ἀπελπισία, ἀφοῦ λόγω τῆς λεπτότητος τῶν συναισθημάτων σου δέχθηκες τόσο βαθιά πληγή τῆς λύπης. Συνέχεια
Ἐπιστολή 6: Πρός τήν σύζυγον τοῦ Νεκταρίου γιά νά τήν παρηγορήσει γιά τό θάνατο τοῦ παιδιοῦ της.
Ἁγίου Βασιλείου τοῦ Μεγάλου
1. Ἐσκόπευα νά σιωπήσω ἀπέναντι τῆς κοσμιότητός σου μέ τήν σκέψη ὅτι, μέ τήν ψυχή συμβαίνει ὅτι καί μέ ἕνα μάτι πού πάσχει ἀπό φλεγμονή. Αὐτό, δηλαδή τό μάτι καί τό πιό ἁπαλό πράγμα νά τό ἐγγίσει ἐρεθίζεται. Ἔτσι αἰσθάνεται καί ἡ ψυχή πού ἔχει τραυματιστεῖ ἀπό βαριά θλίψη, ὅταν πάει κανείς νά τῆς μιλήσει. Γιατί τά λόγια ὅσο καί ἄν εἶναι παρηγορητικά ὅταν λέγονται τήν ὥρα πού ἡ ψυχή πάσχει καί ἀγωνιᾶ, τίς φαίνονται πολύ ἐνοχλητικά. Ἐπειδή ὅμως σκέφθηκα ὅτι τώρα ἔχω νά κάνω μέ Χριστιανή ἐκπαιδευμένη στά θεῖα ἀπό πολύ καιρό καί πεπειραμένη στά ἀνθρώπινα, ἐνόμισα ὅτι δέν θά ἦταν σωστό νά παραλείψω τό καθῆκον μου.
Γνωρίζω ποιά εἶναι τά σπλάγχνα τῶν μητέρων καί ἰδιαίτερα ὅταν θυμηθῶ τούς δικούς σου καλούς καί ἥμερους τρόπους πρός ὅλους, λογαριάζω πόσο μεγάλος πρέπει νά εἶναι ὁ πόνος γιά τή συμφορά πού σ᾽ ἔχει βρεῖ τώρα. Ἔχασες γιό, τόν ὁποῖο, ὅσον ζοῦσε, μακάριζαν ὅλες οἱ μητέρες καί εὔχονταν τέτοιοι νά εἶναι καί οἱ δικοί τους γιοί. Καί ὅταν πέθανε, ἔκλαψαν σάν νά εἶχε θάψει κάθε μία τόν δικό της. Ὁ θάνατος ἐκείνου ὑπῆρξε πλῆγμα στίς δύο πατρίδες (ἐννοεῖ καί τοῦ πατέρα καί τῆς μητέρας του), τήν δική μας καί τήν χώρα τῶν Κιλίκων. Μ᾽ ἐκεῖνον μαζί ἔπεσε καί τό μέγα καί ἔνδοξον γένος (σημ: Ἴσως τό πεθαμένο παιδί νά ἦταν μονάκριβο. Ἔτσι μέ τό θάνατό του ξεκληριζόταν ἡ γενιά τους), κατέρρευσε σάν νά μετακινήθηκε ἡ βάση του. Ὤ συναπάντημα πονηροῦ δαίμονος! Πόσο τρομερό κακό κατώρθωσες νά προκαλέσεις! Ὤ γῆ, πού ἀναγκάστηκες νά ὑποφέρεις ἕνα τέτοιο πάθος! Καί ὁ ἥλιος ἀσφαλῶς θά ἔφριττε, ἄν εἶχε αἴσθηση μπροστά σ᾽ ἐκεῖνο τό σκυθρωπό θέαμα. Καί τί μπορεῖ νά πεῖ κανείς ἄξιο νά ἐκφράζει ὅσα τοῦ ὑπαγορεύει ἡ ἀπελπισία τῆς ψυχῆς. Συνέχεια
Οἱ κυριότερες ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου
Τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
1. Κάθε χριστιανός ὀφείλει ν᾽ ἀγαπᾶ τό Θεό. Ὀφείλεις ν᾽ ἀγαπᾶς τόν Κύριο καί Θεό σου μ᾽ ὅλη σου τήν καρδιά καί μ᾽ ὅλη σου τήν ψυχή καί μ᾽ ὅλο σου τό νοῦ. Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη καί μεγάλη ἐντολή (Ματθ. 22, 37).
Ἄν μ᾽ ἀγαπᾶτε, τηρῆστε τίς ἐντολές μου (Ἰω. 14, 15).
