«ΣΥΝΕΙΔΗΣΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΙΣ»
Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώφ
Γιά νά δῇς τά ὑλικά πράγματα, πρέπει νά εἶναι ὑγιεῖς οἱ σωματικοί ὀφθαλμοί σου. Γιά νά γνωρίσῃς τά νοερά πράγματα, πρέπει νά εἶναι ὑγιεῖς οἱ ὀφθαλμοί τῆς ψυχῆς σου, νά ἔχῃς δηλαδή φωτισμένη συνείδησι καί διάκρισι.
Μόνο μ΄ αὐτή τήν προϋπόθεσι θά ἐφαρμόζεις σωστά τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ «καί οὐκ ἐκκλινεῖς ἀπ΄ αὐτῶν εἰς δεξιά οὐδέ εἰς ἀριστερά, ἵνα συνῇς ἐν πᾶσιν οἷς ἐάν πράσσῃς» (Ἰησ. Ναυῆ 1, 7).
Διάκρισις εἶναι ἡ ἱκανότητα τῆς ψυχῆς νά διακρίνῃ ἀλάθητα σέ κάθε περίπτωσι τό καλό ἀπό τό κακό, τό θεῖο θέλημα ἀπό τή δαιμονική ἀπάτη.
Μέ τή διάκρισι θά γνωρίσεις πότε καί πῶς πρέπει νά πολεμᾶς τά πάθη, πότε νά ὑποχωρῆς, πῶς νά ἀντιμετωπίζῃς νικηφόρα τίς πανουργίες τῶν δαιμόνων, πότε οἱ λογισμοί σου προέρχονται ἀπό τό Θεό καί πότε ἀπό τούς δαίμονες.
Αὐτή τή νοερή αἴσθησι τήν ἀποκτοῦν μόνο ὅσοι ἔχουν καθαρή καρδιά καί καθαρό σῶμα, ἀμόλυντη συνείδησι καί ἀμόλυντες αἰσθήσεις.
Ἡ συνείδησίς σου εἶναι ἡ φωνή καί ὁ ἔλεγχος τοῦ φύλακος ἀγγέλου, πού σοῦ ἔστειλε ὁ Θεός στό ἅγιο βάπτισμα. Καί λέω ἡ φωνή τοῦ φύλακος ἀγγέλου, γιατί δέν τολμῶ νά πῶ ὅτι συνείδησις εἶναι ἡ ἴδια ἡ φωνή τοῦ Ἅγίου Πνεύματος μέσα σου.
Ἡ συνείδησίς σου θά φωτισθεῖ καί ἡ διάκρισίς σου θά καλλιεργηθεῖ καί θ’ ἀναπτυχθεῖ μόνο μέ τόν ἀγώνα γιά τήν ἀπαλλαγή ἀπό τά πάθη. Ὅσο καθαρίζεσαι ἀπό τόν ρύπο τῶν παθῶν, τόσο ἡ συνείδησίς σου θά φωτίζεται· καί ὅσο φωτίζεται ἡ συνείδησις, τόσο θά τελειοποιεῖται ἡ διάκρισις· καί ὅσο τελειοποιεῖται ἡ διάκρισις, τόσο πιό ἀποτελεσματικός καί καρποφόρος θά γίνεται ὁ ἀγώνας σου κατά τῶν παθῶν.
ΣυνέχειαἭ συνείδηση.
Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπραντσανίνωφ
Συνείδηση εἶναι ἡ αἴσθηση τοῦ πνεύματος τοῦ ἀνθρώπου, αἴσθηση λεπτή καί φωτεινή, πού ξεχωρίζει τό καλό ἀπό τό κακό.
Ἡ αἴσθηση αὐτή ξεχωρίζει τό καλό ἀπό τό κακό πιό καθαρά ἀπ’ ὅσο ὁ νοῦς. Πιό δύσκολο εἶναι νά παραπλανήσει κανείς τή συνείδηση παρά τόν νοῦ. Καί τόν πλανεμένο νοῦ, πού τόν ὑποστηρίζει τό φιλάμαρτο θέλημα, γιά πολύν καιρό τόν ἀντιμάχεται ἡ συνείδηση.
Ἡ συνείδηση εἶναι ὁ φυσικός νόμος[1].
Ἡ συνείδηση χειραγωγοῦσε τόν ἄνθρωπο πρίν τοῦ δοθεῖ ὁ γραπτός νόμος. Ἡ μεταπτωτική ἀνθρωπότητα βαθμιαῖα οἰκειώθηκε ἕναν λαθεμένο τρόπο σκέψεως γιά τόν Θεό, τό καλό καί τό κακό.
Ἡ λαθεμένη σκέψη ἐπηρέασε, φυσικά, καί τή συνείδηση. Ἔτσι, ὁ γραπτός νόμος ἀποτέλεσε ἀναγκαιότητα γιά τή χειραγώγηση τοῦ ἀνθρώπου στήν ἀληθινή θεογνωσία καί τή θεοφιλή διαγωγή.
Ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ἐπισφραγισμένη μέ τό ἅγιο Βάπτισμα, θεραπεύει τή συνείδηση ἀπό
τήν κακή προδιάθεση[2] μέ τήν ὁποία τή δηλητηρίασε ἡ ἁμαρτία. Ἡ ὀρθή λειτουργία τῆς συνει-
δήσεως ἀποκαθίσταται, ἐνισχύεται καί σταθεροποιεῖται με τήν τήρηση τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας καί ἡ ὀρθή λειτουργία τῆς συνειδήσεως εἶναι δυνατές μόνο στούςκόλπους τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέσω τοῦ θείου νόμου της, πού κατευθύνει ὀρθά τόν νοῦ. Γιατί κάθε λαθεμένη σκέψη ἐπιδρᾶ ἀρνητικά στή συνείδηση καί τή λειτουργία της.
Κάθε ἁμαρτία πού δέν ἐξαλείφεται μέ τή μετάνοια, ἀφήνει τή βλαπτική σφραγίδα της στή συνείδηση. Ἡ ἑκούσια καί συνεχής ἁμαρτωλή ζωή σχεδόν νεκρώνει τή συνείδηση.
Δέν εἶναι δυνατόν, ὡστόσο, αὐτή νά νεκρωθεῖ ἐντελῶς. Θά συνοδεύει τόν ἄνθρωπο μέχρι τό φοβερό Κριτήριο τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ θά τόν ἐνοχοποιήσει, ἄν τήν καταπατοῦσε.
ΣυνέχειαἩ σωστὴ ἀντιμετώπιση τῶν θλίψεων
Ἁγίου Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου
Ὅπως πλησιάζουν τὰ βλέφαρα τὸ ἕνα τὸ ἄλλο, ἔτσι καὶ οἱ πειρασμοὶ εἶναι κοντὰ στοὺς ἀνθρώπους. Καὶ αὐτὸ τὸ οἰκονόμησε ὁ Θεὸς νὰ εἶναι ἔτσι, μὲ σοφία, γιὰ νὰ ἔχουμε ὠφέλεια· γιὰ νὰ κρούεις δηλ. ἐπίμονα, ἐξαιτίας τῶν θλίψεων, τὴ θύρα τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ καὶ γιὰ νὰ μπεῖ μέσα στὸ νοῦ σου, μὲ τὸ φόβο τῶν θλιβερῶν πραγμάτων, ὁ σπόρος τῆς μνήμης τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ πᾶς κοντά του μὲ τὶς δεήσεις, καὶ νὰ ἁγιασθεῖ ἡ καρδιά σου μὲ τὴ συνεχῆ ἐνθύμησή του. Καὶ ἐνῶ ἐσὺ θὰ τὸν παρακαλεῖς, αὐτὸς θὰ σὲ ἀκούσει.
Ὁ πορευόμενος στὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ τὸν εὐχαριστεῖ γιὰ ὅλες τὶς θλίψεις ποὺ τὸν βρίσκουν, καὶ νὰ κατηγορεῖ καὶ νὰ ἀτιμάζει τὸν ἀμελῆ ἑαυτό του, καὶ νὰ ξέρει ὅτι ὁ Κύριος, ποὺ τὸν ἀγαπᾶ καὶ τὸν φροντίζει, δὲν θὰ τοῦ παραχωροῦσε τὰ λυπηρά, γιὰ νὰ ξυπνήσει τὸ νοῦ του, ἂν δὲν ἔδειχνε κάποια ἀμέλεια. Ἀκόμη μπορεῖ νὰ ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς κάποια θλίψη, διότι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ὑπερηφανευθεῖ, ὁπότε ἂς τὸ καταλάβει καὶ ἂς μὴν ταραχθεῖ κι ἂς βρίσκει τὴν αἰτία στὸν ἑαυτό του, ὥστε τὸ κακὸ νὰ μὴ γίνει διπλό, δηλ. νὰ ὑποφέρει καὶ νὰ μὴ θέλει νὰ θεραπευθεῖ. Στὸν Θεὸ ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ τῆς δικαιοσύνης, δὲν ὑπάρχει ἀδικία. Αὐτὸ νὰ μὴν περάσει ἀπὸ τὸ νοῦ μας.
