Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Καρέα https://www.imaik.gr/?p=338 Export date: Fri Dec 1 19:48:06 2023 / +0000 GMT |
Γιά τό πνεῦμα τῆς Ὑπερηφάνειας
῾Ο ὄγδοος καί τελευταῖος ἀγώνας μας εἶναι ἐναντίον τοῦ πνεύματος τῆς ὑπερηφάνειας. Τό πάθος αὐτό, ἄν καί εἶναι τό τελευταῖο ἀπό τά ὀκτώ βασικότερα πάθη, ἐντούτοις κατά τήν προέλευση καί ἀρχαιότητά του καταλαμβάνει τήν πρώτη θέση. ῾Η ὑπερηφάνεια εἶναι ἀνήμερο θηρίο καί τό φοβερότερο ἀπό ὅλα τά ἄλλα, γιά τά ὁποῖα ἔχουμε ἤδη μιλήσει. Αὐτό ἐπιτίθεται κυρίως στούς προχωρημένους στήν ἀρετή καί γίνεται διπλάσια βίαιο πρός ἐκείνους πού ἔχουν σχεδόν ἐγγίσει τήν τελειότητα. Κεφάλαιο 2· ῾Υπάρχουν δύο εἴδη ὑπερηφάνειας. ῾Υπάρχουν δύο εἴδη ὑπερηφάνειας. Τό ἕνα εἶδος χτυπᾶ, ὅπως ἔχουμε ἤδη πεῖ, τούς προχωρημένους πνευματικά μοναχούς, καί τό ἄλλο ἐπιτίθεται ἐναντίον τῶν ἀρχαρίων καί τῶν φιλόυλων μοναχῶν. ῎Αν καί στίς δύο περιπτώσεις ἡ ψυχή ἐπαναστατεῖ, μέ ἐπικίνδυνη ἔξαρση καί παραφορά, ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί ταυτόχρονα ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων, ἐντούτοις τό πρῶτο εἶδος ὑπερηφάνειας στρέφεται περισσότερο ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ τό δεύτερο περισσότερο ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων. Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, στό τέλος αὐτοῦ τοῦ κεφαλαίου, θά πραγματευθοῦμε, ὅσο μᾶς εἶναι δυνατόν, τήν προέλευση καί τή θεραπεία αὐτοῦ τοῦ δεύτερου εἴδους ὑπερηφάνειας. Πρῶτα ὅμως θά πρέπει νά μιλήσουμε μέ συντομία γιά τό πρῶτο εἶδος, τό ὁποῖο, ὅπως ἔχουμε ἤδη πεῖ, πλήττει κυρίως τούς τέλειους μοναχούς. Κεφάλαιο 3· Τό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας καταστρέφει ὅλες τίς ἀρετές. Δέν ὑπάρχει ἄλλο πάθος πού νά ἀμαυρώνει ὅλες τίς ἀρετές καί νά ἀπογυμνώνει ἐντελῶς τόν ἄνθρωπο ἀπό κάθε πνευματική καρποφορία, ὅσο ἡ ὑπερηφάνεια. ῾Η ὑπερηφάνεια εἶναι σάν μιά λοιμώδη καί μεταδοτική ἀρρώστια. Αὐτή δέν περιορίζεται στό νά μολύνει ἕνα μόνο μέλος τοῦ σώματος, ἀλλά προκαλεῖ τή φθορά ὅλου τοῦ σώματος καί παρασύρει σέ ὁλοκληρωτική καταστροφή αὐτούς πού ἔχουν ἤδη φθάσει στήν κορυφή τῆς ἀρετῆς. Τό καθένα ἀπό τά ἄλλα πάθη περιορίζεται στό νά πετύχει τόν ἰδιαίτερο στόχο του καί, παρόλο πού ἀλλοιώνει ταυτόχρονα καί τίς ἄλλες ἀρετές, ἐντούτοις στοχεύει κυρίως σέ μιά ἀρετή, στήν ὁποία ἐπιτίθεται σκληρά καί τήν ὁποία πλήττει ἰδιαίτερα. Κεφάλαιο 4· ῾Ο ῾Εωσφόρος, ἐξαιτίας τῆς ὑπερηφάνειας, ἀπό ἀρχάγγελος πού ἦταν, ἔγινε διάβολος. Μποροῦμε νά κατανοήσουμε τή δύναμη αὐτῆς τῆς τόσο βαριᾶς τυραννίας ἀπό τό παράδειγμα τοῦ ᾿Αγγέλου πού λόγω τῆς ἐξαιρετικῆς ὀμορφιᾶς του ὀνομαζόταν ῾Εωσφόρος. ῾Ο ῾Εωσφόρος κατακρημνίστηκε ἀπό τόν Οὐρανό ἀποκλειστικά καί μόνο, ἐξαιτίας τοῦ πάθους τῆς ὑπερηφάνειας. Αὐτός πληγώθηκε ἀπό τά βέλη τῆς ὑπερηφάνειας καί ἐκδιώχθηκε ἀπό τή μακαριότητα καί τήν ἐξαίρετη ὀμορφιά τῆς κατοικίας τῶν ᾿Αγγέλων καί ἔτσι γκρεμίστηκε στά βάθη τῆς κολάσεως. Μιά τόσο ἐνάρετη καί τέτοιας δύναμης πνευματική ὕπαρξη δέν μπόρεσε νά σταθεῖ καί νά κρατήσει τήν ἀκεραιότητά της, ἀλλά κατέπεσε ἀπό τόν Οὐρανό, ἐξαιτίας μιᾶς καί μόνο πράξης ὑπερηφάνειας. Τό μέγεθος λοιπόν αὐτῆς τῆς πτώσης μᾶς δείχνει καί τή σοβαρότητα τοῦ πάθους καί μᾶς διδάσκει μέ πόση νήψη καί προσοχή πρέπει νά πορευόμαστε στή ζωή, ἐμεῖς πού φέρουμε αὐτή τήν εὔθραστη καί εὐάλωτη σάρκα. Κεφάλαιο 5· ῾Η ὑπερηφάνεια ὑποκινεῖ τόν ἄνθρωποσέ κάθε εἶδος ἁμαρτίας. Αὐτή εἶναι ἡ αἰτία τῆς πρώτης πτώσης, ἡ ρίζα τῆς πρωταρχικῆς ἀσθένειας. ᾿Από τόν ῾Εωσφόρο πού προσβλήθηκε πρῶτος ἀπ᾿ αὐτή, μεταδόθηκε ὁ μολυσμός στόν πρῶτο ἄνθρωπο καί γέννησε μέσα σ᾿ αὐτόν τήν ἀπαρχή καί τά χαρακτηριστικά ὅλων τῶν ἄλλων παθῶν. Πράγματι, ἐνῶ ὁ ῾Εωσφόρος πίστευε ὅτι μποροῦσε νά σφετεριστεῖ τή δόξα τοῦ Θεοῦ μέ τή δύναμη τῆς ἐλευθερίας του καί μέ τήν προσωπική του ἱκανότητα, ἔχασε τελικά καί ὅ,τι εἶχε λάβει ὡς δωρεά ἀπό τόν Δημιουργό. Κεφάλαιο 6· Τό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας, ἄν καί ἀναφέρεται ὡς τελευταία κατά σειρά βαθμίδα στήν κλίμακα τῶν παθῶν, ἐντούτοις ὡς πρός τήν προέλευσή του εἶναι χρονικά τό πρῶτο. ῾Η ῾Αγία Γραφή λέει ὅτι ἡ ὑπερηφάνεια, ἄν καί εἶναι τό τελευταῖο κατά σειρά μεταξύ τῶν παθῶν, ἐντούτοις εἶναι ἐκεῖνο πού γεννήθηκε πρῶτο ἀπ᾿ ὅλα. Εἶναι δηλαδή ἡ βάση καί ἡ πρωταρχική αἰτία ὅλων τῶν ἄλλων παθῶν. ῾Η ὑπερηφάνεια ὄχι μόνο ἐμποδίζει, ὅπως κάνουν τά ἄλλα πάθη, τήν ἀρετή πού εἶναι ἀντίθετη μ᾿ αὐτό, δηλαδή τήν ταπείνωση, ἀλλά καταστρέφει ταυτόχρονα ὅλες τίς ἀρετές. Οὔτε προσβάλλει μόνο τούς μέτριους καί τούς ἀδύνατους, ἀλλά ἐπιτίθεται κυρίως ἐναντίον ἐκείνων πού ἔχουν τή μεγαλύτερη δύναμη. ῾Ο Προφήτης ᾿Αββακούμ ἀναφέρεται σ᾿ αὐτό τό πνεῦμα τῆς ὑπερηφάνειας καί λέει· «῾Η τροφή του εἶναι γευστική καί πλούσια» (᾿Αββ. 1, 16). Γι᾿ αὐτό ὁ προφήτης Δαυίδ, ἄν καί προφύλασσε τήν καρδιά του, μέ μεγάλη προσοχή καί ἐπιμέλεια, ἐντούτοις τόλμησε νά ἀπευθυνθεῖ πρός ᾿Εκεῖνον πού γνώριζε τά μυστικά τῆς συνειδήσεώς του καί νά πεῖ· «Κύριε, δέν ὑπερηφανεύθηκα