Ὅποιος ἐγκολπώθηκε τίς ἐντολές μου καί τίς ἐκτελεῖ, ἐκεῖνος εἶναι πού μ᾽ ἀγαπᾶ. Καί ὅποιος ἀγαπᾶ ἐμένα, θ᾽ ἀγαπηθεῖ ἀπό τόν Πατέρα μου καί θά τόν ἀγαπήσω κι ἐγώ καί θά φανερώσω μέσα του μυστικά τόν ἑαυτό μου (Ἰω. 14, 21).
Ὅποιος δέν μ᾽ ἀγαπᾶ, δέν τηρεῖ τίς ἐντολές μου (Ἰω. 14, 24).
Ἀγαπᾶτε τό Χριστό, ἄν καί δέν τόν ἔχετε γνωρίσει (Α΄ Πέτρ. 1, 8).
Ὅποιος ἀγαπᾶ τόν Πατέρα, ἀγαπᾶ καί τόν Υἱό, πού γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα (Α′ Ἰω. 5, 1).
2. Κάθε χριστιανός ὀφείλει ν᾽ ἀγαπᾶ τόν ἀδελφό του (τόν συνάνθρωπό του).
Δεύτερη ἐντολή, ὅμοια μέ τήν πρώτη, εἶναι τό ν᾽ ἀγαπήσεις τόν συνάνθρωπό σου ὅπως ἀγαπᾶς τόν ἑαυτό σου (Ματθ. 22, 39).
Σᾶς δίνω μιά νέα ἐντολή: Ν᾽ ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Ὅπως σᾶς ἀγάπησα ἐγώ, ἔτσι ν᾽ ἀγαπᾶτε κι ἐσεῖς ὁ ἕνας τόν ἄλλον (Ἰω. 13, 34). Συνέχεια
Ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ: Διδαχή Α’
«Εἰς ἥν δ’ ἄν πόλιν εἰσέλθετε λέγετε εἰρήνη τῇ πόλει ταύτῃ», λέγει ὁ Κύριος εἰς τό ἅγιον καί ἱερόν Εὐαγγέλιον.
Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός καί Θεός, ἀδελφοί μου, ὁ γλυ κύτατος αὐθέντης καί δεσπότης, ὁ ποιητής τῶν ἀγγέλων καί πάσης νοητῆς καί αἰσθητῆς κτίσεως, παρακινούμενος ὁ Κύριος ἀπό τήν εὐσπλαγχνίαν του, ἀπό τήν πολλήν του ἀγαθότητα, ἀπό τήν πολλήν ἀγάπην ὁπού ἔχει εἰς τό γένος μας, σιμά εἰς τά ἄπειρα χαρίσματα ὁπού μᾶς ἐχάρισε καί μᾶς χαρίζει καθ’ ἑκάστην ἡμέραν καί ὥραν καί στιγμήν ἐκαταδέχθη καί ἔγινε καί τέλειος ἄνθρωπος ἐκ Πνεύματος ἁγίου καί ἀπό τά καθαρώτατα αἵματα τῆς Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας, διά νά μᾶς ἐκβάλη ἀπό τάς χεῖρας τοῦ Διαβόλου, νά μᾶς κάμη υἱούς καί κληρονόμους τῆς βασιλείας του, νά χαιρώμασθε πάντοτε εἰς τόν Παράδεισον μαζί μέ τούς ἀγγέλους καί νά μήν καιώμασθε εἰς τήν Κόλασιν μαζί μέ τούς ἀσεβεῖς καί τούς διαβόλους. Καί καθώς ἕνας ἄρχοντας ἔχει ἀμπέλια καί χωράφια καί βάνει ἐργάτας, ἔτσι καί ὁ Κύριος ὡσάν ἕνα ἀμπέλι ἔχει ὅλον τόν Κόσμον καί ἐπῆρε δώδεκα Ἀποστόλους καί τούς ἔδωκε τήν χάριν του καί τήν εὐλογίαν του καί τούς ἔστειλεν εἰς ὅλον τόν κόσμον νά δι- δάξουν τούς ἀνθρώπους πώς, ἀνίσως καί θέλουν νά ζήσουν καί ἐδῶ καλά, εἰρηνικά, ἠγαπημένα καί μετά ταῦτα νά πηγαίνουν εἰς τόν Παράδεισον νά χαίρωνται πάντοτε, νά μετανοοῦν, νά πιστεύουν καί νά βαπτίζωνται εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί νά ἔχουνε τήν ἀγάπην εἰς τόν Θεόν καί εἰς τούς ἀδελφούς τους. Καί εἰς ὅποιαν χώραν πηγαίνουν οἱ Ἀπόστολοι καί τούς δέχωνται οἱ ἄνθρωποι, τούς ἐπαρήγγειλεν ὁ Κύριος νά εὐλογοῦσι τήν χώραν ἐκείνην, εἰς ὅποιαν χώραν πάλιν πηγαίνουν καί δέν τούς δέχονται, τούς ἐπαρήγγειλεν ὁ Κύριος νά τινάζουν καί τά τσαρούχια τους καί νά φεύγουν. Συνέχεια