Μὴν ἀποφεύγεις τὶς θλίψεις, διότι βοηθούμενος ἀπ’ αὐτὲς μαθαίνεις καλὰ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καὶ μὴ φοβηθεῖς τοὺς πειρασμούς, διότι μέσα ἀπὸ αὐτοὺς βρίσκεις θησαυρό. Νὰ προσεύχεσαι νὰ μὴν εἰσέλθεις στοὺς ψυχικοὺς πειρασμοὺς ὅσο γιὰ τοὺς σωματικούς, νὰ ἑτοιμάζεσαι νὰ τοὺς ἀντιμετωπίσεις μὲ ὅλη τὴ δύναμή σου, γιατί χωρὶς αὐτοὺς δὲν μπορεῖς νὰ πλησιάσεις τὸν Θεό. Μέσα σ’ αὐτοὺς ἐμπεριέχεται ἡ θεία ἀνάπαυση. Ὅποιος ἀποφεύγει τοὺς σωματικοὺς πειρασμούς, ἀποφεύγει τὴν ἀρετή.
Χωρὶς πειρασμοὺς ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο δὲν φανερώνεται, καὶ εἶναι ἀδύνατο, χωρὶς αὐτούς, νὰ ἀποκτήσεις παρρησία στὸν Θεό, καὶ νὰ μάθεις τὴ σοφία τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί, ἀκόμη, δὲν θὰ μπορέσει νὰ στεριωθεῖ μέσα στὴν ψυχή σου ὁ θεϊκὸς πόθος. Προτοῦ νὰ ἔρθουν οἱ πειρασμοί, ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται στὸν Θεὸ σὰν ξένος. Ἀπὸ τότε ὅμως ποὺ θὰ εἰσέλθει σὲ πειρασμοὺς γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, καὶ δὲν ἀλλάξει γνώμη, ἔχει τὸν Θεό, νὰ ποῦμε, ὑποχρεωμένο ἀπέναντί του, καὶ ὁ Θεὸς τὸν λογαριάζει γιὰ γνήσιο φίλο του. Διότι πολέμησε καὶ νίκησε τὸν ἐχθρό του, γιὰ νὰ ἐκπληρώσει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Συνέχεια
Προσευχὴ καὶ λατρεία
Φώτιος ὁ Μέγας
Ἐπιστολὴ πρὸς Βούλγαρον Ἡγεμόνα
Ἐσὺ πάντως πρόσεξε ἐπιμελῶς, γιὰ νὰ μὴ εἶσαι μόνο ἀκροατής, ἀλλὰ καὶ ἐκτελεστὴς τῶν καλῶν καὶ ἀξιέπαινων πράξεων. Καὶ σ’ αὐτὸ τὸ μέρος θὰ ἀρχίσουμε ἀπὸ τὰ θεῖα.
Ἡ προσευχὴ λοιπὸν συνάπτει καὶ ἐξοικειώνει μὲ τὸν Θεό, διότι εἶναι ἔνθεος συνομιλία καὶ συνάφεια νοερὰ μὲ τὸ κάλλιστο καὶ πολυτιμότατο ὅλων τῶν ἀγαθῶν, ἀπὸ τὸ ὁποῖο προέρχεται κάθε οὐσίωσις καὶ συντήρησις, κάθε πρόνοια καὶ χορηγία ἀγαθῶν, κάθε τελειότης καὶ κάθαρσις παθῶν. Ὥστε καὶ κανένα ἄλλο κέρδος νὰ μὴ ἀπέρρεε ἀπὸ τὴν προσευχή, θὰ ἀρκοῦσε καὶ αὐτὸ μόνο του γιὰ τοὺς φιλόθεους καὶ τοὺς φιλοθεάμονες τοῦ ἀγαθοῦ ἀντὶ κάθε ἄλλης εὐφροσύνης, καὶ κάθε μακαριότητας καὶ εὐτυχίας στὸν βίο.
Ὅταν πάλι λαμβάνουμε δι’ αὐτῆς καὶ ἄφεσι ἁμαρτιῶν καὶ ἐξασφαλίζουμε τὶς ἀγαθοειδεῖς καὶ τελειοποιοὺς δωρεὲς μὲ τὰ ἄλλα αἰτήματα, ὅσα συμφέρουν, καὶ γινώμαστε ἄξιοι ν’ ἀνταμείβουμε τὸν εὐεργέτη μὲ τὴν εὐχαριστία μας γιὰ τὶς ἀνέκφραστες πράξεις καὶ δωρεές του πρὸς ἐμᾶς, καὶ μάλιστα νὰ τοῦ προσφέρουμε σὰν ἀπαρχὲς τῆς νοερᾶς μας δοξολογίας καὶ λογικῆς οὐσιώσεως τὶς κινήσεις τοῦ νοῦ καὶ τὶς δοξολογίες κατ’ αὐτὴν τὴν προσευχή· ὅταν λοιπὸν στὴν προσευχὴ συμπεριλαμβάνωνται τόσο πολλὰ καὶ μεγάλα, πῶς δὲν χρειάζεται νὰ ἐπιδιδώμαστε σ’ αὐτὴν πρόθυμα, νὰ τὴν ἀγαποῦμε καὶ ν’ ἀσχολούμαστε μὲ αὐτήν;
Ἐσὺ λοιπὸν νὰ προσεύχεσαι διαπαντὸς μὲ εὐχὲς κατ’ ἰδὶαν καὶ μόνος σου πρὸς τὸν Θεό, ἀλλὰ νὰ προσεύχεσαι καὶ μαζὶ μὲ τὸ πλῆθος καὶ φανερά. Καὶ μὲ τὰ δύο εἴδη, ὅταν τελοῦνται θεοφιλῶς εἶναι δυνατὸ ν’ ἀποδίδεται ἡ εὐσέβεια· ὅσο δὲ τὸ πρῶτο ὑπερτερεῖ σὲ καθαρότητα διανοίας, τόσο τὸ δεύτερο προσκαλεῖ σὲ μίμησι ὅσους βλέπουν. Τὸ ἕνα συντελεῖ σὲ προσωπικὸ κέρδος, τὸ ἄλλο ὠφελεῖ καὶ τοὺς ἄλλους, τῶν ὁποίων ἡ σωτηρία καὶ προκοπὴ εἶναι πάλι μεγάλη μαρτυρία τῆς ἀρετῆς τοῦ ἄρχοντος.
Νὰ οἰκοδομῆς ναοὺς στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἁγίων του σύμφωνα μὲ τὰ ἐκκλησιαστικὰ θέσμια, καὶ συνήθιζε τὸν λαὸ νὰ ἐκκλησιάζεται σ’ αὐτούς, ὥστε ἀπευθύνοντας τις προσευχές ἀπὸ κοινοῦ τὸν Θέον καὶ προσφέροντας κοινὴ δοξολογία, νὰ ὁδηγοῦνται σὲ κοινὴ ὁμόνοια καὶ νὰ κερδίζουν κοινὴ σωτηρία καὶ ὠφέλεια.
Οἱ θυσίες τῆς ἱερᾶς λατρείας μας εἶναι ἀνατεθειμένες στοὺς ἱερεῖς· ἂν ὑπηρετῆς αὐτοὺς καὶ προσφέρης προθύμως, διὰ μέσου αὐτῶν θ’ ἀπολαύσης πολλὴν εὐεργεσία καὶ χάρι. Θὰ μποροῦσες μάλιστα νὰ παρουσίασης καὶ σύ ὁ ἴδιος, ἂν θέλης, ἕνα κάλλιστο καὶ ἀγαπητότατο θῦμα στὸν Θεό, ἄν Τοῦ προσφέρεις καθαρὸν βίον καὶ ὀρθότητα διανοίας.
Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν.
Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου
«Δεῦτε πρὸς μὲ πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς ». Μ’ αὐτὰ τὰ λόγια καλεῖ ὁ Χριστὸς ὅλους, ὅσοι λυγίζουν κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Καὶ προσθέτει στὴν Ἀποκάλυψη: «Ὁ διψῶν ἐρχέσθω… ἐγὼ τῷ διψώντι δώσω ἐκ τῆς πηγῆς τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς δωρεάν». Τρέξτε ὅλοι οἱ διψασμένοι, φωνάζει ὁ Κύριος, στὴν αἰώνια καὶ ζωοπάροχη βρύση.
Ὅσο ἁμαρτωλὸς κι’ ἂν εἶσαι, φονιᾶς, μοιχὸς ἢ κάτι ἄλλο, σὲ δέχεται ὁ Δεσπότης. Σηκώνει ἀμέσως τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν σου καὶ σ’ ἐλευθερώνει. Καὶ πῶς τὸ κάνει αὐτό; Ὅπως ἀκριβῶς συγχώρεσε τὶς ἁμαρτίες τοῦ παραλυτικοῦ, λέγοντάς του: «Τέκνον, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι». Κι ἀμέσως τὸν λύτρωσε ἀπὸ τὸ βάρος του καὶ τὸν θεράπευσε.
Πρόστρεχε λοιπὸν στὸν Χριστό, παρακαλώντας Τον δυνατά, ἐπίμονα καὶ ἀκατάπαυστα, ὅπως ὁ τυφλὸς τότε, στὴν Ἱεριχώ : «Ἰησοῦ, υἱὲ Δαβίδ, ἐλέησόν με!». Κι’ Ἐκεῖνος, ὅπως τότε, θὰ σὲ ρωτήσει μυστικά: « Τί σοὶ θέλεις ποιήσω;». Ἐσύ, ὁ τυφλὸς στὴν ψυχή, θὰ πεῖς: «Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω ». Ὁ Χριστός, βλέποντας τὴν πίστη σου, τὴ μετάνοιά σου, τὴ ζέση τῆς ἱκεσίας σου, θὰ σὲ σπλαχνιστεῖ καὶ θὰ σὲ θεραπεύσει, χαρίζοντας στὴν ψυχή σου τὸ φῶς.
Ὅταν ὅμως δὲν προσευχόμαστε μὲ πόνο, μ’ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς μας καὶ μ’ ἀληθινὴ μετάνοια, δὲν θὰ μᾶς ἀκούσει ὁ Χριστός, δὲν θὰ μᾶς συγχωρέσει, δὲν θὰ μᾶς φωτίσει.
Ἂν πάλι εἴμαστε ἀμελεῖς, ἂν δὲν τρέξουμε στὸν Κύριο καὶ δὲν Τὸν ἀκολουθήσουμε μὲ συνέπεια, ἀφήνοντας τὶς ἁμαρτίες μας, ὅπως ὁ τελώνης καὶ κατοπινὸς εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος ἄφησε τὸ τελώνιο καὶ τὴν πλεονεξία, τότε δὲν θὰ πάρουμε ἐκεῖνο ποῦ ζητᾶμε.
Πρέπει πρωταρχικὰ νὰ φλογιστοῦμε ἀπὸ τὴ φωτιὰ τῆς μετανοίας, τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τῆς ἱκεσίας.
Ὁ Κύριος ὄχι μόνο γι’ αὐτοὺς «ἔκλινεν οὐρανοὺς καὶ κατέβη εἰς γῆν», ἀλλὰ γιὰ ὅλους μας. Καὶ δὲν θέλει νὰ κολαζόμαστε αἰώνια, σὰν δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ νὰ Τὸν ἀκολουθήσουμε στὸν οὐρανό, ἀφοῦ πρῶτα, μὲ ἀγώνα πνευματικό, τηρήσουμε τὶς ἐντολές Του καὶ καθαριστοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη, «ἕκαστος κατὰ τὸν ἴδιον κόπον».
Πρέπει νὰ ξέρουμε, πώς ὁ ἱδρώτας πού χύνουμε γιὰ τὴν κάθαρσή μας καὶ τὴν ἀρετὴ δὲν πάει χαμένος. Ὁ Χριστὸς βλέπει τὸν κόπο μας καὶ τὸν ἀγώνα μας καὶ θὰ μᾶς στεφανώσει. Στὸν ἀγώνα αὐτόν, ἐξάλλου, δὲν μᾶς ἀφήνει μόνους. Μᾶς χαρίζει τὴ μυστικὴ δύναμή Του, γιὰ νὰ νικήσουμε τοὺς νοητοὺς ἐχθρούς. Συνέχεια
Ἡ ἀντιμετώπιση τῶν θλίψεων
Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ,
Ἔλεγε ἀκόμα πώς, ὅ,τι κι ἄν συμβεῖ στόν ταπεινό, ἀμέσως καταφεύγει στήν προσευχή, καί ὅλους τούς θεωρεῖ σάν εὐεργέτες.
Ἐμεῖς ξεφύγαμε ἀπό τόν δρόμο τῆς ἀλήθειας καί ἀπό τίς ὑποδείξεις τῶν ἁγίων, καί θέλουμε νά χαράξουμε μόνοι τόν δρόμο μας, σύμφωνα μέ τά πονηρά μας θελήματα.
Τί εἶναι τάχα εὐκολότερο ἀπό τό ν’ ἀκούσουμε ἕναν ἅγιο καί πρακτικό δάσκαλο, τόν ἀββᾶ Ἀμμωνᾶ, πού λέει:«πρόσεχε μέ ἀκρίβεια τόν ἑαυτό σου, ὥστε, ἄν κάποιος σέ πικράνει σέ ὁ,τιδήποτε, νά μήν πεῖς τό παραμικρό. Σώπαινε, μέχρι νά ἠρεμήσει ἡ καρδιά σου μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, καί τότε βοήθησε τόν ἀδελφό πού σ’ ἔθλιψε».
Πραγματικά, ὅποιος ποθεῖ τόν ἴσιο δρόμο, κάθε φορά πού ταράζεται, μαλώνει τόν ἑαυτό του καί τόν ἐλέγχει ἀδιάκοπα, λέγοντας:·Τί μανιάζεις, ψυχή μου; Τί ταράζεσαι σάν τούς ἐπιληπτικούς; Αὐτό ἀκριβῶς δείχνει πώς εἶσαι ἄρρωστη. Ἄν δέν ἤσουν, δέν θά πονοῦσες. Γιατί, ἀντί νά μέμφεσαι τόν ἑαυτό σου, τά βάζεις μέ τόν ἀδελφό σου, πού σοῦ φανέρωσε τήν ἀρρώστεια σου στήν πράξη καί σ’ ὅλη της τήν σοβαρότητα;
Μάθε τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, «ὅς λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει, πάσχων οὐκ ἠπείλει». Ἄκουσέ Τον νά λέει αὐτό πού καί ἔμπρακτα ἔδειξε: «Τόν νῶτον μου ἔδωκα εἰς μάστιγας, τάς δέ σιαγόνας μου εἰς ραπίσματα, τό δέ πρόσωπόν μου οὐκ ἀπέστρεψα ἀπό αἰσχύνης ἐμπτυσμάτων».
Κι’ ἐσύ, ἄθλια ψυχή, γιά μιά βρισιά καί προσβολή ἤ περιφρόνηση καί ἀντιπάθεια ἤ κοροϊδία ἤ συκοφαντία, κάθεσαι καί πλέκεις χίλιους δυό λογισμούς κι’ ἐπιβουλεύεσαι ἔτσι τόν ἴδιο σου τόν ἑαυτό, ὅπως οἱ δαίμονες. Ἀλήθεια, σέ μιά τέτοια ψυχή τί περισσότερο μπορεῖ νά κάνει ἕνας δαίμονας, ἀπ’ ὅ,τι κάνει ἡ ἴδια στόν ἑαυτό της;
Τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ τόν βλέπουμε। Γιά τά πάθη Του, πού ὑπέμεινε γιά μᾶς, διαβάζουμε κάθε μέρα.Ἐμεῖςὅμως δέν ἀνεχόμαστε οὔτε μιά προσβολή! Πραγματικά ξεφύγαμε ἀπό τόν ἴσιο δρόμο.