μέ τό νοῦ μου, οὔτε σήκωσα ψηλά τά μάτια μέ ἀλαζονεία, οὔτε ἐπιδίωξα ἀπό φιλοδοξία μεγάλα πράγματα πάνω ἀπό τήν ἀξία μου, γιά νά προκαλέσω τό θαυμασμό. ᾿Αλλά, ἀντίθετα, ἔζησα μέ φρόνημα ταπεινό...» (Ψαλμ. 130, 1-2). Καί ἀλλοῦ πάλι λέει· «Μέσα στόν οἶκο μου δέν θά παραμείνει κανείς ἐγωιστής καί ὑπερήφανος» (Ψαλμ. 100, 7). ῾Ο μακάριος Δαυίδ ὡστόσο γνώριζε πόσο δύσκολη εἶναι αὐτή ἡ ἐπαγρύπνηση, ἀκόμα καί γιά τούς τέλειους, καί δέν τολμοῦσε νά στηριχθεῖ μόνο στή δική του προσπάθεια καί ἐπιμέλεια. Ζητοῦσε μέ θέρμη στήν προσευχή του τή βοήθεια τοῦ Κυρίου, ὥστε νά μπορέσει νά ξεφύγει ἀλώβητος ἀπό τά πλήγματα αὐτοῦ τοῦ ἐχθροῦ καί ἔλεγε· «Κύριε, ἄς μήν ἔλθει ἐναντίον μου ὁ ὑπερήφανος καί μέ καταπατήσει» (Ψαλμ. 35, 12). Τόν διακατεῖχε ἔντονος φόβος, μήπως συμβεῖ καί σ᾿ αὐτόν ἐκεῖνο πού ἔχει εἰπωθεῖ γιά ὅλους τούς ὑπερήφανους καί πού λέει· «῾Ο Θεός ἀντιτάσσεται στούς ὑπερήφανους» (᾿Ιακ. 4, 6). ῎Η τό ἄλλο πού λέει· «Βρομερός εἶναι ἐνώπιον τοῦ Κυρίου ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος» (Παροιμ. 16, 5). Κεφάλαιο 7· Τόσο δυνατό εἶναι τό πνεῦμα τῆς ὑπερηφάνειας, ὥστε μόνο ὁ Θεός μπορεῖ νά τοῦ ἀντιταχθεῖ. Πόσο μεγάλο κακό εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια, ὥστε νά φθάνει νά ἔχει ὡς ἀντίπαλο ὄχι ἕναν ἄγγελο, οὔτε ἄλλες ἀντίθετες μέ αὐτήν ἀρετές, ἀλλά τόν ῎Ιδιο τόν Θεό! Γιατί πρέπει νά ὑπογραμμίσουμε ὅτι ποτέ δέν ἔχει εἰπωθεῖ γι᾿ αὐτούς πού ἔχουν κυριευθεῖ ἀπό τά ἄλλα πάθη, ὅτι τούς ἀντιτάσσεται ὁ ῎Ιδιος ὁ Κύριος. Δέν ἔχει δηλαδή εἰπωθεῖ ὅτι ὁ Κύριος ἀντιτάσσεται στούς γαστρίμαργους, στούς πόρνους, στούς θυμώδεις ἤ στούς φιλάργυρους, ἀλλά αὐτό λέγεται γιά τούς ὑπερήφανους· «῾Ο Θεός», λέει, «ἀντιτάσσεται στούς ὑπερήφανους» (᾿Ιακ. 4, 6). Αὐτά τά πάθη δέν στρέφονται ἐναντίον κάποιου ἄλλου ἀνθρώπου, ἀλλά καταστρέφουν μόνο αὐτόν πού τά ἐνεργεῖ ἤ τούς συνεργάτες του. ῾Η ὑπερηφάνεια ὅμως στρέφεται ἐναντίον τοῦ ῎Ιδιου τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτό εἶναι ἑπόμενο νά ἔχει ᾿Εκεῖνον ἀποκλειστικά ὡς ἀντίπαλο. Κεφάλαιο 8· ῾Ο Θεός κατήργησε τήν ὑπερηφάνεια τοῦ διαβόλου μέ τήν ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης. ῾Αγιογραφικά χωρία πού ἀναφέρονται σ᾿ αὐτό τό θέμα. ῾Ο Δημιουργός καί ᾿Ιατρός τοῦ σύμπαντος, ἐπειδή γνωρίζει ὅτι ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ αἰτία τῶν πιό σοβαρῶν ἀσθενειῶν, φρόντισε νά τίς θεραπεύει μέ τά φάρμακα πού ἔχουν ἀντίθετη μ᾿ αὐτή ἐνέργεια καί δράση, μέ τά «ἐνάντια τοῖς ἐναντίοις ἰάματα», (Παλλαδίου Λαυσαϊκή ῾Ιστορία · Ρ. ὒ. 34, 1091, 6). ῎Ετσι, γιά παράδειγμα, ἐκεῖνος πού ἔχει πέσει ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, νά μπορεῖ νά σηκωθεῖ μέ τήν ταπείνωση. Κεφάλαιο 9· Πῶς θά μπορέσουμε νά νικήσουμε τήν ὑπερηφάνεια. Θά μπορέσουμε νά ξεφύγουμε ἀπό αὐτή τήν παγίδα τοῦ Πονηροῦ καί Παγκάκιστου δαίμονα ἄν, γιά κάθε μιά ἀπό αὐτές τίς ἀρετές, στίς ὁποῖες ἔχουμε τήν ἐντύπωση ὅτι ἔχουμε σημειώσει πρόοδο, μαζί μέ τόν ᾿Απόστολο, λέμε· «Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ εἶμαι ἐκεῖνο πού εἶμαι... δέν κοπίασα ἐγώ, ἀλλά ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ πού εἶναι μαζί μου μέ ἐνίσχυε» (Α´ Κορ. 15, 10) καί «ὁ Θεός εἶναι ἐκεῖνος πού ἐργάζεται μέσα σας καί τό νά θέλετε καί τό νά ἐνεργεῖτε σύμφωνα μέ τήν ἀγαθή του θέληση» (Φιλ. 2, 13). ῾Ο ῎Ιδιος ὁ δημιουργός τῆς σωτηρίας μας ἐπίσης λέει· «᾿Εκεῖνος πού μένει ἑνωμένος μ᾿ ἐμένα καί ἐγώ μ᾿ ἐκεῖνον, αὐτός θά φέρει πολύ καρπό, γιατί χωρίς ἐμένα δέν μπορεῖτε νά κάνετε τίποτε» (᾿Ιωάν. 15, 5). ῾Ο δέ Ψαλμωδός λέει· «᾿Εάν δέν θελήσει ὁ Κύριος νά κτίσει τήν οἰκία, μάταια κοπιάζουν οἱ οἰκοδόμοι· ἄν ὁ Κύριος δέν περιφρουρήσει τήν πόλη, μάταια ἀγρυπνοῦν οἱ φύλακες. ῎Αν ὁ Κύριος δέν σᾶς προστατεύει, μάταια ξυπνᾶτε νωρίς τό πρωί γιά τήν ἐργασία σας» (Ψαλμ. 126, 1-2). Γιατί «τό ἔργο δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τή θέληση ἤ ἀπό τήν προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἀπό τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. 9, 16). Κεφάλαιο 10· Δέν μποροῦμε νά γίνουμε τέλειοι καί νά φθάσουμε στή μακαριότητα μέ τίς δικές μας δυνάμεις. Πράγματι, κανένας ἄνθρωπος, ὅσο μεγάλο ζῆλο ἤ πόθο κι ἄν αὐτός διαθέτει, δέν μπορεῖ –ἐνόσω τουλάχιστον αὐτός βρίσκεται ἀκόμα στό σῶμα, τό ὁποῖο εἶναι ἀντίπαλος τοῦ πνεύματος– νά ἔχει θέληση ἱκανή νά τόν ὁδηγήσει στήν τόσο ὑψηλή κορυφή τῆς τελειότητας καί νά λάβει τό βραβεῖο τῆς καθαρότητας. Γιά νά ἀξιωθεῖ αὐτός νά φθάσει μέ μεγάλο κόπο σ᾿ αὐτό πού ἐπιθυμεῖ καί πρός τό ὁποῖο τρέχει, θά πρέπει νά ἔχει σκέπη καί συνεργό του τή Χάρη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Γιατί «κάθε ἀγαθή προσφορά στόν ἄνθρωπο καί κάθε τέλειο δῶρο εἶναι ἐκ τοῦ οὐρανοῦ, καί κατεβαίνει ἀπό τόν Θεό, ἀπό τόν πατέρα τῶν φώτων» (᾿Ιάκ. 1, 17). «Ποιό χάρισμα», λέει, «ἔχεις πού δέν τό πῆρες ἀπό τόν Θεό; ῞Ολα ἀπό τόν Θεό τά ἔχεις. Γιατί λοιπόν, καυχιέσαι σάν νά μήν τά ἔχεις πάρει;»; (Α´ Κορ. 4, 7). Κεφάλαιο 11· ῾Η περίπτωση τοῦ Ληστῆ, τοῦ προφήτη Δαυίδ, ἀλλά καί τῆς κλήσης τοῦ κάθε ἀνθρώπου, δείχνουν ξεκάθαρα ὅτι ἡ σωτηρία μας εἶναι ἔργο τῆς Θείας Χάρης. ῎Αν, γιά παράδειγμα, φέρουμε στό νοῦ μας, ἐκεῖνον τό Ληστή, ὁ ὁποῖος μέ μιά μόνο ὁμολογία μπῆκε στόν Παράδεισο (Λουκ. 23, 40 κ.