Εἰσαγωγὴ στὴ «Μυσταγωγία» τοῦ Ἁγ.Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ
Πρωτ. Δημήτριος Στανιλοάε
Στὸ «Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν», ὁ ἅγιος Μάξιμος ἐξηγεῖ μὲ μιὰ ὑψηλὴ φιλοσοφικὴ καὶ θεολογικὴ σκέψη, μιὰ μεγάλη σειρὰ ἀπὸ ὀντολογικὰ προβλήματα. Παρουσιάζοντας τὸ θεῖο σχέδιο ποὺ δημιούργησε τὰ πάντα, γιὰ νὰ κινηθοῦν πρὸς τὴν τελείωσή τους μέσα στὸ Θεό, ἑρμηνεύει τὶς πιὸ βασικὲς ἀπόψεις τῆς πραγματικότητας. Σ’ αὐτὸ τὸ ἔργο ὁ ἅγιος Μάξιμος ἐξηγεῖ κυρίως τοὺς θεολογικοὺς ὅρους καὶ τὸν ὀντολογικὸ χαρακτῆρα τῆς κίνησης τῶν πάντων πρὸς τὸ Θεό, μὲ τὴν ἀνάπτυξη τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἀλλὰ οὔτε αὐτοὶ οἱ ὅροι, οὔτε ἡ πνευματικὴ ζωὴ παρουσιάστηκαν στὸ «Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν» σὰ σύνολο συστηματικό.
Στὰ «Κεφάλαια Σ’ περὶ Θεολογίας καὶ τῆς Ἐνσάρκου Οἰκονομίας τὸν Υἱοῦ Θεοῦ» ὁ ἅγιος Μάξιμος ἐκθέτει ἕνα ἀρκετὸ μέρος τοῦ ὑλικοῦ, ποὺ περιέχεται στὸ «Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν», μὲ τὴ μορφὴ σύντομων ἀφορισμῶν. Ἀλλὰ οὔτε σ’ αὐτὸ τὸ ἔργο παρουσιάζεται τὸ ὑλικὸ σὲ πραγματικὴ καὶ λογικὴ συνέχεια.
Μιὰ μεγαλύτερη προσπάθεια νὰ παρουσιαστῆ ἡ πνευματικὴ ζωή, οἰκοδομημένη πάνω στὶς θεολογικὲς προϋποθέσεις, ποὺ ἐξηγοῦνται στὸ «Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν», γίνεται ἀπὸ τὸν ἅγιο Μάξιμο στὸ ἔργο του «Εἰς τὴν Προσευχὴν τοῦ Πάτερ Ἡμῶν»’ πρὸς ἕνα φιλόχριστον Ἑρμηνεία Σύντομος», ἀλλὰ πιὸ πολὺ στὸ «Πρὸς Θαλάσσιον». Ἰδιαίτερα στὸ τελευταῖο τοῦτο ἔργο, ὁ ἅγιος Μάξιμος παρουσιάζει τὴ χριστιανικὴ πνευματικὴ ζωὴ σὰν ἕνα σύνολο ποὺ ὑψώνεται διαδοχικὰ ὥς τὴν τελειοποίησή του μέσα στὴν ἕνωση μὲ τὸ Θεό. Ὅπως στὸ «Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν» καὶ στὰ «Κεφάλαια Σ’ περὶ Θεολογίας καὶ τῆς Ἐνσάρκου Οἰκονομίας», ὁ ἅγιος Μάξιμος βλέπει καὶ στὸ «Πρὸς Θαλάσσιον» αὐτὴ τὴν κίνηση σὰν φαινόμενο ἀτομικῆς ζωῆς καὶ σὰν οἰκουμενικὴ δυναμικὴ κίνηση, ποὺ ὁδηγεῖ ὅλο τὸν κόσμο σὲ ἕνωση μὲ τὸ Θεό. Στὴ «Μυσταγωγία» ὁ ἅγιος Μάξιμος ἐκθέτει συστηματικὰ αὐτὴ τὴν ἴδια ἐξύψωση τοῦ ἀτόμου καὶ τοῦ κόσμου πρὸς τὸ Θεό. Ὅμως σ’ αὐτὸ τὸ μικρὸ ἔργο, περιγράφει τὴν ἐξύψωση μὲ πολὺ πιὸ περιληπτικὸ καὶ συγκεντρωμένο τρόπο. Συνέχεια
Συστάσεις τοῦ νοῦ πρός τήν ψυχή
A.-. Ἄκουσε λογική ψυχή μου, ἐσύ πού γνωρίζεις τά βαθύτερα σημεῖα τοῦ εἶναι μου. Ἄκουσέ με, γιατί θέλω νά σοῦ μιλήσω, γιά κάποιο θέμα μυστικό καί (κοινοῦ ἐνδιαφέροντος) μά πού ἀπασχολεῖ γενικώτερα τούς ἀνθρώπους. Αὐτό πού κατάλαβα εἶναι ὅτι δέν θά καθαριστεῖς τελικά ἀπό τά πάθη ἀλλά, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, λίγο θά ἀνακουφιστεῖς.