Ἔλεγε ἐπίσης, πώς ἀκόμα κι’ ἄν ζήσει κανείς τόσα χρόνια, ὅσα ἔζησε ὁ Μαθουσάλας, δέν τραβήξει ὅμως αὐτό τόν ἴσιο δρόμο πού τράβηξαν ὅλοι οἱ ἅγιοι –ἐννοῶ τόν δρόμο τῆς ἀτιμίας καί τῆς ζημίας καί τῆς γενναιόψυχης ὑπομονῆς, ὄχι πολύ, μά οὔτε λίγο δέν πρόκειται νά προκόψει. Τό μόνο πού θά ξοδεύει: τά χρόνια του ἄσκοπα. Συνέχεια
Συμβουλὲς πνευματικὲς γιὰ θάρρος καὶ προσευχὴ
Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος
Ἔχεις ἀκόμη ἀνησυχίες. Πές μου, ἀπὸ ποῦ θὰ μποροῦσαν νὰ προέρχονται; Ὅλα τὰ ἐξωτερικὰ πᾶνε καλά. Ὅλα τὰ ἐσωτερικὰ τὰ ἔχεις ἐπανεξετάσει καὶ τακτοποιήσει. Τὴν ἀπόφασή σου τὴν ἔχεις πάρει. Ἀπὸ ποῦ, λοιπόν, προέρχονται αὐτὲς οἱ ἀνησυχίες; Ὅλες εἶναι ἀπὸ τὸν ἐχθρό. Ὅλες. Ἀπὸ πουθενὰ ἀλλοῦ.
Τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ συμβαίνει; Μήπως σκέφτεσαι νὰ φτιάξεις τὴ ζωή σου μόνη σου, μὲ τὶς δικές σου ἱκανότητες καὶ προσπάθειες; Ἂν πραγματικὰ αὐτὸ σκέφτεσαι, σὲ συμβουλεύω ν’ ἀλλάξεις ἀμέσως γνώμη, ἀλλιῶς δὲν θ’ ἀπαλλαγεῖς ἀπὸ τὴ σύγχυση καὶ τὴν ταραχή.
Ἐξέτασε πάλι τὸν ἑαυτό σου ἢ θυμήσου ὅ,τι σοῦ ἔχω ὑποδείξει καὶ ὅ,τι ἔχει συμβεῖ μέσα σου σ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἀλληλογραφίας μας. Θυμήσου, ἐπίσης, ποιὰ ἦταν ἡ ἔκβαση τῶν προβληματισμῶν σου γιὰ τὴ ζωή. Τέλος, δῶσε στὴν αὐτοεξέτασή σου τέτοια κατεύθυνση, ὥστε νὰ καταλήξει σὲ μιὰ σταθερὴ ἀπόφαση ἀμετάκλητης ἐναποθέσεως τοῦ μέλλοντός σου στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.
Ἀφοῦ, λοιπόν, πάρεις αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, προσευχήσου στὸν Κύριο ὁλόθερμα. “Τὸ μέλλον μου”, πές Του, “τὸ ἀφήνω μὲ ἐμπιστοσύνη στὰ χέρια Σου.Ὅπως ξέρεις καὶ ὅπως θέλεις, Κύριε, κατεύθυνε τὴ ζωή μου, μ’ ὅλα τὰ ἀπρόοπτα καὶ μ’ ὅλες τὶς δυσκολίες της. Ἀπὸ δῶ κι ἐμπρὸς δὲν θὰ μεριμνῶ καὶ δὲν θ’ ἀνησυχῶ πιὰ γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Μιὰ φροντίδα μόνο θὰ ἔχω, νὰ κάνω πάντα ὅ,τι εἶναι εὐάρεστο σ’ Ἐσένα”.
Ἔτσι νὰ Τοῦ μιλήσεις, ἀλλὰ καὶ ἔμπρακτα νὰ Τοῦ ἀποδείξεις ὅτι ἔχεις ὁλοκληρωτικὰ ἀφεθεῖ στὰ χέρια Του, ὅτι δὲν ἀνησυχεῖς γιὰ τίποτα, ὅτι ἀποδέχεσαι ἤρεμα καὶ ἀγόγγυστα ὁποιαδήποτε κατάσταση, εὐχάριστη ἤ δυσάρεστη, μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι ἔχει παραχωρηθεῖ ἀπὸ τὴ Θεία πρόνοια. Μοναδική σου μέριμνα ἂς εἶναι ἡ ἀκριβὴς τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ σὲ κάθε περίσταση.
Ὓστερ’ ἀπὸ μιὰ τέτοια ἐσωτερικὴ τοποθέτηση, ὅλες οἱ ἀνησυχίες σου θὰ ἐξανεμιστοῦν. Ἀνησυχεῖς γιὰ τὸν ἑαυτό σου τώρα, καθὼς θέλεις ὅλες οἱ περιστάσεις νὰ συντείνουν στὴν ἐκπλήρωση τοῦ δικοῦ σου σκοποῦ. Καὶ ἐπειδή, φυσικά, ὅλα δὲν γίνονται σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά σου, ταράζεσαι καὶ στενοχωριέσαι – “αὐτὸ δὲν ἔγινε ἔτσι, ἐκεῖνο δὲν ἔγινε ἀλλιῶς”. Ἄν, ὅμως, ἀναθέσεις τὰ πάντα στὸν Κύριο μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ δεχθεῖς πώς ὅ,τι συμβαίνει προέρχεται ἀπ’ Αὐτὸν γιὰ τὸ καλό σου, τότε δὲν θ’ ἀνησυχεῖς πιὰ καθόλου. Θὰ κοιτᾶς μόνο γύρω σου, γιὰ νὰ δεῖς τί σοῦ στέλνει ὁ Θεός, καὶ θὰ ἐνεργεῖς σύμφωνα μ’ αὐτὸ πού στέλνει. Συνέχεια
Ἡ ἐξέταση τῆς συνειδήσεως
Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου,
Γιὰ τὴν ἐξέταση τῆς συνειδήσεως σκέψου τρία πράγματα: τὰ σφάλματα τῆς κάθε μέρας, τὴν αἰτία τῶν σφαλμάτων αὐτῶν καὶ τὴν στενοκαρδία καὶ προθυμία ποὺ ἔχεις νὰ τὰ πολεμήσεις καὶ νὰ ἀποκτήσεις τὶς ἀντίθετές τους ἀρετές. Γιὰ τὴν αἰτία αὐτῶν ἀνάγκασε τὸν ἑαυτό σου νὰ τὴν πολεμήσεις, νὰ τὴν κατατροπώσεις καὶ νὰ τὴν ρίξεις στὴ γῆ.
Γιὰ τὴν προθυμία ποὺ χρειάζεται νὰ κάνεις αὐτὸ καὶ νὰ ἀποκτήσεις τὶς ἀρετές, δυνάμωσε τὴν θέλησή σου μὲ τὴν ἀπιστία τοῦ ἑαυτοῦ σου, δηλαδὴ μὲ τὸ νὰ μὴν ἔχεις καθόλου θάρρος στὸν ἑαυτό σου, μὲ τὴν ἐλπίδα καὶ τὸ θάρρος στὸν Θεό, μὲ τὴν προσευχὴ καὶ μὲ τὸ μίσος τῶν πράξεων τῆς κακίας καὶ μὲ τὴν ἐπιθυμία τῶν πράξεων τῆς ἀντίστοιχης ἀρετῆς.
Φρόντισε, ἀδελφέ, πάντοτε σὲ κάθε σου λογισμό, λόγο καὶ ἔργο νὰ ἔχεις συνείδηση ἀκατάγνωστη, δηλαδὴ νὰ μὴ σὲ κατηγορεῖ καὶ νὰ μὴ σὲ τύπτει γιὰ κάποιο πράγμα. Διότι ὅποιος ἐξετάζει στὸ βάθος τὴν ὀρθὴ καὶ ἁγία συνείδηση, δὲν μπορεῖ νὰ σφάλλει ποτέ, ἢ ἂν σφάλλει, νὰ μὴν διορθωθεῖ. Διότι ἡ συνείδηση εἶναι ὁ φυσικὸς νόμος ποὺ ἔδωσε ὁ Θεὸς στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων γιὰ νὰ τοὺς ὁδηγεῖ πάντοτε σὰν λυχνάρι σὲ ὅλα τὰ καλά. Ὅπως εἶπε καὶ ὁ ἅγιος Νεῖλος: «Νὰ χρησιμοποιήσεις τὴν συνείδησή σου ὡς λυχνάρι γιὰ τὶς πράξεις σου». Καὶ ὁ Ἀπόστολος εἶπε ὅτι «οἱ ἐντολὲς τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ εἶναι γραμμένες μέσα στὶς καρδιὲς» (Ρωμ. 2, 15).
