Μάρτιος 2025
Κ Δ Τ Τ Π Π Σ
 1
2345678
9101112131415
16171819202122
23242526272829
3031  

Δ’ Νηστειῶν

Εἰς τὴν Δ΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν

 

Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς

ὅπου γίνεται λόγος καὶ γιὰ τὴν ἐπιμέλεια τῶν ἐσωτερικῶν λογισμῶν

imagesCA9PNHIJ1. Πολλὲς φορὲς ὡμίλησα πρὸς τὴν ἀγάπη σας περὶ νηστείας καὶ προσευχῆς, ἰδιαιτέρως μάλιστα αὐτὲς τὶς ἱερὲς ἡμέρες· ἐναπέθεσα ἀκόμη στὶς φιλοθέες ἀκοὲς καὶ ψυχὲς σας ποιὰ δῶρα προσφέρουν στοὺς ἐραστές των καὶ πόσων ἀγαθῶν πρόξενοι γίνονται σʼ αὐτοὺς ποὺ τὶς ἀσκοῦν, πράγμα ποὺ ἐπιβεβαιώνεται γιʼ αὐτὲς κυρίως ἀπὸ τὴν φωνὴ τοῦ Κυρίου ποὺ ἀναγινώσκεται σήμερα στὸ εὐαγγέλιο.

Ποιὰ δὲ εἶναι αὐτά; Εἶναι μεγάλα, τὰ μεγαλύτερα ὅλων θὰ λέγαμε· διότι ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἄλλα μποροῦν νὰ παράσχουν καὶ ἐξουσία κατὰ πονηρῶν πνευμάτων, ὥστε νὰ τὰ ἐκβάλλουν καὶ νὰ τὰ ἀπελαύνουν, καὶ τοὺς δαιμονισμένους νὰ τοὺς ἐλευθερώνουν ἀπὸ τὴν ἐπήρειά τους. Ὅταν πραγματικὰ οἱ μαθηταὶ εἶπαν πρὸς τὸν Κύριο περὶ τοῦ ἀλάλου καὶ κωφοῦ δαιμονίου, ὅτι «ἐμεῖς δὲν μπορέσαμε νὰ τὸ ἐκβάλουμε», εἶπε πρὸς αὐτοὺς ὁ Κύριος· «τοῦτο τὸ γένος δὲν ἐκδιώκεται, παρὰ μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία».

2. Ἴσως γιʼ αὐτό, μετὰ τὴν προσευχὴ ἐπάνω στὸ ὅρος καὶ τὴν κατʼ αὐτὴν ἐμφάνισι τῆς θεϊκῆς αὐγῆς, κατέβηκε ἀμέσως καὶ ἦλθε στὸν τόπο, ὅπου εὑρισκόταν ὁ κατεχόμενος ἀπὸ τὸν δαίμονα ἐκεῖνον. Λέγει δηλαδὴ ὅτι, ἀφοῦ παρέλαβε τοὺς ἐγκρίτους μαθητάς, ἀνέβηκε στὸ ὅρος νὰ προσευχηθῆ καὶ ἔλαμψε σὰν ὁ ἥλιος, καὶ ἰδοὺ ἐφάνηκαν νὰ συνομιλοῦν μὲ αὐτὸν ὁ Μωυσῆς καὶ ὁ Ἠλίας, οἱ ἄνδρες ποὺ περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον ἄσκησαν τὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία, δεικνύοντας καὶ διὰ τῆς παρουσίας των στὴν προσευχὴ τὴν συμφωνία καὶ ἐναρμόνισι μεταξὺ προσευχῆς καὶ νηστείας, ὥστε κατὰ κάποιον τρόπο ἡ νηστεία νὰ συνομιλῆ μὲ τὴν προσευχὴ ὁμιλώντας πρὸς τὸν Κύριο. Ἐὰν ἡ φωνὴ αἵματος τοῦ φονευθέντος Ἄβελ βοᾶ πρὸς τὸν Κύριο, καθὼς λέγει αὐτὸς πρὸς τὸν Κάιν, ὅπως ἐμάθαμε ἀπὸ τὰ λόγια τοῦ Μωυσέως, πάντως καὶ ὅλα τὰ μέρη καὶ μέλη τοῦ σώματος, κακοπαθοῦντα μὲ τὴν νηστεία, θὰ βοήσουν πρὸς τὸν Κύριο καί, συνομιλώντας μὲ τὴν προσευχὴ τοῦ νηστεύοντος καὶ περίπου συμπροσευχόμενα, δικαίως θὰ τὴν καταστήσουν εὐπροσδεκτικώτερη καὶ θὰ δικαιώσουν αὐτὸν ποὺ ὑφίσταται ἑκουσίως τὸν κόπο τῆς νηστείας. Συνέχεια

ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ Δ΄ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