Ξέρω καλά ψυχή μου, ὅτι καί ἐγώ καί ἐσύ κινούμαστε «παρά φύσιν». Ξέρω ὅτι εἴμαστε πλανεμένοι ἀπό τήν ἄγνοια καί γι᾿ αὐτό κατηγοροῦμε τούς ἄλλους γιά τίς ἁμαρτίες μας, λέγοντας ὅτι ἡ κακία βρίσκεται ἔξω καί μακριά ἀπό ἐμᾶς. Ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς πλάνης μας, τή μιά τά ρίχνουμε στόν Ἀδάμ ἄλλοτε μᾶς φταίει ὁ σατανᾶς καί ἄλλοτε θεωροῦμε ὑπεύθυνους γιά ὅ,τι κακό μᾶς συμβαίνει τούς ἀνθρώπους. Κι ἐνῶ νομίζουμε ὅτι κάνοντας αὐτό, πολεμᾶμε ἄλλους, πολεμᾶμε τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας. Καί ἐνῶ νομίζουμε ὅτι ὁ ἕνας μας ὑπερασπίζει τήν ἄλλη καί εἶναι φίλος μας, τήν ἄλλη ὥρα, στήν καθημερινότητα γινόμαστε ἐχθροί μεταξύ μας. Καί ἐνῶ νομίζουμε ὅτι εὐεργετοῦμε τούς ἑαυτούς μας, τούς βασανίζουμε, φορτώνοντας πάνω μας δικαιώματα, κόπους καί ντροπές πού σέ τίποτε δέν θά μᾶς ὠφελήσουν.
Ἔχουμε τήν ἐντύπωση ὅτι ἀγαποῦμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ἀλλά στήν πραγματικότητα μισοῦμε καί ἀποφεύγουμε τίς αἰτίες πού μᾶς προκαλοῦν νά τίς ἐφαρμόσουμε. Κατάλαβα λοιπόν πολύ καλά ὅτι δέν ἑλκόμαστε ἄδικα καί ἀναγκαστικά ἀπό κάποια ἄλλη ἐξουσία ἔξω ἀπό ἐμᾶς, οὔτε πρός τό καλό, οὔτε πρός τό κακό. Συνέχεια
Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου: Ὁμιλία β΄
῾Ο βασιλιάς τοῦ σκότους πού μπῆκε μέσα στήν ψυχή, αὐτός ὁ πονηρός ἄρχοντας, ἀφοῦ αἰχμαλώτισε τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν ἀρχή, τήν κάλυψε καί τήν ἔνωσε μέ τή σκοτεινή του δύναμη. Συνέβη τότε πως γίνεται ταν θέλουν νά κάνουν κάποιον βασιλιά. Τόν ντύνουν βασιλικά ροῦχα, τοῦ φοροῦν ἀπό τό κεφάλι μέχρι τά νύχια βασιλικά ροῦχα. ῎Ετσι ἔντυσε κι ὁ διάβολος τήν ψυχή καί ὁλόκληρη τήν ὑπόστασή της μέ τήν ἁμαρτία. ῎Ετσι τή μόλυνε ὁλόκληρη καί ὁλόκληρη τήν αἰχμαλώτισε στό βασίλειό του. Δέν ἄφησε οὔτε ἕνα μέρος τῆς ψυχῆς πού νά μή τό κάνει δικό του, οὔτε τούς λογισμούς, οὔτε τό νοῦ, οὔτε τό σῶμα, ἀλλά τήν ἔντυσε μέ τήν στολή τοῦ βασιλείου τοῦ σκότους. Διότι, πως στό σῶμα ταν ἀσθενήσει δέν ὑποφέρει μόνο ἕνα μέρος ἤ ἕνα μέλος του, ἀλλ᾿ ὑποφέρει ὅλος ὁ ἄνθρωπος, ἔτσι καί ἡ ψυχή ὁλόκληρη ἀρρώστησε καί πάσχει ἀπό τά πάθη τῆς κακίας καί τῆς ἁμαρτίας. ῎Εντυσε λοιπόν μέ τήν κακία του, δηλαδή μέ τήν ἁμαρτία ὁ πονηρός ὁλόκληρη τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι τό βασικό μέλος καί μέρος τοῦ ἀνθρώπου, καί ἔτσι ἔγινε τό σῶμα παθητό καί φθαρτό. Διότι ὅταν ὁ ἀπόστολος λέει· “ἀποβάλετε καί πετάξτε ἀπό πάνω σας τόν παλαιό ἄνθρωπο” (῎Εφεσ. 4,22) ἐννοεῖ ὁλόκληρο τόν ἄνθρωπο, καί τά μάτια μέ ἄλλα μάτια, τό κεφάλι μέ ἄλλο κεφάλι, τά αὐτιά μέ ἄλλα αὐτιά, τά χέρια μέ ἄλλα χέρια, τά πόδια μέ ἄλλα πόδια. Διότι ὁλόκληρο τόν ἄνθρωπο, σῶμα καί ψυχή, τόν μόλυνε καί τόν ἔκανε κομάτια ὁ πονηρός.