ἑ.), θά καταλάβουμε ὅτι δέν εἶναι ὁ τρόπος τῆς ζωῆς του αὐτός πού τοῦ ἐξασφάλισε αὐτή τήν τόσο μεγάλη μακαριότητα, ἀλλά ὅτι αὐτή τοῦ παραχωρήθηκε ὡς δωρεά τοῦ οἰκτίρμονος καί ἐλεήμονος Θεοῦ. ῎Αν ἀναλογισθοῦμε ἐπίσης, τά δύο τόσο σοβαρά παραπτώματα τοῦ βασιλιᾶ Δαυίδ, πού σβήστηκαν μέ ἕνα μόνο λόγο μετάνοιας, θά δοῦμε ὅτι, καί σ᾿ αὐτή τήν περίπτωση, ἡ ἀξία τῶν κόπων του δέν ἰσοδυναμοῦσε μέ τήν ἀπολαβή τῆς συγχώρησης τῶν ἁμαρτιῶν του, ἀλλά ὅτι καί σ᾿ αὐτόν ἐπάνω ξεχύθηκε πλούσια ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ Θεία Χάρη, τήν ῾Οποία ὁ Δαυίδ ἔλαβε, λόγω τῆς βαθιάς μετάνοιας καί συντριβῆς του, ἐξαφάνισε τό μεγάλο ὄγκο τῶν ἁμαρτιῶν του, μέ τήν εἰλικρινή ὁμολογία μιᾶς μόνο λέξης μετάνοιας, «ἁμάρτησα» (Β´ Βασ. 12, 13). Κεφάλαιο 12· Οἱ κόποι τῆς παρούσας ζωῆς δέν εἶναι ἄξιοι νά συγκριθοῦν μέ τή μέλλουσα μακαριότητα, τήν ὁποία μᾶς ὑπόσχεται ὁ Θεός. Πράγματι, ἡ διάρκεια αὐτῆς τῆς ζωῆς ἐκμηδενίζεται, ἄν τή συγκρίνει κανείς μέ τήν αἰώνια καί ἀτελείωτη μελλοντική δόξα. Καί ὅλοι οἱ κόποι καί οἱ ὀδύνες ἁπαλύνονται, σβήνουν σάν καπνός καί σκορπίζονται σάν στάχτη, μπροστά στή θεωρία αὐτῆς τῆς ἄπειρης μακαριότητας. Κεφάλαιο 13· Ποιά εἶναι ἡ διδασκαλία τῶν Γερόντων γιά τήν ἀπόκτηση τῆς καθαρότητας. ῏Ηρθε λοιπόν ἡ ὥρα νά σᾶς ἀναφέρω τή θεολογική τοποθέτηση καί τό συμπερασματικό λόγο τῶν ἁγίων Πατέρων. Γιατί οἱ Πατέρες δέν περιέγραψαν μόνο μέ ὡραῖα λόγια τό δρόμο πρός τήν τελείωση καί τήν ποιότητά της, ἀλλά, ἐπειδή εἶχαν φθάσει οἱ ἴδιοι βιωματικά σ᾿ αὐτή τήν κατάσταση, τή δίδαξαν καί τή μετέδωσαν, κατά τό μέτρο τῆς ἐμπειρίας τους, ἀφήνοντας ἔτσι στούς νεότερους παραδείγματα ζωντανά καί ἀληθινά. Οἱ Πατέρες λοιπόν λένε ὅτι κανείς δέν μπορεῖ νά καθαρισθεῖ τελείως ἀπό τά πάθη του, ἄν δέν ἔχει κατανοήσει ὅτι ὅλος ὁ κόπος καί ὅλες οἱ προσπάθειές του δέν ἀρκοῦν γιά τήν ἐπίτευξη μιᾶς τόσο μεγάλης τελειότητας. Καί, ἐπιπλέον, ἄν δέν ἀναγνωρίσει, ὄχι τόσο ἀπό τή διδασκαλία τῶν ἄλλων, ὅσο ἀπό τή δική του ἐσωτερική αἴσθηση καί ἀπό τή δύναμη τῆς προσωπικῆς του ἐμπειρίας, ὅτι δέν θά μπορέσει νά ἐγγίσει ποτέ τήν τελειότητα μέ τίς δικές του δυνάμεις. ῎Αν ὅμως αὐτό τό ἐπιζητεῖ ἀληθινά, ἀσφαλῶς θά τοῦ χαρισθεῖ ὡς δωρεά τοῦ Θείου ἐλέους. Γιατί αὐτό δέν εἶναι κάτι ἁπλό καί συνηθισμένο, ἀλλά πρόκειται γιά τήν ὑψίστη κατάσταση τῆς λαμπρῆς κορυφῆς τῆς καθαρότητας καί τῆς ἀκεραιότητας. ῞Οσος ὅμως κι ἄν εἶναι ὁ κόπος πού καταβάλλει κανείς μέ νηστεῖες, ἀγρυπνίες, μελέτη τῶν Θείων Γραφῶν, παραμονή στήν ἔρημο καί ἀποταγή τοῦ κόσμου, δέν εἶναι ἀρκετός γιά νά τοῦ ἐξασφαλίσει τήν ἀπόκτηση αὐτοῦ τοῦ στεφάνου. ᾿Αληθινά, δέν μπορεῖ ποτέ ὁ προσωπικός κόπος ἤ ἡ ἀνθρώπινη ἐπιμέλεια νά ἀντισταθμίσει ἤ νά ἀναπληρώσει τή Θεία Δωρεά, τήν ὁποία παραχωρεῖ μόνο τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ σ᾿ αὐτόν πού πράγματι τό ἐπιθυμεῖ καί σέ ὅποιον ἀγωνίζεται φιλότιμα. Κεφάλαιο 14· ῾Η βοήθεια τοῦ Θεοῦ δίνεται σ᾿ αὐτούς πού κοπιάζουν. Μ᾿ αὐτό πού λέω δέν θέλω νά ἀπαξιώσω τίς ἀνθρώπινες προσπάθειες, οὔτε καί νά ἀποτρέψω κανέναν ἀπό τό νά εἶναι προσεκτικός καί ἐπίμονος στόν ἀσκητικό του ἀγώνα. ᾿Αλλά τό κάνω μόνο καί μόνο γιά νά πῶ ξεκάθαρα –καί αὐτό δέν εἶναι δικά μου λόγια, ἀλλά ἡ ὁμόφωνη γνώμη τῶν Γερόντων– ὅτι· ῎Αν καί, γιά τήν κατάκτηση τῆς τελειότητας εἶναι πολύ βοηθητικά αὐτά τά ἀνθρώπινα μέσα καί οἱ ἀσκητικές πρακτικές, ἐντούτοις κανείς δέν θά μποροῦσε μόνο μέ τήν ἄσκηση νά τήν πραγματώσει στήν πληρότητά της, χωρίς τή συνέργεια τῆς Χάρης. ῞Οπως λέμε ξεκάθαρα ὅτι οἱ ἀνθρώπινες προσπάθειες ἀπό μόνες τους, χωρίς τή βοήθεια τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀναποτελεσματικές καί δέν ἐπαρκοῦν γιά τήν ἐπίτευξη τῆς τελειότητας, κατά τόν ἴδιο τρόπο δηλώνουμε ἀπερίφραστα ὅτι ἡ εὐσπλαχνία καί ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ δέν ἐνεργοῦν ἀνεξάρτητα ἀπό τή βούληση καί ἀπό τίς ἀσκητικές καταθέσεις τοῦ ἀνθρώπου. Καί γιά νά χρησιμοποιήσουμε τό λόγο τοῦ ᾿Αποστόλου πού λέει «τό ἔργο τῆς σωτηρίας μας δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τή θέληση ἤ ἀπό τήν προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου» (Ρωμ. 9, 16), λέμε κι ἐμεῖς ξεκάθαρα ὅτι ἡ τελειότητα παραχωρεῖται σ᾿ αὐτούς πού τήν ποθοῦν καί πού ἀγωνίζονται μέ ζῆλο καί φιλότιμο, γιά νά τήν ἀποκτήσουν. Γιατί ὁ Κύριος, μέ τό στόμα τοῦ Ψαλμωδοῦ, λέει· «῎Εδωσα τή βοήθειά μου σέ δυνατό ἄνθρωπο, τόν ἀνέδειξα ἐκλεκτό μεταξύ τοῦ λαοῦ μου» (Ψαλμ. 88, 20). Κεφάλαιο 15· ᾿Από ποιούς διδασκόμαστε τήν ὁδό τῆς τελειότητας. ῾Επομένως, ἄν θέλουμε πραγματικά νά φθάσουμε στήν τελειότητα τῆς ἀρετῆς, πρέπει νά ὑπακούσουμε σ᾿ αὐτούς τούς πνευματικούς δασκάλους καί ὁδηγούς, οἱ ὁποῖοι, ἀντί νά κάνουν «διαλογισμούς ματαίους» καί ἄκαρπες συζητήσεις, ἔχουν βιώσει αὐτή τήν κατάσταση καί μποροῦν νά τή διδάξουν καί σέ μᾶς καί νά μᾶς καθοδηγήσουν πρός αὐτήν ἀπό τό πιό ἀσφαλές μονοπάτι. Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅμως ὅτι αὐτοί οἱ Πατέρες δήλωναν ξεκάθαρα ὅτι ἔφθασαν σ᾿ αὐτό τό ὕψος, περισσότερο μέ τήν πίστη τους, παρά μέ τήν ἀξία τῶν ἔργων καί τῶν κόπων τους. Καί ὅτι, ὅταν αὐτοί ἀπέκτησαν αὐτή τήν ποθητή καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, συνειδητοποίησαν καί ὁμολόγησαν ὅτι ἡ ἁμαρτία δέν θά τούς ἐπέτρεπε νά φθάσουν σ᾿ αὐτή τήν κορυφή, ἀλλά θά τούς εἶχε ἀσφαλῶς ἀποδυναμώσει. Κι αὐτό, γιατί ἔβλεπαν πώς ἡ συντριβή γιά τά σφάλματά τους αὐξανόταν καθημερινά, ἀνάλογα μέ τήν πρόοδό τους στήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς. ῎Εκτοτε, ἀναστέναζαν συνεχῶς ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς τους, νιώθοντας ὅτι δέν θά μπορέσουν ποτέ μέ μόνη τή θέληση καί τήν ἄσκησή τους, νά ἀποφύγουν τά στίγματα καί τίς κηλίδες τῶν ἁμαρτιῶν, τά σημάδια τῶν ὁποίων διέκριναν βαθιά ριζωμένα, μέσα στούς πολυσχιδεῖς καί μάταιους λογισμούς τους. Γι᾿ αὐτό προσδοκοῦσαν ὅτι θά ἀξιώνονταν νά ἀπολαύσουν τήν αἰώνια ζωή, ὄχι λόγω τῆς ἀξίας τῶν ἔργων τους, ἀλλά χάρη στήν εὐσπλαχνία τοῦ Κυρίου. Οὔτε ἐπίσης ἀπέδιδαν στή δική τους προσπάθεια καί ἀγωνιστικότητα τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, ἀλλά τή θεωροῦσαν ὡς ἰδιαίτερη δωρεά τῆς Θείας Χάρης. Γι᾿ αὐτό ποτέ δέν ὑπερηφανεύονταν, συγκρίνοντας τή δική τους κατάσταση μέ τήν ἀμέλεια τῶν κατωτέρων τους ἤ τῶν χλιαρῶν καί πνευματικά ἀδύνατων ἀδελφῶν τους. ᾿Αλλά, παρατηρώντας μᾶλλον αὐτούς, τούς ὁποίους γνώριζαν ὅτι ὑπῆρξαν πράγματι ἄμεμπτοι καί ὅτι ἀπολάμβαναν ἤδη στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν τήν αἰώνια μακαριότητα, ἀγωνίζονταν φιλότιμα, λειτουργώντας συνεχῶς καί περισσότερο τή μετάνοια καί τήν ταπείνωση. ῎Ετσι, μ᾿ αὐτή τή θεώρηση, ἀπέφευγαν τόν ὄλεθρο πού φέρνει ἡ ὑπερηφάνεια, ἐνῶ ταυτόχρονα δέν ἔχαναν οὔτε στιγμή ἀπό τά μάτια τους τό στόχο τους. Γιατί αὐτοί οἱ ἅγιοι Πατέρες μας γνώριζαν, γιά ποιά πράγματα πρέπει νά κοπιάζουν καί νά θλίβονται. Εἶχαν ἐπιπλέον πλήρη συνείδηση τοῦ ὅτι τό φορτίο τῆς σάρκας τούς ἐμπόδιζε νά φθάσουν σ᾿ αὐτή τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, πού τόσο ἔμπονα ποθοῦσαν καί ἀναζητοῦσαν. Κεφάλαιο 16· Χωρίς τό ἔλεος καί τήν ἔμπνευση ἀπό τόν Θεό, δέν μποροῦμε νά κάνουμε οὔτε κάν τήν προσπάθεια, ὥστε νά ἀρχίσουμε τόν ἀγώνα γιά τήν τελειότητα. ῎Ας ἀκολουθήσουμε λοιπόν τήν παράδοση καί τή διδασκαλία τῶν Πατέρων καί ἄς ἀναζητήσουμε τήν τελειότητα μέ τήν ἄσκηση, μέ νηστεῖες, ἀγρυπνίες καί προσευχές, ἐπιδιώκοντας παράλληλα τή συντριβή τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος. Αὐτά ὅλα ὅμως μέ πολλή διάκριση, γιά νά μήν καταστρέψουμε τούς καρπούς ὅλων αὐτῶν τῶν ἀγώνων μας μέ τό μολυσμό τῆς ὑπερηφάνειας. Γιατί δέν ἀρκεῖ νά πιστεύουμε ὅτι δέν μποροῦμε νά ἀποκτήσουμε τήν ἀληθινή τελειότητα μέ τή δική μας ἱκανότητα καί μέ τό δικό μας κόπο, ἀλλά θά πρέπει ἐπίσης νά γνωρίζουμε ὅτι δέν θά μπορέσουμε νά λειτουργήσουμε αὐτές τίς ἀσκητικές μεθόδους, χωρίς τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ῾Οποία μᾶς ἐμπνέει, μᾶς καθοδηγεῖ καί μᾶς διορθώνει. Χωρίς δηλαδή αὐτή τή Δωρεά, τήν ῾Οποία ἐκχέει μακρόθυμα στίς καρδιές μας, ὅταν ᾿Εκεῖνος εὐδοκεῖ νά μᾶς τή χορηγήσει, εἴτε μέ τήν ἐπίσκεψη κάποιου πνευματικοῦ ἀδελφοῦ, εἴτε μέ τή δική Του παρουσία. Κεφάλαιο 17· ῾Αγιογραφικά χωρία πού μᾶς δείχνουν ὅτι δέν μποροῦμε νά κάνουμε τίποτα γιά τή σωτηρία μας, χωρίς τή συνέργεια τῆς Θείας Χάρης. Εἴθε ὁ Πρωτουργός καί ᾿Εγγυητής τῆς σωτηρίας μας νά μᾶς φωτίσει νά καταλάβουμε ὅτι σέ κάθε βῆμα τῆς ζωῆς μας, θά πρέπει, ὄχι μόνο νά γνωρίζουμε, ἀλλά καί νά βιώνουμε αὐτό πού ἐννοεῖ ὁ Κύριος, ὅταν λέει· «Δέν μπορῶ νά κάνω τίποτε ἀπό τόν ἑαυτό μου. ῾Ο πατέρας μου πού μένει μέσα μου, αὐτός ἐνεργεῖ τά ἔργα» (᾿Ιωάν. 5, 30 · 14, 10). Κεφάλαιο 18· ῾Ο Θεός μᾶς δημιούργησε «κατ᾿ εἰκόνα Του» καί ᾿Εκεῖνος προνοεῖ γιά μᾶς καί μᾶς προστατεύει. ῎Ας εὐχαριστήσουμε τόν Θεό, ὄχι μόνο γιατί μᾶς δημιούργησε καί μᾶς προίκισε μέ τό «κατ᾿ εἰκόνα», ἀλλά καί γιατί μᾶς χάρισε τή δυνατότητα τῆς ἐλεύθερης βούλησης, γιατί μᾶς ἔδωσε τή Χάρη τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος, γιατί μᾶς προίκισε μέ τή γνώση καί γιατί μᾶς δώρισε τή βοήθεια τοῦ Νόμου. ῎Ας Τόν δοξάζουμε ἀκατάπαυστα γιά ὅλα ὅσα ἡ Πρόνοιά Του μᾶς παραχωρεῖ καθημερινά, ὅπως γιά παράδειγμα, γιατί ᾿Εκεῖνος μᾶς γλίτωσε ἀπό τίς παγίδες ᾿Εχθρῶν, γιατί μᾶς στέλνει συνεργό τήν Χάρη Του, ὥστε νά κατορθώσουμε νά ἐπιβληθοῦμε στά σαρκικά πάθη μας, γιατί μᾶς προστατεύει ἀπό κινδύνους πού οὔτε κάν ἐμεῖς μποροῦμε νά τούς ἀντιληφθοῦμε, γιατί μᾶς προφύλαξε ἀπό τήν πτώση στήν ἁμαρτία, γιατί μᾶς βοήθησε καί μᾶς φωτίζει συνεχῶς, ὥστε νά μπορέσουμε νά αἰσθανόμαστε καί νά ἀναγνωρίζουμε τή βοήθεια πού κάθε στιγμή μᾶς παρέχει –τήν ὁποία ὁρισμένοι θεωροῦν ὅτι δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ὁ Μωσαϊκός Νόμος– γιατί μᾶς ἐμπνέει τή μετάνοια