Ἅγ. Ἰουστίνου Πόποβιτς

Γιατί ἡ Ἐκκλησία τοποθετεῖ αὐτόν τόν Ἅγιο στό μέσον τῆς νηστείας, ὡσάν τήν πιό ἅγια εἰκόνα, ὥστε νά ἀτενίζουν ὅλοι σέ Αὐτόν;

 Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Ποιός εἶναι αὐτός; Εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ἐβίωσε καί ἔγραψε τήν Κλίμακα τοῦ Παραδείσου, πού ἐβίωσε τήν ἀνάβασι τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν κόλασι μέχρι τόν Οὐρανό, μέχρι τόν Παράδεισο. Αὐτός ἐβίωσε τήν κλίμακα ἀπό τήν γῆ μέχρι τόν Οὐρανό, τήν κλίμακα πού ἐκτείνεται ἀπό τόν πυθμένα τῆς κολάσεως τοῦ ἀνθρώπου μέχρι τήν κορυφή τοῦ παραδείσου.

Ἐβίωσε καί ἔγραψε. Ἄνθρωπος πολύ μορφωμένος, πολύ σπουδαγμένος. Ἄνθρωπος πού ὡδήγησε τήν ψυχή του εἰς τάς ὁδούς τοῦ Χριστοῦ, πού τήν ὡδήγησε ὁλόκληρη ἀπό τήν κόλασι στόν παράδεισο, ἀπό τόν διάβολο στόν Θεό, ἀπό τήν ἁμαρτία στήν ἀναμαρτησία, καί πού θεόσοφα μᾶς περιέγραψε ὅλη αὐτή τήν πορεία, τί δηλαδή βιώνει ὁ ἄνθρωπος πολεμώντας μέ τόν κάθε διάβολο πού βρίσκεται πίσω ἀπό τήν ἁμαρτία. Μέ τήν ἁμαρτία μᾶς πολεμάει ὁ διάβολος, καί μένα καί σένα, ἀδελφέ μου καί ἀδελφή μου. Σέ πολεμάει μέ κάθε ἁμαρτία.

Μήν ἀπατᾶσαι, μή νομίζῃς πώς κάποια μικρή καί ἀσθενής δύναμις σοῦ ἐπιτίθεται. Ὄχι! Αὐτός σοῦ ἐπιτίθεται! Ἀκόμη κι’ ἄν εἶναι ἕνας ρυπαρός λογισμός, μόνο λογισμός, γνώριζε ὅτι αὐτός ὁρμᾶ κατεπάνω σου. Λογισμός ὑπερηφανείας, κακῆς ἐπιθυμίας, φιλαργυρίας,… ἕνα ἀναρίθμητο πλῆθος λογισμῶν ἔρχεται κατεπάνω σου ἀπό ὅλες τίς πλευρές. Καί σύ, τί εἶσαι ἐσύ; Ὤ, Κλίμακα τοῦ Παραδείσου! Πῶς, πάτερ Ἰωάννη, μπόρεσες νά στήσῃς αὐτή τήν κλίμακα τοῦ Παραδείσου ἀνάμεσα στήν γῆ καί στόν Οὐρανό;

Δέν τήν ἔσχισαν οἱ δαίμονες, δέν τήν ἔκοψαν, δέν τήν ἔσπασαν; Ὄχι!… Ἡ νηστεία του ἦταν μιά φλόγα, μιά φωτιά, μιά πυρκαϊά. Ποιός διάβολος θά τήν ἄντεχε; Ὅλοι ἔφυγαν πανικοβλημένοι, ὅλοι οἱ δαίμονες ἔφυγαν κινηγημένοι ἀπό τήν ἔνδοξη καί θεία του προσευχή, ὅλοι οἱ δαίμονες ἔφυγαν τρομοκρατημένοι ἀπό τήν νηστεία του, ὅλοι οἱ δαίμονες ἐξαφανίσθηκαν ἀπό τήν πύρινη, τήν φλογερή, προσευχή του. Ἡ Κλίμακα τοῦ Παραδείσου! Τί εἶναι αὐτή; Εἶναι οἱ ἅγιες ἀρετές, οἱ ἅγιες εὐαγγελικές ἀρετές: ἡ ταπείνωσις, ἡ πίστις, ἡ νηστεία, ἡ πραότης, ἡ ὑπομονή, ἡ ἀγαθότης, ἡ καλωσύνη, ἡ εὐσπλαχνία, ἡ φιλαλήθεια, ἡ ἀγάπη στόν Χριστό, ἡ ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, τά παθήματα χάριν τοῦ Χριστοῦ. Συνέχεια

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΣ

Ἁγίου Ἰωάννου «Τῆς Κλίμακος»

 1.-.Ἡ βεβαία πίστις εἶναι μητέρα τῆς ἀποταγῆς.  Καί τό ἀντίθετο εἶναι ἐξ ἴσου φανερό. Ἡ ἀκλόνητη ἐλπίδα εἶναι ἡ θύρα τῆς ἀπροσπαθείας. Καί τό ἀντίθετο εἶναι   ἐξ ἴσου φανερό. Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεόν εἶναι αἰτία τῆς ξενιτείας. Καί τό ἀντίθετο εἶναι ἐξ ἴσου φανερό.

