Στιχηρό τῶν Αἴνων Κυριακῆς Ἀπόκρεω
Ἦχος πλ. β’
«Ἐννοῶ τήν ἡμέραν ἐκείνην καί τήν ὥραν, ὅταν μέλλομεν πάντες, γυμνοί καί ὡς κατάκριτοι, τῷ ἀδεκάστῳ Κριτῇ παρίστασθαι· τότε σάλπιγξ ἠχήσει μέγα, καί τά θεμέλια τῆς γῆς σεισθήσονται, καί οἱ νεκροί ἐκ τῶν μνημάτων ἐξαναστήσονται, καί ἡλικία μία πάντες γενήσονται· καί πάντων τά κρυπτά φανερά παρίστανται ἐνώπιόν σου·καί κόψονται, καί κλαύσονται, καί εἰς τό πῦρ τό ἐξώτερον ἀπελεύσονται, οἱ μηδέποτε μετανοήσαντες·καί ἐν χαρᾷ καί ἀγαλλιάσει, ὁ τῶν δικαίων κλῆρος, εἰσελεύσεται εἰς παστάδα οὐράνιον».
Ἑρμηνεία
«Συλλογίζομαι τήν ἡμέρα ἐκείνη καί τήν ὥρα, ὅταν πρόκειται ὅλοι μας, γυμνοί καί ἀξιοκατάκριτοι νά παρασταθοῦμε μπροστά στόν Κριτή. Τότε θά ἠχήσει βροντερά ἡ σάλπιγγα καί θά σεισθεῖ συθέμελα ἡ γῆ. Οἱ νεκροί θά ἀνασηκωθοῦν ἀπό τούς τάφους τους καί θά ἐμφανιστοῦν ἔχοντας ὅλοι τήν ἴδια ἡλικία. Τά ἀπόκρυφα μέ μιᾶς ἐκείνη τήν ὥρα θά γίνουν φανερά ἐνώπιόν Σου. Τότε εἶναι πού θά κλάψουν γοερά καθώς θά φεύγουν γιά τή φωτιά τήν ἄσβεστη, ὅλοι ὅσοι ποτέ τους στή ζωή αὐτή δέν μετανόησαν. Ἀντίθετα οἱ δίκαιοι γεμάτοι χαρά καί ἀγαλ λίαση θά εἰσέλθουν στό αἰώνιο, τό οὐράνιο νυφικό πανηγύρι.»
Εἰς τὴν Κυριακὴ τῆς Ἀποκρέω
Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς
1. Τὴν περασμένη Κυριακὴ ἡ Ἐκκλησία ἐμνημόνευε τὴν ἀπερίγραπτη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐμᾶς πού παρουσιάζεται μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ σεσωσμένου Ἀσώτου. Τὴν σημερινὴ Κυριακὴ διδάσκει περὶ τῆς μελλούσης φρικωδεστάτης κρίσεως τοῦ Θεοῦ, χρησιμοποιώντας μία καλή τάξι καὶ ἀκολουθώντας τίς προφητικὲς φωνές· διότι, λέγει, «θὰ σοῦ ψάλω, Κύριε, ἔλεος καὶ κρίσι», καὶ «μία φορὰ ἐλάλησε ὁ Θεὸς καὶ ἄκουσα τὰ δύο αὐτά, ὅτι τὸ κράτος εἶναι τοῦ Θεοῦ καὶ ἰδικό σου, Κύριε, τὸ ἔλεος, διότι ἐσὺ θ’ ἀποδώσης στόν καθένα κατὰ τὰ ἔργα του».