καί τή συντριβή γιά τίς ἀμέλειες καί τά σφάλματά μας, γιατί μᾶς ἔχει δώσει μαρτυρία ὅτι μᾶς νοιάζεται καί συνεργεῖ γιά τήν ἐπίτευξη τῆς σωτηρίας μας, γιατί νά μᾶς ἔχει γλιτώσει –μερικές φορές ἀκόμη καί παρά τή θέλησή μας– ἀπό σοβαρές πτώσεις. Καί τέλος, ἄς Τόν ὑμνοῦμε ἀκατάπαυστα, γιατί ᾿Εκεῖνος μέ τήν ἐνίσχυση καί τήν καθοδήγηση Του, ἔχει μεταστρέψει τό αὐτεξούσιό μας, τό ὁποῖο ρέπει ὑπερβολικά πρός τά πάθη, καί γιατί μᾶς ἔχει ἐπαναφέρει στό μονοπάτι πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία. Κεφάλαιο 19· Τήν πίστη, σχετικά μέ τή δωρεά τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ, τήν παραλάβαμε ἀπό τούς παλαιούς Πατέρες. Αὐτή ἀκριβῶς εἶναι ἡ ταπείνωση ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Αὐτή εἶναι ἡ γνήσια πίστη τῶν παλαιῶν Πατέρων, ἡ ὁποία τηρεῖται μέχρι σήμερα ἀπό τούς μαθητές καί διαδόχους τους. Αὐτή τήν πίστη τήν ἐπιβεβαιώνουν οἱ ἀποστολικές ἀρετές, πού ἔχουν αὐτοί οἱ Πατέρες. Αὐτή ἡ πίστη τούς ἀξίωσε νά δώσουν τή μαρτυρία τῆς ἀλήθειας, ὄχι μόνο σ᾿ ἐμᾶς, ἀλλά ἀκόμα καί στούς αἱρετικούς καί στούς ἄπιστους. Γιατί οἱ Πατέρες, διατηρώντας μέ ἁπλότητα καρδιᾶς τήν πίστη τῶν Ψαράδων, δέν τήν κατανόησαν καί δέν τήν διέσωσαν, μέ τή βοήθεια τῆς διαλεκτικῆς λογικῆς ἤ τῆς ρητορικῆς τοῦ Κικέρωνα –μέ ἕνα δηλαδή κοσμικοῦ χαρακτήρα πνεῦμα– ἀλλά τήν κατέχουν ὡς βιωματική ἐμπειρία, τήν ὁποία ἀπέκτησαν, μέ τό νά ἀναζητοῦν στήν καθημερινή τους ζωή τήν Εὐαγγελική ἀλήθεια καί μέ τό νά ἐξαλείφουν τά πάθη τους. Μ᾿ ἄλλα λόγια, ὁ ἁγιασμός τῶν Πατέρων ἀπέδειξε ξεκάθαρα ὅτι ἡ ἀρετή τῆς ταπείνωσης εἶναι ἡ ὁδός πρός τήν τελείωση καί ὅτι, χωρίς αὐτή, δέν μποροῦμε νά ἀποκτήσουμε, οὔτε εὐλάβεια πρός τόν Θεό, οὔτε καί νά ἀπελευθερωθοῦμε ἀπό τά πάθη μας. Δέν μποροῦμε δηλαδή χωρίς τήν ταπείνωση νά ἀλλάξουμε ἦθος καί βιώματα. Κατά συνέπεια, δέν μποροῦμε νά φθάσουμε στήν τελειότητα καί στόν ἁγιασμό μας. Κεφάλαιο 20· Γιά τή περίπτωση κάποιου ἀδελφοῦ πού βλασφήμησε καί γι᾿ αὐτό παραδόθηκε σ᾿ ἕνα ἀπό τά πιό ἀκάθαρτα Πνεύματα. Γνώρισα ἕναν ἀδελφό, τόν ὁποῖο, πραγματικά, θά εὐχόμουν νά μήν εἶχα ποτέ γνωρίσει. Καί τό λέω αὐτό, γιατί ἐκεῖνος δέχθηκε μετά ἀπό καιρό τήν ἱερωσύνη καί ἔγινε συλλειτουργός μου στό ἅγιο Θυσιαστήριο. Αὐτός ὁ ἀδελφός ἐξομολογήθηκε σ᾿ ἕναν πολύ ἔμπειρο καί ἅγιο Γέροντα ὅτι εἶχε πέσει σέ ἕνα πολύ σοβαρό σαρκικό πάθος. Πράγματι, αὐτός ἔπασχε ἀπό μιά «παρά φύσιν» ἀνυπόφορη ἐπιθυμία νά ὑφίσταται παθητικά τήν ἀτίμωση, παρά νά τή διαπράττει. Τότε, αὐτός ὁ Γέροντας, ὅπως θά ἔκανε ἕνας ἀληθινός πνευματικός ἰατρός, ἀνίχνευσε ἀμέσως τήν ἐσωτερική αἰτία πού τόν εἶχε ὁδηγήσει σ᾿ αὐτή τήν ἀρρώστια. Τέλος, ἀναστέναξε βαθιά καί τοῦ εἶπε· «Δέν θά εἶχε ποτέ ἐπιτρέψει ὁ Κύριος νά παραδοθεῖς σ᾿ ἕνα τόσο κακό δαίμονα, ἄν δέν εἶχες πρίν βλησφημήσει ᾿Εκεῖνον». Σ' αὐτή τήν ἀποκάλυψη, ὁ ἄλλος ἔπεσε ἀμέσως κάτω γονατιστός στά πόδια τοῦ Γέροντα καί, κατάπληκτος πού εἶδε νά ἔρχονται στό φῶς τά μυστικά τῆς καρδιᾶς του, σάν νά τά εἶχε ἀποκαλύψει ὁ ῎Ιδιος ὁ Θεός, ὁμολόγησε ὅτι, πράγματι, εἶχε, μέ ἕνα ἀνόσιο καί βδελυρό λογισμό, βλασφημήσει στό Πανάγιο Πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Κεφάλαιο 21· ῾Η περίπτωση τοῦ ᾿Ιωάς, τοῦ βασιλιᾶ τῆς φυλῆς τοῦ ᾿Ιούδα, ἡ ὁποία δείχνει ποῦ τόν ὁδήγησε ἡ ὑπερηφάνειά του. Κάτι παρόμοιο διαβάζουμε στήν Παλαιά Διαθήκη. Πράγματι, ὁ ᾿Ιωάς, ὁ βασιλιάς τοῦ ᾿Ιούδα, κλήθηκε νά λάβει τή βασιλεία ἀπό τόν μεγάλο ἱερέα ᾿Ιωδαέ, ὅταν ἦταν στήν ἡλικία τῶν ἑπτά ἐτῶν. Καί ὅπως ἐπιβεβαιώνει ἡ ῾Αγία Γραφή, ὁ ᾿Ιωάς ἦταν ἀγαθός καί ἐνάρετος ἄνθρωπος, ἀλλά μόνο γιά ὅσον καιρό ζοῦσε ὁ ἱερέας ᾿Ιωδαέ. Μετά ὅμως ἀπό τό θάνατο τοῦ ἱερέα ᾿Ιωαδέ, ὁ ᾿Ιωάς κυριεύθηκε ἀπό ὑπερηφάνεια καί ἔτσι παραδόθηκε σ᾿ ἕνα ἐπαίσχυντο πάθος. «Μετά τό θάνατο τοῦ ἀρχιερέα ᾿Ιωαδέ», λέει, «ἦλθαν οἱ ἀσεβεῖς ἄρχοντες τοῦ βασιλείου τοῦ ᾿Ιούδα στόν βασιλιά ᾿Ιωάς καί τόν προσκύνησαν, καί ὁ βασιλιάς (μέ ὑπερηφάνεια) δέχθηκε τίς εἰσηγήσεις πού ἐκεῖνοι τοῦ ἔκαναν. Κι ἔτσι, αὐτοί σταμάτησαν νά λατρεύουν τόν ἀληθινό Θεό στό Ναό τοῦ Κυρίου, τοῦ Θεοῦ τῶν πατέρων τους, καί λάτρευαν διάφορα ἀγάλματα τῆς ᾿Αστάρτης καί εἴδωλα ἄλλων θεῶν. Λόγω αὐτῆς τῆς ἀποστασίας, ἡ ὀργή τοῦ Κυρίου ξέσπασε ἐναντίον τοῦ βασιλείου τοῦ ᾿Ιούδα καί τῆς ῾Ιερουσαλήμ κατά τήν ἡμέρα ἐκείνη» (Β´ Παραλ. 24, 17-18). Καί λίγο παρακάτω λέει· «Μετά τό τέλος τοῦ ἔτους ἦλθε ἐναντίον τοῦ ᾿Ιωάς συριακός στρατός καί ἐπιτέθηκε κατά τοῦ βασιλείου τοῦ ᾿Ιούδα καί κατά τῆς ῾Ιερουσαλήμ καί ἔσφαξαν ὅλους τούς ἄρχοντες τοῦ λαοῦ καί τά λάφυρα πού πῆραν τά ἔστειλαν στό βασιλέα τῆς Δαμασκοῦ. Παρόλο πού ὁ συριακός στρατός ἦταν ὀλιγάριθμος, ὅμως ὁ Θεός παρέδωσε στά χέρια του τή μεγάλη στρατιωτική δύναμη τῶν ᾿Ιουδαίων, γιατί αὐτοί εἶχαν ἐγκαταλείψει τόν Κύριο, τόν Θεό τῶν πατέρων τους. ῎Ετσι τιμώρησε ὁ Κύριος τήν ἁμαρτία τῆς ἀποστασίας τοῦ ᾿Ιωάς. ῞Οταν ἔφυγαν οἱ Σύροι γιά τή χώρα τους ἄφησαν τόν ᾿Ιωάς βαριά ἄρρωστο. Τότε οἱ ὑποτελεῖς του ἔκαναν συνομωσία ἐναντίον του, γιά νά ἐκδικηθοῦν τό φόνο τοῦ γιοῦ τοῦ ἀρχιερέα ᾿Ιωαδέ, καί σκότωσαν τόν ᾿Ιωάς πάνω στό κρεββάτι του, κι ἔτσι πέθανε ὁ ᾿Ιωάς» (Β´ Παραλ. 