2.-. Τήν ὑποταγή τήν ἐγέννησε ἡ καταδίκη τοῦ ἑαυτοῦ μας καί ἡ ὄρεξις τῆς πνευματικῆς ὑγείας. Μητέρα τῆς ἐγκρατείας εἶναι ἡ σκέψις τοῦ θανάτου καί ἡ διαρκής μνήμη τῆς χολῆς καί τοῦ ὄξους τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Προϋπόθεσις καί συνεργός τῆς σωφροσύνης καί καθαρότητος εἶναι ἡ ἡσυχία. Θραῦσις τῆς σαρκικῆς πυρώσεως εἶναι ἡ νηστεία. Καί ἀντίπαλος τῶν αἰσχρῶν λογισμῶν εἶναι ἡ συντριβή τοῦ νοῦ.

3.-. Ἡ πίστις καί ἡ ξενιτεία εἶναι ὁ θάνατος τῆς φιλαργυρίας. Ἡ εὐσπλαγχνία καί ἡ ἀγάπη παρέδωσαν τό σῶμα σέ θυσία. Ἡ ἐκτενής προσευχή εἶναι ὄλεθρος τῆς ἀκηδίας. Ἡ μνήμη τῆς Κρίσεως εἶναι πρόξενος τῆς πνευματικῆς προθυμίας. Θεραπεία τοῦ θυμοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη τῆς ἀτιμίας, ἡ ὑμνωδία καί ἡ εὐσπλαγχνία.

4.-. Ἡ ἀκτημοσύνη καταπνίγει τήν λύπη. Ἡ ἀπροσπάθεια πρός τά αἰσθητά πράγματα ὁδηγεῖ στήν θεωρία τῶν νοερῶν. Ἡ σιωπή καί ἡ ἡσυχία καταπολεμοῦν τήν κενοδοξία ― ἐάν ὅμως εὑρίσκεσαι σέ ἀνθρώπους, χρησιμοποί ησε τήν ἀτιμία.

 5.-. Τήν ἐξωτερική καί ὁρατή ὑπερη φάνεια τήν ἐθεράπευσαν ἡ πτωχεία, ἡ θλῖψις καί οἱ παρόμοιες καταστάσεις. Τήν δέ ἐσωτερική καί ἀόρατη Ἐκεῖνος πού εἶναι προαιωνίως Ἀόρατος. Ὅλα τά αἰσθητά ἐρπετά τά φονεύει τό ἐλάφι καί ὅλα τά νοητά ἡ ταπείνωσις. Εἶναι δυνατόν μέ παραδείγματα ἀπό τήν φύσι νά διδασκώμεθα καλῶς ὅλα τά πνευματικά.

6.-. Ὅπως εἶναι ἀδύνατο νά ἀποβάλη ὁ ὄφις τό παλαιό του δέρμα, ἐάν δέν εἰσχωρήση σέ στενή τρύπα, ἔτσι καί ἐμεῖς δέν θά άποβάλωμε τίς παλαιές προλήψεις καί τήν ψυχική παλαιότητα καί τόν χιτῶνα τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, ἐάν δέν περάσωμε ἀπό τήν στενή καί τεθλιμμένη ὁδό τῆς νηστείας καί τῆς ἀτιμίας. Συνέχεια

Περὶ τοῦ χαροποιοῦ πένθους

 
 
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, τῆς Κλίμακος

ΤΟ ΚΑΤΑ ΘΕΟΝ πένθος εἶναι ἡ σκυθρωπότητα τῆς ψυχῆς, ἡ διάθεσις τῆς πονεμένης καρδιᾶς, ἡ ὁποία δὲν παύει νὰ ζητῆ μὲ πάθος ἐκεῖνο γιὰ τὸ ὁποῖο εἶναι διψασμένη. Καὶ ὅσο δὲν τὸ κατορθώνει, τόσο περισσότερο κοπιάζει καὶ τὸ κυνηγᾶ καὶ τρέχει πίσω του μὲ ὀδυνηρὸ κλάμα.

2. Ἂς τὸ χαρακτηρίσωμε καὶ ἔτσι: Πένθος εἶναι ἕνα χρυσὸ καρφὶ τῆς ψυχῆς. Τὸ καρφὶ αὐτὸ ἀπογυμνώθηκε ἀπὸ κάθε γήϊνη προσήλωσι καὶ σχέσι, καὶ καρφώθηκε ἀπὸ τὴν εὐλογημένη λύπη (στὴν πόρτα) τῆς καρδιᾶς γιὰ νὰ τὴν φρουρῆ.