2. Τὸ ἔλεος λοιπὸν καὶ ἡ μακροθυμία προηγεῖται τῆς Θείας κρίσεως. Πραγματικὰ ὁ Θεός, ἔχοντας καὶ περιέχοντας κατ’ ἐξοχὴν ὅλες τίς ἀρετές, καὶ ὄντας συγχρόνως δίκαιος καὶ ἐλεήμων, ἐπειδὴ τὸ ἔλεος δέν συμβαδίζει μὲ τὴν κρίσι, σύμφωνα μὲ τὸ γραμμένο, «νά μὴ εὐσπλαγχνισθῆς πτωχὸ κατὰ τὴν κρίσι», εὐλόγως ὁ Θεὸς κατένειμε τὸ καθένα στόν καιρὸ του· τὸν παρόντα καιρὸ τὸν ὥρισε γιά τὴν μακροθυμία, τὸν μέλλοντα γιά τὴν ἀνταπόδοσι. Γι’ αὐτὸ τὰ τελούμενα στήν Ἐκκλησία ἡ Θεία Χάρις διέθεσε κατὰ τέτοιον τρόπο, ὥστε ἐμεῖς ἀντιλαμβανόμενοι τοῦτο, ὅτι τὴν συγγνώμη γιά τὰ ἁμαρτήματα λαμβάνομε ἀπὸ τὰ ἐδῶ συμβαίνοντα, νά σπεύσωμε, ὅσο ζοῦμε ἀκόμη στόν παρόντα βίο, νά ἐπιτύχουμε τὸ αἰώνιο ἔλεος καὶ νά καταστήσουμε τοὺς ἑαυτοὺς μας ἀξίους τῆς Θείας φιλανθρωπίας. Διότι ἐκείνη ἡ κρίσις, ἡ τελευταία,εἶναι ἀνηλέητος γι’ αὐτόν πού δέν ἔδειξε ἔλεος.
3. Περὶ τῆς ἀπερίγραπτης λοιπὸν γιά μᾶς εὐσπλαγχνίας τοῦ Θεοῦ ὁμιλήσαμε μόλις πρὸ ὀλίγου. Σήμερα δὲ θὰ μιλήσουμε περὶ τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, καθὼς καὶ περὶ τῆς φρικωδεστάτης κρίσεως καὶ περὶ ὅσων θὰ συμβοῦν κατ’ αὐτὴν ἀπορρήτως- πράγματα πού ὀφθαλμὸς δέν εἶδε καὶ οὖς δέν ἤκουσε καί πού δέν ἀνέβηκαν στή σκέψι ἀνθρώπου, ἂν αὐτή εἶναι ἀμέτοχη Θείου Πνεύματος, ποὺ ὑπερβαίνουν ὄχι μόνο τὴν ἀνθρωπίνη αἴσθησι, ἀλλὰ καὶ τὸν ἀνθρώπινο νοῦ καὶ λόγο. Διότι, ἂν καὶ αὐτός πού μᾶς διδάσκει γιά ὅλα αὐτά εἶναι ἐκεῖνος πού γνωρίζει τὰ πάντα καὶ πρόκειται νά κρίνῃ ὅλη τή γῆ, ἀλλὰ συγκαταβαίνει πρὸς τὴν δυναμικότητα τῶν διδασκομένων, προσφέροντας τοὺς λόγους συμμέτρους πρὸς αὐτήν. Γι’ αὐτὸ εἰσάγονται ἀστραπὴ καὶ νεφέλες, σάλπιγξ καὶ θρόνος καὶ τὰ ὅμοια μὲ αὐτά, ἂν καὶ σύμφωνα μὲ τὴν ἐπαγγελία Του περιμένουμε καινοὺς οὐρανοὺς καὶ καινὴ γῆ, ἀφοῦ τὰ παρόντα θά παρέλθουν. Συνέχεια
« Καί ἐρχόμενον ἐν δόξῃ κρῖναι ζῶντας καί νεκρούς…»
Ἁγίου ΚΥΡΙΛΛΟΥ Ἱεροσολύμων
Α’ Σύμφωνα μέ τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας, σᾶς διδάσκουμε καί σᾶς πληροφοροῦμε ὅτι ὁ Χριστός θά παρουσιαστεῖ στούς ἀνθρώπους δύο φορές καί ὄχι μόνο μία καί ὅτι ἡ δεύτερη Παρουσία Του θά εἶναι ἀσύγκριτα πιό λαμπρή καί πιό ἔνδοξη ἀπό τήν πρώτη. Διότι στήν πρώτη φανερώθηκε σέ ὅλη τήν ἔκτασή της ἡ ὑπομονή τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ στή δεύτερη θά φανερωθεῖ ὅλη ἡ δύναμη καί ἡ δόξα τῆς Βασιλείας Του.
…Λοιπόν νά μήν μένουμε στήν πρώτη Παρουσία μόνο, ἀλλά νά περιμένουμε καί τή δεύτερη. Καί ἄν εἴπαμε στήν πρώτη «εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος στό Ὄνομα τοῦ Κυρίου» (Ματθ. 21, 9), τότε πού ἔγινε ἡ θριαμβευτική Του εἴσοδος στά Ἱεροσόλυμα, καί στή δεύτερη θά Τοῦ ποῦμε λατρευτικά: «Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος στό Ὄνομα τοῦ Κυρίου», ὅπως ὁ Ἴδιος μᾶς τό ἔχει ἀποκαλύψει (Ματθ. 23, 39).