Ἀπέναντι τεσσάρων πραγμάτων εἶσαι ὑποχρεωμένος νὰ διατηρεῖς τὴ συνείδησή σου ἀκατηγόρητη: ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ, ἀπέναντι τοῦ ἑαυτοῦ σου, πρὸς τὸν πλησίον σου καὶ πρὸς ἄλλα πράγματα. Ὅσον ἀφορᾶ τὸν Θεὸ πρέπει νὰ τὴν ἐξετάζεις, ἂν φύλαξες ὅλα ἐκεῖνα ποὺ εἶσαι ὑποχρεωμένος νὰ διαφυλάττεις ἀπέναντί του. Δηλαδὴ ἂν διαφυλάττεις ὅλες του τὶς ἐντολὲς καὶ τὶς πιὸ ἀσήμαντες· καὶ ἂν τὸν ἀγάπησες καὶ τὸν ὑπηρέτησες μὲ ὅλη σου τὴν ψυχὴ καὶ εἶσαι ἕτοιμος νὰ πεθάνεις γι’ αὐτόν, ὅπως εἶσαι ὑποχρεωμένος. Καὶ ἂν δὲν τὰ διαφύλαξες, φρόντισε στὸ ἑξῆς νὰ τὰ διαφυλάξεις.
Ὡς πρὸς τὸν ἑαυτό σου θὰ διαφυλάξεις ἀκατηγόρητη τὴ συνείδησή σου, ἂν δὲν ἀδιαφορεῖς, ἀλλὰ κάνεις ὅλο ἐκεῖνο τὸ χρέος ποὺ πρέπει καὶ εἶσαι ὑποχρεωμένος καὶ εἶναι σύμφωνα μὲ τὴν δύναμή σου, τόσο πρὸς τὸν Θεό, ὅσο καὶ πρὸς τὸν πλησίον καὶ πρὸς τὰ ἄλλα πράγματα. Καὶ ἐκτὸς ἀπὸ αὐτά, ἂν δὲν πέφτεις σὲ ὑπερβολὲς καὶ ἐλλείψεις, καταστρέφοντας παράκαιρα τὴν ὑγεία σου καὶ τὴ ζωή σου καὶ τὶς σωματικές σου δυνάμεις μὲ ὑπερβολικὴ καὶ ἀκανόνιστη ἄσκηση καὶ δὲν ἀποδίδεις στὸ σῶμα τὸ δίκαιο μέτρο, φροντίζοντας γιὰ τὴ σύσταση καὶ συντήρησή του. Γιατί καὶ αὐτὸ εἶναι ἀντίθετο στὴ συνείδηση καὶ στὸν ὀρθὸ λόγο. Συνέχεια
Πῶς πρέπει νὰ φυλᾶμε τὸ νοῦ μας
ἀπὸ τὴν πολυπραγμοσύνη καὶ τὴν περιέργεια
Ἁγίου Νικοδήμου Ἁγιορείτου
Καθὼς εἶναι ἀνάγκη νὰ φυλᾶμε τὸ νοῦ μας ἀπὸ τὴν ἀγνωσία, ἔτσι παρομοίως εἶναι ἀνάγκη νὰ τὸν φυλᾶμε ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν πολυπραγμοσύνη, τὴν ἀντίθετή της ἀγνωσίας. Γιατί, ἀφοῦ τὸν γεμίσουμε ἀπὸ πολλοὺς λογισμοὺς μάταιους καὶ ἄτακτους καὶ βλαπτικούς, τὸν κάνουμε ἀδύνατο καὶ δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβει ἐκεῖνο ποὺ ταιριάζει στὴν ἀληθινὴ ἀπονέκρωσή μας καὶ τελειότητα. Γι’ αὐτό, πρέπει νὰ εἶσαι σὰν πεθαμένος ἐντελῶς, σὲ κάθε ἔρευνα τῶν ἐπιγείων πραγμάτων, τὰ ὁποία, ἂν καὶ μπορεῖ νὰ ἐπιτρέπονται, δὲν εἶναι ὅμως καὶ ἀναγκαία. Καὶ μαζεύοντας πάντα τὸ νοῦ σου, ὅσο μπορεῖς μέσα στὸν ἑαυτό σου, κᾶνε τὸν ἀμαθῆ ἀπὸ τὰ πράγματα ὅλου του κόσμου τὰ πράγματα.
Τὰ μηνύματα, οἱ καινούργιες εἰδήσεις καὶ ὅλες οἱ μεταβολὲς καὶ οἱ ἀλλοιώσεις, μικρὲς καὶ μεγάλες του κόσμου καὶ τῶν κρατῶν, ἂς εἶναι γιὰ σένα τέτοιου εἴδους, σὰν νὰ μὴν ὑπάρχουν καθόλου. Ἀλλὰ καὶ ἄν σοῦ προσφέροντα ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἐναντιώσου σὲ αὐτά, ἀπομάκρυνε τὰ ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὴ φαντασία σου. Ἂς εἶσαι δὲ προσεκτικὸς ἐραστὴς στὸ νὰ καταλάβεις τὰ πνευματικὰ καὶ τὰ οὐράνια, μὴ θέλοντας νὰ γνωρίζεις ἄλλο μάθημα στὸν κόσμο, παρὰ τὸν Ἐσταυρωμένο καὶ τὴ ζωή του καὶ τὸν θάνατο καὶ τὸ τί ζητάει αὐτὸς ἀπὸ σένα· καὶ βέβαια θὰ εὐχαριστήσεις πολὺ τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος ἔχει γιὰ ἐκλεκτοὺς καὶ ἀγαπημένους του ἐκείνους ποὺ τὸν ἀγαποῦν καὶ φροντίζουν νὰ κάνουν τὸ θέλημά του.
Ἐπειδή, κάθε ἄλλο ζήτημα καὶ ἔρευνα, εἶναι ἐγωισμὸς καὶ ὑπερηφάνεια, δεσμὰ καὶ παγίδες τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος σὰν πανοῦργος, βλέποντας ὅτι ἡ θέληση ἐκείνων ποὺ προσέχουν στὴν πνευματικὴ ζωὴ εἶναι δυνατὴ καὶ ἰσχυρή, γυρεύει νὰ νικήσει τὸ νοῦ τους μὲ τέτοιες περιέργειες, γιὰ νὰ κυριεύσει μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο. Ὁπότε, συνηθίζει πολλὲς φορὲς νὰ τοὺς δίνει σκέψεις δῆθεν ὑψηλές, λεπτὲς καὶ περίεργες καὶ μάλιστα στοὺς εὔστροφους στὸ νοῦ καὶ σὲ ἐκείνους ποὺ εἶναι εὔκολοι νὰ ὑψηλοφρονήσουν.
Γιατί αὐτοὶ αἰχμαλωτισμένοι ἀπὸ τὴν ἡδονὴ καὶ τὴ συνομιλία ἐκείνων τῶν ὑψηλῶν σκέψεων, στὶς ὁποῖες νομίζουν ψεύτικα ὅτι ἀπολαμβάνουν τὸν Θεό, ξεχνοῦν νὰ καθαρίσουν τὴν καρδιά τους καὶ νὰ προσέχουν στὴν ταπεινὴ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ τους καὶ στὴν ἀληθινὴ ἀπονέκρωση· καὶ ἔτσι ἀφοῦ δεθοῦν μὲ τὸ δεσμὸ τῆς ὑπερηφάνειας, γίνονται εἴδωλο τοῦ ἴδιου του νοῦ τους· καὶ στὴ συνέχεια, λίγο-λίγο, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουν, φθάνουν νὰ λογαριάσουν, ὅτι δὲν ἔχουν ἀνάγκη πλέον ἀπὸ τὴν συμβουλὴ καὶ τὴ νουθεσία τῶν ἄλλων, ἐπειδὴ συνήθισαν νὰ προστρέχουν σὲ κάθε τους ἀνάγκη στὸ εἴδωλο τῆς δικῆς τους κρίσεως· πράγμα, ποὺ εἶναι πολὺ ἐπικίνδυνο καὶ δύσκολο νὰ γιατρευθεῖ· διότι ἡ ὑπερηφάνεια τοῦ νοῦ εἶναι πλέον περισσότερο ἐπικίνδυνη ἀπὸ ἐκείνη τῆς θελήσεως. Συνέχεια
Περὶ καταθλίψεως καὶ λογισμῶν
Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος
Τελευταῖες ἀνησυχίες. Ἐμπιστοσύνη καὶ ἐλπίδα στὸν Θεό. Προσευχὴ καὶ θάρρος.