3. Κατάνυξις εἶναι ἕνας συνεχὴς βασανισμὸς τῆς συνειδήσεως, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν νοερὰ ἐξομολόγησι κατορθώνει νὰ δροσίζη τὴν φλογισμένη καρδιά.

4. Ἐξομολόγησις σημαίνει τὸ νὰ λησμονοῦμε τὴν ἴδια τὴν φύσι μας. Κάποιος ἐξ αἰτίας της «ἐλησμονοῦσε ἀκόμη νὰ φάγη τὸν ἄρτο του» (Ψαλμ. ρα´ 5).

5. Μετάνοια εἶναι τὸ νὰ στερηθῆς κάθε σωματικὴ παρηγορία, χωρὶς καθόλου νὰ λυπηθῆς.

6. Χαρακτηριστικὸ ἐκείνων ποὺ προώδευσαν κάπως στὸ μακάριο πένθος εἶναι ἡ ἐγκράτεια καὶ ἡ σιωπὴ τῶν χειλέων. Ἐκείνων ποὺ προώδευσαν περισσότερο, ἡ ἀοργησία καὶ ἡ ἀμνησικακία. Καὶ αὐτῶν ποὺ ἔφθασαν στὴν τελειότητα, ἡ ταπεινοφροσύνη, ἡ δίψα τῆς ἀτιμίας, ἡ ἑκούσια πείνα τῶν ἀκουσίων θλίψεων, τὸ ὅτι δὲν κατακρίνουν τοὺς ἀμαρτάνοντας, καὶ τὸ ὅτι αἰσθάνονται ὑπερβολικὴ συμπάθεια πρὸς αὐτούς.

Εὐπρόσδεκτοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ οἱ πρῶτοι. Ἀξιέπαινοι οἱ δεύτεροι. Μακάριοι ὅμως οἱ τελευταῖοι ποὺ πεινοῦν γιὰ θλίψι καὶ διψοῦν γιὰ ἀτιμία. Διότι αὐτοὶ θὰ χορτάσουν ἀπὸ τροφὴ ποὺ δὲν χορταίνεται.

7. Ὅταν κατακτήσης τὸ πένθος, κράτα το μὲ ὅλη τὴ δύναμί σου. Διότι προτοῦ ἀποκτηθῆ μόνιμα καὶ ὁριστικά, χάνεται εὔκολα ἀπὸ τοὺς θορύβους καὶ τὶς μέριμνες τοῦ σώματος καὶ τὴν καλοπέρασι, καὶ μάλιστα ἀπὸ τὴν πολυλογία καὶ τὴν ἀστειολογία, καὶ διαλύεται ὅπως τὸ κερὶ ἀπὸ τὴν φωτιά.

8. Ἀνώτερη ἀπὸ τὸ βάπτισμα ἀποδεικνύεται ἡ μετὰ τὸ βάπτισμα πηγὴ τῶν δακρύων (τῆς μετανοίας), ἂν καὶ εἶναι κάπως τολμηρὸ αὐτὸ ποὺ λέγω. Διότι ἐκεῖνο μᾶς καθαρίζει ἀπὸ τὰ προηγούμενά μας κακά, ἐνῷ τοῦτο, τὸ βάπτισμα τῶν δακρύων, ἀπὸ τὰ μετέπειτα. Καὶ τὸ πρῶτο, ἐφ᾿ ὅσον τὸ ἐλάβαμε ὅλοι στὴν νηπιακὴ ἡλικία, τὸ ἐμολύναμε. Ἐνῷ μὲ τὸ δεύτερο καθαρίζομε πάλι καὶ τὸ πρῶτο. Καὶ ἐὰν ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ δὲν τὸ εἶχε χαρίσει αὐτὸ στοὺς ἀνθρώπους, οἱ σῳζόμενοι θὰ ἦταν πράγματι σπάνιοι καὶ δυσεύρετοι.

9. Οἱ στεναγμοὶ καὶ ἡ κατήφεια φωνάζουν δυνατὰ πρὸς τὸν Κύριον. Τὰ δάκρυα ποὺ προέρχονται ἀπὸ φόβο μεσιτεύουν. Καὶ τὰ δάκρυα ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν παναγία ἀγάπη μᾶς φανερώνουν ὅτι ἡ ἱκεσία μας ἔγινε δεκτή.

10. Ἀφοῦ τίποτε δὲν ταιριάζει τόσο μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη, ὅσο τὸ πένθος, καὶ τίποτε πάντως δὲν εἶναι τόσο πολὺ ἀντίθετό της, ὅσο τὸ γέλιο.

11. Νὰ κρατῆς σφικτὰ τὴν μακαρία χαρμολύπη, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπὸ τὴν εὐλογημένη κατάνυξι· καὶ ἀκατάπαυστα νὰ τὴν καλλιεργῆς μέχρις ὅτου σὲ ἀνυψώση ἀπὸ τὰ γήϊνα καὶ σὲ παρουσιάση καθαρὸν ἐμπρὸς στὸν Χριστόν.