Ἔρχεται ὁ Σωτήρας, ὄχι γιά νά δικαστεῖ πάλι, ἀλλά γιά νά δικάσει αὐτούς πού Τόν δίκασαν. Αὐτός, πού στήν πρώτη Του παρουσία σιωποῦσε ὅταν Τόν ἔκριναν, λέει προφητικά καί ἀποκαλυπτικά στούς παράνομους Ἰουδαίους, πού τόν καιρό τῆς Σταύρωσης ἔπραξαν ἐκεῖνα τά τολμηρά: «Αὐτά ἔκανες λαέ μου, καί σιώπησα» (Ψαλμ. 49, 21). Στήν πρώτη Παρουσία ἦρθε γιά νά οἰκονομήσει τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί δίδασκε μέ λόγια πειστικά. Στή δεύτερη ὅμως οἱ ἄνθρωποι, ἔστω καί ἄν δέν θέλουν, θά ἀναγκαστοῦν νά παραδεχτοῦν ὅτι Αὐτός εἶναι «ὁ Μόνος Βασιλεύς τῶν βασιλευόντων καί Κύριος τῶν κυριευόντων».
Γ’ Θά ἔρθει λοιπόν ὁ Κύριός μας, Ἰησοῦς Χριστός, ἀπό τόν οὐρανό. Θά ἔρθει μέ δόξα, ὅταν πρόκειται νά γίνει ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου τούτου, στίς ἔσχατες ἡμέρες. Διότι θά γίνει ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου τούτου καί ὁ κτιστός κόσμος πάλι θά ἀνακαινιστεῖ. «Ἐπειδή δηλαδή ἁπλώθηκε στή γῆ διαφθορά, κλοπή, μοιχεία καί κάθε εἶδος ἁμαρτίας ξεχύθηκε σ᾽ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη καί ὁ κόσμος πνίγηκε στίς αἱματοχυσίες καί αἱμομιξίες» (πρβλ. Ὡσ. 4, 2), γιά νά μή μείνει τό θαυμάσιο καί ἀπέραντο τοῦτο κατοικητήριο τοῦ ἀνθρώπινου γένους κατάμεστο ἀπό ἀνομία, θά παρέλθει αὐτός ὁ κόσμος, γιά νά ἀναφανεῖ ὁ τελειότερος.
….
Δ’ Θά παρέλθουν λοιπόν ὅσα τώρα βλέπουμε καί θά ἔρθουν ὅσα πρόκειται νά γίνουν, πού θά εἶναι τελειότερα. Ἀλλά τό πότε, κανείς νά μήν τό πολυεξετάζει. Διότι μᾶς εἶπε ὁ Κύριος «πώς δέν εἶναι τῆς δυνατότητάς μας νά μάθουμε τούς χρόνους καί τούς καιρούς, τούς ὁποίους ὅρισε ὁ Πατέρας μέ τήν ἐξουσία πού ἔχει» (Πράξ. 1, 7). Μήν τολμήσεις λοιπόν νά προσδιορίσεις τό πότε θά γίνουν αὐτά, οὔτε πάλι νά κοιμᾶσαι ἥσυχος1. Διότι λέει «ἀγρυπνεῖτε γιατί δέν γνωρίζετε τήν ὥρα πού θά ἔρθει ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου» (πρβλ. Ματθ. 24, 44). Συνέχεια
Ἡ ἀφύπνιση τῆς καρδιᾶς μὲ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ
Ἀρχιμ. Ζαχαρίας Ζάχαρου
Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου, ὡς συνάντηση μὲ τὴ ζῶσα αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ, πλήττει ἀποφασιστικὰ τὸν ὅλο ἄνθρωπο, γιατί φανερώνει τὸν ἅδη τῆς ἀπουσίας τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν καρδιά του καὶ ἀποκαλύπτει τὴν πνευματικὴ πτώχεια καὶ ἐρήμωση τοῦ νοῦ.
