Μάρτιος 2025
Κ Δ Τ Τ Π Π Σ
 1
2345678
9101112131415
16171819202122
23242526272829
3031  

Β’ Νηστειῶν

Ἡ σιωπή καί ὁ λόγος τοῦ ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ

 

Μαντζαρίδης Γεώργιος 

Ἡ σιωπή καί ὁ λόγος εἶναι πράγματα ἀντίθετα στήν καθημερινή μας ζωή. Ὁ λόγος διαλύει τή σιωπή. Καί ἡ σιωπή διακόπτει τό λόγο. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὡς ἡσυχαστής ἦταν βασικά ἄνθρωπος τῆς σιωπῆς. Ἀπέφευγε τό λόγο, ὅπως ἄλλωστε καί τή συγγραφή. Ὁ ἴδιος σημειώνει ὅτι πολλοί μεγάλοι πατέρες τῆς ἐρήμου, μολονότι θά μποροῦσαν νά γράψουν σπουδαῖα καί ὠφέλιμα πράγματα, δέν τό ἔκαναν, γιά νά μή διακόψουν τήν σιωπή καί τήν κοινωνία τους μέ τό Θεό. Κατακρίνει μάλιστα τόν ἑαυτό του καί λέει ὅτι ὁ ἴδιος συνήθιζε νά γράφει, ὅταν ὑπῆρχε κάποια ἐπείγουσα ἀνάγκη. Καί γνωρίζουμε πόσο πολλά καί δυνατά κείμενα ἔγραψε, ὅταν ἡ ἀνάγκη αὐτὴ ἦταν ὁ κίνδυνος νά παραχαραχθεῖ ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία.

Ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὁ προφορικός καί ὁ γραπτός, εἶχε πάντοτε πλούσιο ἀντίκρυσμα στή σιωπή του. Καί ἡ σιωπή του δέν ἦταν συνέπεια παραιτήσεως ἤ ἀδιαφορίας, ἀλλά καρπός ἔντονης σπουδῆς καί κοινωνίας μέ τό Θεό Λόγο. Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος γράφει: «Ἄμεινόν ἐστι σιωπᾶν καί εἶναι ἤ λαλοῦντα μή εἶναι».

Στήν καθημερινή μας ζωή συνδέουμε συνήθως τό λόγο μέ τήν ὕπαρξη καί τή σιωπή μέ τήν ἀνυπαρξία. Συχνά ὅμως ὁ ἀνθρώπινος λόγος εἶναι κενός καί φανερώνει μία οὐσιαστική ἀνυπαρξία. Δέ χρειάζεται ἄλλωστε νά εἶναι κανείς ψεύτης ἤ φλύαρος, γιά ν’ ἀποδειχθεῖ ὁ λόγος του κενός. Καί μόνο τό ὅτι εἶναι θνητός, καί ὁ θάνατος ἀποτελεῖ τό ἔσχατο ὅριο τῶν δυνάμεών του, φανερώνει τήν ἀβεβαιότητα καί τήν οὐσιαστική κενότητα τοῦ λόγου του.

Παράλληλα ὅμως ὁ κάθε ἀνθρώπινος λόγος ἔχει μεγάλη ἀξία, ὅταν διαθέτει ἀντικρυσμα στή σιωπή. Ἀκόμα περισσότερο, ὁ κάθε ἀνθρώπινος λόγος ἔχει τεράστια ἀξία, ὅταν εἶναι λόγος σιωπῆς. Τά λόγια πού ἀπευθύνει ὁ πατέρας στό παιδί του ἔχουν τό ἀντίκρυσμα καί τήν ἀξία τους, ὅσο ζεῖ ὁ πατέρας καί ἀκούει τό παιδί. Ἡ σιωπηρή ὅμως παρουσία τοῦ πατέρα στήν καρδιά τοῦ παιδιοῦ του, ὡς παρουσία ἀγάπης, εἶναι πολύ πιό εὔγλωττη καί πολύ πιό οὐσιαστική ἀπό τά λόγια πού ἀκούει ἀπό τό στόμα του. Καί αὐτό, γιατί ἡ ἀγάπη μεταφέρει τόν ἄνθρωπο σέ ἕνα ἄλλο ἐπίπεδο πού βρίσκεται πέρα ἀπό τό θάνατο. «Ἠμεῖς οἴδαμεν», λέει ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Ἰωάννης, ἐμεῖς δηλαδή γνωρίζουμε, «ὅτι μεταβεβήκαμεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν, ὅτι ἀγαπῶμεν τούς ἀδελφούς• ὁ μή ἀγαπῶν τόν ἀδελφόν μένει ἐν τῷ θανάτῳ».

Ἡ ἀγάπη δίνει στόν ἄνθρωπο τήν ἐμπειρία τῆς διατηρήσεως τῆς ζωῆς του πέρα ἀπό τήν ἀτομικότητά του. Ἡ ἀγάπη δίνει στόν ἄνθρωπο μία αἴσθηση τῆς ἀθάνατης ζωῆς, τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ. Καί αὐτό εἶναι φυσικό, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη.

Ἡ ἀληθινή ὅμως ἀγάπη δέ διατυπώνεται μέ λόγια. Καί ἡ οὐσία της δέν περιορίζεται σέ φραστικά σχήματα. Ἡ ἀληθινή ἀγάπη ἐκφράζεται περισσότερο μέ τή σιωπή. Ἡ σιωπή εἶναι συχνά ἡ πιό ἔντονη κραυγή. Αὐτό τό βλέπουμε προπαντός στόν ἡσυχασμό. Ἡ σιωπή τοῦ ἡσυχαστῆ εἶναι κραυγή ἀγάπης. Ὅπως καί ἡ ἀπομόνωσή του εἶναι ἐντατικοποίηση τῆς κοινωνίας του μέ τό Θεό.

Ζώντας στόν κόσμο καί διατηρώντας ἀκέραιο τόν ἐγωισμό μας ἀδυνατοῦμε συνήθως νά γνωρίσουμε καί νά ζήσουμε τήν ἀληθινή ἀγάπη. Ἡ ἀληθινή ἀγάπη βγαίνει ἀπό τήν σιωπή καί τήν ταπείνωση. Ὁ βιογράφος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἅγιος Φιλόθεος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, περιγράφοντας τή ζωή καί τίς ἀρετές τοῦ ἁγίου στά ἡσυχαστήρια τοῦ Ἄθω, σημειώνει σχετικά τά ἑξῆς: «Ταπείνωσις ἦν αὐτῷ ἀκρότατη, καί ἡ πρός τόν Θεόν καί τόν πλησίον, ἥ φησίν ὁ θεῖος Ἀπόστολος, ἀνυπόκριτος ἐκ καρδίας ἀγάπη, τά πρῶτα καί μέσα καί τελευταῖα τῶν ἀρετῶν ἐρείσματα καί στοιχεῖα».

Καί πραγματικά μόνο μέ ἀκρότατη ταπείνωση μπορεῖ νά ὑπάρξει ἡ ἀνυπόκριτη καί «ἐκ καρδίας ἀγάπη» πρός τό Θεό καί τό συνάνθρωπο. Αὐτὴ τήν ἀγάπη, πού τόσο σπανίζει στήν καθημερινή μας ζωή, καλλιέργησε ὁ ἡσυχαστής Γρηγόριος Παλαμᾶς στά ἐρημητήρια τοῦ Ἁγίου Ὅρους μέ τήν ἄσκηση καί τήν προσευχή. Ἡ ἴδια ἀγάπη τόν ἔφερε ἀργότερα στή μητρόπολη τῆς Θεσσαλονίκης καί τόν ἔκανε στήριγμα καί διδάσκαλο τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ ἀγάπη πού καλλιέργησε στή σιωπή. Ἡ ἀγάπη πού θεμελίωσε στήν ταπείνωση καί τόν ἀφανισμό τοῦ ἑαυτοῦ του. Ἡ ἀγάπη πού ἔδειξε, ὅταν χρειάστηκε, μέ τούς ἔντονους ἀγῶνες καί τήν ἀκατάβλητη δράση του.

Πολλές φορές ἀκοῦμε καί εὐσεβεῖς ἀκόμα Χριστιανούς νά λένε: Τί κάνουν αὐτοί οἱ μοναχοί στά ἐρημητήριά τους; Τί νόημα ἔχει ἡ ἀπόκοσμη ζωή τους; Ποιό εἶναι τό κοινωνικό ἔργο τους, ὅταν βρίσκονται μακριά ἀπό τούς ἀνθρώπους; Ποιά εἶναι ἡ ἀρετή τους, ὅταν φροντίζουν μόνο γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς τους; Συνέχεια

ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΣΩΖΕΤΑΙ ΜΟΝΟΣ ΤΟΥ

Πρωτ. Βασίλειος Ἰ. Καλλιακμάνης

1. Τό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα (Μάρκ. 2, 1-12)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς Καπερναούμ· καὶ ἠκούσθη ὅτι εἰς οἶκόν ἐστι. Καὶ εὐθέως συνήχθησαν πολλοί, ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδὲ τὰ πρὸς τὴν θύραν· καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον. Καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν παραλυτικὸν φέροντες, αἰρόμενον ὑπὸ τεσσάρων· καὶ μὴ δυνάμενοι προσεγγίσαι αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον, ἀπεστέγασαν τὴν στέγην ὅπου ἦν, καὶ ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον ἐφ’ ᾧ ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο. Ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. Ἦσαν δέ τινες τῶν γραμματέων ἐκεῖ καθήμενοι καὶ διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν· Τί οὗτος οὕτω λαλεῖ βλασφημίας; Τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός; Kαὶ εὐθέως ἐπιγνοὺς ὁ Ἰησοῦς τῷ πνεύματι αὐτοῦ ὅτι οὕτως αὐτοὶ διαλογίζονται ἐν ἑαυτοῖς, εἶπεν αὐτοῖς· Τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; Τί ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν τῷ παραλυτικῷ, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει; Ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ Yἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας, λέγει τῷ παραλυτικῷ· Σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. Καὶ ἠγέρθη εὐθέως, καὶ ἄρας τὸν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων, ὥστε ἐξίστασθαι πάντας καὶ δοξάζειν τὸν Θεὸν λέγοντας ὅτι οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν. Συνέχεια

ΠΕΡΙ ΠΙΣΤΕΩΣ

  Ἁγίου ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ τοῦ Παλαμᾶ

1. Πιστεύομε στό Θεό, καί πιστεύομε τόν Θεό· ἄλλο τό ἕνα καί ἄλλο τό ἄλλο. Πραγματικά πιστεύω τόν Θεό σημαίνει ὅτι θεωρῶ βέβαιες κι᾽ ἀληθινές τίς ἐπαγγελίες πού μᾶς ἔδωσε: Πιστεύω στόν Θεό σημαίνει ὅτι ἔχω ὀρθόδοξο φρόνημα. Πρέπει δέ νά τά ἔχωμε καί τά δύο, νά εἴμαστε ἀληθινοί καί στά δύο καί νά συμπεριφερώμαστε ἔτσι, ὥστε καί νά γινόμαστε πιστευτοί ἀπό ἐκείνους πού βλέπουν σωστά καί νά εἴμαστε πιστοί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ πρός τόν Ὁποῖο ἀπευθύνεται ἡ πίστις. Ἔτσι ὡς πιστοί νά δικαιωνώμαστε ἀπό Αὐτόν «διότι», λέγει «ἐπίστευσε ὁ Ἀβραάμ καί τοῦτο τοῦ λογαριάστηκε γιά τήν δικαίωσή του» (Ρωμ. 4, 3). Πῶς λοιπόν ἐδικαιώθηκε ὁ Ἀβραάμ ἀπό τήν πίστη του; Ἔλαβε ἀπό τόν Θεό ὑπόσχεση γιά τό σπέρμά του, πού ἦταν ὁ Ἰσαάκ, ὅτι θά εὐλογηθοῦν ὅλες οἱ φυλές τοῦ Ἰσραήλ. Ἔπειτα διατάσσεται ἀπό τόν Θεό νά θυσιάσει, παιδί ἀκόμη, τόν Ἰσαάκ πού ἦταν ὁ μόνος ἀπόγονος διά τοῦ ὁποίου ἐπρόκειτο νά ἐκπληρωθεῖ ἡ ὑπόσχεση. Καί χωρίς ν᾽ ἀντείπη τίποτε ὁ πατέρας, ἔσπευσε νά γίνη αὐτόχειρας τοῦ παιδιοῦ του, ἐνῶ ἐθεωροῦσε τήν ὑπόσχεση πού τοῦ εἶχε δοθῆ γι᾽ αὐτόν βέβαιη καί ἔγκυρη.