12. Ἀκατάπαυστα νὰ ἀναπαριστάνης μέσα σου καὶ νὰ περιεργάζεσαι τὴν ἄβυσσο τοῦ σκοτεινοῦ πυρός, τοὺς ἄσπλαγχνους ὑπηρέτες, τὸν Κριτὴ ποὺ δὲν θὰ συμπαθῆ καὶ δὲν θὰ συγχωρῆ πλέον, τὸ ἀπέραντο χάος μὲ τὶς καταχθόνιες φλόγες, τὸ ὀδυνηρὸ κατέβασμα στὰ χάσματα καὶ στοὺς ὑπογείους καὶ φοβεροὺς τόπους… καὶ ὅλες τὶς παρόμοιες εἰκόνες. Ἔτσι ἀπὸ τὸν πολὺ τρόμο θὰ ἐξαφανισθῆ ἀπὸ μέσα μας ἡ λαγνεία καὶ θὰ ἑνωθῆ ἡ ψυχή μας μὲ τὴν ἄφθαρτη ἁγνεία. Δηλαδὴ θὰ δεχθῆ μέσα μας τὸ ἄφθαρτο πῦρ τῆς ἁγνείας, τὸ κατὰ πολὺ λαμπρότερο (ἀπὸ τὸ πῦρ τῶν κολάσεων καί) τοῦ πένθους.

13. Στάσου ἔντρομος ὅταν προσεύχεσαι καὶ ἱκετεύης τὸν Θεόν, σὰν τὸν κατάδικο ἐμπρὸς στὸν δικαστή, ὥστε καὶ μὲ τὴν ἐξωτερικὴ ἐμφάνισι καὶ μὲ τὴν ἐσωτερικὴ στάσι νὰ σβήσης τὸν θυμὸ τοῦ δικαίου Κριτοῦ. Διότι δὲν ἀντέχει νὰ παραβλέπη τὴν ψυχὴ ἐκείνη, ἡ ὁποία σὰν τὴν χήρα τῆς παραβολῆς ἵσταται ἐμπρός Του γεμάτη ὀδύνη καὶ κουράζει τὸν Ἀκούραστο (πρβλ. Λουκ. ιη´ 1-8).

14. Σὲ ὅποιον ἀπέκτησε τὸ χάρισμα τοῦ ἐσωτερικοῦ δακρύου, ὁ κάθε τόπος εἶναι κατάλληλος γιὰ πένθος. Αὐτὸς ὅμως ποὺ ἀσκεῖ ἀκόμη τὸ ἐξωτερικὸ δάκρυ, ἂς μὴν παύση νὰ ἐρευνᾶ καὶ νὰ εὑρίσκη τοὺς καταλλήλους τόπους καὶ τρόπους.

15. Ὁ κρυμμένος θησαυρὸς εἶναι περισσότερο ἀσφαλισμένος ἀπὸ τὸν ἐκτεθειμένο στὴν ἀγορά. Βάσει αὐτῆς τῆς εἰκόνας ἂς κατανοήσωμε καὶ τὸ προηγούμενο.

Συνέχεια

ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ “ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ”

 Σύντομος βίος

Ἐπί κλίμαξι κλίμακας πυκνῶς, Πάτερ, Τάς σάς ἀρετάς θείς, ἔφθασας πόλου μέχρι.

Ἔθεσες, Πάτερ, τίς ἀρετές σου κλιμακωτά καί πυκνά σέ κλίμακες καί ἔφτασες μέχρι τόν οὐρανό.

Ὁ ὅσιος Ἰωάννης, ὁ συγγραφέας τοῦ βιβλίου πού τιτλοφορεῖται «Κλῖμαξ» ὄντας εὐφυέστατος καί γνώστης τῆς ἐγκυκλίου σοφίας ἀνέβη, σέ ἡλικία δεκαέξι ἐτῶν, στό ὄρος Σινᾶ, ὅπου ἔγινε μοναχός καί προσέφερε ὁλόψυχα τόν ἑαυτό του θυσία στήν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ, διάγοντας ἐν ἄκρᾳ ὑποταγῇ καί ἄκρᾳ ταπεινοφροσύνη στούς κανόνες τῆς μοναστικῆς πολιτείας. Ἔπειτα, σέ ἡλικία δεκαεννέα ἐτῶν, σηκώθηκε καί ἔφυγε γιά τό στάδιο τῆς ἡσυχίας. Πῆγε, λοιπόν καί ἐγκα ταστάθηκε στή θεία μονή τῆς ἀσκητικῆς παλαίστρας, σέ ἕνα τόπο πού ὀνομαζόταν Θωλᾶς καί ἀπεῖχε πέντε μίλια ἀπό τό Μοναστήρι.