Ἔχεις ἀκόμη ἀνησυχίες. Πές μου, ἀπὸ ποῦ θὰ μποροῦσαν νὰ προέρχονται; «Ὅλα τὰ ἐξωτερικὰ πᾶνε καλά» ὅλα τὰ ἐσωτερικὰ τὰ ἔχεις ἐπανεξετάσει καὶ τακτοποιήσει- τὴν ἀπόφασή σου τὴν ἔχεις πάρει. Ἀπὸ ποῦ, λοιπόν, προέρχονται αὐτὲς οἱ ἀνησυχίες; Ὅλες εἶναι ἀπὸ τὸν ἐχθρό. Ὅλες. Ἀπὸ πουθενὰ ἀλλοῦ.
Τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ συμβαίνει; Μήπως σκέφτεσαι νὰ φτιάξεις τὴ ζωή σου μόνη σου, μὲ τὶς δικές σου ἱκανότητες καὶ προσπάθειες; Ἂν πραγματικὰ αὐτὸ σκέφτεσαι, σὲ συμβουλεύω ν’ ἀλλάξεις ἀμέσως γνώμη, ἀλλιῶς δὲν θ’ ἀπαλλαγεῖς ἀπό τη σύγχυση καὶ τὴν ταραχή. Ἐξέτασε πάλι τὸν ἑαυτό σου ἤ θυμήσου ὅ,τι σοῦ ἔχω ὑποδείξει καὶ ὅ,τι ἔχει συμβεῖ μέσα σου σ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ἀλληλογραφίας μας. Θυμήσου, ἐπίσης, ποιὰ ἦταν ἡ ἔκβαση τῶν προβληματισμῶν σου γιὰ τὴ ζωή.
Τέλος, δῶσε στὴν αὐτοεξέτασή σου τέτοια κατεύθυνση, ὥστε νὰ καταλήξει σὲ μιὰ σταθερὴ ἀπόφαση ἀμετάκλητης ἐναποθέσεως τοῦ μέλλοντός σου στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ, λοιπόν, πάρεις αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, προσευχήσου στὸν Κύριο ὁλόθερμα. «Τὸ μέλλον μου», πές Του, «τὸ ἀφήνω μὲ ἐμπιστοσύνη στὰ χέρια Σου. Ὅπως ξέρεις καὶ ὅπως θέλεις, Κύριε, κατεύθυνε τὴ ζωή μου, μ’ ὅλα τὰ ἀπρόοπτα καὶ μ’ ὅλες τὶς δυσκολίες της. Ἀπὸ δῶ κι ἐμπρὸς δὲν θὰ μεριμνῶ καὶ δὲν θ’ ἀνησυχῶ πιὰ γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Μία φροντίδα μόνο θὰ ἔχω, νὰ κάνω πάντα ὅ,τι εἶναι εὐάρεστο σ’ Ἐσένα». Ἔτσι νὰ Τοῦ μιλήσεις, ἀλλὰ καὶ ἔμπρακτα νὰ Τοῦ ἀποδείξεις ὅτι ἔχεις ὁλοκληρωτικὰ ἀφεθεῖ στὰ χέρια Του, ὅτι δὲν ἀνησυχεῖς γιὰ τίποτα, ὅτι ἀποδέχεσαι ἤρεμα καὶ ἀγόγγυστα ὁποιαδήποτε κατάσταση, εὐχάριστη ἤ δυσάρεστη, μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι ἔχει παραχωρηθεῖ ἀπό τὴ θεία πρόνοια. Μοναδική σου μέριμνα ἂς εἶναι ἡ ἀκριβὴς τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ θεοῦ σὲ κάθε περίσταση
Ὕστερ’ ἀπὸ μία τέτοια ἐσωτερικὴ τοποθέτηση, ὅλες οἱ ἀνησυχίες σου θὰ ἐξανεμιστοῦν. Ἀνησυχεῖς γιὰ τὸν ἑαυτό σου τώρα, καθὼς θέλεις ὅλες οἱ περιστάσεις νὰ συντείνουν στὴν ἐκπλήρωση τοῦ δικοῦ σου σκοποῦ. Καὶ ἐπειδή, φυσικά, ὅλα δὲν γίνονται σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά σου, ταράζεσαι καὶ στενοχωριέσαι – «Αὐτὸ δὲν ἔγινε ἔτσι, ἐκεῖνο δὲν ἔγινε ἀλλιῶς». Ἄν, ὅμως, ἀναθέσεις τὰ πάντα στὸν Κύριο μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ δεχθεῖς πὼς ὅ,τι συμβαίνει προέρχεται ἀπ’ Αὐτὸν γιὰ τὸ καλό σου, τότε δὲν θ’ ἀνησυχεῖς πιὰ καθόλου. Θὰ κοιτᾶς μόνο γύρω σου, γιὰ νὰ δεῖς τί σοῦ στέλνει ὁ Θεός, καὶ θὰ ἐνεργεῖς σύμφωνα μ’ αὐτὸ ποὺ στέλνει. Κάθε κατάσταση μπορεῖ νὰ ὑπαχθεῖ σὲ κάποια θεία ἐντολή. Νὰ ἐνεργεῖς, λοιπόν, σύμφωνα μὲ τὴ σχετικὴ ἐντολή, ἐπιδιώκοντας τὴν εὐαρέστηση τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι τὴν ἱκανοποίηση τῶν δικῶν σου ἐπιθυμιῶν. Προσπάθησε νὰ καταλάβεις τί λέω καὶ ἀποφάσισε νὰ τὸ ἐφαρμόσεις. Δὲν θὰ τὸ κατορθώσεις, βέβαια, ἀπό τη μία στιγμὴ στὴν ἄλλη. Χρειάζεται ἀγώνας γι’ αὐτό, ἀλλὰ καὶ προσευχή. Συνέχεια
Η ΦΥΛΑΚΗ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ
Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Στὴν καρδιὰ εἶναι ἡ θέληση, στὴν καρδιὰ εἶναι ἡ ἀγάπη, στὴν καρδιὰ εἶναι ἡ κατανόηση, στὴν καρδιὰ εἶναι, τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας καὶ Θείας Τριάδος.
Ἡ καρδιὰ εἶναι ὁ οἶκος τοῦ Πατρός, τὸ ἱερό του Υἱοῦ καὶ τὸ ἐργαστήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ Θεὸς θέλει τὴν καρδιά: «Υἱέ μου, δὸς μοι σὴν καρδίαν» (Παρ. κγ’ 26).
Ἂς ἀναποδογυρίσουν τὰ βουνά, ἂς στεγνώσουν οἱ θάλασσες, ἂς σὲ ἐγκαταλείψουν οἱ φίλοι σου, ἂς χαθεῖ ὁ πλοῦτος σου, ἂς φαγωθεῖ τὸ σῶμα σου ἀπὸ σκουλήκια, ἂς σὲ περιλούσει ὁ κόσμος μὲ ὅλες τὶς κοροϊδίες πού ἔχει, μὴ φοβᾶσαι, μόνον φύλαξε τὴν καρδιά σου, φύλαξε καὶ ἕνωσέ την μὲ τὸν Κύριο καὶ δῶσε την στὸν Κύριο.
Ἀπὸ τὴν καρδιὰ προέρχεται ἡ ζωὴ· ἀπὸ ποῦ ἡ ζωὴ στὴν καρδιὰ θὰ προέλθει, ἂν ἡ πνοὴ τοῦ Κυρίου καὶ ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, ὁ Θεός, δὲν κατοικεῖ σὲ αὐτήν;
«Ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἐκ τὸν ἀγαθοῦ θησαυροῦ ἐκβάλλει ἀγαθά, καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ ἐκβάλλει πονηρὰ» (Ματθ. ιβ’ 35). Αὐτοὶ εἶναι οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος γεμίζει τὸν θησαυρὸ τῆς καρδιᾶς σου μὲ τὰ πλούτη του.