῾Ολόκληρο τόν ἄνθρωπο τόν ἔντυσε μέ τήν ἁμαρτία καί τόν ἔκανε παλαιό καί βδελυρό ἄνθρωπο, ἀκάθαρτο καί θεομάχο, ἀνυπότακτο στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιά νά μή μπορεῖ νά βλέπει πλέον ὁ ἄνθρωπος ὅπως θέλει, ἀλλά νά βλέπει πονηρά, καί νά ἀκούει πονηρά, καί τά πόδια του νά τρέχουν γιά νά κάνουν τό κακό, καί τά χέρια του νά δουλεύουν στήν παρανομία, καί ἡ ψυχή του νά λογίζεται πονηρά. Συνέχεια
Συμβουλὲς γιά τὸ ἦθος τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν ἐναρέτη ζωὴ
1. Οἱ ἄνθρωποι λέγονται λογικοὶ καταχρηστικά. Δέν εἶναι λογικοὶ ἐκεῖνοι πού ἔμαθαν τοὺς λόγους καὶ τὰ βιβλία τῶν ἀρχαίων σοφῶν, ἀλλὰ ὅσοι ἔχουν λογικὴ ψυχὴ καὶ μποροῦν νά διακρίνουν ποιό εἶναι τὸ καλὸ καὶ ποιό εἶναι τὸ κακό. Καὶ ἔτσι ἀποφεύγουν τὰ κακὰ καὶ ψυχοβλαβῆ, μελετοῦν ὅμως σοβαρὰ τὰ καλὰ καὶ ψυχωφελῆ καὶ τὰ πράττουν μὲ μεγάλη εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεό. Μόνο αὐτοὶ πρέπει ἀληθινὰ νά λέγονται λογικοὶ ἄνθρωποι.
2. Ὁ ἀληθινὰ λογικὸς ἄνθρωπος μία μόνο φροντίδα ἔχει, νά ὑπακούει καὶ νά εἶναι ἀρεστὸς στόν Θεό, τὸν Κύριο τῶν ὅλων, καὶ σὲ τοῦτο καὶ μόνο νά ἀσκεῖ τὴν ψυχὴ του, πῶς νά γίνει ἀρεστὸς στόν Θεό, εὐχαριστώντας Τον -ὅποια κι ἂν εἶναι ἡ θέση του στή ζωή- γιά τὴν μεγάλη καὶ ἐξαιρετικὴ πρόνοιά Του καὶ τὴν κυβέρνηση ὅλου τοῦ κόσμου. Γιατὶ εἶναι παράλογο, τό νά εὐχαριστοῦμε τοὺς γιατροὺς ὅταν μᾶς δίνουν τὰ πικρὰ καὶ ἀηδιαστικὰ φάρμακα γιά χάρη τῆς ὑγείας τοῦ σώματός μας, νά εἴμαστε ὅμως ἀχάριστοι στόν Θεὸ γιά ὅσα φαίνονται σ’ ἐμᾶς δυσάρεστα καὶ νά μὴν ἀναγνωρίζουμε ὅτι τὰ πάντα γίνονται ὅπως πρέπει καὶ πρὸς τὸ συμφέρον μας σύμφωνα μὲ τὴν πρόνοιά Του. Γιατὶ ἡ ἀναγνώριση αὐτὴ καὶ ἡ πίστη στόν Θεὸ εἶναι ἡ σωτηρία καὶ ἡ τελειότητα τῆς ψυχῆς. Συνέχεια
Κεφάλαια Περί Αγάπης
1. Ἡ ἀγάπη εἶναι μιά ἀγαθή διάθεση τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία τήν κάνει νά μήν προτιμᾶ κανένα ἀπό τά ὄντα περισσότερο ἀπό τή γνώση τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὅμως ἀδύνατο νά φτάσει ν᾿ ἀποκτήσει σταθερά αὐτή τήν ἀγάπη ὅποιος ἔχει κάποια ἐμπαθῆ κλίση σέ κάτι ἀπό τά γήινα.