Ἡ ὀδυνηρὴ αὐτὴ ἐμπειρία γεννᾶ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀρχίζει νὰ περιβάλλει τὴν καρδιὰ καὶ νὰ ἀλλάζει τὸ φρόνημά του. Ὅπως ἡ μνήμη τοῦ θανάτου, ἔτσι καὶ ὁ Θεῖος φόβος ποὺ τὴν διαδέχεται, δὲν εἶναι ψυχολογικὸ συναίσθημα ἀλλὰ πνευματικὴ κατάσταση, δῶρο τῆς Xάριτος.
Κάθε εἴδους ἐπαφὴ μὲ τὴν αἰωνιότητα, καὶ μάλιστα στὰ ἀρχικὰ στάδια, προξενεῖ φόβο στὴν ψυχή, γιατί ἡ αἰωνιότητα βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Ὅπως ἤδη ἀναφέραμε, ἡ μνήμη τοῦ θανάτου προκαλεῖ τὴ χαρισματικὴ ἀπόγνωση στὸν ἄνθρωπο, χάρη στὴν ὁποία ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὴν ἕλξη τῶν παθῶν καὶ τῶν κτισμάτων.
Ὁμοίως καὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, προερχόμενος ἀπὸ ἄνωθεν ἔλλαμψη, βοηθεῖ τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀνανήψει ἀπὸ τὸν μακραίωνα ὕπνο τῆς ἁμαρτίας καὶ τὸν ὁδηγεῖ σὲ ἐγκράτεια. Ἐνισχύει τὴν καρδιά του, ὥστε μὲ σταθερὴ βούληση νὰ προτιμᾶ «τὰ μὴ βλεπόμενα» καὶ «αἰώνια» ἀντὶ τῶν «βλεπομένων» καὶ «πρόσκαιρων». Ἀκριβῶς στὴν προτίμηση αὐτή ἔγκειται τὸ νόημα καὶ ἡ ἀλήθεια τοῦ λόγου «ἀρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου».
Ἔχοντας ὁ ἄνθρωπος τὴ σοφὴ αὐτὴ στάση πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὰ χαρίσματά Του συνάπτει, κατὰ κάποιον τρόπο, μαζί Του μία πνευματικὴ διαθήκη. Προκρίνει ἀποφασιστικὰ νὰ μὴν παραδοθεῖ στὴ φθορὰ καὶ στὸν αἰώνιο θάνατο ποὺ τὸν κυκλώνουν, ἀλλὰ νὰ ἐκζητήσει διὰ παντὸς τὸ Πρόσωπο τοῦ Ὑψίστου, φιλοτιμούμενος νὰ ἐκπληρώσει «τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον». Γιὰ τὴν ἀγαθὴ αὐτὴ προαίρεσή του ὁ ἄνθρωπος δέχεται τὸν φωτισμὸ τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἀναζωπυρώνει τὴν καρδιά του.
Μὲ τὸν ἐσωτερικὸ φωτισμὸ τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ γνώση τῆς ἀληθινῆς καταστάσεώς του. Ἀρχίζει νὰ βλέπει τὸν ἑαυτό του, ὅπως τὸν βλέπει ὁ Θεός. Πείθεται ὅτι γύρω του βασιλεύει τὸ ἀπαράδεκτο κράτος τοῦ θανάτου καὶ ὅτι μέσα του ἑδρεύει τὸ σκότος τῆς φθορᾶς καὶ τῆς ἄγνοιας, σὲ βαθμὸ μάλιστα ποὺ προκαλεῖ μαρτυρικὴ βάσανο στὸ πνεῦμα του. Συνέχεια
Περί ἐλεημοσύνης
Ἁγίου Ἰωάννου Κρονστάνδης
Ἀτένισε τόν ἀδελφόν σου μέ ἀγάπη καί οἰκτιρμούς καί βοήθησέ τον πρόθυμα. Εἶναι μέλος τοῦ Χριστοῦ καί δικό σου ‒«ἀλλήλων μέλη ἐσμέν» (Ἐφ. 4, 25)‒, εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Θεός τόν ἀγαπᾶ καί τόν ὑπολήπτεται ὅπως καί σένα.