 2. Βλέπετε ποιά εἶναι ἡ πίστις πού δικαιώνει; Ἀλλά ἐπαγγέλθηκε καί σέ μᾶς ὁ Χριστός κληρονομία ζωῆς ἀΐδιας καί τρυφῆς καί δόξης καί βασιλείας. Ἔπειτα μᾶς παρήγγειλε νά πτωχεύωμε, νά νηστεύωμε, νά ζοῦμε μέ εὐτέλεια καί θλίψι, νά εἴμαστε ἕτοιμοι γιά θάνατο, νά σταυρώνωμε τούς ἑαυτούς μας μαζί μέ τά πάθη καί τίς ἐπιθυμίες. Ἐάν λοιπόν σπεύδωμε πρός αὐτά καί πιστεύωμε ἐκείνη τήν ἐπαγγελία τοῦ Χριστοῦ, πραγματικά ἐπιστεύσαμε τόν Θεό κατά τό παράδειγμα τοῦ Ἀβραάμ, καί τοῦτο θά ὑπολογισθῆ γιά τήν δικαίωσί μας.

3. Καί παρατηρήσατε τήν ἀκολουθία τῶν προτάσεων. Τό ὅτι δηλαδή ἐδέχθηκε νά προσφέρη γιά σφαγή τόν Ἰσαάκ δέν ἔγινε μόνο ἰσχυρή μαρτυρία καί ἀπόδειξις τῆς πίστεως τοῦ Ἀβραάμ, ἀλλά ὑπῆρξε καί αἴτιο τοῦ ὅτι ὁ Χριστός ἐγεννήθηκε ἀπό τό σπέρμα του, διά τοῦ ὁποίου εὐλογήθηκαν ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς καί ἐκπληρώθηκε ἡ ἐπαγγελία. Διότι κατά κάποιον τρόπο ὁ Θεός ἔγινε ὀφειλέτης στόν Ἀβραάμ πού ἔδωσε γιά τόν Θεό τόν μονογενῆ καί γνήσιο υἱό του. Ἔγινε ὀφειλέτης νά τοῦ ἀντιδώση αὐτό πού τοῦ εἶχε ὑποσχεθῆ, δηλαδή τόν δικό Του Μονογενῆ καί γνήσιο Υἱό. Ἔτσι συμβαίνει καί μέ μᾶς. Ἡ σωφροσύνη, ἡ δικαιοσύνη, ἡ ταπείνωσις, ἡ ὑπομονή τῶν κάθε εἴδους κακώσεων καί ἡ ἐλεημοσύνη, καθώς καί ἡ κακοπάθεια τοῦ σώματος μέ νηστεῖες καί ἀγρυπνίες καί ὅλα ὅσα κάνουμε γιά νά τηροῦμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, καί γενικῶς τό νά σταυρώνωμε τούς ἑαυτούς μας μαζί μέ τά παθήματα καί τίς ἐπιθυμίες, ὄχι μόνο εἶναι ἀπόδειξις ὅτι πιστεύομε ἀληθινά στίς ἐπαγγελίες τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί καθιστᾶ κατά κάποιον τρόπο τόν Θεόν ὀφειλέτη νά ἀντιπροσφέρη σέ μᾶς τήν ἀΐδια καί ἄφθαρτη ζωή καί τρυφή, τήν δόξα καί Βασιλεία. Συνέχεια

ΚΑΤΗΧΗΣΗ Ε´

Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων

Γιά τούς Φωτιζόμενους, πού ἔγινε στά Ἱεροσόλυμα καί ἀναφέρεται στό θέμα τῆς Πίστεως. Γίνεται καί ἀνάγνωση ἀπό τήν πρός ῾Εβραίους ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου, στό χωρίο· «῾Η πίστη εἶναι ἡ ὕπαρξη αὐτῶν πού ἐλπίζουμε, χωρίς τώρα νά τά βλέπουμε, ἀλλά ἡ πίστη τά κάνει στήν ψυχή μας φανερά, σάν νά τά βλέπουμε. Μ᾿ αὐτήν οἱ προπάτορές μας ἀπέκτησαν τήν καλή μαρτυρία» (῾Εβρ. 11, 1-2) καί ὅσα σχετικά ἀκολουθοῦν.

Α´ . Πόσο μεγάλο ἀξίωμα σᾶς χαρίζει ὁ Κύριος, μεταθέτοντάς σας ἀπό τήν τάξη τῶν Κατηχουμένων στήν τάξη τῶν Πιστῶν! Ὁ ἀπόστολος Παῦλος βρίσκεται ἀνάμεσά μας καί λέει· «Ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος σᾶς κάλεσε γιά νά γίνετε συμμέτοχοι τῆς ἔνδοξης ζωῆς τοῦ Υἱοῦ Του Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Κυρίου μας, εἶναι ἀξιόπιστος καί τηρεῖ ὅλες τίς ὑποσχέσεις Του» (Α´ Κορ. 1, 9). Γιατί, ἀφοῦ ὁ Θεός ἀποκαλεῖται Πιστός καί Δίκαιος, παίρνεις καί ἐσύ πλέον τήν ἴδια ὀνομασία, ἀποκτώντας ἔτσι μεγάλο ἀξίωμα. Δηλαδή, ὅπως ἀκριβῶς ὁ Θεός ἀποκαλεῖται Ἀγαθός, Δίκαιος, Παντοκράτορας, Δημιουργός ὅλων τῶν κτιστῶν, ἔτσι ὀνομάζεται καί Πιστός. Ἀναλογίσου λοιπόν, σέ ποιό ἀξίωμα ἀνεβαίνεις τώρα πού μέλλεις νά ἀποκτήσεις τό ἴδιο ὄνομα μέ τόν Θεό.

 Β´ . Στήν παρούσα λοιπόν περίσταση, ἐκεῖνο πού σᾶς ζητεῖται εἶναι νά βρεθεῖ καθένας σας συνειδητά πιστός (πρβλ. Α´ Κορ. 4, 2). Τό νά βρεῖς ὅμως ἕναν ἄνθρωπο πιστό στά λόγια καί στά ἔργα, εἶναι πολύ δύσκολο (πρβλ. Παρμ. 20, 6). Δέν τό λέω αὐτό βέβαια γιά νά ἐπιδείξεις σέ μένα τή συνείδησή σου —γιατί δέν πρόκειται νά λογοδοτήσετε σέ κάποιον ἄνθρωπο (πρβλ. Α´ Κορ. 4, 3)— ἀλλά γιά νά φανερώσεις τήν ἄδολη πίστη σου στόν Θεό, «ὁ Ὁποῖος γνωρίζει τόν ἔσω ἄνθρωπο μέ τά συναισθήματα καί τίς ἐπιθυμίες του» (πρβλ. Ψαλμ. 7, 10) καί «ὁ Ὁποῖος γνωρίζει τούς διαλογισμούς τῶν ἀνθρώπων» (πρβλ. Ψαλμ. 93, 11). Εἶναι πολύ μεγάλο πράγμα ὁ πιστός ἄνθρωπος. Αὐτός εἶναι πλουσιότερος καί ἀπό τόν πιό βαθύπλουτο ἄνθρωπο. Στόν πιστό μπορεῖ κανείς νά ἐμπιστευθεῖ ὅλου τοῦ κόσμου τά πλούτη (πρβλ. Παρμ. 17, 6α), γιατί τά ἔχει ξεπεράσει καί τά ἔχει καταπατήσει. Γιατί, ὅσοι φαινομενικά εἶναι πλούσιοι καί πολυκτήμονες, εἶναι φτωχοί στήν ψυχή. Καί ὅσο πιό πολλά μαζεύουν, τόσο κατακαίγονται ἀπό τήν ἐπιθυμία αὐτῶν πού τούς λείπουν. Μέ τόν πιστό ὅμως ἄνθρωπο συμβαίνει αὐτό τό παράδοξο. Εἶναι πλούσιος μέσα στή φτώχεια του1. Διότι, γνωρίζοντας ὅτι αὐτό πού τοῦ χρειάζεται εἶναι νά ἔχει τροφή καί σκεπάσματα καί μέ τό νά εἶναι αὐτάρκης σέ αὐτά (πρβλ. Α´ Τιμ. 6, 8), ἔχει καταπατήσει τήν ἀνάγκη καί τήν ἐπιθυμία τοῦ πλούτου. Συνέχεια

Λόγος περὶ πίστεως

Λόγος περὶ πίστεως. Καὶ διδασκαλία γιὰ ἐκείνους πού λένε, ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν ἐκεῖνοι πού βρίσκονται μέσα στὶς φροντίδες τοῦ κόσμου νὰ φτάσουν στὴν τελειότητα τῶν ἀρετῶν. Καὶ διήγηση ἐπωφελὴς στὴν ἀρχή.

Ἅγιος Συμεὼν ὁ νέος θεολόγος,

symeon_neos_theologos_3[1]Ἀδελφοὶ καὶ πατέρες· εἶναι καλὸ νὰ διακηρύττουμε σὲ ὅλους τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ φανερώνουμε στοὺς πλησίον μας τὴν εὐσπλαχνία καὶ τὴν ἀνείπωτη ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐμᾶς. « Ἐγὼ λοιπόν, καθὼς τὸ βλέπετε, μήτε νηστεῖες ἔκανα, μήτε ἀγρυπνίες, μήτε χαμαικοιτίες, ἀλλὰ μόνο ταπεινώθηκα καὶ ὁ Κύριος σύντομα μὲ ἔσωσε», λέει ὁ θεῖος Δαβίδ. Καὶ μπορεῖ κανεὶς νὰ πεῖ πολὺ πιὸ σύντομα: «Μόνο πίστεψα, καὶ μὲ δέχτηκε ὁ Κύριος».

Ἐπειδὴ εἶναι πολλὰ αὐτὰ πού μᾶς ἐμποδίζουν ν΄ ἀποκτήσουμε τὴν ταπείνωση, νὰ βροῦμε ὅμως τὴν πίστη δὲν μᾶς ἐμποδίζει τίποτε. Γιατί ἂν τὸ θελήσουμε ὁλόψυχα, εὐθὺς ἐνεργεῖ μέσα μας ἡ πίστη, ἀφοῦ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ καὶ φυσικὸ προσόν, ἂν καὶ ὑπόκειται στὴν αὐτεξουσιότητα τῆς προαιρέσεώς μας. Γι΄ αὐτὸ ἀκόμη καὶ οἱ Σκύθες καὶ οἱ βάρβαροι πιστεύουν ὁ ἕνας τὰ λόγια τοῦ ἄλλου. Καὶ γιὰ νὰ σᾶς δείξω στὴν πράξη τὴν ἐνέργεια τῆς ἐνδιάθετης πίστεως καὶ νὰ βεβαιώσω ὅσα εἶπα, ἀκοῦστε νὰ σᾶς διηγηθῶ κάτι πού ἄκουσα ἀπὸ κάποιον πού δὲν ψεύδεται.