2. Τήν ἀγάπη τή γεννᾶ ἡ ἀπάθεια·τήν ἀπάθεια τή γεννᾶ ἡ ἐλπίδα στόν Θεό· τήν ἐλπίδα, ἡ ὑπομονή καί ἡ μακροθυμία. Αὐτές τίς γεννᾶ ἡ καθολική ἐγκράτεια· τήν ἐγκράτεια, ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. τό φόβο τοῦ Θεοῦ τόν γεννᾶ ἡ πίστη.
3. Ἐκεῖνος πού πιστεύει στόν Κύριο, φοβᾶται τήν κόλαση. Κι ἐκεῖνος πού φοβᾶται τήν κόλαση, ἐγκρατεύεται ἀπό τά πάθη. Ἐκεῖνος πού ἐγκρατεύεται ἀπό τά πάθη, ὑπομένει ὅσα τόν θλίβουν.
Ἐκεῖνος πού ὑπομένει ὅσα τόν θλίβουν, θά ἀποκτήσει τήν ἐλπίδα στόν Θεό. Ἡ ἐλπίδα στόν Θεό ἀπομακρύνει τό νοῦ ἀπό κάθε ἐμπαθή κλίση πρός τά γήινα. Καί ὅταν χωριστεῖ ἀπό αὐτή ὁ νοῦς, θά ἀποκτήσει τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό.
4. Ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ τόν Θεό, πάνω ἀπό ὅλα τά κτίσματά Του προτιμᾶ τή γνώση Του κι ἀδιάλειπτα μέ πόθο τήν προσμένει.
5. Ἄν ὅλα τά ὄντα ἔγιναν ἀπό τόν Θεό καί γιά τόν Θεό, καί ὁ Θεός εἶναι καλύτερος ἀπό τά δημιουργήματά Του, ἐκεῖνος πού ἐγκαταλείπει τόν Θεό καί στρέφεται στά χειρότερα, φανερώνεται ὅτι προτιμᾶ περισσότερο τά δημιουργήματα ἀπό τόν Θεό.
6. Ἐκεῖνος πού ἔχει προσηλωμένο τό νοῦ του στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, καταφρονεῖ ὅλα τά ὁρατά, καί τό σῶμα του ἀκόμη, σάν νά εἶναι ξένο. Συνέχεια
Λόγος περὶ τοῦ ἀββᾶ Φιλήμονος
Ἔλεγαν γιὰ τὸν ἀββᾶ Φιλήμονα τὸν ἀναχωρητή, ὅτι κλείστηκε σὲ μιά σπηλιὰ κοντὰ στὴ Λαύρα ποὺ λεγόταν τῶν Ῥωμίων, καὶ ἐκεῖ διεξήγαγε τὰ παλαίσματα τῆς ἀσκήσεως, ἐπαναλαμβάνοντας διαρκῶς στὴ διάνοιά του ἐκεῖνο πού, ὅπως λένε, ἀπηύθυνε στὸν ἑαυτὸ του ὁ μέγας Ἀρσένιος: «Φιλήμων, μὴν ξεχνᾶς γιὰ ποιὸ λόγο ἔφυγες ἀπὸ τὸν κόσμο». Ὑπέμενε λοιπὸν στὴ σπηλιὰ ἀρκετὸ καιρὸ καὶ ἐργαζόταν τὴν καλαθοπλεκτική.
Τὰ ζεμπίλια πού ἔραβε, τὰ ἔδινε στὸν οἰκονόμο του γιὰ νὰ παίρνει λιγοστὸ ψωμί, ἐπειδὴ δὲν ἔτρωγε τίποτε ἄλλο παρὰ ψωμὶ καὶ ἁλάτι, κι αὐτὸ ὄχι κάθε μέρα. Ὡς ἐκ τούτου δὲν φρόντιζε διόλου γιὰ τή σάρκα του, ἀλλὰ ἀσχολούμενος πάντοτε μὲ τὴ θεωρία, λουζόταν ἀπὸ τὸ θεϊκὸ φωτισμὸ καὶ, καθὼς ἀπὸ αὐτὸν γευόταν ἀνέκφραστα μυστήρια, ζοῦσε σὲ διαρκῆ εὐφροσύνη.
Πηγαίνοντας στὴν ἐκκλησία κάθε Σάββατο καὶ Κυριακή, περπατοῦσε μόνος καὶ συγκεντρωμένος στὸν ἑαυτὸ του, μὴν ἐπιτρέποντας σὲ κανένα νὰ τὸν πλησιάσει, γιὰ νὰ μὴν ξεφύγει ὁ νοῦς του ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ἐργασία. Μέσα στὴν ἐκκλησία στεκόταν σὲ μία γωνία μὲ τὸ πρόσωπο προσηλωμένο στὴ γῆ καὶ ἔχυνε πηγὲς δακρύων, ἔχοντας ἀδιάλειπτο τὸ πένθος καὶ τὴ μνήμη τοῦ θανάτου, κατὰ τὸ παράδειγμα τῶν ἁγίων Πατέρων καὶ μάλιστα τοῦ μεγάλου Ἀρσενίου, πάνω στὰ ἀχνάρια τοῦ ὁποίου φρόντιζε νὰ βαδίζει.