Δέν δίνεις τίποτε τό ἀληθινά δικό σου. Δίνεις ὅ,τι ἀνήκει στόν Θεόν, στά πενόμενα παιδιά τοῦ Θεοῦ. Δέν εἶσαι τίποτε ἄλλο παρά οἰκονόμος καί διαχειριστής τῆς θείας περιουσίας. Νά θεωρῆς τόν ἑαυτό σου ταπεινό ὑπηρέτη τῶν «ἐλαχίστων» ἀδελφῶν τοῦ Κυρίου…
Νά μή δίδης στούς ἄλλους ἀνάλογα μέ τήν ἀξία τους, ἀλλά ἀνάλογα μέ τίς ἀνάγκες τους.
Ἡ ἐλεημοσύνη κάνει καλό, πρίν ἀπ᾽ ὅλα, στόν ἴδιο τόν ἐλεήμονα.
Ἀληθινά ἐλεήμων εἶναι ὅποιος ὅλα τά ἐναγκαλίζεται καί δέν ἀφήνει κανέναν ἄνθρωπον ἔξω ἀπό τήν καρδιά του.Πῶς εἶναι δυνατόν ἀξίως, «μετά πίστεως καί ἀγάπης», νά δεχθῆς μέσα σου τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὅταν περιφρονῆς καί δέν ἀγαπᾶς τά μέλη Του; Ὅλοι οἱ Χριστιανοί εἶναι μέλη τοῦ Χριστοῦ, ἀνάμεσά τους καί ὁ πτωχός. Ἀγάπα τά μέλη Του, ἔχε συμπάθεια γι᾽ αὐτά καί ὁ Κύριος θά σέ ἀξιώση τό πλούσιο ἔλεός Του…
Κάνε τό καλό ἀκόμη καί στούς ἀχαρίστους καί τούς κακούς, ὥστε νά εἶσαι γνήσιο παιδί τοῦ Ὑψίστου…
Τί εἶναι ψευδής εὐγνωμοσύνη στόν Θεό; Τό νά εὐχαριστῆ κανείς τόν Θεό μονάχα μέ τά χείλη γιά τά ἀγαθά πού ἔλαβε καί νά χρησιμοποιῆ αὐτά τά ἀγαθά μονάχα γιά τόν ἑαυτό του, χωρίς νά νοιάζεται γιά τόν πλησίον του… Τί νά τίς κάνη ὁ Θεός τίς εὐχαριστίες μας, ὅταν δείχνουμε ἀχαριστία στήν πράξι; Ὅταν δέν δίνουμε στούς ἄλλους ἀπό ἐκεῖνα πού μᾶς δίνει;
Θεία σοφία, τέλος, εἶναι νά μή σωρεύουμε πλούτη γιά τόν ἑαυτό μας, ἀλλά νά δίνουμε στόν φτωχό, ὥστε νά θησαυρίζουμε θησαυρούς ἀσυλήτους καί ἀφθάρτους στόν οὐρανό, ὅπως λέγει τό Εὐαγγέλιο (Λουκ. 12, 33).
Κύριε, δίδαξέ με νά ἐκτελῶ τά ἔργα τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον μέ προθυμία καί χαρά καί νά πιστεύω ὅτι προσφέροντας στούς ἄλλους δέν χάνω, ἀλλά κερδίζω… Κύριε, δέξου τίς προσφορές μου στό πρόσωπο τῶν πτωχῶν…
Νά εἶσαι ζηλωτής τῆς ἀγάπης. Ὅλα θά παρέλθουν, ἡ ἀγάπη ὅμως θά μείνη, στόν αἰῶνα, ὅπως καί ὁ Θεός, πού εἶναι Ἀγάπη.
Περί ἐλεημοσύνης: (Ἐπιστολή σέ μητέρα πού πενθεῖ γιά τόν γιό της)
AΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ Βελιμίροβιτς
Σταμάτα τά κλάμμματα! Καί ἄρχισε τίς ἐλεημοσύνες. Γιά τήν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς τοῦ παιδιοῦ σου. Εἶναι ἀρκετά τά δάκρυα, μέ τά ὁποῖα πότισες τήν γῆ. Εἶναι καιρός πιά, νά κάνεις νά ἀνθίσουν μέσα σου κάτι ἄλλα λουλούδια. Πιό ὄμορφα! Πιό γλυκά ἀπό ἐκεῖνα, πού γίνονται ὅταν ποτισθοῦν μέ δάκρυα. Ποιά λουλούδια; Ἡ προσευχή καί ἡ ἐλεημοσύνη! Καί ἄφηνε τόν ἑαυτό σου στά χέρια τοῦ Θεοῦ.