Κάποιος, Γεώργιος ὀνομαζόμενος, νέος στὴν ἡλικία, ἕως εἴκοσι χρόνων, κατοικοῦσε στὴν Κωνσταντινούπολη τώρα στοὺς καιρούς μας· ὁ ὁποῖος ἦταν ὄμορφος καὶ φανταχτερὸς στὴν ἐμφάνιση, τοὺς τρόπους καὶ τὸ βάδισμα, ἔτσι πού μερικοὶ ἀπὸ τοῦτα σχημάτισαν κακὴ γνώμη γι΄ αὐτόν, ὅσοι δηλαδὴ βλέπουν μόνο τὰ ἐξωτερικὰ καὶ κρίνουν κακῶς τὰ τῶν ἄλλων. Αὐτὸς γνωρίστηκε μὲ κάποιον ἅγιο μοναχὸ πού ζοῦσε σ΄ ἕνα μοναστήρι τῆς πόλεως, καὶ ἀναθέτοντάς του ὅλα τὰ τῆς ψυχῆς του, ἔλαβε ἀπὸ αὐτὸν γιὰ ὑπενθύμιση μία μικρὴ ἐντολὴ (ἕνα σύντομο κανόνα). Ὁ νέος ζήτησε ἀκόμη ἀπὸ τὸν γέροντα νὰ τοῦ δώσει κανένα βιβλίο πού νὰ περιέχει διηγήσεις γιὰ τὴ ζωὴ τῶν μοναχῶν καὶ τὴν πρακτική τους ἄσκηση. Ἐκεῖνος τοῦ ἔδωσε νὰ διαβάσει τὸ σύγγραμμα τοῦ μοναχοῦ Μάρκου πού διδάσκει περὶ τοῦ πνευματικοῦ νόμου· τὸ ὁποῖο ὁ νέος τὸ πῆρε σὰν νὰ ἦταν σταλμένο ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Θεό. Καὶ ἐλπίζοντας πώς θὰ λάβει πολὺ μεγάλη ὠφέλεια ἀπὸ αὐτό, τὸ διάβασε ὅλο μὲ πόθο καὶ προσοχή. Καὶ ὠφελήθηκε βέβαια ἂπ΄ ὅλα ὅσα διάβασε, ὅμως τρία κεφάλαια μόνο ἐνσφήνωσε, νὰ πῶ ἔτσι, στὴν καρδιά του.

Συνέχεια

Ἡ πορεία τῆς τελειώσεως τοῦ ἀνθρώπου κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ

Γεώργιος Ι. Μαντζαρίδης

47581413927378692363168[1]Ἡ ἀπελευθέρωση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν νόμο τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου προϋποθέτει τὴν ἀνακαίνισή του. Ἡ Ἐκκλησία πρεσβεύει τὴν καθολικὴ ἀλήθεια ὄχι μόνο στὸν χῶρο τῆς δογματικῆς ἀλλὰ καὶ στὸν χῶρο τῆς ἡθικῆς, διασφαλίζοντας ἔτσι καὶ τὴν καθολικὴ καταξίωση καὶ τελείωση τοῦ ἀνθρώπου ὡς προσώπου. Ὁ Χριστιανισμὸς καλεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἡ συνάντηση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ ἔχει ὑπαρξιακὸ χαρακτήρα. Ὁλόκληρος ὁ πολιτισμὸς καὶ ἡ νοοτροπία μας, ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ τεχνολογία μας, κατευθύνουν τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὰ ἔξω. Ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ. Κάθε δώρημα τοῦ Θεοῦ ἔχει δυναμικὸ χαρακτήρα. Τὸ σῶμα εἶναι καλὸ καὶ δεκτικό τῆς ἀνακαινιστικῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.

 

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὁ Χριστός, ἡ τελείωσις, ἡ θέωσις, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄνθρωπος, ἡ ψυχή, τὸ σῶμα, ἡ ἄσκησις.

Ἡ προσέγγισή της ὀρθόδοξης χριστιανικῆς ἀληθείας γιὰ τὸν ἄνθρωπο προϋποθέτει μεγάλο σεβασμὸ ἀπέναντί του. Ἀντιθέτως οἱ θεωρίες πού προβλήθηκαν κατὰ τοὺς νεώτερους χρόνους γιὰ τὴν προέλευση καὶ τὴ φύση τοῦ ἀνθρώπου,ὅπως καὶ οἱ πρακτικὲς πού ἐφαρμόσθηκαν καὶ ἐφαρμόζονται ἀπέναντί του ὄχι μόνο κατὰ τὴν περίοδο τῶν δύο παγκοσμίων πολέμων ἀλλὰ καὶ ἐφεξῆς μέχρι σήμερα,φανερώνουν φοβερὴ ὑποτίμηση καὶ περιφρόνηση τοῦ προσώπου του. Παράλληλα οἱ μεγαλόστομες διακηρύξεις γιὰ τὴν ἀξία καὶ τὰ δικαιώματα τοῦ ἀνθρώπου,ὅπως καὶ οἱ γιγάντιες προσπάθειες πού καταβάλλονται γιὰ τὴν αὐτοθέωσή του, ὄχι μόνο δὲν δικαιώνουν τὴν ὕπαρξή του, ἀλλὰ τὸν ὁδηγοῦν σὲ ἀδιέξοδο καὶ αὐτοκαταστροφή. Γι’ αὐτὸ ἡ ἀνθρωπολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας εἶναι ἰδιαίτερα ἐπίκαιρη καὶ ἀφυπνιστικὴ στὴν ἐποχή μας.

Ὁ ὅσιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης, σύγχρονος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καὶ εἰσηγητὴς τοῦ ἡσυχαστικοῦ κινήματος στὴν Βουλγαρία, γράφει: « Ἐὰν μὴ γνῶμεν οἵους ἡμᾶς ἐποίησεν ὁ Θεός, οὐκ ἐπιγνωσόμεθα οἵους ἐποίησεν ἡ ἁμαρτία». Ἂν δηλαδὴ δὲν μάθουμε, πόσο σπουδαίους μᾶς ἔπλασε ὁ Θεός, δὲν θά καταλάβουμε σὲ ποιὸ κατάντημα μᾶς ὁδήγησε ἡ ἁμαρτία. Καὶ γιὰ νὰ μάθουμε πόσο σπουδαίους μᾶς ἔπλασε ὁ Θεός, πρέπει νὰ γνωρίσουμε αὐτὰ πού ἐκεῖνος ἀποκάλυψε γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Προπαντὸς ὅμως πρέπει νὰ γνωρίσουμε τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, πού ἀποκαλύπτει τὸν τέλειο ἄνθρωπο. Συνέχεια

Γιά τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ

Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου

imagesCA8NRMZ4«Ἀλλοίμονο στόν καιρὸν ἐκεῖνο πού δέν σὲ ἀγαποῦσα», λέγει κάπου πρὸς τὸν Θεό, φλεγόμενος ἀπὸ ἔρωτα, ὁ ἅγιος Αὐγουστῖνος. Ἐγὼ δὲ μεταβάλλοντας ἐλαφρῶς τὸν λόγο, θὰ ἔλεγα ἀναλόγως: ἀλλοίμονο στόν καιρὸν ἐκεῖνο πού δέν εἶχαν ἐκδοθῇ διὰ τοῦ τύπου τὰ πάνσοφα καὶ θαυμαστὰ καὶ θεόβροντα συγγράμματα τοῦ μεγάλου φωστῆρος τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγορίου. Ἂς χαθῆ ὁ φθόνος! Μᾶλλον δὲ ὁ πατὴρ τοῦ φθόνου, ὁ ὁποῖος ἄφησε τὰ συγγράμματα αὐτὰ κάπου τέσσερις αἰῶνες καὶ πλέον μέσα στό σκότος, παραπεταμένα σὲ μίαν ἄκρη, καὶ μόλις νά σωθοῦν ἀπὸ τὴν φθορά, αὐτά πού ἦσαν ὄχι μόνον ἄξια ἀλλὰ καὶ ὑπεράξια νά ἰδοῦν τὸ φῶς τῆς οἰκουμένης ὁλοκλήρου, γιά νά μὴν εἴπω ἄξια καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ οὐρανοῦ.

Μαζὶ μὲ τὰ ἄλλα δεινά πού περιβάλλουν τὸ δυστυχὲς γένος μας, ἦταν καὶ αὐτὸ τὸ καλό, νά στερηθοῦν τόσοι ἀδελφοὶ ἀπὸ τὸν φθόνο πού παρακολουθεῖ κάθε καλό. Καὶ γιά τὴν στέρησι αὐτὴ θρηνεῖ ἡ ἠθική, ἡ ὁποία καθαίρει ἀπὸ τὰ πάθη, διότι ἐζημειώθη τὴν ἀκριβεστάτη διάκριση καὶ στάθμη τῶν ἀρετῶν καὶ τῶν παθῶν. Θρηνεῖ ἡ φυσικὴ θεολογία, ἡ ὁποία φωτίζει τὴν ψυχή, καθὼς καὶ ἡ Θεόπνευστος Γραφή, ποὺ ἀναζητοῦν τοὺς τρανοὺς καὶ ἀληθεῖς λόγους τους. Πρὸ παντὸς θρηνεῖ ἡ θεολογικὴ ἐπιστήμη, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στήν τελειότητα, ἐπειδὴ μένει ἀκόμη κάπως ἀτελής, καὶ γι’ αὐτὸ ἀναζητεῖ γοερῶς τὴν τελειότητά της.

Καὶ γιά νά εἴπω μὲ ἕνα λόγο, ὅλη ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καὶ ὅλο τὸ ὀρθόδοξον πλήρωμα, ὅλος ὁ ἱερὸς κλῆρος πού εἰσέρχεται στό ἱερό Βῆμα καὶ προσεγγίζει τὸν Θεόν, καὶ ὅλος ὁ λαός, ποὺ παραμένει ἔξω ἀπὸ τὸ Βῆμα, ὦ, ποίαν δόξα ἔχουν στερηθῆ, ποίαν δύναμη, ποῖον πλοῦτον ἀπὸ τὴν ἔλλειψη τοιούτων πνευματικῶν θησαυρῶν! Καὶ γιά νά μιλήσω κάπως πιὸ τολμηρά, ποίαν ἀδοξίαν ἡ ἔνδοξος, ποίαν ἀδυναμίαν ἡ δυνατή, ποίαν πτωχείαν εἶχε περιβληθῆ μέχρι σήμερα ἡ πλουτοδότις Ἐκκλησία, ἐπειδὴ δέν εἶχε τὰ συγγράμματα τοῦ θείου Παλαμᾶ! Συνέχεια

Ἐμπιστοσύνη στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ

 Ὅσιος Μακάριος τῆς Ὄπτινα

imagesCADW97P5Ἄκουσε! Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος λέει γιά τόν ἄνθρωπο πού ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του στήν θεία Πρόνοια: «Ἐπʼ ἐμέ ἤλπισε, καί ρύσομαι αὐτόν· σκεπάσω αὐτόν, ὅτι ἔνγνω τό ὄνομά μου. Κεκράξεται πρός με, καί ἐπακούσομαι αὐτοῦ, μετ’ αὐτοῦ εἰμί ἐν θλίψει· ἐξελοῦμαι αὐτόν καί δοξάσω αὐτόν» (Ψαλμ. 90: 14-15). Οἱ θλίψεις καί τά βάσανα ἑδραιώνουν τήν πίστη μέσα μας, καί μᾶς διδάσκουν νά περιφρονοῦμε τόν κόσμο καί τή δόξα του.

Πίστευε πάντοτε ὅτι κανένα κακό, καμιά λύπη δέν μπορεῖ νά μᾶς βρεῖ -οὔτε μιά τρίχα δέν μπορεῖ νά πέσει ἀπό τό κεφάλι μας- χωρίς νά τό παραχωρήσει ὁ Θεός.

Τίποτα δέν γίνεται, λέει ὁ ἀββάς Δωρόθεος, χωρίς τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Καί ὅπου ὑπάρχει ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ὁπωσδήποτε αὐτό πού συμβαίνει, ὅσο πικρό κι ἄν εἶναι, θά φέρει ὠφέλεια στήν ψυχή.