24, 23-25). Κεφάλαιο 22· ῾Η ὑπερήφανη ψυχή παραδίδεται στά κακά πνεύματα καί ἀπατᾶται ἀπό αὐτά. Αὐτό ἀποδεικνύει ξεκάθαρα ὅτι, κάθε ψυχή πού κυριεύεται ἀπό τό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας, παραδίδεται στούς νοητούς ἐχθρούς καί αἰχμαλωτίζεται στά σαρκικά πάθη. Κι αὐτό, γιά νά φθάσει στό σημεῖο, ταπεινωμένη καθώς εἶναι ἀπό αὐτά τά γήινα καί χαμερπή πάθη καί μολυσμένη σαρκικά, νά ἀναγνωρίσει τουλάχιστον ὅτι εἶναι ἀκάθαρτη. Γιατί αὐτή ἡ ψυχή, μέσα στή χλιαρότητα καί στήν ψυχρότητα, στήν ὁποία τήν ἔσπρωχνε ἡ ὑπερηφάνεια, δέν μποροῦσε πρίν νά καταλάβει ὅτι ἐξαιτίας τῆς ὑπερηφάνειας, τοῦ βδελυροῦ αὐτοῦ πάθους πού ἦταν κρυμμένο στήν καρδιά της, ἦταν ἀκάθαρτη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. ῾Επομένως, ἐκεῖνος πού ταπεινώθηκε κατ᾿ αὐτό τόν τρόπο, ἀποκτᾶ τή δυνατότητα καί τά κίνητρα, ὥστε νά μπορέσει νά ἐργασθεῖ, καί νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τήν προηγούμενη χλιαρότητά του. ῎Ετσι, ταπεινωμένος ἀπό τή ντροπή, ἡ ὁποία συνοδεύει πάντα τά σαρκικά πάθη, νά βιάσει στό ἑξῆς τόν ἑαυτό του καί νά ἐπιδοθεῖ, μέ περισσότερο ζῆλο καί ἀσκητική διάθεση, στόν πνευματικό ἀγώνα. Κεφάλαιο 23· Μόνο μέ τήν ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης θά ἐπιτύχουμε τήν τελειότητα. Φαίνεται λοιπόν ξεκάθαρα ὅτι κανείς δέν μπορεῖ νά φθάσει στήν τέλεια καθαρότητα μέ ἄλλο τρόπο, ἐκτός ἀπό τήν ἀληθινή ταπείνωση. ῾Η ἀληθινή ταπείνωση εἶναι «στάσις καρδίας», ἡ ὁποία ἐκδηλώνεται πρός τούς ἀδελφούς καί πρός τόν Θεό. Γιατί ὁ ταπεινός ἄνθρωπος γνωρίζει καλά ὅτι, χωρίς τήν προστασία τοῦ Θεοῦ καί χωρίς τήν ἀκατάπαυστη βοήθειά Του, εἶναι ἀπολύτως ἀδύνατον νά φθάσει κανείς στήν τελειότητα πού ἐπιθυμεῖ, πρός τήν ὁποία ἀποβλέπει καί τήν ὁποία ἔμπονα καί ἔνθερμα λαχταρᾶ νά ἀπολαύσει. Κεφάλαιο 24· ῾Η πνευματική ὑπερηφάνεια καί ἡ σαρκική ὑπερηφάνεια. Εἶναι ἀρκετά νομίζω ὅσα μέχρι τώρα εἴπαμε γιά τήν πνευματική ὑπερηφάνεια. Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀποδείξαμε, ὅσο μᾶς ἦταν δυνατόν, μέ ποιό τρόπο καί μέ ποιά μέθοδο αὐτή ἐπιτίθεται καί πῶς αὐτή πλήττει τούς προχωρημένους στήν τελειότητα μοναχούς. ᾿Ελάχιστοι ὅμως εἶναι αὐτοί πού γνωρίζουν ἐμπειρικά αὐτό τό εἶδος ὑπερηφάνειας. Κι αὐτό, γιατί εἶναι ἐλάχιστοι ἐκεῖνοι πού προσπαθοῦν καί ἀγωνίζονται γιά νά φθάσουν στή δυσκολοπάτητη κορυφή τῆς καθαρότητας τῆς καρδιᾶς. Εἶναι, μ᾿ ἄλλα λόγια, λιγοστοί ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι, πού ἡ ἐπιθυμία τους γιά τήν κατάκτηση αὐτῆς τῆς καθαρότητας, θά τούς ὁδηγοῦσε νά ριχθοῦν σέ τέτοιους σκληρούς ἀγῶνες, ὥστε νά κατορθώσουν τελικά νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό αὐτά τά βδελυρά πάθη, γιά τά ὁποῖα ἔχουμε ἤδη ἀφιερώσει ἕνα ἰδιαίτερο κεφάλαιο, στό ὁποῖο ἐκθέτουμε τή φύση καί τή θεραπεία τους. Κεφάλαιο 25· Τί εἶναι ἡ σαρκική ὑπερηφάνεια καί τί κακό αὐτή προξενεῖ στήν ψυχή τοῦ μοναχοῦ. ῾Η ὑπερηφάνεια, πού τήν ὀνομάσαμε σαρκική, καταλαμβάνει τό πνεῦμα ἑνός μοναχοῦ ὅταν τό ξεκίνημα τῆς ἀποταγῆς του εἶναι χλιαρό καί ἡ ζωή του χωρίς ἀκρίβεια. Αὐτό τό πάθος δέν ἐπιτρέπει νά ἐγκαταλείψει κανείς τήν ἄνεση καί τίς εὐκολίες πού εἶχε ὅταν ἦταν στόν κόσμο,καί νά λειτουργήσει τήν ἀληθινή ταπείνωση, τήν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή ἡ κατάσταση κάνει στήν ἀρχή τόν μοναχό σκληρό καί ἀνυπάκουο καί, πολύ σύντομα, δέν τοῦ ἐπιτρέπει νά συμπεριφέρεται μέ εὐγένεια καί εὐπρέπεια, οὔτε τόν ἀφήνει νά ἀφομοιωθεῖ στήν ᾿Αδελφότητα καί νά ζεῖ ὅπως καί οἱ ἄλλοι μοναχοί. ᾿Αρνεῖται, μ᾿ ἄλλα λόγια, αὐτός νά ἀπεκδυθεῖ ὅλα τά ἀγαθά του, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ καί Σωτήρα μας πού λέει· «῎Αν θέλεις νά εἶσαι τέλειος, πήγαινε καί πούλησε τά ὑπάρχοντά σου» (Ματθ. 19, 21). Κεφάλαιο 26· ῞Οταν βάλει κανείς κακή ἀρχή, πάει ἀπό τό κακό στό χειρότερο. Τέτοια ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στόν Θεό καταλαμβάνει αὐτούς τούς μοναχούς. ῾Η διαβολοκίνητη ἀπιστία τούς ἀποστερεῖ αὐτό τόν σπινθήρα τῆς πίστης, ὁ ὁποῖος ἔλαμπε σ᾿ αὐτούς στήν ἀρχή τῆς ἀποταγῆς τους. ᾿Αρχίζουν τότε νά φροντίζουν μέ μεγαλύτερη ἐπιμέλεια, ὥστε νά διατηρήσουν τά χρήματα πού ἐπρόκειτο νά διαμοιράσουν, καί ὄχι μόνο δέν ξοδεύουν πλέον τίποτα, ἀλλά συγκεντρώνουν μέ πολλή ἀπληστία καί ἄλλα περισσότερα. Προφασίζονται ὅτι δέν θά μποροῦν πλέον νά τά ξαναποκτήσουν, ἄν τά διαμοιράσουν ὅπως προγραμμάτιζαν. Κάνουν μάλιστα, πολλές φορές, κάτι πού εἶναι ἀκόμα σοβαρότερο, παίρνουν δηλαδή πίσω τά ἀγαθά πού στό παρελθόν εἶχαν ἀπαρνηθεῖ. Κάνουν ἐπιπλέον καί μιά ἄλλη πονηριά, ἕνα κακό πού εἶναι ἀκόμα χειρότερο ἀπό τό προηγούμενο. Συγκεντρώνουν πλούτη καί θησαυρούς πού δέν διέθεταν στό παρελθόν. Μ᾿ αὐτό ὅμως ἀποδεικνύουν ὅτι ἡ ἀποταγή τους δέν τούς ὠφέλησε σέ τίποτα περισσότερο, ἀπό τό νά ἀποκτήσουν μονάχα τό ὄνομα τοῦ μοναχοῦ. Κεφάλαιο 27· Γιά τά κακά πού προέρχονται ἀπό τό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας. ῎Εχοντας