Πάρε δυό σανίδες καί φτιάξε ἕνα σταυρό. Ἡ μιά σανίδα εἶναι ἡ προσευχή πρός τόν Θεό. Ἡ ἄλλη, ἡ ἐλεημοσύνη πρός τούς ἀνθρώπους. Ἡ προσευχή σέ ἀνεβάζει ὅλο καί πιό ψηλά στόν Θεό.
Ἡ ἐλεημοσύνη πλαταίνει ὅλο καί πεισσότερο στούς γύρω μας ἀνθρώπους. Ἡ γαλήνη πού δοκιμάζουμε, ὅταν ἀναθέσωμε τόν ἑαυτό μας στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι τό καρφί. Χρειάζεται νά ἔχωμε γαλήνη καί ὑπομονή. Γιατί μόνο τότε, μόνο μέ τό κ α ρ φ ί αὐτό θά στερεωθοῦν οἱ δύο αὐτές σανίδες (ἡ προσευχή καί ἡ ἐλεημοσύνη) καί θά γίνουν πηγή εὐλογίας: Σ τ α υ ρ ό ς.
Μήν τήν ἀποχωρίζεσαι ποτέ τήν ἐλεημοσύνη καί τήν προσευχή. Αὐτές θά κατεβάσουν τήν εὐλογία καί τήν παρηγοριά ἀπό τόν οὐρανό στήν καρδιά σου. Καί θά τήν δροσίσουν, ὅπως δροσίζει ἡ πρωϊνή δροσιά τό διψασμένο χορταράκι.
῾Η κρίση τοῦ Θεοῦ καί ἡ συγχώρηση τῶν ἀνθρώπων
ARCH. ΑΝΤΗΟΝΥ ΒLΟΟΜ
Σήμερα, ὁδεύοντας πρός τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή, φθάνουμε στό τελικό στάδιο· ἐρχόμαστε ἀντιμέτωποι μέ τήν Κρίση. ῎Αν τῆς δώσουμε τήν πρέπουσα προσοχή, τήν ἑπόμενη ἑβδομάδα, ὁ πνευματικός μας προορισμός θά εἶναι στό χέρι μας· ἡ ἑπόμενη Κυριακή εἶναι ἡ μέρα τῆς συγχώρησης.
῾Ο σύνδεσμος ἀνάμεσα στίς δύο αὐτές μέρες εἶναι πάρα πολύ προφανής. ῎Αν μπορούσαμε νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι ὅλοι μας καί κάθε ἕνας ἀπό μᾶς στεκόμαστε μπροστά στήν κρίση τοῦ Θεοῦ καί στήν κρίση τῶν ἀνθρώπων, ἄν μπορούσαμε νά θυμηθοῦμε καί νά ἀντιληφθοῦμε βαθιά καί ὁλόψυχα, μέ φιλότιμο καί εὐσυνειδησία ὅτι εἴμαστε ὅλοι χρεωμένοι ὁ ἕνας στόν ἄλλον, ὑπεύθυνοι μεταξύ μας γιά κάποιους ἀπό τούς πόνους καί τά βάρη τῆς ζωῆς, τότε θά μᾶς ἦταν εὔκολο, ὄχι μόνο νά συγχωρήσουμε ὅταν μᾶς ζητηθεῖ, ἀλλά καί, ὡς ἀνταπόκριση στό αἴτημα αὐτό, νά ζητήσουμε κι ἐμεῖς συγνώμη.