Ὅταν ἐμφανίστηκε αἵρεση στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ στά περίχωρα, ἔφυγε καὶ πῆγε στὴ Λαύρα ποὺ εἶναι κοντὰ στὴ Λαύρα τοῦ Νικάνορος. Ἐκεῖ τὸν δέχτηκε ὁ θεοφιλέστατος Παυλίνος•τοῦ παραχώρησε ἰδιαίτερο κελί, ὅπου τὸν ἐγκατέστησε μὲ κάθε ἡσυχία. Ἐπὶ ἕνα χρόνο δὲν ἐπέτρεψε σὲ κανένα νὰ τὸν συναντήσει, ἀλλ’ οὔτε καὶ αὐτὸς τὸν ἐνόχλησε καθόλου, παρὰ μόνο ὅταν τοῦ ἔδινε τὸ ἀπαραίτητο ψωμί. Συνέχεια
Περί μετανοίας
Ἀπόσπασμα ἀπό τήν Α’ Ὁμιλία
Ἦταν δυό ἀδέλφια·τά ὁποῖα, ἀφοῦ μοιράστηκαν ἀναμεταξύ τους τήν πατρική περιουσία, ὁ ἕνας ἔμεινε στό σπίτι, ἐνῶ ὁ ἄλλος ἔφυγε σέ μακρινή χώρα. ‘Εκεῖ, ἀφοῦ κατέφαγε ὅλα ὅσα τοῦ δόθηκαν, δυστύχησε καί ὑπέφερε μή ὑπομένοντας τή ντροπή ἀπό τή φτώχεια. (Λουκᾶ 15: 11 κ.ἑ.) Αὐτή τήν παραβολή θέλησα νά σᾶς τήν πῶ, γιά νά μάθετε, ὅτι ὑπάρχει ἄφεση ἁμαρτημάτων καί μετά τό Βάπτισμα, ἐάν εἴμαστε προσεκτικοί. Καί τό λέγω αὐτό ὄχι γιά νά σᾶς κάνω ἀδιάφορους, ἀλλά γιά νά σᾶς ἀπομακρύνω ἀπό τήν ἀπόγνωση. Γιατί ἡ ἀπόγνωση μᾶς προξενεῖ χειρότερα κακά καί ἀπό τή ραθυμία.
Αὐτός λοιπόν ὁ υἱός ἀποτελεῖ τήν εἰκόνα ἐκείνων πού ἁμάρτησαν μετά τό Βάπτισμα. Καί ὅτι φανερώνει ἐκείνους πού ἁμάρτησαν μετά τό Βάπτισμα, ἀποδεικνύεται ἀπό τό ὅτι ὀνομάζεται υἱός. Γιατί κανένας δέν μπορεῖ νά ὀνομασθεῖ υἱός χωρίς τό Βάπτισμα. Ἐπίσης διέμενε στήν πατρική οἰκία καί μοιράστηκε ὅλα τά πατρικά ἀγαθά, ἐνῶ πρίν ἀπό τό Βάπτισμα δέν μπορεῖ κανείς νά λάβει τήν πατρική περιουσία, οὔτε νά δεχθεῖ κληρονομία. Ὥστε μ᾽ ὅλα αὐτά μᾶς ὑπαινίσσεται τό σύνολο τῶν πιστῶν. Ἐπίσης ἦταν ἀδελφός ἐκείνου πού εἶχε προκόψει. Ἀδελφός ὅμως δέν θά μποροῦσε νά γίνει χωρίς τήν πνευματική ἀναγέννηση. Αὐτός λοιπόν, ἀφοῦ ἔπεσε στή χειρότερη μορφή κακίας, τί λέγει: «Θά ἐπιστρέψω στόν πατέρα μου» (Λουκᾶ 15:18). Συνέχεια
Γιά τό πνεῦμα τῆς Ὑπερηφάνειας
Κεφάλαιο 1· ῾Η ὄγδοη μάχη μας δίνεται ἐναντίον τοῦ πνεύματος τῆς ὑπερηφάνειας· ποιά εἶναι τά γνωρίσματά του.