Μή λυπᾶσαι λοιπόν καί μή μικροψυχεῖς γιά τούς πειρασμούς σου. Νά τούς δέχεσαι ἀτάραχα, μέ ταπεινοφροσύνη καί ἐλπίδα στόν Θεό. Πίστεψέ το: Ποτέ δέν εἶναι δυνατό νά πάρουν τά πράγματα καλύτερη ἐξέλιξη, παρά μόνο ἔτσι ὅπως τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός μέσα στό ἔλεός Του. Γι’ αὐτό δόξαζέ Τον γιά ὅλα. Καί μή ρίχνεις τίς εὐθύνες, γιά ὅ, τι σοῦ συμβαίνει, σέ ἄλλους ἀνθρώπους.

Ἄν καί ἔχουμε πάντα τήν τάση ν’ ἀποδίδουμε τά προβλήματά μας στούς ἄλλους, στήν κακία ἤ τήν ἀνικανότητά τους, στήν πραγματικότητα αὐτοί δέν εἶναι παρά ἐργαλεῖα στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Ἐργαλεῖα, πού τά χρησιμοποιεῖ γιά νά οἰκονομήσει τή σωτηρία μας.

Πάρε λοιπόν θάρρος καί προσευχήσου. Προσευχήσου θερμά στόν Κύριο, πού πάντοτε ἐργάζεται γιά τή σωτηρία μας, χρησιμοποιώντας γι’ αὐτό τό σκοπό καί τά δυό μέσα: Καί ὅ, τι ἐμεῖς ἀποκαλοῦμε εὐτυχία, καί ὅ, τι ἐμεῖς ἀποκαλοῦμε εὐτυχία, καί ὅ, τι ἐμεῖς ἀποκαλοῦμε δυστυχία. Συνέχεια

ΕΥΧΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ

Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ

Panagia-tis-Nikis[1]Παρθένε Δέσποινα Θεοτόκε ἡ κατά σάρκα γεννήσασα τόν Θεόν Λόγον, γνωρίζω ὅτι δέν εἶναι εὐπρεπές, οὐδέ ἄξιον εἰς ἐμέ τόν πανάσωτον, τόν ἔχοντα μεμολυσμένους τούς ὀφθαλμούς καί τά χείλη ἀκάθαρτα, νά ἴδω τήν εἰκόνα Σου τῆς Ἁγνῆς, τῆς Ἀειπαρθένου, τῆς ἐχούσης τό σῶμα καί τήν ψυχήν καθαρά καί ἀμόλυντα, ἀλλ᾽ ἀπεναντίας πρέπει νά μισηθῶ ὁ ἄσωτος καί νά ἐπιτιμηθῶ ὑπό τῆς ὑμετέρας καθαρότητος. Πλήν ἐπειδή ὁ Θεός τόν Ὁποῖον ἐγέννησες, ἔγινεν ἄνθρωπος ὅπως καλέσῃ τούς ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν, λαμβάνω καί ἐγώ τό θάρρος καί προσέρχομαι πρός Σέ, παρακαλῶν μετά δακρύων.

Πρόσδεξε τήν παράκλησίν μου διά τῆς ἀπαλλαγῆς τῶν πολλῶν καί χαλεπῶν πταισμάτων μου καί παρακάλεσον τόν Μονογενῆ Σου Υἱόν καί Θεόν ὅπως ἐλεήσῃ τήν ἀθλίαν καί ταλαίπωρον ψυχήν μου. Διότι διά τό πλῆθος τῶν ἀνομιῶν μου ἐμποδίζομαι νά στρέψω τό βλέμμα μου πρός Αὐτόν καί νά ζητήσω συγχώρησιν καί διά αὐτό σέ προβάλλω μεσίτριαν.

Ἀπολαύσας πολλῶν καί μεγάλων δωρεῶν παρά τοῦ δημιουργήσαντός με Θεοῦ, ἐφάνην ἄθλιος καί ἀχάριστος ὁμοιωθείς μέ τά ἀνόητα κτήνη· πτωχεύσας εἰς τάς ἀρετάς, πλουτήσας εἰς τά πάθη, βεβαρυμένος μέ ἐντροπήν, ἐστερημένος θείας παρρησίας, κατακεκριμένος ὑπό τοῦ Θεοῦ, θρηνούμενος ὑπό τῶν ἀγγέλων, χλευαζόμενος ὑπό τοῦ δαίμονος καί μισούμενος ὑπό τῶν ἀνθρώπων· ἐλεγχόμενος ὑπό τῆς συνειδήσεως, ἐντρεπόμενος διά τά πονηρά μου ἔργα, νεκρός ὑπάρχων πρό τοῦ θανάτου καί πρό τῆς κρίσεως αὐτοκατάκριτος καί πρό τῆς ἀτελευτήτου κολάσεως τυγχάνων αὐτοτιμώρητος ὑπό τῆς ἀπογνώσεως. Διά τοῦτο καταφεύγω εἰς τήν ἰδικήν Σου καί μόνην βοήθειαν, Δέσποινα Θεοτόκε, ὁ μυρίων ταλάντων ὀφειλέτης, ὁ ἀσώτως τήν πατρικήν οὐσίαν δαπανήσας, ὁ παρανομήσας ὑπέρ τόν Μανασσῆν, ὁ γενόμενος ἄσπλαχνος ὑπέρ τόν πλούσιον, ὁ λαίμαργος δοῦλος, τό δοχεῖον τῶν πονηρῶν λογισμῶν, ὁ θησαυροφύλαξ τῶν αἰσχρῶν καί ρυπαρῶν λόγων καί ὁ ξένος πάσης ἀγαθῆς ἐργασίας.

Ἐλεήσόν μου τήν ταπείνωσιν καί συμπάθησόν μου τήν ἀσθένειαν. Μεγάλην ἔχεις τήν παρρησίαν πρός τόν ἐκ Σοῦ τεχθέντα καί οὐδείς δύναται ὡς Σύ, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ. Δι᾽ ὅλα ἔχεις τήν ἰσχύν ὡς ὑπερέχουσα πάντων τῶν κτισμάτων καί δέν εἶναι ἀδύνατον εἰς Σέ οὐδέν, ἐάν θελήσῃς. Μή λοιπόν παραβλέψῃς τά δάκρυά μου, μή ἀηδιάσῃς τόν στεναγμόν μου, μή ἀποστραφῇς τόν πόνον τῆς καρδίας μου, μή ἐντροπιάσῃς τήν πρός Σέ προσδοκίαν μου, ἀλλά διά τῶν μητρικῶν Σου δεήσεων βίασον τήν εὐσπλαχνίαν τοῦ ἀγαθοῦ Υἱοῦ Σου καί Θεοῦ καί ἀξίωσόν με τόν ταλαίπωρον καί ἀνάξιον δοῦλόν Σου ν᾽ ἀπολαύσω τό πρῶτον καί ἀρχαῖον κάλλος καί τήν ἀπομάκρυνσιν τῶν παθῶν, διά νά ἐλευθερωθῶ ἀπό τάς ἁμαρτίας καί νά γίνω ὑπηρέτης τῆς δικαιοσύνης, νά ἐκδυθῶ τόν μιασμόν τῆς σαρκικῆς ἡδονῆς καί νά ἐνδυθῶ τόν ἁγιασμόν τῆς ψυχικῆς καθαρότητος, νά νεκρωθῶ διά τόν κόσμον καί νά ζήσω ἐν τῇ ἀρετῇ.

Ὁδοιποροῦντά με συνόδευσον, πλέοντα ἐν θαλάσσῃ σύμπλευσον, ἀγρυπνοῦντα με ἐνίσχυσον, θλιβόμενον παρηγόρησον, ὁλιγοψυχοῦντα παρακάλεσον, ἀσθενοῦντα δώρησόν μου τήν ἴασιν, ἀδικούμενον ρῦσαί με, συκοφαντούμενον ἀθώωσον, εἰς θάνατον κινδυνεύοντα προφθάσασα λύτρωσόν με, εἰς τούς ἀοράτους ἐχθρούς δεῖξον με καθ᾽ ἑκάστην φοβερόν.

Ναί ὑπεράγαθε Δέσποινα Θεοτόκε, ἡ μετά Θεόν ἐλπίς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς, ἐπάκουσον τῶν οἰκτρῶν δεήσεων καί μή μέ ἐντροπιάσῃς ἀπό τῆς προσδοκίας μου. Τόν βρασμόν τῆς σαρκός κατάπαυσον, τήν ἐν τῇ ψυχῇ μου ἀγριωτάτην ταραχήν κατεύνασον, τόν πικρόν θυμόν καταπράϋνον, τόν τύφον καί τήν ἀλαζονίαν τῆς ματαίας οἰήσεως ἐκ τοῦ νοός μου ἀφάνισον, τάς νυκτερινάς φαντασίας τῶν πονηρῶν πνευμάτων καί τάς καθημερινάς ἀκαθάρτους προσβολάς ἀπομάκρυνον τῆς καρδίας μου. Παίδευσόν μου τήν γλῶσσαν ἵνα ὁμιλῇ τά συμφέροντα, δίδαξον τούς ὀφθαλμούς μου νά βλέπουν ὀρθῶς τήν ὁδόν τῆς ἀρετῆς, ἐνίσχυσον τούς πόδας μου ἵνα βαδίζουν τήν μακαρίαν ὁδόν τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τάς χεῖράς μου ἁγίασον ἵνα ἀξίως αἴρω αὐτάς πρός τόν Ὕψιστον. Καθάρισόν μου τό στόμα ἵνα μετά παρρησίας ἐπικαλεῖται τόν Πανάγιον Πατέρα καί Θεόν. Ἄνοιξόν μου τά ὦτα, ἵνα ἀκούω αἰσθητῶς καί νοητῶς τά ὑπέρ μέλι καί κηρίον γλυκύτερα λόγια τῶν Ἁγίων Γραφῶν καί βιῶ ταῦτα ἐνισχυόμενος ὑπό Σοῦ. Συνέχεια

ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ Β΄ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

Ἁγ. Ἰουστίνου Πόποβιτς

Ἡ (νηστεία εἶναι) ὁδός, μέ τήν ὁποία ἐσύ καί ἐγώ βαδίζουμε πρός τήν Ἀνάστασι. Τήν ἀνάστασι τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς. Ναί. Καί ἐσύ καί ἐγώ. Γι’ αὐτό ἡ νηστεία εἶναι θαυμαστή. Γιατί εἶναι ἕνας δρόμος. Γιά ποῦ; Γιά τήν Ἀνάστασι. Καί λοιπόν, αὐτό τί σημαίνει; Σημαίνει Ἀνάστασι – νίκη κατά τοῦ θανάτου· Ἀνάστασι – νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας· Ἀνάστασι – νίκη κατά τοῦ διαβόλου. Αὐτό εἶναι ἡ νηστεία! Σέ ἕνα θαυμάσιο στιχηρό αὐτῶν τῶν ἡμερῶν ψάλλαμε καί προσευχηθήκαμε: «Ἀκολουθήσωμεν τῷ διά νηστείας ἡμῖν, τήν κατά τοῦ διαβόλου νίκην ὑποδείξαντι, Σωτῆρι, τῶν ψυχῶν ἡμῶν» (Πέμπτη Α΄ Ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν, Ἀπόστιχα Ἑσπερινοῦ).

Νηστεία – νίκη κατά τοῦ διαβόλου. Νά ἡ καλή εἴδησι, πού ὁ Κύριος μᾶς ἔφερε. Θέλεις νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας; Θέλεις νίκη κατά τοῦ ἐφευρέτου τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ ἰδίου τοῦ διαβόλου; Ὁρίστε, ἡ νηστεία –λέγει ὁ Σωτήρ. Ναί, μέ τήν νηστεία ἐσύ γίνεσαι ὁ μεγαλύτερος νικητής σέ αὐτόν τόν κόσμο. Ποιός νίκησε τόν διάβολο, ποιός, ἐκτός ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό; Κανένας ἄλλος. Γι’ αὐτό, Αὐτός εἶναι ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου, διότι μόνο Αὐτός εἶναι Θεός, πιό ἰσχυρός ἀπό τόν διάβολο. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι πιό ἀνίσχυρα ἀπό αὐτόν. Καί ἐμεῖς, ἀκολουθώντας Τον, στήν πραγματικότητα ἀκολουθοῦμε τόν Νικητή πού μᾶς δίνει πάντοτε τήν νίκη κατά τοῦ διαβόλου, κατά τοῦ κάθε διαβόλου πού μᾶς ἐπιτίθεται γιά νά μᾶς νικήσῃ καί νά μᾶς ρίξῃ στήν ἁμαρτία. Σέ τί, δηλαδή; Στόν θάνατο.