Δέν εἶναι μόνο μ’ αὐτά πού κάνουμε, δέν εἶναι μόνο μ’ αὐτά πού παραλείπουμε, ἀλλά εἶναι ὅτι κατά ἕνα τρόπο ἐκπληκτικό ἀγνοοῦμε τήν εὐθύνη πού φέρουμε ἀπέναντι τῶν ἄλλων· ἀγνοοῦμε αὐτό πού θά μπορούσαμε νά εἴμαστε γι’ αὐτούς, αὐτό πού θά μπορούσαμε νά κάνουμε γι’ αὐτούς… ῎Οχι, δέν ἐκπληρώνουμε τήν ἀνθρώπινη κλήση μας. Θά μπορούσαμε καί θά ἔπρεπε νά εἴμαστε, σέ ὅλα τά ἐπίπεδα καί γιά κάθε ἄνθρωπο, ἀλλά καί πέρα ἀπ’ τούς ἀνθρώπους, γιά ὅλο τόν κόσμο, μιά εὐλογία καί μιά ἀποκάλυψη· νά εἴμαστε μιά ἀποκάλυψη ἐκείνης τῆς μεγάλης καί τόσο ὑψηλῆς Πραγματικότητας, ὥστε οἱ ἄνθρωποι γύρω μας (κι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι πρῶτοι) νά μποροῦν νά συνειδητοποιήσουν ὅτι εἴμαστε στή ζυγαριά τοῦ ῎Ιδιου τοῦ Θεοῦ, ὅτι ἡ κλήση μας δέν εἶναι νά εἴμαστε ἁπλῶς ἠθικά καλοί, ἀλλά νά εἴμαστε μεγάλοι ὅπως Αὐτός. ῞Ενας Γερμανός μυστικός θεολόγος ἔγραφε σ’ ἕνα ἀπό τά ποιήματά του, «Εἶμαι μεγάλος ὅσο ὁ Θεός, ὁ Θεός εἶναι τόσο μικρός, ὅσο κι ἐγώ».
῎Αν μπορούσαμε νά μήν τό ξεχνᾶμε αὐτό! ᾿Επειδή ἡ κρίση δέν εἶναι μόνο μιά στιγμή κατά τήν ὁποία ἀντιμετωπίζουμε τόν κίνδυνο νά καταδικαστοῦμε· στήν ἴδια τήν ἔννοια τῆς κρίσης ὑπάρχει κάτι μεγάλο, κάτι πού ἐμπνέει. Δέν θά κριθοῦμε σύμφωνα μέ τά ἀνθρώπινα πρότυπα συμπεριφορᾶς καί κοσμιότητας, ἀλλά σύμφωνα μέ πρότυπα πέραν τῆς συνηθισμένης ἀνθρώπινης ζωῆς. Θά κριθοῦμε στή ζυγαριά τοῦ Θεοῦ καί ἡ ζυγαριά τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη· ὄχι ἡ ἀγάπη πού νιώσαμε, ὄχι ἡ συναισθηματική ἀγάπη, ἀλλά ἡ ἀγάπη πού ζήσαμε καί ἐκπληρώσαμε, ἡ βιωμένη ἀγάπη. Τό γεγονός ὅτι πρόκειται νά κριθοῦμε, ὅτι ὄντως κρινόμαστε κάθε στιγμή, πέρα ἀπ’ τή μετριότητα καί μικρότητά μας πρέπει, θά ἔπρεπε, νά μᾶς ἀποκαλύπτει τό ἐν δυνάμει μεγαλεῖο μας. Καί ὑπό τούς ὅρους ἀκριβῶς αὐτούς μποροῦμε νά ἐξετάσουμε τήν παραβολή τῶν ἀμνῶν καί τῶν ἐριφίων. Συνέχεια
Ὁ Ἐλάχιστος τῆς Βασιλείας
Φώτης Κόντογλου
[…]Οἱ παλαιοὶ ζωγράφοι ποὺ ζωγραφίζανε τὴ Δευτέρα Παρουσία, παριστάνουνε στὸν οὐρανὸ τὸν Χριστὸ καθισμένον στὸν θρόνο του γιὰ νὰ κρίνει τὸν κόσμο, κι ἀπὸ τὶς δύο μεριὲς καθισμένους τοὺς Δώδεκα Ἀπόστολους. Ἀπὸ τὸ ὑποπόδιο τοῦ θρόνου βγαίνει ὁ πύρινος ποταμός, ποὺ μέσα σ’ αὐτὸν καίγουνται οἱ ἁμαρτωλοί, ποὺ τοὺς καταπίνει ὁ βύθιος δράκων. Οἱ ἀρχάγγελοι κράζουνε μὲ τὶς σάλπιγγες, καὶ σηκώνουνται ἀπὸ τὰ μνήματα οἱ νεκροὶ τρομαγμένοι. Ἕνας ἄγγελος τυλίγει τὸν οὐρανὸ σὰν νὰ ‘ναι χαρτί, κι ἄλλος ζυγιάζει τὶς ψυχές. Οἱ ἄνεμοι φυσοῦνε θυμωμένοι ἀπὸ τὶς τέσσερες μεριὲς τῆς οἰκουμένης, θηρία καὶ τέρατα καταβροχθίζουνε κεφάλια, χέρια, πόδια ἀνθρώπινα. Οἱ δαίμονες τρίζουνε τὰ δόντια τους. Ἡ κτίση ὅλη ταράζεται ἀπὸ τὰ θεμέλια της. Οἱ ψυχὲς τρέμουνε σὰν τὰ ξερὰ φύλλα ποὺ τὰ παίρνει ὁ δρόλαπας. Ὁ ἥλιος μαύρισε καὶ καρβούνιασε, καὶ τὸ φεγγάρι ἔσβησε. Φόβος καὶ τρόμος πλακώνει ὅλη τὴν οἰκουμένη.