Τί εἶναι αὐτὸς «ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος»;
Εἶναι ὁ ἀγαθὸς θησαυρὸς τῆς καρδιᾶς. Καὶ τί εἶναι «ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος»; Εἶναι ὁ πονηρὸς θησαυρὸς τῆς καρδιᾶς. «Ἐκ γὰρ τῆς καρδίας [τοῦ πονηροῦ ἀνθρώπου] ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι, πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι» (Ματθ. ιε’ 19)· καὶ ἀπὸ τὴν ἀγαθὴ καρδιὰ ἐκπορεύονται «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια» (Γαλ. ε’ 22-23). Βλέπεις τί μεγάλος ἀποθηκευτικὸς χῶρος εἶναι ἡ καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου; Βλέπεις πόσα μποροῦν νὰ προσαρμοσθοῦν στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου;…
Ὢ ἀδελφέ, ὁ Θεός, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα τὸ ἴδιο, ὅταν τὸ παρακαλεῖς, μπορεῖ νὰ χωρέσει στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ὄχι μόνο μπορεῖ, ἀλλὰ καὶ θέλει. Περιμένει μόνο ἐσένα νὰ προετοιμάσεις τὴν καρδιά σου γι’ Αὐτό. Νὰ τὴν μετατρέψεις σὲ ναό, διότι ὁ Θεός, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μόνο σὲ ναὸ κατοικεῖ!…
Ὅπως ὁ ὄφις προστατεύει τὴν κεφαλή του, ἔτσι καὶ σὺ ἐπίσης, υἱέ, φύλαξε τὴν καρδιά σου. Πάνω ἀπ’ ὅλα ἀπ’ὅσα φυλάσσονται, υἱέ, φύλαξε τὴν καρδιά σου! Διότι στὴν καρδιὰ εἰσέρχεται ζωὴ καὶ ἀπὸ αὐτὴν ἐξέρχεται ζωή· ζωὴ πού προέρχεται ἀπὸ τὸν Ζῶντα Θεό. Συνέχεια
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
Metropolitan Anthony Bloom
Σ᾿ ἐκείνους πού ἔχουν διαβάσει τό βιβλίο “Οἱ περιπέτειες ἑνός προσκυνητοῦ”, εἶναι πολύ γνώριμη ἡ ἔκφραση· “Προσευχή τοῦ ᾿Ιησοῦ”. Τό βιβλίο αὐτό ἀναφέρεται σέ μιά σύντομη προσευχή, πού ἀποτελεῖται ἀπό αὐτές τίς λέξεις· “Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησέ με τόν ἁμαρτωλό”. Αὐτές οἱ λέξεις ἐπαναλαμβάνονται συνεχῶς.
Οἱ “περιπέτειες ἑνός προσκυνητοῦ”, εἶναι ἡ ἱστορία ἑνός ἀνθρώπου, πού ἤθελε νά μάθει νά προσεύχεται ἀδιάλειπτα (Α’ Θεσ. 5, 17). ῾Ο ἄνθρωπος, τοῦ ὁποίου ἡ ἐμπειρία ἐξιστορεῖται, ἦταν προσκυνητής. Γι᾿ αὐτό πάρα πολλά ἀπό τά ψυχολογικά χαρακτηριστικά του καί ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἔμαθε καί ἐφάρμοσε τήν προσευχή, ἐξαρτήθηκαν ἀπό τό γεγονός ὅτι αὐτός ἔζησε “κατά ἰδιάζοντα” τρόπο. Αὐτό κάνει τό βιβλίο νά μήν εἶναι τόσο ἐφαρμόσιμο ἀπ᾿ τόν καθένα, ὅσο θά μποροῦσε νά ἦταν ἐξαιτίας τοῦ περιεχομένου του. Παρόλα αὐτά εἶναι ἡ καλύτερη εἰσαγωγή, πού θά μποροῦσε νά γραφτεῖ γι᾿ αὐτή τήν προσευχή, ἡ ὁποία εἶναι ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους θησαυρούς τῆς ᾿Ορθόδοξης ᾿Εκκλησίας.
῾Η προσευχή εἶναι βαθιά ριζωμένη στό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου καί δέν εἶναι χωρίς νόημα τό ὅτι οἱ μεγάλοι δάσκαλοι τῆς ᾿Ορθοδοξίας πάντοτε ἐπέμειναν στό γεγονός ὅτι ἡ “Προσευχή τοῦ ᾿Ιησοῦ” συνοψίζει ὁλόκληρο τό Εὐαγγέλιο. Νά γιατί μόνο ἕνας πού ἡ ζωή του ἔχει καλά ριζώσει πάνω στήν Καινή Διαθήκη, πού εἶναι δηλαδή ζωντανό μέλος τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, μπορεῖ νά χρησιμοποιεῖ μέ ὅλο της τό νόημα τήν προσευχή τοῦ ᾿Ιησοῦ.
Καί ὄχι μόνο ἡ διδασκαλία, ἀλλά ὁλόκληρη ἡ θεανδρική πραγματικότητα πού ἀποκαλύπτεται στήν Καινή Διαθήκη, βρίσκεται μέσα στό ῎Ονομα, στό πρόσωπο τοῦ ᾿Ιησοῦ. ῎Αν πάρουμε τό πρῶτο μισό μέρος τῆς προσευχῆς, θά δοῦμε ὅτι ἐκφράζει τήν πίστη μας στόν Κύριο· “Κύριε ᾿Ιησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ”. Στή μέση αὐτῆς τῆς εὐχῆς βρίσκουμε τό ὄνομα τοῦ ᾿Ιησοῦ. Εἶναι τό ὄνομα πού μπροστά του “θά λυγίσει κάθε γόνατο” (᾿Ησ. 45, 23) καί ὅταν τό προφέρουμε ἐπιβεβαιώνουμε τό ἱστορικό γεγονός τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. ᾿Επιβεβαιώνουμε ὅτι ὁ Θεός, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ “συναΐδιος” μέ τόν Πατέρα, ἔγινε ἄνθρωπος. Καί ὁλόκληρο αὐτό τό πλήρωμα τῆς θεότητας κατοικεῖ ἀνάμεσά μας σωματικά στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ (Κολ. 2, 9).
Γιά νά δοῦμε στό Ναζωραῖο, στόν προφήτη τοῦ ᾿Ισραήλ, τόν Σαρκωμένο Λόγο τοῦ Θεοῦ, τόν Θεό πού ἔγινε ἄνθρωπος, πρέπει νά ὁδηγηθοῦμε ἀπό τό ῞Αγιον Πνεῦμα. Γιατί τό ῞Αγιον Πνεῦμα εἶναι ᾿Εκεῖνο πού μᾶς ἀποκαλύπτει τόν Χριστό καί ὡς Θεό καί ὡς ῎Ανθρωπο. Τόν ἀποκαλοῦμε “Χριστό” καί ἔτσι ἐπιβεβαιώνουμε ὅτι σ᾿ Αὐτόν ἐκπληρώθηκαν οἱ προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. ῾Η ἐπιβεβαίωση ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς εἶναι ὁ Χριστός σημαίνει πώς ὁλόκληρη ἡ ἱστορία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶναι καί δική μας ἱστορία. Σημαίνει ὅτι τή δεχόμαστε σάν τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Συνέχεια
Σκέψεις γιὰ τὸν θάνατο
Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ
Ὁ κλῆρος ὅλων τῶν ἀνθρώπων τῆς γῆς, κλῆρος ἀναπόφευκτος, εἶναι ὁ θάνατος. Τὸν φοβόμαστε ὡς τὸν πιὸ ἄσπονδο ἐχθρό μας. Τὰ θύματά του τὰ κλαῖμε πικρά. Ὡστόσο ζοῦμε σὰν νὰ μὴν ὑπῆρχε θάνατος, ζοῦμε σὰν νὰ εἴμαστε αἰώνιοι πάνω στὴ γῆ. Τάφε μου! Γιατί σὲ ξεχνῶ; Ἐσὺ μὲ περιμένεις. Περιμένεις νὰ γίνω ὁ κάτοικός σου. Καὶ θὰ γίνω. Γιατί, λοιπόν, σὲ ξεχνῶ καὶ ζῶ σὰν νὰ περιμένεις κάθε ἄλλον ἄνθρωπο ἐκτὸς ἀπὸ μένα;
Ἡ ἁμαρτία μοῦ στέρησε καὶ μοῦ στερεῖ τὴ γνώση καὶ τὴν αἴσθηση κάθε ἀλήθειας. Μοῦ κλέβει, μοῦ ἁρπάζει ἀπὸ τὸν νοῦ τὴ μνήμη τοῦ θανάτου, τοῦ τελευταίου καὶ συνάμα τοῦ πιὸ σημαντικοῦ καὶ τοῦ πιὸ βέβαιου γεγονότος τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου.