* * *

Ὕπαρξις ἀθάνατη. Αὐτό εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Κύριος ἦλθε στόν γήινο κόσμο μας, γιά νά νικήσῃ τήν ἁμαρτία μας· γιά νά μᾶς δώσῃ τήν δύναμι, τά μέσα, νά κάνουμε καί ἐμεῖς τό ἴδιο, νά κάνουμε τό ἴδιο μαζί Του, ὁδηγούμενοι ἀπό Αὐτόν, ἀκολουθώντας Τον. Τί εἶναι οἱ ἀνθρώπινες νίκες; Τίποτε. Ὅλες οἱ ἀνθρώπινες νίκες, ἄν δέν νικοῦν τόν θάνατο, εἶναι ἧττες. Τί εἶναι ὅλες οἱ νίκες, τίς ὁποῖες πολλοί βασιλιάδες καί ἰσχυροί αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἐπέτυχαν καί ἐπιτυγχάνουν; Τί εἶναι οἱ εὐρωπαϊκοί πόλεμοι: πρῶτος, δεύτερος, τρίτος, δέκατος καί πεντηκοστός; Τί εἶναι; Εἶναι ἧττες, ἧττα μετά τήν ἧττα. Δέν εἶναι νίκες.

Οἱ ἄνθρωποι σκοτώνουν, ἐπενόησαν τόν πόλεμο καί τούς φόνους σάν μέσο, γιά νά νικήσουν τό κακό σ’ αὐτόν τόν κόσμο. Μόνο ὁ Θεός καί ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ μποροῦν νά νικήσουν τό κακό σέ αὐτόν τόν κόσμο. Μόνο ὁ Θεός καί ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ μποροῦν νά νικήσουν τόν δημιουργό κάθε κακοῦ καί κάθε ἁμαρτίας, τόν διάβολο. Ὁ Θεός ἔδωσε αὐτές τίς θεῖες δυνάμεις σέ κάθε ἕναν ἀπό ἐμᾶς, γιά νά νικᾶμε καί ἐμεῖς σάν λογικά ἀνθρώπινα ὄντα, σάν λογικά ὄντα τοῦ Θεοῦ, τό κακό· νά νικᾶμε τόν διάβολο μέ τήν δύναμι τοῦ Θεοῦ. Ἰδού ἡ ἁγία νηστεία, ἰδού ἡ ἁγία προσευχή. Τί εἶναι αὐτές; Αὐτές εἶναι οἱ θεῖες δυνάμεις, τίς ὁποῖες ὁ Κύριος ἄφησε καί ἔδωσε στήν Ἐκκλησία Του, ὥστε ἐμεῖς, κάθε ἕνας ἀπό ἐμᾶς, νά νικοῦμε τόν διάβολο ἐπιγράφοντας σέ ἐμᾶς τούς ἴδιους τήν νίκη, νά νικοῦμε γιά ἐμᾶς τούς ἴδιους. Νά νικοῦμε τήν ἁμαρτία ὄχι χάριν τοῦ ἄλλου, ἀλλά χάριν ἡμῶν τῶν ἰδίων. Διότι, νά ξέρῃς, ἡ κάθε ἁμαρτία σου εἶναι πολεμιστής τοῦ διαβόλου.

 Κάθε ἁμαρτία πού ἐσύ ἀγαπᾶς, πού κρατᾶς μέσα σου –φανερά ἤ κρυφά, τό ἴδιο κάνει– εἶναι τό δόρυ τοῦ διαβόλου, ἀήττητο φοβερό ὅπλο. Ἀήττητο βέβαια ὅσο δέν ἀποτραβιέσαι ἀπό αὐτήν καί ὅσο δέν νοιώθεις ὅτι ἡ ἁμαρτία πού κάνεις, στήν πραγματικότητα σέ θανατώνει, σέ κάνει νά αὐτοκτονῇς, ὅποια καί ἄν εἶναι ἡ ἁμαρτία. Συνέχεια

Πῶς νὰ ἀντιδροῦμε στὶς ἀμφιβολίες γιὰ τὴν πίστη μας

Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος

AGION OROS OFAO 2007 496 (43)Ἀμφιβολίες γύρω ἀπό τόν Θεό καί τήν πίστη ἔχουν κάποτε-κάποτε σχεδόν ὅλοι. Μποροῦν, ὡστόσο, νά τίς διώξουν εὔκολα μέ σκέψεις ἀντιρρητικές, πού ἐπιβεβαιώνουν τήν ἀλήθεια τῆς θείας ἀποκαλύψεως γιά τόν κόσμο καί τόν ἄνθρωπο: ἡ τάξη καί ἁρμονία τοῦ σύμπαντος, τό θαῦμα τῆς ζωῆς, ὅλα τά ἄλλα ὑπερφυσικά καί ἐξαίσια θαύματα τοῦ Κυρίου καί τῶν ἁγίων Του, πάνω ἀπ’ ὅλα ὅμως ἡ μαρτυρία τῆς συνειδήσεως τῶν καλοπροαίρετων καί ἁγνῶν ψυχῶν.

Τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, πού μαρτυροῦν γιά τήν ὕπαρξη καί τήν πρόνοιά Του, ἔχουν πολλές πλευρές. Μία πλευρά εἶναι κατάφωτη καί γι’ αὐτό καταφανῆς. Μία ἄλλη εἶναι ἁπλά φωτεινή καί διακριτή. Ἄλλη εἶναι ἀμυδρόφωτη καί δυσδιάκριτη. Ἄλλη πάλι εἶναι σκοτεινή καί γι’ αὐτό ἀόρατη. Τήν τελευταία τούτη πλευρά ἀφοροῦν οἱ ἀμφιβολίες. Ἔτσι, ὅμως, οἰκονόμησε τά πράγματα ὁ Κύριος, γιά νά δοκιμάζεται ἡ εἰλικρίνεια τῆς ἀναζητήσεώς Του ἀπό τίς ψυχές μας, καθώς καί ἡ ταπείνωσή μας. Βλέπετε, ὁ Θεός καί τά ἔργα Του προσεγγίζονται καί γνωρίζονται μόνο μέ τήν ταπείνωση.

Πιστεύετε πώς ὅπου εἶναι ὁ Θεός καί ἡ ἀλήθειά Του, δηλαδή παντοῦ, ὅλα θά πρέπει νά πλημμυρίζουν μέ φῶς, νά γίνονται ἀντιληπτά μέ τίς αἰσθήσεις, νά ἐμπνέουν δυνατά τίς ψυχές, νά κραυγάζουν γιά τή θειότητά τους! Δέν ἀντιλαμβάνεστε ὅτι, μέ τό νά σκέπτεστε ἔτσι, θέλετε νά καθορίζετε ἐσεῖς τό πῶς πρέπει νά ἐνεργεῖ ὁ Θεός; Καί τοῦτο, ὅπως ἀναμφίβολα θά συμφωνήσετε, εἶναι ἀδιανόητο, γιατί, ἄν συνέβαινε, θά διασάλευε τή φυσική τάξη τῶν πραγμάτων.

Τά ἔργα τοῦ Θεοῦ αὐτά καθαυτά εἶναι ἀκριβῶς θεῖα, ἡ θειότητά τους ὅμως εἶναι καλυμμένη μ’ ἕνα ἀόρατο παραπέτασμα. Γιατί; Ἔτσι θέλησε ὁ Θεός· τοῦτο μόνο ἔχω νά πῶ. Οἱ βουλές τῆς θείας Σοφίας καί Ἀγάπης εἶναι ἀνεξιχνίαστες. Δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία, πάντως, πώς ἀνέκφραστη ὀμορφιά καί ἄπλετο φῶς κρύβονται πίσω ἀπό τό παραπέτασμα, πού δέν ἀφήνει τούς ἄπιστους ἀνθρώπους νά δοῦν τήν ἀλήθεια. Λέει ὁ ἀπόστολος· « μολονότι εἶναι ἀόρατες καί ἡ αἰώνια δύναμη τοῦ Θεοῦ καί ἡ θεϊκή Του ἰδιότητα, οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά τίς δοῦν καί νά τίς ἐννοήσουν, ἀπό τότε πού ἔγινε ὁ κόσμος, μέσω τῶν δημιουργημάτων Του» (Ρωμ.1,20). Ποιοί ἄνθρωποι, ὅμως; Μόνο οἱ πιστοί καί καλοπροαίρετοι. Καί ὄχι, βέβαια, οἱ τυπικά πιστοί, ἀλλά ἐκεῖνοι πού ζοῦν θεάρεστα. Συνέχεια

«Πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ».

Ἅγιος Τύχων Ζαγκόρσκ

Untitled-1Ἰησοῦ Υἱὲ Θεοῦ, ἐλέησόν με. Νά εἶσαι τροφὴ καὶ ποτὸ τῆς ψυχῆς μου. Νά εἶσαι πηγὴ γιά τή διψῶσα ψυχή μου. Νά εἶσαι τὸ φῶς γιά τη σκοτισμένη ψυχή μου. Νά εἶσαι παρηγοριά μέσα στίς θλίψεις μου. Νά εἶσαι ἀγαλλίαση στή λύπη μου. Νά εἶσαι λύτρωση στήν αἰχμαλωσία μου. Νά εἶσαι εἰρήνη καὶ ἡσυχία ἔναντι τῆς κακῆς συνειδήσεώς μου.

Νά εἶσαι σοφία ἔναντι τῆς ἀφροσύνης μου. Νά εἶσαι προστάτης ἔναντι τῶν συκοφαντῶν μου. Νά εἶσαι δικαιοσύνη ἔναντι τῶν ἁμαρτιῶν μου. Νά εἶσαι ἁγιασμὸς ἔναντι τῆς ἀκαθαρσίας μου. Νά εἶσαι νίκη ἔναντι τῶν ἐχθρῶν μου. Νά εἶσαι ἀσπίδα ἔναντι τῶν διωκόντων με. Νά εἶσαι εἰρηνοποιὸς ἔναντι τοῦ θυμοῦ τοῦ Θεοῦ. Νά εἶσαι θυσία γιά τὶς ἁμαρτίες μου. Νά εἶσαι ἰσχύς μου στήν ἀδυναμία μου. Νά εἶσαι ζωὴ ἔναντι τοῦ θανάτου μου. Νά εἶσαι συμβουλὴ ἔναντι τῆς ἀγνοίας μου.

Νά εἶσαι δύναμη ἔναντι τῆς ἑξαντλήσεώς μου. Νά εἶσαι αἰώνιος Πατὴρ γιά μένα τὸν ὀρφανό. Νά εἶσαι δικαστὴς ἔναντι τῶν ἀδικούντων με. Νά εἶσαι Βασιλιᾶς ἔναντι τῆς διαβολικῆς βασιλείας. Νά εἶσαι ὁδηγὸς στίς ὁδούς μου. Νά εἶσαι ὑπερασπιστής μου τὴν ὥρα τοῦ θανάτου μου. Νά εἶσαι προστάτης μου μετὰ τὸν θάνατό μου. Νά εἶσαι ἡ αἰώνια ζωὴ μου, μετὰ τὴν ἀνάστασή μου.

Ἰησοῦ Υἱὲ Θεοῦ, ἐλέησόν με. «Δὸς δόξαν τῷ ὀνόματί σου», καὶ ἐμοὶ τὴν αἰωνίαν σωτηρίαν. «Μὴ ἡμῖν, Κύριε, μὴ ἡμῖν ἀλλ’ ἢ τῷ ὀνόματί σου δὸς δόξαν». Ἀμήν.

Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ

Σύντομος βίος

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς εἶναι ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους Πατέρες καί διδασκάλους τῆς μυστικῆς καί νηπτικῆς θεολογίας καί τῆς δογματικῆς ἀλήθειας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Καταγόταν ἀπό ἀριστοκρατική καί πλούσια γενιά. Οἱ γονεῖς του προέρχονταν ἀπό τήν Μ. Ἀσία. Μέ τήν προσπέλαση ὅμως τῶν Τούρκων στά Βυζαντινά ἐδάφη, ἀναγκάστηκαν νά ἐγκαταλείψουν τήν πατρίδα τους καί νά ἐγκατασταθοῦν στήν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ὁ πατέρας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου ἔφτασε σέ μεγάλα ἀξιώματα καί ἔγινε Συγκλητικός. Ἀλλά ἡ πίστη του καί ἡ ἀγάπη του γιά τό Θεό, δέν τόν ἄφηναν νά προσφερθεῖ ὁλοκληρωτικά στά κοσμικά ἀξιώματα καί στίς τιμές.

Ἀντίθετα πολλές φορές λειτουργοῦσαν εἰς βάρος τῶν πολιτειακῶν του ὑποχρεώσεων. Διηγοῦνται χαρακτηριστικά οἱ βιογράφοι ὅτι κάποτε, σέ μιά συνεδρίαση τῆς Συγκλήτου, ἦταν βυθισμένος σέ βαθιά προσευχή, ἐνῶ τό θέμα ἦταν πολύ σοβαρό καί ἡ συζήτηση ὀξεία. Ὁ αὐτοκράτορας, πού ἰδιαίτερα ὑπολόγιζε τή γνώμη του, στράφηκε πρός τό μέρος του γιά νά ζητήσει τή γνώμη του. Ὁ Συγκλητικός ὅμως προσευχόταν καί βρισκόταν σέ ἄλλους κόσμους. Ὁ αὐτοκράτορας συγκινήθηκε ἀπό τό θέαμα καί δέν τόλμησε «νά τόν κατεβάσει ἀπό τόν οὐρανό».

Ὁ Γρηγόριος γεννήθηκε τό 1296 μ.Χ. καί μεγάλωσε στήν αὐτοκρατορική αὐλή. Πολύ νωρίς, σέ ἡλικία μόλις ἑπτά ἐτῶν, ἔμεινε ὀρφανός ἀπό πατέρα, ἀλλά παρέμεινε κάτω ἀπό τήν προστασία καί τήν προσωπική ἐπίβλεψη τοῦ αὐτοκράτορα. Ὅταν τελείωσε τή βασική ἐκπαίδευση, ὁ αὐτοκράτορας τοῦ ἔδωσε τή δυνατότητα νά παρακολουθήσει στό Πανεπιστήμιο φιλοσοφικές σπουδές. Ἐδῶ ὁ Γρηγόριος διακρίθηκε τόσο γιά τή μεγάλη διάνοιά του, ὅσο καί γιά τή βαθιά ἐπιμέλεια καί ἐπίδοσή του στό φιλοσοφικό καί θεολογικό χῶρο. Ἀναφέρεται ὅτι κάποτε τοῦ ἀνέθεσαν νά κάνει μιά διάλεξη στά ἀνάκτορα, ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορα καί ὅλων τῶν ἐπισήμων καί τῶν ἐκπροσώπων τῶν τεχνῶν καί τῶν γραμμάτων, μέ θέμα τή ζωή καί τή σκέψη τοῦ Ἀριστοτέλη. Ἡ ἐπιτυχία του ἦταν τόσο μεγάλη, ὥστε ὁ δάσκαλός του εἶπε, μπροστά σ᾽ ὅλο τό πλῆθος, πώς ἄν παρευρισκόταν στή διάλεξη ὁ ἴδιος ὁ Ἀριστοτέλης, ἀσφαλῶς θά τόν χειροκροτοῦσε γιά τήν παρουσίαση πού τοῦ ἔκανε. Συνέχεια

Ἡ σιωπή καί ὁ λόγος τοῦ ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ,

Μαντζαρίδης Γεώργιος

Δυό μέρες τοῦ ἔτους ἀφιερώνονται στή μνήμη τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Ἡ δεύτερη Κυριακή τῶν Νηστειῶν τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς καί ἡ 14η Νοεμβρίου. Τή δεύτερη Κυριακή τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, πού ἔρχεται ὡς προέκταση τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, γιορτάζεται ἡ νίκη τῆς διδασκαλίας του ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν ἀντιλήψεων τῶν ἀντιπάλων του.

Στίς 14 Νοεμβρίου, τιμᾶται ἡ πρός τόν Κύριον ἐκδημία του. Ἡ δεύτερη Κυριακή τῶν Νηστειῶν μᾶς θυμίζει περισσότερο τό λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου. Ἡ 14η Νοεμβρίου μᾶς θυμίζει περισσότερο τή σιωπή του.Στίς 14 Νοεμβρίου τοῦ 1359 ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, πού λάμπρυνε γιά δωδεκάμισι χρόνια τόν ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης καί καθοδήγησε μέ σοφία καί αὐταπάρνηση τούς πιστούς της σιώπησε ὁριστικά. Φορέας τῆς σιωπῆς του εἶναι τά ἱερά λείψανά του, πού ἀποτελοῦν μίαν ἀνεκτίμητη παρακαταθήκη γιά τήν Ἐκκλησία τῆς Θεσσαλονίκης. Ἀλλά καί ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, πού διατηρεῖται ὡς σήμερα μέ τά πολυάριθμα συγγράμματά του, συχνά ἀναφέρεται στή σιωπή καί τήν ἡσυχία, πού μέ τόση ἐπιμέλεια ἄσκησε καί ὁ ἴδιος στή ζωή του ὡς ἡσυχαστής μοναχός.

Ἡ σιωπή καί ὁ λόγος εἶναι πράγματα ἀντίθετα στήν καθημερινή μας ζωή. Ὁ λόγος διαλύει τή σιωπή. Καί ἡ σιωπή διακόπτει τό λόγο. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὡς ἡσυχαστής ἦταν βασικά ἄνθρωπος τῆς σιωπῆς. Ἀπέφευγε τό λόγο, ὅπως ἄλλωστε καί τή συγγραφή. Ὁ ἴδιος σημειώνει ὅτι πολλοί μεγάλοι πατέρες τῆς ἐρήμου, μολονότι θά μποροῦσαν νά γράψουν σπουδαῖα καί ὠφέλιμα πράγματα, δέν τό ἔκαναν, γιά νά μή διακόψουν τήν σιωπή καί τήν κοινωνία τους μέ τό Θεό. Κατακρίνει μάλιστα τόν ἑαυτό του καί λέει ὅτι ὁ ἴδιος συνήθιζε νά γράφει, ὅταν ὑπῆρχε κάποια ἐπείγουσα ἀνάγκη. Καί γνωρίζουμε πόσο πολλά καί δυνατά κείμενα ἔγραψε, ὅταν ἡ ἀνάγκη αὐτὴ ἦταν ὁ κίνδυνος νά παραχαραχθεῖ ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία.

Ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὁ προφορικός καί ὁ γραπτός, εἶχε πάντοτε πλούσιο ἀντίκρυσμα στή σιωπή του. Καί ἡ σιωπή του δέν ἦταν συνέπεια παραιτήσεως ἤ ἀδιαφορίας, ἀλλά καρπός ἔντονης σπουδῆς καί κοινωνίας μέ τό Θεό Λόγο. Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος γράφει: «Ἄμεινόν ἐστι σιωπᾶν καί εἶναι ἤ λαλοῦντα μή εἶναι». Συνέχεια

Ἐξήγηση τῆς Γ΄ Ὠδῆς τοῦ Κανόνος τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου

Ἀνδρέας Θεοδώρου

 Ὠδὴ Γ’.

Ὁ Εἱρμὸς

 «Τοὺς σούς ὑμνολόγους, Θεοτόκε, ὡς ζῶσα καὶ ἄφθονος πηγή, θίασον συγκροτήσαντας πνευματικὸν στερέωσον καὶ ἐν τῇ θείᾳ δόξῃ σου στεφάνων δόξης ἀξίωσον».

Αὐτῶν πού σὲ ὑμνολογοῦν, Θεοτόκε, σὰν πλούσια καὶ ζωντανὴ πηγὴ δωρεῶν, στερέωσε τὸν πνευματικὸ θίασο πού ἔχουν συγκροτήσει· καὶ στή θεία δόξα σου ἀξίωσέ τους νά λάβουν στεφάνια δόξας ἀμάραντης.

Τὸ σῶμα τῶν πιστῶν πού προσκυνοῦν εὐλαβικὰ τὸ ὄνομα τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ, εἶναι εὐλογημένο ἀπὸ τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο. Διότι ἡ Θεοτόκος εἶναι ἀέναη πηγὴ πνευματικῶν δωρημάτων. Ἀπὸ τὸ θεομητορικὸ της μυστήριο ἀναβλύζουν χάρες πολλές. Καὶ εἶναι φυσικὸ ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ νά προστατεύει τὸ πνευματικὸ σῶμα τοῦ Υἱοῦ της καὶ νά τὸ στερεώνει στή χαρισματικὴ του αὔξηση καὶ προκοπή.

Ὁ ποιητὴς τοῦ Εἱρμοῦ διατυπώνει τὸ αἴτημα αὐτὸ στήν ἁγνὴ Θεοτομήτορα, μὲ αἰσθήματα εὐλαβικῆς ἱεροπρέπειας. Καὶ ὄχι μόνον αὐτό. Ζητᾶ παράλληλα καὶ δόξα γιά τὰ παιδιὰ της ἀπὸ τή δοξασμένη Βασίλισσα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ἀπὸ τὴν ἀρχόντισσα τῆς Θείας Βασιλείας, ποὺ εἶναι τόσο ἁπλόχερα γενναιόδωρη καὶ μεταδοτική.

Ἡ ἄυλη δόξα τῆς Τριάδος, τὸ ἄκτιστο φῶς τοῦ Χριστοῦ, εἶναι οὐσιοποιημένα στή φύση πού ἁγίασε ὁ Θεὸς μὲ τὸν ἐρχομὸ του στόν κόσμο. Τὸ ἐργαστήριο τῆς Παρθένου ἀνακράθηκε ὁλοκληρωτικὰ μὲ τή θεόμορφη ἐνέργειᾳ τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ, πιὸ πολὺ καὶ πέρα ἀπὸ κάθε ἄλλη κτιστή φύση. Γι’ αὐτὸ ἡ Παναγία εἶναι πραγματικὰ «χαριτωμένη». Ἡ χάρη της διαχέεται παντοῦ, λάμπει στό πνευματοφόρο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀστράφτει στό φωτοβόλο χῶρο τῆς Θείας Βασιλείας καὶ λαμπρύνει, στεφανώνοντας μὲ τή δόξα της ὅλους ἐκείνους πού ἀποδέχονται τὸ ἄῤῥητο μυστήριο τοῦ Τόκου της καὶ μὲ συγκίνηση ψάλλουν τὰ ἄφθιτα μεγαλεῖα της! Συνέχεια

ΟΙ ΚΥΡΙΩΤΕΡΕΣ ΕΝΤΟΛΕΣ

 

 Τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου

1. Κάθε χριστιανός ὀφείλει ν᾽ ἀγαπᾶ τό Θεό. Ὀφείλεις ν᾽ ἀγαπᾶς τόν Κύριο καί Θεό σου μ᾽ ὅλη σου τήν καρδιά καί μ᾽ ὅλη σου τήν ψυχή καί μ᾽ ὅλο σου τό νοῦ. Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη καί μεγάλη ἐντολή (Ματθ. 22, 37). Ἄν μ᾽ ἀγαπᾶτε, τηρῆστε τίς ἐντολές μου (Ἰω. 14, 15). Ὅποιος ἐγκολπώθηκε τίς ἐντολές μου καί τίς ἐκτελεῖ, ἐκεῖνος εἶναι πού μ᾽ ἀγαπᾶ. Καί ὅποιος ἀγαπᾶ ἐμένα, θ᾽ ἀγαπηθεῖ ἀπό τόν Πατέρα μου καί θά τόν ἀγαπήσω κι ἐγώ καί θά φανερώσω μέσα του μυστικά τόν ἑαυτό μου (Ἰω. 14, 21). Ὅποιος δέν μ᾽ ἀγαπᾶ, δέν τηρεῖ τίς ἐντολές μου (Ἰω. 14, 24). Ἀγαπᾶτε τό Χριστό, ἄν καί δέν τόν ἔχετε γνωρίσει (Α’ Πέτρ. 1, 8). Ὅποιος ἀγαπᾶ τόν Πατέρα, ἀγαπᾶ καί τόν Υἱό, πού γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα (Α’ Ἰω. 5, 1).