Στόν τόπο ἐκεῖνο διέμεινε ὁ Ὅσιος σαράντα ὁλόκληρα χρόνια, πυρπολούμενος ἀπό διακαή ἔρωτα καί ἀγάπη πρός τό Θεό. Ἔτρωγε ἀπό ὅλα ὅσα ἐπιτρέπονταν ἀπό τίς μοναστικές διατάξεις ἔτρωγε ὅμως πολύ λίγο καί ποτέ χορταστικά. Καί νομίζω πώς αὐτό τό ἔκανε σοφότατα, προκειμένου νά κατά βάλλει καί νά νικᾶ κάθε ἔπαρση καί ἐγωϊσμό πού θά προερχόταν ἀπό τή νηστεία.

 Ποιός ὅμως λόγος ρητορικός θά μποροῦσε νά περιγράψει τήν ἀστείρευτη πηγή τῶν δακρύων του; Κοιμόταν τόσο ἐλάχιστα, ὅσο δηλαδή χρειαζόταν νά μήν ὑποστεῖ βλάβη ἡ λειτουρ γία τοῦ νοῦ του, ἐξ αἰτίας τῆς ὑπερβολικῆς ἀγρυπνίας, ὁ δέ δρόμος τῆς ζωῆς του ἦταν ἀδιάλειπτη προσευχή καί ἀπερίγραπτος ἔρω τας πρός τό Θεό. Ὁ ὅσιος Ἰωάννης λοιπόν ἄσκησε κάθε ἀρετή, πολιτεύτηκε καλῶς καί ἔλαβε πλουσιο πάροχα ἀπό τόν Κύριο τόν οὐράνιο φωτισμό. Συνέχεια

Ἐξήγηση τῆς Ε΄ Ὠδῆς τοῦ Κανόνος τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου.

Ἀνδρέα Θεοδώρου

«Ἐξέστη τὰ σύμπαντα ἐπὶ τῇ θείᾳ δόξῃ σου· σύ γάρ, ἀπειρόγαμε Παρθένε, ἔσχες ἐν μήτρᾳ τὸν ἐπὶ πάντων Θεὸν καὶ τέτοκας ἄχρονον Υἱόν, πᾶσι τοῖς ὑμνοῦσι σε, σωτηρίαν βραβεύοντα».

 Ὅλος ὁ κόσμος ἔμεινε ἔκπληκτος γιά τή θεία δόξα σου· διότι σύ, ἀπειρόγαμε Παρθένε, ἀξιώθηκες νά δεχτεῖς στή μήτρα σου τὸν Θεό πού βρίσκεται πάνω σὲ ὅλα τὰ κτίσματα (καὶ τὰ ἐξουσιάζει), καὶ ἔχεις γεννήσει τὸν ἄχρονο Υἱὸ τοῦ Πατρός, ὁ ὁποῖος χαρίζει τή σωτηρία σὰν βραβεῖο σὲ ὅσους μὲ εὐλάβεια σὲ ἀνυμνοῦν.

Ἡ ἔκσταση εἶναι ὁ συνεπαρμὸς τῆς ψυχῆς πού γεννιέται μπροστὰ στό θαῦμα. Βλέποντας ὁ ἄνθρωπος κάτι μεγάλο, τὸ ὁποῖο ὑπερβαίνει τὰ κοινὰ μέτρα καὶ τοὺς νόμους τῆς φύσεως, κάτι πού δέν μπορεῖ νά ἐξηγήσει μὲ τὸ λογικὸ ὁπλισμὸ τῆς φύσεώς του, κάτι ἀκατανόητο καὶ ἀκατάληπτο, μένει ἄφωνος, πέφτει σὲ ἔκσταση, καταπλήσσεται. Ἰδιαίτερα μάλιστα, ὅταν βλέπει τὸ θαῦμα τοῦ Θεοῦ, κυριεύεται ἀπὸ ἱερὸ τρόμο καὶ θαυμασμὸ καὶ ξεσπᾶ σὲ ἀνύμνηση τῆς θείας μεγαλειότητας καὶ παντοδυναμίας.