Μονάχα ἕνας ἄνθρωπος δὲν ταράζεται, ἕνα γεροντάκι, ταπεινὸ καὶ ἥσυχο, ποὺ ἀργοπερπατᾶ μὲ τὸ ραβδάκι του, μέσα στὴν κοσμοχαλασιά, καὶ πορεύεται θαρρετὰ πρὸς τὸν θρόνο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ «Ἐλάχιστος», ὅπως εἶναι γραμμένο στὴν εἰκόνα, δηλαδὴ ὁ πιὸ τιποτένιος, ὁ πιὸ καταφρονεμένος σὲ τοῦτον τὸν κόσμο. Τοῦτος ὁ «Ἐλάχιστος» εἶναι …, πού ἀνοίξανε οἱ πόρτες τ’ οὐρανοῦ γιὰ νὰ μπεῖ μέσα στὸν Παράδεισο.
Ἀπὸ τὸ διήγημα,” Ὁ μπάρμπα-Μανώλης ὁ βασιλὲς”
Τί σημαίνει ἡ φράση «αἰωνία ἡ μνήμη»
Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς
«Αἰωνία ἡ μνήμη» σημαίνει: αἰώνια νὰ ὑπάρχει ἡ μνήμη γιὰ σένα. Ἄκουσα μία φορὰ πὼς κάποιος στὸν ἐπικήδειο λόγο ἐπάνω ἀπὸ τὸ νεκρὸ φώναξε: «αἰωνία ἡ μνήμη σου στὴ γῆ!». Παραξενεύτηκα σὲ μία τόσο λανθασμένη ἑρμηνεία τῆς πίστης μας. Μὰ μπορεῖ κάτι νὰ εἶναι αἰώνιο στὴ γῆ, ὅπου ὅλα περνοῦν βιαστικὰ σὰν προσκεκλημένοι σὲ γάμο; Ὄντως, δὲν εὐχόμαστε στὸν νεκρὸ ἐντελῶς μηδαμινὸ πλοῦτο, ὅταν τοῦ εὐχόμαστε νὰ τὸν μνημονεύουν σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο, ὁ ὁποῖος καὶ ὁ ἴδιος πλησιάζει στὸ τέλος του.
Ἀλλὰ ἂς ποῦμε πώς τὸ ὄνομα κάποιου μνημονεύεται στὴ γῆ ἕως τὸ τέλος τοῦ χρόνου· τί κερδίζει αὐτὸς ἀπ’ αὐτό, ἐὰν ἡ μνήμη του στὰ οὐράνια ἔχει ξεχαστεῖ; Τὸ σωστὸ εἶναι νὰ ἐπιθυμοῦμε τὸ ὄνομα τοῦ νεκροῦ νὰ μνημονεύεται αἰώνια στὴν αἰωνιότητα, στὴν αἰώνια ζωὴ καὶ στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Τοῦτο εἶναι καὶ τὸ νόημα τῶν λέξεων « αἰωνία σου ἡ μνήμη».
Μία φορὰ οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ καυχήθηκαν λέγοντας: « Κύριε, καὶ τὰ δαιμόνια ὑποτάσσεται ἡμῖν ἐν τῷ ὀνόματί σου». Καὶ ὁ Χριστὸς τοὺς ἀπάντησε νὰ μὴν χαίρονται γι’ αὐτὸ ἀλλά: «χαίρεται δὲ ὅτι τὰ ὀνόματα ὑμῶν ἐγράφη ἐν τοῖς οὐρανοῖς», δηλ. νὰ χαίρονται ἐπειδὴ τὰ ὀνόματά τους εἶναι γνωστὰ καὶ τὰ θυμοῦνται καὶ τὰ μνημονεύουν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Συνέχεια