2. Κάθε χριστιανός ὀφείλει ν᾽ ἀγαπᾶ τόν ἀδελφό του (τόν συνάνθρωπό του). Δεύτερη ἐντολή, ὅμοια μέ τήν πρώτη, εἶναι τό ν᾽ ἀγαπήσεις τόν συνάνθρωπό σου ὅπως ἀγαπᾶς τόν ἑαυτό σου (Ματθ. 22, 39). Σᾶς δίνω μιά νέα ἐντολή: Ν᾽ ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Ὅπως σᾶς ἀγάπησα ἐγώ, ἔτσι ν᾽ ἀγαπᾶτε κι ἐσεῖς ὁ ἕνας τόν ἄλλον (Ἰω. 13, 34). Ἀπ᾽ αὐτό τό γνώρισμα θά μάθουν ὅλοι οἱ ἄπιστοι πώς εἶστε μαθητές μου, ἄν δηλαδή ἔχετε ἀγάπη μεταξύ σας (Ἰω. 13, 35). Χρέος ἄλλο νά μήν ἀφήνετε σέ κανένα, ἐκτός ἀπό τήν ἀγάπη πού ὀφείλετε ὁ ἕνας στόν ἄλλον. Ἐπειδή ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ τόν ἀδελφό του, ἔχει ἐκπληρώσει ὅλο τό νόμο τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό, γιατί τό «μή μοιχεύσεις», «μή φονεύσεις», «μήν κλέψεις», [«μήν ψευδομαρτυρήσεις»], «μήν ἐπιθυμήσεις», κι ὅλες οἱ ἄλλες ἐντολές, σ᾽ αὐτή τήν ἐντολή συνοψίζονται καί περιλαμβάνονται: Στό ν᾽ ἀγαπήσεις τόν συνάνθρωπό σου σάν τόν ἑαυτό σου (Ρωμ. 13, 8-9). Ἀγαπῆστε μέ καθαρή καρδιά ὁ ἕνας τόν ἄλλον (Α’ Πέτρ. 1, 22). Νά ἀγαπᾶτε τούς ἀδελφούς σας (Α’ Πέτρ. 2, 17). Ἄν τόσο πολύ μᾶς ἀγάπησε ὁ Θεός, ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νά ἀγαποῦμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον (‘’ Ἰω. 4, 11). Ὅποιος δέν ἀγαπᾶ τόν ἀδελφό του, αὐτός βρίσκεται σέ κατάσταση πνευματικοῦ θανάτου (Α’ Ἰω. 23, 14). Νά πῶς μάθαμε τί εἶναι ἀγάπη: Ὅπως ὁ Χριστός πρόσφερε τή ζωή Του στό θάνατο γιά χάρη μας, ἔτσι κι ἐμεῖς ὀφείλουμε νά προσφέρουμε καί τή ζωή μας ἀκόμη γιά τούς ἀδελφούς μας (Α’ Ἰω. 3, 16). Παιδιά μου, ἄς μήν ἀγαποῦμε μέ τά λόγια μόνο καί μέ τή γλώσσα, ἀλλά ἔμπρακτα καί ἀληθινά (Α’ Ἰω. 3, 18). Ὅποιος ἀγαπᾶ τό Θεό, αὐτός ἀγαπᾶ καί τόν ἀδελφό του (Α’ Ἰω. 4, 21).

3. Οἱ χριστιανοί ὀφείλουν νά μήν ἔχουν διαμάχες οὔτε νά νιώθουν μνησκακία καί μίσος κατά τῶν ἀδελφῶν τους, ἀλλά κι ἄν ἀκόμα παρεξηγηθοῦν μεταξύ τους, ὀφείλουν γρήγορα νά συμφιλιωθοῦν. Ὅποιος χριστιανός ὀργίζεται ἐναντίον τοῦ ἀδελφοῦ του χωρίς εὔλογη ἀφορμή, εἶναι ὑπόδικος στό τοπικό δικαστήριο. Καί ὅποιος πεῖ τόν ἀδελφό του «ρακά», δηλαδή «ἀνόητε», εἶναι ὑπόδικος στό ἀνώτατο δικαστήριο. Καί ὅποιος πεῖ τόν ἀδελφό του «βλάκα», αὐτός θά καταδικαστεῖ στή φωτιά τῆς κολάσεως (Ματθ. 5, 22). Ἄν πᾶς στήν ἐκκλησία γιά νά δώσεις κάποια προσφορά, καί ἐκεῖ θυμηθεῖς ὅτι ὁ ἀδελφός σου εἶναι λυπημένος μαζί σου, ἄφησε ἐκεῖ, μπροστά στήν Ἐκκλησία, τήν προσφορά σου, πήγαινε νά συμφιλιωθεῖς πρῶτα μέ τόν ἀδελφό σου καί ὕστερα ἔλα νά προσφέρεις τό δῶρο σου (Ματθ. 5, 23-24). Κοίταξε νά συμφιλιωθεῖς γρήγορα μέ τόν ἀδελφό σου μέ τόν ὁποῖο βρίσκεται σέ ἀντιδικία, ὅσο ἀκόμα εἶστε στή στράτα τῆς ἐδῶ ζωῆς (Ματθ. 5, 25). Ὅποιος νομίζει πώς μπορεῖ νά εἶναι φιλόνικος, ἄς ξέρει πώς οὔτε ἐγώ οὔτε οἱ Ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ ἔχουν τέτοια συνήθεια, δηλαδή νά φιλονικοῦμε (Α’ Κορ. 11, 16). Ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ δέν πρέπει νά φιλονικεῖ, ἀλλά πρέπει νά εἶναι ἤπιος ἀπέναντι σέ ὅλους, διδακτικός, ἀνεξίκακος (Β’ Τιμ. 2, 24). Ἡ δύση τοῦ ἡλίου νά μή σᾶς βρίσκει ποτέ ὀργισμένους (Ἐφεσ. 4, 26). Ὅποιος μισεῖ τόν ἀδελφό του βρίσκεται στό σκοτάδι, καί πορεύεται μέσα στό σκοτάδι, καί ποῦ πάει δέν ξέρει, γιατί τό σκοτάδι ἔχει τυφλώσει τά μάτια του (Α’ Ἰω. 2, 11). Καθένας πού μισεῖ τόν ἀδελφό του εἶναι φονιάς. Καί ξέρετε πώς κανένας φονιάς δέν ἔχει συμμετοχή στήν αἰώνια ζωή (Α’ Ἰω. 3, 15). Συνέχεια

Ἐπιστολή τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

       Σέ πνευματικό του παιδί (Πίστις)

Ἕνας συνάδελφός σου σού ἐπαναλαμβάνει συνεχῶς: “ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ!” Καί αἰσθάνεσαι σά νά σέ χτυπᾶ μέ μαστίγιο. Κι ἐσύ ἀγωνιᾶς γιά τήν ψυχή του καί τή ζωή του. Καί καλά σκέφτεσαι.

Ἄν δέν ὑπάρχει ὁ Ζῶν κι ὁ Παντοδύναμος Θεός κι ἄν δέν εἶναι ἰσχυρότερος ἀπό τό θάνατο, τότε ὁ θάνατος εἶναι ὁ μοναδικός κυρίαρχος. Καί ἡ κάθε ζωντανή ὕπαρξη δέν εἶναι παρά ἕνα κλωτσοσκούφι τοῦ θανάτου. Ἕνα ποντικάκι στό στόμα τῆς γάτας. Μία φορά, ἀντικρούοντάς τον, τοῦ εἶπες: “Ὁ Θεός ὑπάρχει. Γιά σένα δέν ὑπάρχει”.

 Καί δέν ἔσφαλες. Γιατί ἐκεῖνοι πού ἀποκόπτονται ἀπό τόν Αἰώνιο καί Ζωοδότη Κύριο ἐδῶ στήν γῆ, ἀποκόπτονται ἀπό τή ζωή τήν πραγματική. Καί ἔτσι οὔτε ἐδῶ, οὔτε στήν ἄλλη ζωή θά γευθοῦν τό μεγαλεῖο του Θεοῦ καί τῆς πλάσης Του. Καί καλύτερα νά μήν εἴχαμε γεννηθεῖ, παρά νά εἴμαστε ἀποκομμένοι ἀπό τόν Θεό.

Ἄν ἤμουν στή θέση σου, θά τοῦ ἔλεγα τά ἑξῆς:

 * Κάνεις λάθος, φίλε μου! Ὀρθότερο θά ἦταν, ἄν ἔλεγες: “Ἐγώ δέν ἔχω Θεό”. Διότι τό βλέπεις, ὅτι ὑπάρχουν τόσοι ἄνθρωποι γύρω σου, πού ἔχουν Θεό καί γι’ αὐτό διακηρύττουν ὅτι ὑπάρχει Θεός. Λοιπόν, μή λές: “Δέν ὑπάρχει Θεός”! Περιορίσου νά λές: “Ἐγώ δέν ἔχω Θεό”!

 * Κάνεις λάθος! Μιλᾶς σάν τόν ἄρρωστο, πού λέει ὅτι δέν ὑπάρχει πουθενά ὑγεία!

* Κάνεις λάθος! Μοιάζεις μέ τόν τυφλό πού λέει: “Δέν ὑπάρχει φῶς στόν κόσμο”. Ὅμως φῶς ὑπάρχει. Καί εἶναι διάχυτο παντοῦ. Αὐτός ὁ δυστυχής δέν ἔχει τό φῶς του. Καί θά μιλοῦσε σωστά ἄν ἔλεγε: “Ἐγώ δέν ἔχω μάτια καί δέν βλέπω φῶς”.

* Κάνεις λάθος! Μιλᾶς σάν τό ζητιάνο, πού λέει: “Δέν ὑπάρχει χρυσάφι στή γῆ”. Μά χρυσάφι ὑπάρχει! Καί ἐπάνω στή γῆ! Καί μέσα στή γῆ! Αὐτός δέν ἔχει χρυσάφι! Τό σωστό θά ἦταν νά ἔλεγε: “Ἐγώ δέν ἔχω χρυσό”!

*  Κάνεις λάθος! Μοιάζεις μέ τόν παλιάνθρωπο πού λέει: “Δέν ὑπάρχει καλωσύνη στόν κόσμο”. Ἐνῶ θά ἔπρεπε νά πεῖ: “Ἐγώ δέν ἔχω ἴχνος καλοσύνης μέσα μου”.

Αὐτό νά τοῦ πεῖς κι ἐσύ:

* Συνάδελφε, κάνεις λάθος! Λάθος διακηρύττεις ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός! Γιατί, ὅταν κάτι δέν τό ἔχεις ἐσύ καί δέν τό γνωρίζεις ἐσύ, δέν σημαίνει ὅτι δέν ὑπάρχει πουθενά κι ὅτι δέν τό ἔχει κανείς! Ποιός σου ἔδωσε τό δικαίωμα νά μιλᾶς ἐκ μέρους ὅλου του κόσμου; Ποιός σου ἔδωσε τήν ἄδεια νά διακηρύττεις, ὅτι τήν δική σου ἀρρώστια τήν ἔχουν ὅλοι; Ὅτι ὅλοι ἔχουν τήν δική σου πλάνη; Φωνάζεις ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός!