πλέον ὁ μοναχός, μετά ἀπό ἕνα τόσο μέτριο ξεκίνημα, τελείως σκληρυνθεῖ, ζώντας μέσα σέ τέτοια πάθη, δέν μένει παρά νά πέσει σέ χειρότερη κατάσταση καί νά τελειώσει τή ζωή του ἀτιμωτικά καί ἐπονείδιστα. Πιασμένος στήν παγίδα τῆς παλιᾶς του ἀπληστίας καί αἰχμαλωτισμένος ἀπό μιά φιλαργυρία –τήν ὁποία ὁ ᾿Απόστολος ὀνομάζει «εἰδωλολατρία» (Κολ. 3, 5) καί «ρίζα ὅλων τῶν κακῶν» (Α´ Τιμ. 6, 10)– τοῦ εἶναι στό ἑξῆς ἀδύνατον νά δεχθεῖ στήν καρδιά του τήν ἁπλή καί ἀληθινή ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ. Κι αὐτό, γιατί αὐτός συνεχῶς ὑπερηφανεύεται γιά τήν εὐγενική καταγωγή του, καυχιέται γιά τήν ἐκτίμηση πού ἔχαιρε ὅταν ἦταν στόν κόσμο –ἀπό τόν ὁποῖο ὅμως ποτέ δέν ἀπομακρύνθηκε πραγματικά, ἀλλά μόνο τυπικά, μέ τό σῶμα δηλαδή καί ὄχι μέ τό πνεῦμα– καί ἐπιδεικνύει μέ κάθε τρόπο τά πλούτη, τά ὁποῖα ἐξακολουθεῖ καί ὡς μοναχός νά διατηρεῖ, γιά νά καταστραφεῖ τελικά ἐξαιτίας τους. Αὐτός ὁ μοναχός δέν μπορεῖ πλέον νά ἀκολουθήσει τόν μοναχικό τρόπο ζωῆς καί νά ζήσει κάτω ἀπό τήν ὑπακοή. Καί μάλιστα, ὄχι μόνο ἀδυνατεῖ, ὅπως προείπαμε, νά ζήσει κάτω ἀπό ὑπακοή, ἀλλά οὔτε κάν θέλει νά ἀκούσει τή διδασκαλία τῶν Πατέρων, ἡ ὁποία καθοδηγεῖ ὅποιον τήν ἀκολουθεῖ πρός τή ζωή τῆς τελειότητας. Κάθε πνευματικός λόγος τοῦ προξενεῖ τέτοια ἀποστροφή, ὥστε ἄν παραβρεθεῖ σέ μιά σύναξη πού γίνεται μιά πνευματική ὁμιλία, αὐτός δέν μπορεῖ νά σταθεῖ ἥσυχος σέ μιά μεριά, ἀλλά νιώθει ἄβολα καί συνεχῶς στριφογυρίζει. ᾿Αντί νά ἀναστενάζει μ᾿ αὐτά πού ἀκούει καί νά μετανοεῖ, αὐτός ξεροβήχει, φυσάει τή μύτη του καί παίζει τά δάχτυλά του. Καί μέ λίγα λόγια, μοιάζει σάν νά κάθεται ἐπάνω σέ καρφιά ἤ σέ σκουλίκια. ῞Ο,τι κι ἄν ποῦν νομίζει πώς τό λένε γι᾿ αὐτόν, καί μάλιστα ὅτι τό λένε γιατί θέλουν νά τόν ἐκθέσουν καί νά τόν ὑποβιβάσουν στά μάτια τῶν ἄλλων. ῞Οσο διαρκεῖ αὐτή ἡ πνευματική ὁμιλία, ἀντί νά προσέχει γιά νά ὠφεληθεῖ, αὐτός ἀπασχολεῖται μέ τίς ὑποψίες του. Βασανίζει τόν ἑαυτό του, προσπαθώντας νά φανταστεῖ ποιούς ἄραγε λόγους μπορεῖ νά εἶχαν, ὥστε νά φθάσουν στό σημεῖο νά ποῦν ὅσα εἶπαν καί στοιχειοθετεῖ μέ τό λογισμό του τί θά τούς ἀπαντήσει. ῎Ετσι, ὄχι μόνο δέν καταφέρνει νά κερδίσει τίποτε ἀπό ὅλα αὐτά πού συζητοῦνται σ᾿ αὐτή τήν πνευματική σύναξη, οὔτε νά διορθωθεῖ σέ κάτι, ἀλλά μᾶλλον ζημιώνεται καί χειροτερεύει τήν ἤδη νεκρωμένη πνευματικά κατάστασή του. Κεφάλαιο 28· ῾Η συμπεριφορά ἑνός ὑπερήφανου μοναχοῦ. ῎Ακουσα νά λένε –κάτι φοβερό πού ντρέπομαι καί νά τό φέρω στή μνήμη μου– ὅτι σ᾿ αὐτή τήν περιοχή κάποιος νέος μοναχός, ὅταν τόν ἐπιτίμησε ὁ Γέροντας, λέγοντάς του ὅτι εἶχε χάσει τό ταπεινό φρόνημα πού εἶχε κατά τήν ἀποταγή του, ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε μέ μεγάλη ἀναίδεια· «Νομίζεις ὅτι θά εἶμαι γιά πάντα ἀρχάριος; ῎Εκανα ὑπακοή τόσον καιρό πού ἤμουν ἀρχάριος, πάντα ἐκεῖ θά μείνω;». Μπροστά σέ μιά τόσο αὐθάδη καί ἀσεβή ἀπάντηση, ὁ Γέροντας ἔμεινε ἄφωνος ἀπό τήν κατάπληξή του, σάν νά εἶχε δεχθεῖ αὐτή τήν ἀπάντηση ἀπό τόν ἴδιο τόν ῾Εωσφόρο. ᾿Αναστέναξε τέλος βαθιά μέσα ἀπό τήν καρδιά του, ἀνακαλώντας στή μνήμη του τό παράδειγμα τοῦ Κυρίου, «ὁ ὁποῖος, ἄν καί ἦταν Θεός, ταπεινώθηκε θεληματικά καί ὑπάκουσε», καί ὄχι, ὅπως ἔλεγε ὁ μοναχός αὐτός –ὁ ὁποῖος κατεχόταν ἀπό ῾Εωσφορικό πνεῦμα καί ἐμπάθεια– «γιά ἕνα χρονικό διάστημα», ἀλλά «μέχρι θανάτου» (Φιλιπ. 2, 6-8). Κεφάλαιο 29· ᾿Από ποιά σημεῖα διακρίνει κανείς ὅτι ἡ ψυχή ἔχει σαρκική ὑπερηφάνεια. Γιά νά συνοψίσουμε ὅ,τι ἔχουμε πεῖ γι᾿ αὐτό τό εἶδος ὑπερηφάνειας, συγκεντρώνοντας ὅσο εἶναι δυνατόν τά βασικά χαρακτηριστικά τους, ὥστε νά περιγράψουμε τή φύση της σ᾿ ἐκείνους πού ἀγωνίζονται γιά τήν τελειότητα, θά ἤθελα νά παρουσιάσουμε πρῶτα–πρῶτα τίς ἐνδείξεις τοῦ ἐξωτερικοῦ ἀνθρώπου. Γιατί, ἄν ἀναγνωρίσουμε ἀπό αὐτές τήν ὑπερηφάνεια, τότε θά ξεθαφτοῦν οἱ ρίζες της, θά βγοῦν στήν ἐπιφάνεια καί θά γίνουν ὁρατές στόν καθένα. ῎Ετσι, θά μπορέσουμε πιό εὔκολα νά τίς κόψουμε ἤ νά τίς ἀποξηράνουμε. Θά μπορέσουμε ἀσφαλῶς νά μήν προσβληθοῦμε ἀπ᾿ αὐτή τήν ἀρρώστια, ἄν προσπαθοῦμε νά προφυλαχθοῦμε ἀπ᾿ αὐτήν ἔγκαιρα, καί ὄχι ὅταν αὐτή θά μᾶς ἔχει ἤδη κατακυριεύσει. Θά πρέπει λοιπόν νά ἀναχαιτίσουμε τούς προπομπούς τῆς ὑπερηφάνειας, οἱ ὁποῖοι μᾶς τήν ἀναγγέλουν, δίδοντας, ὅπως προείπαμε, ὡς προειδοποιητικό σημεῖο τῆς ἐπικείμενης παρουσίας της, τίς ἐξωτερικές κινήσεις καί ἐκδηλώσεις. ῾Η ἐμπροσθοφυλακή αὐτή θά πρέπει νά μᾶς βάλει σέ ὑποψίες. Γιατί, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, ἡ συμπεριφορά τοῦ ἐξωτερικοῦ ἀνθρώπου ἐπιτρέπει νά γνωρίσουμε τήν ἐσωτερική του κατάσταση. Κεφάλαιο 30· ῞Οταν ἡ ψυχή τοῦ μοναχοῦ σκληρυνθεῖ ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, τότε αὐτός θέλει νά γίνει καθοδηγητής ἄλλων ψυχῶν. Ζώντας ἔτσι ὁ ὑπερήφανος μοναχός ἀρχίζει λίγο–λίγο νά ἀποστρέφεται τή μοναχική ζωή. ᾿Επειδή μάλιστα θεωρεῖ ὅτι γιά τήν κατάσταση του αὐτή εὐθύνονται οἱ ἄλλοι μοναχοί τῆς ᾿Αδελφότητας, ζητάει νά βρεῖ κελί στήν ἔρημο καί νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό αὐτούς, ἐπειδή, καθώς