Στή σειρὰ τῶν Θείων θαυμάτων, πρωτεύουσα θέση καταλαμβάνει ἀσφαλῶς τὸ θαῦμα τῆς Παρθένου. Πῶς, δηλαδὴ, ἡ ἀπειρόγαμος Κόρη, χωρὶς νά λειτουργήσουν σ’ αὐτὴν οἱ νόμοι τῆς φυσικῆς συλλήψεως καὶ τῆς κυήσεως, μπόρεσε νά συλλάβει καὶ νά γεννήσει. Ἡ μεγάλη ὅμως στιγμὴ τοῦ θαύματος ἦταν, τό πῶς μπόρεσε νά χωρήσει στή μήτρα της τὴν ἄπειρη οὐσία τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀκατάληπτη, ἀκατάσχετη, καὶ τὴν ἀνέφικτη σὲ κάθε κτιστή δυνατότητα. Πῶς μπόρεσε, ἀλήθεια, νά χωρέσει ὁ ἀχώρητος καὶ ἀκατάσχετος Θεὸς στό στενὸ χωρίο τῆς Παρθένου; Μήπως εἶναι λῆρος (παραμύθια) αὐτὰ τὰ πράγματα; γιά κείνους πού κυριαρχοῦνται μοναχὰ ἀπὸ τὸ λογικό, μπορεῖ νά εἶναι. Αὐτοὶ μένουν πίσω. Δέν ἔχουν δύναμη καὶ ἀντοχή. Ἐγκλωβίζονται στά στεγανὰ διαμερίσματα τοῦ κριτικοῦ λόγου, τῆς διανοίας. Πνευστιοῦν, πεθαίνουν. Ἀνεβαίνουν ὅμως ἐκεῖνοι πού πιστεύουν στό θαῦμα τοῦ Θεοῦ, ὅσοι ἀποδέχονται μὲ ταπείνωση καὶ ἀφελότητα καρδίας ἐκεῖνο πού ἐπίμονα ἀρνεῖται ὁ λογικὸς νοῦς καὶ ἡ διάνοια. Αὐτοὶ παθαίνουν τή θεοποιὸ ἔκπληξη, ἐναγκαλίζονται τὸν ἄπειρο Θεό! Συνέχεια

Ἐξηγήση τῆς Δ΄ Ὠδῆς τοῦ Κανόνος τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου

 Ἀνδρέας Θεοδώρου

Ὠδὴ Δ’. Ὁ Εἱρμὸς

«Ὁ καθήμενος ἐν δόξῃ, ἐπὶ θρόνου θεότητος, ἐν νεφέλῃ κούφῃ, ἦλθεν Ἰησοῦς ὁ ὑπέρθεος, τή  ἀκηράτῳ παλάμῃ καὶ διέσωσε, τοὺς κραυγάζοντας· Δόξα, Χριστέ, τή  δυνάμει σου».

Αὐτός πού κάθεται στήν Τριαδικὴ δόξα τῆς θεότητος, ἦλθε μέσα σὲ κούφη (ἐλαφριά) νεφέλη, ὁ Ἰησοῦς ὁ ὑπέρθεος, ὁ ὁποῖος μὲ τή δύναμη τῆς ἀκήρατης παλάμης του ἔσωσε (ἀπὸ τὴν ἁμαρτία) αὐτούς πού κραυγάζουν δόξα, Χριστέ, στήν θεία σου δύναμη.

Ἡ δόξα πού ἀποῤῥέει ἀπὸ τή Θεία οὐσία εἶναι κοινὴ καὶ εἰς τὰ τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Κάθε Θεία ὑπόσταση εἶναι σὲ ἴσο μέτρο φορέας ὁλόκληρης τῆς Θείας δόξας, ὅπως καὶ οἱ ἄλλες δύο ὑποστάσεις τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὁ Πατὴρ δοξάζεται ἀπαράλλακτα ὅπως ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον. Ἡ ὅποια μείωση τῆς Θείας δόξας συνεπιφέρει μείωση καὶ τοῦ τριαδικοῦ τῶν προσώπων ἀξιώματος, ὑποβάθμιση καὶ κατάργηση τῆς τάξεως καὶ τῆς ἰσοτιμίας στήν Τριάδα.

Ὁ Χριστὸς ἦλθε στή γῆ χωρὶς νά χάσει τίποτε ἀπὸ τὸ τριαδικὸ του ἀξίωμα. Ἦλθε ντυμένος ὁλόκληρη τή  δόξα του, ἂν καὶ αὐτὴ κρυβόταν πίσω ἀπὸ τὸ παραπέτασμα τῆς σάρκας, τὴν ὁποίαν αὐτοβούλως προσέλαβε. Αὐτὴ τὴν ἔννοια εἶχε ἡ κένωση τοῦ Λόγου στό πεδίο τῆς Θείας ἐνανθρωπήσεως: ἀπόκρυψη τῆς τριαδικῆς δόξας καὶ παράλληλα ἀμφίεση τῆς ταπεινώσεως τῆς φτωχῆς καὶ ἐπίκηρης ζωῆς. Σ’ αὐτὸ τὸ θεοδύναμο πλέγμα ἀνυψώνεται ἡ ταπείνωση τῆς γῆς, ἐγκεντρίζεται στήν ἄφθινη δόξα τοῦ Θεοῦ, ὁ φτωχὸς ἄνθρωπος γίνεται ὁμόθεος, ἐξυψώνεται καὶ λαμπρύνεται ἡ κτίση, ἀνακεφαλαιώνεται ἡ πλάση ὁλόκληρη.