Τό διακηρύττεις σέ ὅλον τόν κόσμο! Πολεμᾶς τήν ἀλήθεια! Ἐκεῖνοι πού δέν θέλουν νά ζοῦν μέ τόν Θεό εἶναι ἐλάχιστοι. Ἀλλά καί γι’ αὐτούς ὁ Θεός ὑπάρχει! Τούς περιμένει. Μέχρι τήν τελευταία πνοή σ’ αὐτή τή γῆ! Καί μόνο ἄν δέν φροντίσουν νά μετανοήσουν, ἔστω στήν τελευταία τους στιγμή, μόνο τότε ὁ Θεός στήν ἄλλη ζωή θά πάψει νά ὑπάρχει γι’ αὐτούς. Καί θά τούς διαγράψει ἀπό τό βιβλίο τῆς ζωῆς.

Γι’ αὐτό πές του, σέ παρακαλῶ φίλε μου. Γιά τό καλό της ψυχῆς σου. Γιά τά ἐπουράνια ἀγαθά. Γιά τά δάκρυα πού ἔχυσε ὁ Χριστός καί τίς πληγές πού δέχθηκε γιά ὅλους μας. Ἄλλαξε μυαλό! Μετανόησε! Διορθώσου! Καί γύρισε στήν Ἐκκλησία μας!

 

ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ

Metr. ΑΝΤΗΟΝΥ ΒLΟΟΜ

imagesCATTW07EΣέ ἕναν ἀπό τούς Ψαλμούς διαβάζουμε τόν παρακάτω στίχο· «Οἱ σπείροντες ἐν δάκρυσιν, ἐν ἀγαλλιάσει θεριοῦσι..» (Ψαλμ. 125, 5)12. ῎Αν στίς ἑβδομάδες τῆς προετοιμασίας πού πέρασαν, ἀντικρύσαμε νά καθρεφτίζεται στίς παραβολές ὅ,τι εἶναι ἄσχημο καί ἀνάξιο γιά μᾶς, ἄν σταθήκαμε μπροστά στό κριτήριο τῆς συνειδήσεώς μας καί τοῦ Θεοῦ, τότε ὄντως ἔχουμε σπείρει τή σωτηρία μας ἐν δάκρυσι. Καί ὅμως, ὑπάρχει ἀκόμη χρόνος, διότι ἀκόμη κι ὅταν μπαίνουμε στόν καιρό τῆς συγκομιδῆς, ὁ Θεός μᾶς δίνει ἕνα περιθώριο· προχωρώντας πρός τή Βασιλεία, πρός τήν ῾Ημέρα τῆς ᾿Αναστάσεως, μποροῦμε ἀκόμη, κάθε στιγμή, μέ τήν προοπτική τῆς σωτηρίας, ἐνώπιον τῆς νίκης τοῦ Θεοῦ, νά στρεφόμαστε πρός αὐτόν μέ εὐγνωμοσύνη καί συντριβή μαζί καί νά λέμε, «῎Οχι, Κύριε! Μπορεῖ νά εἶμαι ὁ ἐργάτης τῆς ἑνδεκάτης ὥρας, ἀλλά δέξου με, ὅπως τό ἔχεις ὑποσχεθεῖ!».

Τήν περασμένη Κυριακή ἑορτάσαμε τόν θρίαμβο τῆς ᾿Ορθοδοξίας, τήν ἡμέρα κατά τήν ὁποία ἡ ᾿Εκκλησία διακήρυξε ὅτι νομιμοποιεῖται καί ἔχει τό δικαίωμα νά ἀπεικονίζει τή μορφή τοῦ Χριστοῦ· ἡ διακήρυξη δέν ἀφοροῦσε τήν τέχνη, ἀλλά ἦταν μιά βαθιά θεολογική ὁμολογία τῆς ᾿Ενσαρκώσεως. ῾Η Παλαιά Διαθήκη μᾶς ἔλεγε ὅτι ὁ Θεός δέν ἀπεικονίζεται μέ κανένα τρόπο διότι εἶναι ἕνα ἀπύθμενο μυστήριο· δέν ἔχει οὔτε ὄνομα ἐκτός ἀπό τό μυστηριῶδες ὄνομα τό ὁποῖο γνωρίζει ὁ ῞Υψιστος ᾿Αρχιερεύς. Στήν Καινή Διαθήκη ὅμως μάθαμε, καί γνωρίζουμε ἀπό ἐμπειρία, ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ῎Ανθρωπος, ὅτι τό πλήρωμα τῆς Θεότητος κατοίκησε καί ἐξακολουθεῖ νά κατοικεῖ γιά πάντα ἐν σαρκί· ἄρα ὁ Θεός ἔχει ἕνα ἀνθρώπινο ὄνομα (᾿Ιησοῦς) καί ἕνα ἀνθρώπινο πρόσωπο, πού μπορεῖ νά ἀναπαρασταθεῖ σέ εἰκόνες. Συνεπῶς, κάθε εἰκόνα εἶναι μία ὁμολογία τῆς βεβαιότητάς μας ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος· καί ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά ἐπιτύχει -μέ τρόπο τραγικό καί ἔνδοξο μαζί- τήν ὑπέρτατη ἀλληλεγγύη μ’ ἐμᾶς, νά γίνει ἕνας ἀπό μᾶς ὥστε νά γίνει ὁ καθένας μας ἕνα ἀπό τά παιδιά τοῦ Θεοῦ. «Αὐτός ἐνηνθρώπισεν ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν», ὅπως λέει καί ἡ Γραφή. Γι’ αὐτό ἤδη ἀπό τήν ἑβδομάδα πού μᾶς πέρασε μπορούσαμε νά εὐφραινόμαστε· καί ἐνῶ, μιά ἑβδομάδα πρίν, ἤδη προετοιμαζόμαστε νά συναντήσουμε αὐτό τό θαῦμα, αὐτό τό θάμβος τῆς ᾿Ενσάρκωσης, ἡ ᾿Εκκλησία μας, χαμηλόφωνα, σχεδόν ψιθυριστά, ἔψαλλε τόν Κανόνα τοῦ Πάσχα· Χριστός ᾿Ανέστη ἐκ νεκρῶν· διότι δέν πρόκειται γιά μία μελλοντική ὑπόσχεση, ἀλλά γιά μία παρούσα βεβαιότητα, μία ἀνοικτή πόρτα γιά νά εἰσέλθουμε διά τοῦ Χριστοῦ, διά τῆς Θύρας, ὅπως ὀνομάζει τόν ῾Εαυτό Του, στήν αἰωνιότητα.

Σήμερα, μνημονεύουμε τόν ῞Αγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἕναν ἀπό τούς μεγάλους ῾Αγίους τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ὁ ὁποῖος ἀπέναντι στήν αἵρεση καί τήν ἀμφιβολία, διακήρυξε ἐκ τῶν ἔσω τήν ἐμπειρία τῶν ἀσκητῶν καί ὅλων τῶν πιστῶν· ὅτι δηλαδή ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἕνα κτιστό δῶρο· ὁ ἴδιος ὁ Θεός εἶναι πού ἐκφράζει τόν ῾Εαυτό Του σέ μᾶς, ὥστε πλημμυρισμένοι ἀπό τήν παρουσία Του καί ἔχοντας ὡς μοναδική προϋπόθεση τήν ἀποδοχή Του μέσα μας, νά ἀνοιχτοῦμε σταδιακά πρός Αὐτόν καί νά γίνουμε κάπως διαφανεῖς σ’ αὐτό τό Φῶς, καί σιγά σιγά, ὅλο καί πιό πολύ νά μετέχουμε στή Θεία φύση Του. Συνέχεια

Μερικές ψυχολογικές ἐπισημάνσεις στό ἔργο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ

 Παύλου Κυμίση

Καθηγητοῦ Ψυχιατρικῆς

Ἔγραφε ὁ μεγάλος Ρῶσος ὀρθόδοξος θεολόγος π.Γεώργιος Φλωρόφσκυ, ὅτι στήν ἐποχή μας ὑπάρχει “πείνα θεολογίας“, τόσο μεταξύ τῶν κληρικῶν, ὅσο καί μεταξύ τῶν λαϊκῶν. Αὐτή τήν πείνα ἔρχεται νά ἱκανοποιήσει αὐτό τό Συνέδριο…

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὑποστηρίζοντας τούς ἡσυχαστές καί ἑρμηνεύοντας τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἀπέκρουσε τόν φιλόσοφο Βαρλαάμ, πού ἦταν δεμένος στό ἅρμα τοῦ δυτικοῦ ἀνθρωποκεντρικοῦ οὑμανισμοῦ. Ἐπηρεασμένος ἀπό τή φιλοσοφία τῆς Δύσης, πού εἶχε ἔντονα χρωματισθεῖ ἀπό τήν Πλατωνική σκέψη, προσπαθοῦσε νά γελοιοποιήσει τούς ἡσυχαστές, ἰσχυριζόμενος ὅτι οἱ ἐμπειρίες τους ἦταν ἀποτέλεσμα φαντασιώσεων ἤ ἁπλές ἐκδηλώσεις φυσικῶν κτιστῶν φαινομένων. Θά πρέπει νά ἐπισημάνουμε ὅτι ὁ Βαρλααμισμός ἀποτελεῖ καί ἕνα σύγχρονο φαινόμενο, γι᾿ αὐτό καί ἡ παρουσίαση τοῦ ἔργου τοῦ ἁγίου Γρηγορίου σήμερα εἶναι ἐπίκαιρη, χρήσιμη καί καθοδηγητική.

Στήν ἐποχή μας γίνεται μιά ἔντονη προσπάθεια γιά διάλογο καί συνεργασία μεταξύ τῆς Θρησκείας καί τῆς ἐπιστήμης τῆς Ψυχολογίας. Ἡ σκέψη καί τό ἔργο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου μποροῦν νά γίνουν ὁδηγοί, ἔτσι ὥστε ἕνας τέτοιος διάλογος νά μή δημιουργήσει περισσότερη σύγχυση, παρανοήσεις καί προβλήματα. Σ᾿ αὐτόν τό διάλογο χρειάζεται νά καθοριστοῦν σαφῶς τά ὅρια μεταξύ τῆς λογικῆς, τῆς ἐπιστημονικῆς γνώσης καί ἀπόδειξης, τῶν φυσικῶν φαινομένων, καί τῶν μεταφυσικῶν ἐμπειριῶν καί ἀποκαλύψεων. Ἡ ἐπιστήμη μελετᾶ φαινόμενα πού ἐλέγχονται ἀπό φυσικούς νόμους. Οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, τά θαύματα, οἱ ἀποκαλύψεις παριστοῦν ὑπερβάσεις τῶν φυσικῶν νόμων.

Στό Δυτικό κόσμο ἡ ἔννοια τῆς θρησκείας ἔχει καταντήσει μιά ἁπλή ἐπιλογή ἤ προτίμηση. Εἶναι κάτι ἀνάλογο μέ τήν ἐπίσκεψη στήν ὑπεραγορά (Super Market), ὅπου διαλέγεις ὅ,τι προτιμᾶς. Σέ μιά τελευταία σύναξη στήν Κωνσταντινούπολη ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος τόνισε ὅτι ὁ Δυτικός Σχολαστικισμός ἔχει ἐλαττώσει τίς θεϊκές ἀλήθειες σέ ἔννοιες. Ἔτσι ὁ Θεός γίνεται ἀντιληπτός σάν ἰδέα ἤ ἔννοια. Ἀλλά μέ αὐτήν τήν προσέγγιση ἡ Δύση χάνει τή δυνατότητά της γιά τή συμμετοχή στίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι βλέπουμε στή Δύση νά γίνεται λόγος γιά μεταφυσικές ἐμπειρίες διαφόρων θρησκειῶν, πού συνδέονται μέ παραισθήσεις, ὑπνωτικά φαινόμενα ἤ φαντασιώσεις. Συνέχεια