νομίζει, ποθεῖ τή ζωή τῆς τελειότητας. Μέ τήν πρόφαση μάλιστα ὅτι θά προσελκύσει στή μοναχική ζωή καί πολλούς ἄλλους ἀδελφούς, ἀποφασίζει νά ἱδρύσει Μοναστήρι καί νά συγκεντρώσει σ᾿ αὐτό ὅλους αὐτούς πού ὀφείλει, κατά τή γνώμη του, νά διδάξει καί νά ἐκπαιδεύσει. ῎Ετσι, ὄντας ὁ ἴδιος μαθητής ἀξιοθρήνητος, γίνεται πιό ἀξιολύπητος δάσκαλος. Γιατί, ἔχοντας πέσει ἀπό τήν ὑπερηφάνεια του σέ πολύ ἐπικίνδυνη χλιαρότητα, καί μή ὄντας στήν πραγματικότητα οὔτε μοναχός οὔτε κοσμικός, ὁδεύει ὅλο καί περισσότερο πρός τόν κατήφορο –καί μάλιστα μέ τό κεφάλι ψηλά– ἔχοντας τή βεβαιότητα ὅτι βαδίζει τόν σωστό δρόμο πρός τήν τελειότητα. Κεφάλαιο 31· Πῶς θά ὑπερνικήσουμε τήν ὑπερηφάνεια γιά νά ἀξιωθοῦμε νά ὁδεύσουμε πρός τήν τελειότητα. Γι᾿ αὐτό, ἀδελφοί μου, ἄν θέλουμε νά εἶναι τό πνευματικό οἰκοδόμημά μας τέλειο, στέρεο καί εὐάρεστο στόν Θεό, ἄς προσπαθήσουμε νά στηρίξουμε τά θεμέλια του, ὄχι στό θέλημά μας, ἀλλά στήν πολύτιμη διδασκαλία τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Τά θεμέλια ὅμως αὐτά δέν μπορεῖ νά εἶναι ἄλλα, παρά ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί ἡ ταπείνωση, ἡ ὁποία γεννιέται ἀπό τήν πραότητα καί ἀπό τήν ἁπλότητα τῆς καρδιᾶς. ῾Η ταπείνωση βέβαια δέν μπορεῖ νά ἀποκτηθεῖ χωρίς τήν πτωχεία. Καί ὅσο χρόνο δέν ἐστερνιζόμαστε τήν πτωχεία παραμένουμε ἀδιόρθωτοι. Γιατί, χωρίς τήν πτωχεία, δέν θά μπορέσουμε νά γίνουμε οὔτε ὑπάκουοι, οὔτε ὑπομονετικοί, οὔτε πράοι, οὔτε εἰρηνικοί, οὔτε θά καταφέρουμε νά τελειωθοῦμε στήν ἀγάπη. Δέν θά μπορέσουμε δηλαδή νά προκόψουμε στίς ἀρετές καί χωρίς αὐτές τίς ἀρετές, δέν μπορεῖ ἡ καρδιά μας νά γίνει κατοικητήριο τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, ὅπως μᾶς τό παραγγέλει ὁ Κύριος μέ τό στόμα τοῦ Προφήτη πού λέει· «Σέ ποιόν ἄλλο θά ρίξω τό σπλαχνικό βλέμμα μου, παρά σ᾿ ἐκεῖνον πού εἶναι ταπεινός καί ἥσυχος καί τρέμει τούς λόγους μου;» (῾Ησ. 66, 2). Κεφάλαιο 32· ᾿Ενῶ ἡ ὑπερηφάνεια καταστρέφει ὅλες τίς ἀρετές, αὐτή ἡ ἴδια ἐξοντώνεται μόνο ἀπό τήν πραγματική ταπεινοφροσύνη. ῎Ας προσπαθήσει λοιπόν νά ἀγωνιστεῖ ὁ ἀθλητής τοῦ Χριστοῦ, αὐτός πού, ὅπως λέει καί ὁ ᾿Απόστολος, θέλει νά ἀθλήσει «νόμιμα καί σύμφωνα μέ τούς κανόνες» (Β´ Τιμ. 2, 5). Καί ἔτσι νά καταπνίξει τήν ὑπερηφάνεια, τό ἀνήμερο αὐτό θηρίο πού καταβροχθίζει ὅλες τίς ἀρετές. Γιατί θά πρέπει νά γνωρίζει καλά ὁ μοναχός ὅτι, ἄν τό θηρίο τῆς ὑπερηφάνειας καταλάβει τήν καρδιά του, ὄχι μόνο δέν θά μπορέσει πλέον νά ἀπελευθερωθεῖ ἀπό κανένα πάθος, ἀλλά τό δηλητήριό του θά τοῦ ἀφανίσει καί ὅ,τι ἄλλο καλό καί κάθε ἄλλη ἀρετή πού εἶχε ὁ ἴδιος ἀποκτήσει. Δέν θά μπορέσουμε μέ κανένα τρόπο νά ὑψώσουμε μέσα στήν ψυχή μας τό πνευματικό οἰκοδόμημα τῆς ἀρετῆς, ἄν δέν τό θεμελιώσουμε πάνω στήν ἀληθινή ταπείνωση πού εἶναι ἱκανή νά ὑποστηρίξει καί νά ὑποβαστάσει ὅλο τό ἔργο τῆς τελειότητας καί τῆς ἀγάπης. Γι᾿ αὐτό, ὅπως ἤδη ἔχουμε πεῖ, ἄς δείξουμε πρῶτα πρός τούς ἀδελφούς μας βαθιά καί ἀληθινή ταπείνωση, ἀποφεύγοντας, ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό ἐμᾶς, νά τούς λυπήσουμε ἤ νά τούς προσβάλουμε ἀκόμα καί στό ἐλάχιστο. Δέν θά μπορέσουμε ποτέ, ἐπαναλαμβάνω, νά φθάσουμε σ᾿ αὐτή τήν εὐλογημένη κατάσταση τῆς ταπείνωσης, χωρίς τήν εἰλικρινή ἀποταγή καί τήν πτωχεία, ἡ ὁποία θά πρέπει ἀσφαλῶς νά εἶναι θεμελιωμένη στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. ᾿Επιπλέον, θά πρέπει νά ἀποδεχθοῦμε μέ εἰλικρίνεια καί ἁπλότητα τό ζυγό τῆς ὑπακοῆς, ὥστε νά μήν ἔχουμε πλέον τίποτε ἄλλο μέσα μας, παρά μόνο τήν ἐπιθυμία νά λειτουργοῦμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτό ἐκφράζεται μέσα ἀπό τίς ἐντολές πού δεχόμαστε ἀπό τόν Γέροντα. Κεφάλαιο 33· Πῶς θεραπεύεται τό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας. ῞Ενα τέτοιο σωστό θεμέλιο θά δώσει στή συνέχεια τή δυνατότητα νά συνεχίζει κανείς τόν ἀγώνα πρός τήν τελείωση μέ εἰρηνική καρδιά καί μέ ἑδραιωμένο ταπεινό φρόνημα. ῎Αν θεωροῦμε τόν ἑαυτό μας κατώτερο ἀπ᾿ ὅλο τόν κόσμο, τότε θά ἀξιωνόμαστε νά ὑπομένουμε γενναῖα κάθε δοκιμασία πού προέρχεται ἀπό τούς συνανθρώπους μας, θεωρώντας ὅτι προέρχεται ἀπό ἀδελφούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι πιό προχωρημένοι πνευματικά ἀπό ἐμᾶς. Θά τά ὑπομένουμε μάλιστα ὅλα, χωρίς δυσκολία, καί θά τά θεωροῦμε ἐλαφρά καί ἀσήμαντα, σέ σύγκριση μέ τά ῞Αγια Πάθη τοῦ Κυρίου μας καί μέ τά μαρτύρια τῶν ῾Αγίων. Τότε, θά ζοῦμε μέ τή βεβαιότητα ὅτι, ὅσο λιγότερες προσβολές δεχόμαστε, τόσο πιό μακριά εἴμαστε ἀπό τήν ἀρετή τῶν ῾Αγίων καί ἀπό τόν τρόπο πού ἐκεῖνοι ἔζησαν καί πού ἔδωσαν τή μαρτυρία τους. ᾿Επιπλέον, νά διατηροῦμε ἀδιάλειπτη μνήμη θανάτου. Νά σκεπτόμαστε ὅτι μιά μέρα θά φύγουμε ἀπό αὐτό τόν κόσμο καί ὅτι πρόκειται νά ζήσουμε αἰώνια μαζί Του. Γιατί αὐτή ἡ θεώρηση τῆς ζωῆς, ὄχι μόνο ἐξαλείφει τήν ὀργή, ἀλλά καί μᾶς βοηθάει νά ἀπαλλαγοῦμε καί ἀπό ὅλα τά ἄλλα πάθη. Ἀπό τό βιβλίο, «Ὁ Ἀββᾶς Κασσιανός, Συνομιλίες μέ τούς Πατέρες τῆς ἐρήμου» τ. β΄ |
Post date: 2012-01-28 13:32:56 Post date GMT: 2012-01-28 11:32:56 |