Ὁ Χριστός, ὁ ἔνδοξος Λόγος τοῦ Πατρός, ἦλθε στή  γῆ ἐπιβαίνων στήν κούφη (ἐλαφριά) νεφέλη τῆς Παρθένου. Τὸ ὄχημά του ἦταν  ἡ ταπεινὴ Κόρη τῆς Ναζαρέτ, τὴν Ὁποία δέν βάρυνε κανένα στοιχεῖο τῆς φθορᾶς. Μὲ αὐτὴν ἔκαμε τὴν εἴσοδό του στόν κόσμο ὁ ἄϋλος καὶ ἀναφὴς Θεός, ὁ πληρῶν καὶ συνέχων “παλάμῃ” τὰ σύμπαντα. Καὶ ἦλθε μὲν κατὰ τὰ φαινόμενα ὡς ἕνας ταπεινὸς καὶ ἄσημος ἄνθρωπος, ντυμένος τή  στέρηση καὶ τὴν κακοπάθεια τοῦ ἀνθρωπίνου πλάσματος· ὅμως παράλληλα ἦταν  καὶ ὁ κραταιὸς δυνάστης καὶ Κύριος, ὁ Ὁποῖος μὲ τή  ζωαρχικὴ παλάμη του συνέτριψε τὰ κλεῖθρα τῆς φθορᾶς, χαρίζοντας στόν ἄνθρωπο, ποὺ ἀναγνωρίζει καὶ ἀνυμνεῖ τὴν ἄπειρη δόξα του, λύτρωση ἀψευδῆ, σώζοντάς τον ἀπὸ τὸ θανατερὸ τῆς ἁμαρτίας ἀγκάλιασμα. Συνέχεια

῾Ο ῞Αγιος ᾿Ιωάννης τῆς Κλίμακος

 ΑΝΤΗΟΝΥ ΒLΟΟΜ

῾Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι περίοδος μετανοίας, περίοδος κατά τήν ὁποία ἡ πέτρινη καρδιά μας πρέπει, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ νά γίνει σάρκινη, καί ἀπό ἀναίσθητη νά γίνει αἰσθαντική, ἀπό ψυχρή καί σκληρή νά γίνει ζεστή καί ἀνοιχτή πρός τούς ἄλλους καί, κυρίως, πρός τόν ῎Ιδιο τόν Θεό16.

῾Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι καιρός ἀνανέωσης, ὅπου καθετί -ὅπως γίνεται τήν ἄνοιξη- κάνει μία καινούρια ἀρχή· καί ἡ ἀνήλια ζωή μας ζωντανεύει καί πάλι μέ ὅλη τήν ἔνταση τήν ὁποία ὁ Θεός μπορεῖ νά δώσει σ’ ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, κάνοντάς μας διά τῶν ᾿Αχράντων Μυστηρίων καί τῶν πλούσιων δωρεῶν Του κοινωνούς τοῦ ῾Αγίου Του Πνεύματος, κοινωνούς θείας φύσεως.

Εἶναι ἐποχή συμφιλίωσης καί ἡ συμφιλίωση εἶναι χαρά· ἡ χαρά τοῦ Θεοῦ καί ἡ δική μας χαρά· ἕνα νέο ξεκίνημα!

Σήμερα εἶναι ἡ ἡμέρα τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τῆς Κλίμακος καί θέλω νά σᾶς διαβάσω μερικές δικές του φράσεις, τόσο σχετικές μέ τήν ἰδιαιτερότητα τῆς περιόδου πού διάγουμε·

«῾Η μετάνοια, δηλαδή ἡ ἐπιστροφή μας στόν Θεό, εἶναι ἀνανέωση τοῦ βαπτίσματός μας· εἶναι ἀνανέωση τῆς συνθήκης μας μέ τόν Θεό, τῆς ὑπόσχεσής μας νά ἀλλάξουμε τή ζωή μας. Εἶναι περίοδος κατά τήν ὁποία μποροῦμε νά ἀποκτήσουμε τήν ταπείνωση, ἡ ὁποία εἶναι εἰρήνη· εἰρήνη μέ τόν Θεό, εἰρήνη μέ τόν ἑαυτό μας, εἰρήνη μέ ὅλο τόν κτιστό κόσμο. ῾Η μετάνοια γεννιέται ἀπό τήν ἐλπίδα, ὅταν δηλαδή ἀπορρίψουμε τήν ἀπόγνωση. Καί ἐκεῖνος πού μετανοεῖ, εἶναι κάποιος πού ἀξίζει τήν καταδίκη -ὡστόσο ἀναχωρεῖ ἀπό τό δικαστήριο χωρίς ντροπή, ἐπειδή ἡ μετάνοια εἶναι ἡ εἰρήνη μας μέ τόν Θεό. Κι αὐτό ἐπιτυγχάνεται μέσα ἀπό μία ζωή ἀντάξια, πού ἀποξενώθηκε ἀπό τίς ἁμαρτίες πού διαπράτταμε στό παρελθόν. Μετάνοια εἶναι τό καθάρισμα τῆς συνειδήσεώς μας. Μετάνοια σημαίνει ὁλοκληρωτική ἀπαλλαγή ἀπό τή λύπη καί τόν πόνο». Συνέχεια