Γιὰ νὰ θυμόμαστε τὸν θάνατο, πρέπει νὰ ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ. Μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιὰ καθαρίζονται, νεκρώνονται γιὰ τὸν κόσμο καὶ ἀναζωογονοῦνται γιὰ τὸν Κύριο. Ὁ νοῦς, ὅσο ἀπαλλάσσεται ἀπὸ τοὺς κακοὺς ἤ καὶ ἁπλῶς μάταιους λογισμούς, τόσο συλλογίζεται τὸν θάνατο. Ἡ καρδιά, ὅσο ἀπαλλάσσεται ἀπὸ τὰ πάθη, τόσο τὸν προαισθάνεται. Καὶ ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιά, ὅσο ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο, τόσο στρέφονται πρὸς τὴν αἰωνιότητα· ὅσο ἀγαποῦν τὸν Χριστό, τόσο ποθοῦν νὰ βρεθοῦν κοντά Του, μολονότι, ἔχοντας συναίσθηση τοῦ μεγαλείου τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς δικῆς τους ἁμαρτωλότητας, ἀναλογίζονται μὲ τρόμο τὴν ὥρα τοῦ θανάτου. Φοβερὸς παρουσιάζεται μπροστά τους ὁ θάνατος μαζὶ μὲ τὸν ἀγώνα του. Τὸν ποθοῦν, ὡστόσο, γιὰ νὰ λυτρωθοῦν ἀπὸ τὴν ἐπίγεια αἰχμαλωσία.
Ἂν ἐμεῖς δὲν μποροῦμε νὰ ποθοῦμε τὸν θάνατο λόγω τῆς ψυχρότητάς μας ἀπέναντι στὸν Χριστὸ καὶ τῆς ἀγάπης μας πρὸς τὰ φθαρτά, ἂς χρησιμοποιήσουμε τουλάχιστο τὴ μνήμη τοῦ θανάτου σὰν ἕνα πικρὸ φάρμακο ἐνάντια στὴν ἁμαρτωλότητά μας. Γιατί ἡ ψυχή, ὅταν οἰκειωθεῖ τὴ μνήμη τοῦ θανάτου, διαλύει τὴ φιλία της μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ ἀπομακρύνεται ἀπ’ ὅλες τὶς ἁμαρτωλὲς ἀπολαύσεις.
«Μόνο αὐτὸς ποὺ γνώρισε τί σημαίνει μνήμη θανάτου», εἶπε κάποιος ἀπὸ τοὺς ὁσίους πατέρες, «δὲν θὰ μπορέσει ποτὲ πιὰ ν’ ἁμαρτήσει»1. «Νὰ θυμᾶσαι πάντα τὰ τέλη τῆς ζωῆς σου», λέει καὶ ἡ Γραφή, «καὶ δὲν θὰ ἁμαρτήσεις ποτὲ».
Νὰ σηκώνεσαι ἀπὸ τὸ κρεβάτι σου σὰν ἀναστημένος ἀπὸ τοὺς νεκρούς. Νὰ ξαπλώνεις στὸ κρεβάτι σου σὰν νεκρὸς ποὺ τοποθετεῖται στὸν τάφο. Ὁ ὕπνος εἶναι συμβολισμὸς τοῦ θανάτου. Καὶ τὸ σκοτάδι τῆς νύχτας εἶναι προάγγελος τοῦ σκοταδιοῦ τοῦ τάφου, ποὺ θὰ τὸ διαλύσει τὸ φῶς τῆς ἀναστάσεως, φῶς χαρμόσυνο γιὰ τοὺς φίλους τοῦ Χριστοῦ καὶ φοβερὸ γιὰ τοὺς ἐχθρούς Του. Συνέχεια
Γιὰ τὸν θάνατο
Metropolitan Anthony Bloom
Νὰ ζοῦμε τὴν κάθε στιγμὴ
Ὁ θάνατος εἶναι τὸ κριτήριο ποὺ δοκιμάζει τὴ στάση μας γιὰ τὴ ζωή. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ φοβοῦνται τὸν θάνατο, φοβοῦνται τὴ ζωή. Εἶναι ἀδύνατον νὰ μὴν αἰσθάνεται κανεὶς φόβο γιὰ τὴ ζωὴ μὲ ὅλη τὴν πολυπλοκότητα καὶ τοὺς κινδύνους της, ἀλλὰ νὰ φοβᾶται τὸν θάνατο. Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο δὲν εἶναι πολυτέλεια ν’ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὸ ζήτημα τοῦ θανάτου. Ἐὰν μᾶς τρομάζει ὁ θάνατος δὲν θὰ βροῦμε ποτὲ τὴν ἑτοιμότητα νὰ ἀναλάβουμε μία διακινδύνευση, ἀλλὰ θὰ σπαταλήσουμε τὴ ζωή μας μὲ δειλό, περιδεῆ καὶ φοβισμένο τρόπο. Μόνο ἐὰν μάθουμε ν’ ἀντιμετωπίζουμε τὸν θάνατο, ἐὰν βροῦμε τὸ νόημά του καὶ καθορίσουμε τὴ θέση του στὴ ζωή μας, θὰ μπορέσουμε νὰ ζήσουμε ἄφοβα καὶ μὲ πληρότητα. Συχνὰ περιμένουμε νὰ φθάσουμε στὸ τέλος τῆς ζωῆς μας γιὰ νὰ σκεφθοῦμε τὸν θάνατο, ἐνῶ θὰ εἴχαμε ἴσως διαγράψει μία ἐντελῶς διαφορετικὴ ζωὴ ἐὰν τὸν ἀντιμετωπίζαμε νωρίτερα.
Μία πατερικὴ νουθεσία, ποὺ ἐπαναλαμβάνεται μέσα στοὺς αἰῶνες, λέει ὅτι θὰ πρέπει νὰ νήφουμε ἔχοντας καθημερινὰ τὴ μνήμη τοῦ θανάτου. Μόνο ποὺ ἡ ἁπλὴ ἀναφορὰ αὐτῆς τῆς ἀλήθειας στὸν σύγχρονο ἄνθρωπο ποὺ ὑποφέρει ἀπὸ ἀνασφάλειες καὶ ἔλλειψη πίστης καὶ βιώματος, θὰ τὸν κάνει νὰ σκεφτεῖ ὅτι καλεῖται νὰ ζήσει στὴ σκιὰ τοῦ θανάτου, σὲ μιὰ κατάσταση μελαγχολίας. Θὰ νομίσει ὅτι ὁ θάνατος τὸν περιμένει σὲ κάθε του βῆμα καὶ ὅτι ἡ ζωὴ δὲν ἔχει πιὰ κανένα νόημα. Ἡ σταθερὴ καὶ βαθειὰ μνήμη τοῦ θανάτου θὰ λειτουργήσει γι’ αὐτὸν σὰν Δαμόκλειος σπάθη ποὺ ἐπικρέμαται πάνω του, στερώντας του κάθε ἀπόλαυση καὶ χαρὰ τῆς ζωῆς. Μιὰ τέτοια κατανόηση βέβαια δὲν ἔχει νόημα. Χρειάζεται νὰ καταλάβουμε τὴν ἔννοια ποὺ ἔχει ἡ μνήμη τοῦ θανάτου σὲ ὅλη της τὴ σημασία: ὡς τὴν καταξίωση τῆς ζωῆς, ὄχι τὴν ἀπαξία της.
Τὸν περισσότερο χρόνο τῆς ζωῆς μας τὸν περνοῦμε καταστρώνοντας σχέδια σὰν νὰ πρόκειται νὰ ζήσουμε μιὰ ἄλλη ζωὴ σὲ ἕναν μεταγενέστερο χρόνο. Δὲν ζοῦμε μὲ τρόπο ἀποφασιστικό, ἀλλὰ φευγαλέο. σὰν νὰ προετοιμαζόμαστε γιὰ τὴ μέρα ποὺ πραγματικὰ θ’ ἀρχίσουμε νὰ ζοῦμε. Μοιάζουμε μὲ ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ φτιάχνουν ἕνα πρόχειρο περίγραμμα μὲ τὴν πρόθεση νὰ τὸ ὁλοκληρώσουν ἀργότερα. Τὸ πρόβλημα, ὡστόσο, εἶναι πὼς αὐτὴ ἡ τελικὴ ἐκδοχὴ δὲν ἔρχεται ποτέ. Ὁ θάνατος μᾶς προλαβαίνει πρὶν βροῦμε τὸν χρόνο, ἢ ἀκόμα καὶ πρὶν νὰ ὁριστικοποιήσουμε τὴν ἐπιθυμία μας μὲ μιὰ πιὸ συγκεκριμένη μορφή. Μεταθέτουμε συνεχῶς τὴν ἀπόφασή μας γιὰ τὴν ἐπαύριο. Κι ἂς γνωρίζουμε καλὰ ὅτι αὐτὸ τὸ αὔριο δὲν ἔρχεται ποτέ. Συνέχεια