῾Ο ὄγδοος καί τελευταῖος ἀγώνας μας εἶναι ἐναντίον τοῦ πνεύματος τῆς ὑπερηφάνειας. Τό πάθος αὐτό, ἄν καί εἶναι τό τελευταῖο ἀπό τά ὀκτώ βασικότερα πάθη, ἐντούτοις κατά τήν προέλευση καί ἀρχαιότητά του καταλαμβάνει τήν πρώτη θέση. ῾Η ὑπερηφάνεια εἶναι ἀνήμερο θηρίο καί τό φοβερότερο ἀπό ὅλα τά ἄλλα, γιά τά ὁποῖα ἔχουμε ἤδη μιλήσει. Αὐτό ἐπιτίθεται κυρίως στούς προχωρημένους στήν ἀρετή καί γίνεται διπλάσια βίαιο πρός ἐκείνους πού ἔχουν σχεδόν ἐγγίσει τήν τελειότητα.
Κεφάλαιο 2· ῾Υπάρχουν δύο εἴδη ὑπερηφάνειας.
῾Υπάρχουν δύο εἴδη ὑπερηφάνειας. Τό ἕνα εἶδος χτυπᾶ, ὅπως ἔχουμε ἤδη πεῖ, τούς προχωρημένους πνευματικά μοναχούς, καί τό ἄλλο ἐπιτίθεται ἐναντίον τῶν ἀρχαρίων καί τῶν φιλόυλων μοναχῶν. ῎Αν καί στίς δύο περιπτώσεις ἡ ψυχή ἐπαναστατεῖ, μέ ἐπικίνδυνη ἔξαρση καί παραφορά, ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί ταυτόχρονα ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων, ἐντούτοις τό πρῶτο εἶδος ὑπερηφάνειας στρέφεται περισσότερο ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ τό δεύτερο περισσότερο ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων. Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, στό τέλος αὐτοῦ τοῦ κεφαλαίου, θά πραγματευθοῦμε, ὅσο μᾶς εἶναι δυνατόν, τήν προέλευση καί τή θεραπεία αὐτοῦ τοῦ δεύτερου εἴδους ὑπερηφάνειας. Πρῶτα ὅμως θά πρέπει νά μιλήσουμε μέ συντομία γιά τό πρῶτο εἶδος, τό ὁποῖο, ὅπως ἔχουμε ἤδη πεῖ, πλήττει κυρίως τούς τέλειους μοναχούς. Συνέχεια
Δάσκαλος, ὁ μπαλωματής καί ὁ οὐρανός
Χρόνια κράτησε ὁ διωγμός τῶν χριστιανῶν. Ποτάμια χύθηκε τό τίμιο αἷμα τῶν Μαρτύρων. Κι ἦρθε κάποια στιγμή πού ἡ εἰδωλολατρική μανία τοῦ αὐτοκράτορα κορέστηκε, ἀφοῦ εἶχε πιά τελειωθεῖ μαρτυρικά καί ὁ ἅγιος Ἐπίσκοπός της Ἀλεξάνδρειας, ὁ Πέτρος.
— Δέν μέ ἔκρινε ἄξιο ὁ Κύριος νά μαρτυρήσω γιά τήν πίστη, δίπλα στούς ἀδελφούς μου, σκεπτόταν ὁ Ἀντώνιος. Θά πορευτῶ λοιπόν στή βαθιά ἔρημο γιά νά δώσω τήν τελική μάχη μέ τόν πονηρό μονολόγησε ἀποφασιστικά καί κάτι σάν κρυμμένη ὑπερηφάνεια πῆγε νά σκιάσει τῆς ἀπόφασης τοῦ τούτης τή χάρη. Σάν νά ’νιωσε κείνη τήν ὥρα ὁ ἀσκητής πώς ξεχωρίζει ὁ ἐρημίτης ἀπό τούς πολλούς σάν νά ἦταν ἡ παλαίστρα τῆς ἐρήμου ἀνώτερη μορφή χριστιανικῆς ζωῆς.
Τόν πείραξε τοῦτος ὁ λογισμός, σάν ἀγκαθιῶν κάρφωμα βαθύ κι ὅρμησε τούτη ἡ σκέψη νά τοῦ πνίξει ὅλα τά λουλούδια πού ἡ μαρτυρική του προαίρεση εἶχε συλλέξει ὅλα τά χρόνια τοῦ διωγμοῦ. Ἔμπειρος ὅμως πιά ἀγωνιστής γρήγορα κατανόησε πώς εἶχε πάλι νά κάνει μέ παγίδα τοῦ ἀντίδικου. Γι’ αὐτό ἔπεσε σέ βαθιά προσευχή.
— Κύριε, φανέρωσέ μου, ἄν μέσα στήν πόλη μέ τούς θορύβους της μπορεῖ νά φτάσει ὁ πιστός τά μέτρα τά πνευματικά πού κατακτάει στή βαθιά ἔρημο ὁ ἀσκητής… Συνέχεια